Ο Παπουλάκος από το βιβλίο Το Κούμανι Ηλείας του Χαράλαμπου Σ. Παπαγιάννη Αθήνα, 2004 Την εποχή που ο Ιμπραήμ πασάς λεηλατούσε την Πελοπόννη...
Ο Παπουλάκος
από το βιβλίο Το Κούμανι Ηλείας
του Χαράλαμπου Σ. Παπαγιάννη
Αθήνα, 2004
Την εποχή που ο Ιμπραήμ πασάς λεηλατούσε την Πελοπόννησο και έκαιγε τα πάντα, στο χωριό τα Τριπόταμα έκαμε την εμφάνισή του, προερχόμενος, κατά τα λεγόμενα, από τη Ζάκυνθο, ένας ψευτοπροφήτης, ντυμένος καλόγηρος, που προέβλεπε τα μελλούμενα. Συνοδευόταν δε από μια καλόγρια κατά πολύ νεότερή του αλλά ανώτερή του σε πανουργία και υποκρισία.
Οι απλοί άνθρωποι, οι αμαθείς, οι δυστυχισμένοι, οι ταλαιπωρημένοι και κατατρεγμένοι από τις σφαγές και τον αφανισμό του Ιμπραήμ, προσέτρεχαν στον Παπουλάκο, όπως τον έλεγαν, λόγω της ισχνής κράσης του, για να τον ακούσουν, να πάρουν τις συμβουλές του και τις ευχές του, για να σωθούν, με το αζημίωτο βεβαίως, αφού του πρόσφεραν για δώρα ό,τι είχαν.
Ο ίδιος ο Παπουλάκος, διαμένοντας στο βάθος του μοναστηριού του, ήταν ακριβοθώρητος και οι προσερχόμενοι κατά πρώτον συνομιλούσαν με την ψευτοκαλόγρια, η οποία με κατάλληλους χειρισμούς και τρόπους εξιχνίαζε προκαταβολικά τις σκέψεις, τους πόθους και τις ελπίδες του κάθε προσερχόμενου και προειδοποιούσε με τον τρόπο της τον ψευτοπατέρα.
Έτυχε μάλιστα να επαληθευτεί μια προφητεία του, που έγινε προ της απόβασης του Ιμπραήμ και που έλεγε στους Έλληνες: -Αραπάδες θα στείλει ο Θεός, να σας παιδεύσει δια τας αμαρτίας σας. Και η επαλήθευση αυτή έκανε τον κόσμο να τον λατρεύει και να συρρέει σ' αυτόν.
Στους δρόμους συναντούσε κανείς ομάδες-ομάδες τους χωρικούς που κατευθύνονταν στο μοναστήρι με εικόνες και κεριά στα χέρια, για να τους ευλογήσει ο άγιος εκείνος. Δίδασκε τη νηστεία και καυτηρίαζε την κλοπή. Για να σωθούν από τον Ιμπραήμ έπρεπε να πετάξουν τα όπλα και, όταν θα 'ρχόταν η κατάλληλη ώρα, θα τους ειδοποιούσε αυτός πώς θα σωθούν από το μαχαίρι των αραπάδων. Επικρατούσε η πεποίθηση ότι ο αγιοπατέρας «θα αποκαρώσει» τους Αιγυπτίους και θα σώσει τους Έλληνες.
Μέσα σ' ένα χρόνο έφτιαξε καινούργιο και επιβλητικό μοναστήρι με τα αφιερώματα του κόσμου.
Η φήμη του πολύ μεγάλη, είχε εξαπλωθεί στην περιοχή Καλαβρύτων, στην Αρκαδία, στην Ηλεία μέχρι τον κάμπο της Γαστούνης. Ιερείς, προύχοντες, στρατιωτικοί και ιερείς τον επισκέπτονταν.
Άνθρωποι του περιέρχονταν τα χωριά και μοίραζαν αγιάσματα, μίλαγαν για τα θαύματά του. Εξέδιδε αφορισμούς που διαβάζονταν σε όλες τις εκκλησίες, αφόριζε όσους έτρωγαν κρέας.
Ένας τέτοιος αφορισμός διαβάστηκε και στην εκκλησία της Γαστούνης και οι τοπικοί άρχοντες δε μπορούσαν να αντιδράσουν γιατί ο κόσμος τον λάτρευε υστερικά και υπάκουε τυφλά.
Όλα αυτά είχαν και μια θετική συνέπεια, σταμάτησαν τη ζωοκλοπή.
Ο Κολοκοτρώνης έγραφε από τη Στεμνίτσα στο Ζαΐμη, 9 Οκτωβρίου 1825, να λάβει τα ενδεικνυόμενα κατά του αγύρτη μέτρα, αλλά κανείς δεν τολμούσε να στραφεί εναντίον του.
Διερχόμενος από τα μέρη ο Νικηταράς θέλησε με τα ίδια του τα μάτια να γνωρίσει τον πολυθρύλητο ψευτοκαλόγηρο. Εκείνος όμως προσποιήθηκε ότι δεν είχε καιρό να τον δεχτεί και ο Νικηταράς κατανόησε την απάτη εκείνου του αγύρτη.
Η φήμη του ψευτοπατέρα έφτασε και στον Ιμπραήμ, όταν αποπειράθηκε, ανεπιτυχώς, να καταστρέψει τη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου στα Καλάβρυτα. Έστειλε ένα μέρος των στρατιωτών του στα Τριπόταμα, που κατέσφαξαν τον αγιοπατέρα με τους παρευρεθέντες εκεί άλλους ιερείς και λίγους Έλληνες, αιχμαλώτισαν την ψευτοκαλόγρια και λαφυραγώγησαν τα χρυσά και αργυρά αναθήματα που βρήκαν στην κρύπτη του ναού και που συνολικά ήσαν, κατά τον Αμβρόσιο Φραντζή, 6 κασέλες. Ο Φωτάκος ισχυρίζεται ότι «οι τουρκοαιγύπτιοι μοίρασαν τα χρυσαφικά εκείνα με ένα φέσι Μισυργιώτικον, το οποίο χωρούσε πέντε οκάδες και κάθε Τούρκος πήρε από ένα. Τούρκος Λαλαίος, ο Σπαγάκος, με το μερίδιόν του έφυγε αμέσως εις Σμύρνην. Από αυτόν το εμάθομεν. Εσυγχώρει και εμακάριζε τον Αγιοπατέρα διότι επήρε χρήματα και έζησε την οικογένειά του, ενώ οι Έλληνες τον αναθεμάτιζαν, διότι έχασαν τα πράγματά των».
Τέλος οι Τουρκοαιγύπτιοι έβαλαν φωτιά στο μοναστήρι κι έγιναν όλα στάχτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.