Η μετεξέλιξη της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στα Καλάβρυτα: Από την Ελληνική Σχολή στο Γυμνάσιο Καλαβρύτων (1711-2001) Παναγιώτα Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΟ...
Η μετεξέλιξη της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στα Καλάβρυτα:
Από την Ελληνική Σχολή στο Γυμνάσιο Καλαβρύτων (1711-2001)
Παναγιώτα Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
Μ.Α. Ιστορίας Υποψ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών
Με την ανακοίνωση αυτή παρουσιάζεται το ιστορικό σύστασης της Ελληνικής Σχολής στα Καλάβρυτα και εξετάζονται οι παράμετροι της λειτουργίας της ως γονεοσυντήρητης αρχικά, και δημοσυντήρητης από το 1844 –έτος ανασύστασής της-, σε συνδυασμό με τις εκάστοτε οικονομικές και κοινωνικές συνιστώσες του τόπου. Η ερευνητική προσπάθεια προσβλέπει παράλληλα στην αξιολόγηση, με βάση ανέκδοτο αρχειακό υλικό, του εκπαιδευτικού έργου μετά την προσάρτηση του Ελληνικού Σχολείου στο Γυμνάσιο Καλαβρύτων στη μακρά περίοδο εκατόν είκοσι περίπου ετών.
ABSTRACT
Through this announcement two things are presented, the background establishement of Hellenic School in Kalavryta and the ways of its running, supported first by the parents and later by the municipality since 1844-the year of the establishement- in combination of the economical and social factors of the place.
The whole research, based on the unpublished files, aims to the appreciation of the instructinal work after the annexation of the Hellenic School to the Gymnasium of Kalavryta for 120 year long.
Η ιστορία της μόρφωσης του ανθρώπου καθώς και οι επιστημονικές εξελίξεις όσον αφορά τη συστηματική παρέμβαση στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς και στην ανάπτυξη του πνευματικού κόσμου των μαθητών σχετίζονται άμεσα με τις διαδικασίες μάθησης, τα θεωρητικά και μεθοδολογικά προβλήματα της διδακτικής, συνολικά, δε, με την ιστορία της εκπαίδευσης είτε αυτή ερευνάται κυρίως σε θεσμικό επίπεδο είτε ως σχολική πραγματικότητα, πάντοτε όμως στη διάσταση της διαλεκτικής σχέσης της τοπικής με τη γενική ιστορία.
Η πνευματική δραστηριότητα των Καλαβρύτων αποτυπώνεται ασφαλώς και στην εκπαιδευτική πραγματικότητα, η οποία παρουσιάζει ιδιαίτερη κινητικότητα κατά την τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας. Σχολή λειτουργεί για πρώτη φορά στα Καλάβρυτα το 1711 (Λάππας, 1975), εποχή κατά την οποία κατείχε την επισκοπική έδρα Κερνίτσης ο διακρινόμενος για την παιδεία και το ήθος του Ηλίας Μηνιάτης (Τατάκης χ.χ.). Την εμβέλεια της Σχολής, ως πνευματικής εστίας στην ευρύτερη περιοχή Καλαβρύτων, ενισχύει το γεγονός ότι από τα τέλη περίπου του 18ου αιώνα δίδαξαν σε αυτήν καταρτισμένοι διδάσκαλοι, όπως ο μαθητής του Νεόφυτου Καυσοκαλυβίτη Αντώνιος Φωτήλας (1787-89), ο Δημήτριος ιερεύς Οικονόμου, ο Παναγιώτης Γεροτρούλιας (Πολίτης, 1939) κ.ά.
Ο επαναστατικός αναβρασμός που επικρατεί λίγο πριν από την κήρυξη της Επανάστασης αλλά και οι πολυκύμαντες εξελίξεις κατά τη διάρκειά της, πιθανότατα ανέστειλαν τη λειτουργία της Σχολής, δεδομένου ότι το κτήριο πυρπολήθηκε από τους Τούρκους[1]. Μετά την έλευση του Κυβερνήτη, όταν οι συνθήκες διαβίωσης στην περιοχή Καλαβρύτων ομαλοποιούνται, αναθερμαίνεται και ο εκπαιδευτικός ζήλος των Καλαβρυτινών. Η φιλεκπαιδευτική τους διάθεσή επιβεβαιώνεται από την έγγραφη αναφορά του προσωρινού Διοικητή Κ. Πελοπίδα, ο οποίος κάνει λόγο για συγκέντρωση 1200 γροσίων εκ μέρους κατοίκων συνδρομητών για την οικοδόμηση «πρόσγαιου σχολικού κτιρίου»[2].
Πραγματικά, η Κυβέρνηση ανταποκρινόμενη στο αίτημα των κατοίκων απέστειλε τον αλληλοδιδάσκαλο Κύριλλο Κατελενάκη, κινούμενη πάντοτε στο πλαίσιο της διαμορφούμενης ήδη εκπαιδευτικής πολιτικής του Ιω. Καποδίστρια με στόχο την επέκταση της αλληλοδιδακτικής μεθόδου ανά την επικράτεια (Μπαμπούνης, 1999). Κι ενώ τη λειτουργία του αλληλοδιδακτικού σχολείου στα Καλάβρυτα το 1829 πιστοποιεί ο Κ. Πελοπίδας με άλλη αναφορά του[3], κανένα άλλο στοιχείο δε συνηγορεί υπέρ της σύστασης και λειτουργίας Ελληνικής Σχολής, επίσημα αναγνωρισμένης από την Κυβέρνηση. Μνεία, μόνον, γονεοσυντήρητης σχολής όπου δίδαξε την «Ελληνικήν και Ιταλικήν διάλεκτον» ο Προκόπιος Οικονόμου έως τον Οκτώβριο του 1830, κάνει στην έκθεσή του[4] ο Ιω. Κοκκώνης, επιθεωρητής των σχολείων της Πελοποννήσου.
Η φιλοσχολική επαναδραστηριοποίηση των κατοίκων των Καλαβρύτων το Φεβρουάριο του 1831 κίνησε εκ νέου το ενδιαφέρον του Κυβερνήτη, ο οποίος υποσχέθηκε να αποστείλει και ειδικό τεχνίτη («τέκτονα») για την ανέγερση κτηρίου στο χώρο των ερειπίων της παλαιάς σχολής, κτήριο στο οποίο θα συστεγάζονταν τα δύο σχολεία της εγκύκλιας εκπαίδευσης, το Ελληνικό και το Αλληλοδιδακτικό[5]. Από την έρευνα που διεξήγαγα στα Γ.Α.Κ. διαπίστωσα την παντελή έλλειψη στοιχείων για την τύχη του υπό ανέγερση Ελληνικού σχολείου Καλαβρύτων κατά την καποδιστριακή περίοδο. Θεωρώ όμως ως το πιθανότερο ότι η χαοτική κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια δεν συνέβαλε στη λειτουργία της σχολής.
Επειδή η σύσταση της λειτουργίας του Ελληνικού Σχολείου Καλαβρύτων προσέκρουε σε διαδικαστικά θέματα λόγω του ότι το ζήτημα διορισμού Ελληνοδιδασκάλου μισθοδοτούμενου από την Κυβέρνηση ήταν άμεσα συνδεδεμένο με το κτηριακό, οι Καλαβρυτινοί παρακάμπτοντας το πρόβλημα κάλεσαν το 1832 τον εγκρατή διδάσκαλο Χαράλαμπο Παμπούκη (Κωνσταντοπούλου, 2001-2002) και του ανέθεσαν τη διεύθυνση της Σχολής. Ο Παμπούκης έκανε έναρξη των παραδόσεών του στις 25 Δεκεμβρίου 1832. Στο πρόγραμμα των μαθημάτων του εκτός από τη διδασκαλία κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματολογίας και της Αριθμητικής ενέταξε και τη διδασκαλία της Γραμματικής του Βουτμάνου καθώς και του μαθήματος της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας (εμπειρικής ψυχολογίας) σε αντικατάσταση της προβλεπόμενης διδασκαλίας της Φυσικής, γιατί κατά την άποψή του οι γνώσεις των μαθητών του στο συγκεκριμένο μάθημα ήταν ελλιπείς. Τους δεκαέξι μαθητές του ο Παμπούκης κατέταξε σε τρεις τάξεις με κριτήριο τις γνώσεις που διέθεταν στα ελληνικά μαθήματα και σε δύο τμήματα (αρχαρίων και προχωρημένων) εκμάθησης της γαλλικής γλώσσας[6] ανάλογα με το γνωστικό τους επίπεδο στη γλώσσα αυτή, δίνοντας έτσι το στίγμα ενός άρτια οργανωμένου σχολείου της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Η λειτουργία του γονεοσυντήρητου Ελληνικού σχολείου των Καλαβρύτων παρατάθηκε έως τους πρώτους μήνες του 1835, οπότε ο Παμπούκης μετά από πρόταση της Γραμματείας των Εκκλησιαστικών και της Δημόσιας Εκπαιδεύσεως διορίστηκε σχολάρχης στο Γυμνάσιο Πατρών. Μετά την αποχώρηση του Χ. Παμπούκη το 1835 το Ελληνικό Καλαβρύτων ουσιαστικά δεν λειτούργησε για αρκετό χρονικό διάστημα, αφού ούτε κρατική προσπάθεια εκδηλώθηκε ούτε και δόθηκε επιχορήγηση για την πλήρωση της θέσης Ελληνοδιδασκάλου. Την περίοδο αυτή, άλλωστε, διαπιστώνεται μεγαλύτερη σχετικά προθυμία από τους Βαυαρούς να ικανοποιήσουν αιτήματα για σύσταση και λειτουργία δημοτικών σχολείων σε σχέση με τα Ελληνικά, καθώς ο νόμος του 1834 όριζε με σαφήνεια πως τη συντήρηση των πρωτοβάθμιων σχολείων αναλάμβαναν οι Δήμοι.
Οι προσδοκίες για την ανασύσταση της Σχολής με τη συμβολή της Κυβέρνησης μετά από πολυετείς και επίμονες εκκλήσεις των κατοίκων, ορισμένων τοπικών παραγόντων, της δημοτικής αρχής και της διοίκησης Κυναίθης έμελλε να πραγματοποιηθούν περί τα μέσα του 1843. Κατά τα φαινόμενα, πρόθεση της Γραμματείας των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως ήταν η δημιουργία Επαρχιακού Ελληνικού σχολείου στα Καλάβρυτα κατά τρόπο ώστε όχι μόνο η συμβολή των όμορων Δήμων να εξασφαλίζεται αλλά και να εξυπηρετούνται οι εκπαιδευτικές ανάγκες τους. Την ίδια, άλλωστε, τακτική είχε εφαρμόσει η Κυβέρνηση όταν αποφάσισε να ιδρύσει Λωβοκομείο στα Καλάβρυτα εξαιτίας του «νοσώδους και ελώδους κλίματος» της περιοχής επιβάλλοντας την αναγκαστική συνδρομή των κατοίκων και δηλώνοντας με τον τρόπο αυτό εκτός από το ενδιαφέρον της για τα εκπαιδευτικά πράγματα και τη μέριμνά της για την υγεία των κατοίκων.
Οι δυσχέρειες για την ίδρυση του σχολείου ήρθησαν από τη στιγμή που ο Δήμος Καλαβρύτων με έγγραφη διαβεβαίωση γνωστοποίησε ότι δεσμεύεται να αναλάβει τα έξοδα συντήρησης του σχολείου. Τυπικά η έναρξη των μαθημάτων έγινε μετά την άφιξη του Ελληνοδιδασκάλου Π. Αντωνιάδη τον Ιανουάριο του 1844 και ένα μήνα αργότερα του υποδιδασκάλου Γ. Σπηλιωτόπουλου, επειδή ο αριθμός των μαθητών ήταν αρκετά μεγάλος και δικαιολογούσε την υπηρεσιακή του ύπαρξη στο σχολείο. Ο Αντωνιάδης, διδάσκαλος αμφισβητήσιμης επάρκειας και εκπαιδευτικής συνέπειας, παρέμεινε στο σχολείο μέχρι τον Ιούνιο του 1846, οπότε και μετατέθηκε στο Αίγιο, ενώ ο Σπηλιωτόπουλος παρέμεινε ως το 1848, ασκώντας όμως πλημμελώς τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα. Ωστόσο, από το 1847, αφ΄ενός μεν η αδυναμία του Δήμου Καλαβρύτων να καταβάλει το μισθό του διδασκάλου, αφ΄ετέρου δε, η κακή κτηριακή κατάσταση έθεσε σε άμεσο κίνδυνο τη λειτουργία του σχολείου[7].
Δεν είναι γνωστό πότε και εάν τα αιτήματα για ποιοτική αναβάθμιση του σχολικού κτηρίου ικανοποιήθηκαν από την Κυβέρνηση. Το βέβαιο είναι ότι η Σχολή κάτω από αντίξοες συνθήκες συνέχισε τη λειτουργία της καθ΄όλη τη διάρκεια της Οθωνικής περιόδου. Στο διάστημα των 30 περίπου χρόνων λειτουργίας του Ελληνικού Σχολείου έως και την περίοδο εκθρόνισης του ΄Οθωνα υπηρέτησαν (7) επτά Ελληνοδιδάσκαλοι, πέντε (5) από τους οποίους είχαν φοιτήσει για μικρό ή μεγάλο διάστημα στο Πανεπιστήμιο, ενώ την πρώτη 15ετία της βασιλείας του Γεωργίου (4) τέσσερις Ελληνοδιδάσκαλοι με πτυχίο Φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου, (1) ένας πτυχιούχος Θεολογίας και (1) ένας με απολυτήριο, μόνον, Γυμνασίου. Είναι χαρακτηριστικό πως όλοι έλκουν την καταγωγή τους από την επαρχία Καλαβρύτων, γεγονός που δηλώνει απερίφραστα αφ΄ενός μεν, τη μέριμνα της Γραμματείας για την εντοπιότητα των διοριζομένων διδασκάλων, αφ΄ετέρου, δε, τη βούληση των εκπαιδευτικών να υπηρετήσουν ως διδάσκαλοι στην ιδιαίτερή τους πατρίδα. (βλ. πιν.1).
Για την περίοδο βασιλείας του Γεωργίου του Α’ η έρευνά μου απέδειξε ότι λανθάνουν προς το παρόν στοιχεία αναφορικά με το μαθητικό δυναμικό του Ελληνικού Σχολείου Καλαβρύτων. Πάντως, όπως προκύπτει από καταστατικό πίνακα Δημοτικής ή στοιχειώδους εκπαιδεύσεως του 1867[8] στην επαρχία Καλαβρύτων λειτουργούσαν τριάντα ένα (31) Δημοσυντήρητα σχολεία αρρένων και δύο θηλέων συνολικά με 1552 μαθητές και 32 μαθήτριες αντίστοιχα. Τα αριθμητικά αυτά δεδομένα είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν ως συγκριτικά και μόνον στοιχεία για τους μαθητές του Ελληνικού σχολείου Καλαβρύτων, με το σκεπτικό ότι αυτό λειτουργεί ως πλήρες 3τάξιο Ελληνικό στην πρωτεύουσα της επαρχίας, σε σχέση με άλλα της περιφέρειας, και είναι πληθυσμιακά και διοικητικά λογικό να συγκεντρώνει τους περισσότερους μαθητές.
Η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού μαθητών ενισχύεται και από μια άλλη παράμετρο. Το 1882 με ΒΔ αποφασίζεται η σύσταση Γυμνασίου στα Καλάβρυτα με μία τάξη αρχικά[9]. Το Ελληνικό σχολείο προσαρτήθηκε στο Γυμνάσιο και Σχολάρχης διορίστηκε ο Γεν. Παναγιωτόπουλος σε αντικατάσταση του σχολαρχούντος έως τότε Αλκιβιάδη Ιωαννίδου. Στα τέλη του 1882 με νέο, ΒΔ αποφασίστηκε να προστεθεί και δεύτερη τάξη[10], ενώ σε λιγότερο από ένα χρόνο μετά ασφαλώς από την ανάπτυξη τρίτης τάξης με εισήγηση του Υπουργού Δ. Εκπ/σης Δ. Βουλπιώτη, κρίθηκε αναγκαίο να δημιουργηθεί και τέταρτη τάξη[11], έτσι ώστε να καλύπτονται οι εκπαιδευτικές ανάγκες της νεολαίας. Ουσιαστικά, με τα διατάγματα αυτά αρχίζει η περίοδος μετεξέλιξης του Ελληνικού σχολείου σε Γυμνάσιο παρά το γεγονός ότι η δομή της Μέσης Εκπαίδευσης, στην Παλαιά Ελλάδα διατήρησε για περισσότερα από ογδόντα χρόνια (1836-1929) το βασικό σχήμα 3τάξιο Ελληνικό – 4τάξιο Γυμνάσιο.
Στόχος των προσπαθειών που έγιναν τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Γεωργίου ήταν «η άρση των δυσλειτουργιών της εκπαίδευσης, έτσι ώστε αυτή να καταστεί ικανός υπηρέτης των κοινωνικοοικονομικών αλλαγών» (Mπουζάκης, 21991). ΄Εως τα μέσα της δεκαετίας του 1880 ορισμένες μόνον τροποποιήσεις έγιναν σε μη βασικά άρθρα του ν. 1836/37 για τα Ελληνικά σχολεία και Γυμνάσια και αναφέρονταν στην ομοιόμορφη ενδυμασία των μαθητών[12], στον τρόπο διεξαγωγής των εξετάσεων στα Γυμνάσια[13], και στο ωρολόγιο πρόγραμμα των μαθημάτων[14], τη διδακτέα ύλη των μαθημάτων στα Ελληνικά[15] καθώς και στις προϋποθέσεις διορισμού και μονιμότητας των εκπαιδευτικών[16].
Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε στο χώρο της παιδείας οφείλεται κατά κύριο λόγο στο ότι η Ελλάδα ως χώρα της καπιταλιστικής περιφέρειας χαρακτηριζόταν από υψηλό βαθμό εξάρτησης πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής (Μπουζάκης, 21991) από χώρες που θεωρούντο καπιταλιστικές μητροπόλεις. Τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. κατατέθηκαν εκπαιδευτικά νομοσχέδια (1913 και 1917) που έφεραν τη σφραγίδα του Εκπαιδευτικού Ομίλου ή συντάχθηκαν υπό την επίνευση μελών του Εκπαιδευτικού Ομίλου.
Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που συντελέστηκε το 1929 (Μπουζάκης, 1997), ήταν η συνέχεια των σχεδιασμών του 1913 και 1917 και κρίθηκε αναγκαία, όπως ορθά γράφει ο Σπ. Ευαγγελόπουλος (Ευαγγελόπουλος, 21999), για μια συνολική αντιμετώπιση και εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Η θέσπιση της υποχρεωτικής φοίτησης στο εξατάξιο Δημοτικό σχολείο, η πρόβλεψη για σύσταση ημιγυμνασίων σε επαρχιακά κέντρα και η αύξηση του χρόνου παρεχόμενης φοίτησης σε (12) δώδεκα χρόνια[17] είχε θετικά αποτελέσματα όσον αφορά στην καταπολέμηση του αναλφαβητισμού στα ευρύτερά λαϊκά στρώματα.
Στα χρόνια που ακολούθησαν οι πολιτικές αλλαγές και οι κλυδωνισμοί που ταλάνισαν τη χώρα σε εθνικό και όχι μόνον επίπεδο ανέκοψαν τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Ο Ν. 770/1937 προέβλεπε τη λειτουργία οκταταξίου Γυμνασίου σε δύο κύκλους (5τάξιο κατώτερο και 3τάξιο ανώτερο). Κατά τη διάρκεια των σχολικών ετών 1937-38 έως και 1942-43 στην πόλη των Καλαβρύτων λειτουργούν δύο τύποι σχολείων: το οκτατάξιο Γυμνάσιο και το Γυμνάσιο παλαιού τύπου με έξι (6) τάξεις.
Η δημογραφική αύξηση που σημειώνεται κατά τη δεκαετία του 1930[18] στην επαρχία Καλαβρύτων είναι ευθέως ανάλογη και του αριθμού των μαθητών που συνεχίζουν τις σπουδές τους στο Γυμνάσιο. Είναι εμφανές ότι όλο και περισσότερο γίνεται συνείδηση πως η γνώση εξασφαλίζει καλύτερες προοπτικές και συνθήκες διαβίωσης (βλ. πιν. 2). Με βάση τα ελάχιστα αρχειακά κατάλοιπα [(τα Μαθητολόγια και το άλλο αρχειακό υλικό του Σχολείου κατακάηκαν από τους Γερμανούς (Καλδίρης, χ.χ.)] που ερεύνησα, διαπιστώνεται πως από το 1935-36 και τουλάχιστον έως το 1947-48 λειτουργούσε και γυμνασιακό παράρτημα στην Κέρτεζη που βρίσκεται σε απόσταση 15 περίπου χιλιομέτρων ΝΔ της πόλης των Καλαβρύτων (βλ. πιν.3).
Το Γυμνασιακό αυτό παράρτημα κάλυψε τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών των γύρω χωριών και της πόλης των Καλαβρύτων στα δύσκολα γι΄αυτήν, χρόνια της Κατοχής και ιδιαίτερα στην περίοδο 1943-44 που τα Καλάβρυτα και η ευρύτερη περιοχή δοκιμάστηκαν βάναυσα από τα Γερμανικά τάγματα κατοχής. Είναι χαρακτηριστικό πως το σχολικό έτος 1936-37 ο αριθμός των παιδιών που φοιτούν στο γυμνασιακό παράρτημα Κερτέζης (συν. 148<20>) προσεγγίζει εκείνο του Γυμνασίου Καλαβρύτων (συν. 143<13>). Το σχολικό έτος 1943-44 το Γυμνασιακό παράρτημα Κερτέζης εύλογα με βάση τις τοπικές δημογραφικές συνθήκες συγκεντρώνει 195 μαθητές εκ των οποίων 34 είναι κορίτσια, ενώ το 1947-48 ο αριθμός μειώνεται στους 86 μαθητές και μαθήτριες. ΄Ηδη από το 1946-47 επαναλειτουργεί ως οκτατάξιο το Γυμνάσιο Καλαβρύτων με 295 μαθητές και 75 μαθήτριες (βλ. πιν. 4).
΄Εως και τα τέλη της δεκαετίας του 1950 το Γυμνάσιο Καλαβρύτων λειτούργησε ως πλήρες οκτατάξιο γυμνάσιο με ορισμένες αυξομειώσεις στο μαθητικό του δυναμικό (+400 μαθητές), αλλά με εμφανή αύξηση του αριθμού των μαθητριών.
Στη δεκαετία 1952-1962 ο διαρκώς αυξανόμενος αριθμός μαθητών και ενδεχομένως η ανεπαρκής σχολική υποδομή στα Καλάβρυτα οδηγεί στην παράλληλη λειτουργία γυμνασιακού παραρτήματος και στο Σοπωτό, ενώ την τριετία 1955-1958 λειτουργεί και γυμνασιακό παράρτημα αρρένων στο Μ. Σπήλαιο με δύο μόνον τάξεις, τρίτη και τετάρτη και σύνολο μαθητών περίπου 15 (βλ. πιν.5).
Κατά τα έτη 1959-60 έως και το 1963-64 το Γυμνάσιο λειτουργεί ως εξατάξιο δυνάμει του νομοθετικού διατάγματος 3971/1959 (Μπουζάκης, 21991). Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 που προέβλεπε δύο κύκλους σπουδών (3ετές γυμνάσιο και 3ετές Λύκειο) και υποχρεωτική φοίτηση των μαθητών στο Γυμνάσιο (Μπουζάκης, 21991) δεν ολοκληρώθηκε γιατί ακολούθησε η συνταγματική εκτροπή της 21ης Απριλίου που ανέτρεψε τη δομή και το πνεύμα του εκπαιδευτικού σχεδιασμού.
Μετά τη μεταπολίτευση και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, λόγοι πολιτικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί, ψυχολογικοί και άλλοι (Χαραλαμπάκης, 1980) επέβαλαν αλλαγές εκσυγχρονιστικές για το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Με τη μεταρρύθμιση του 1976 (Ν. 309) καθιερώθηκε η δημοτική γλώσσα σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και επεκτάθηκε η υποχρεωτική φοίτηση έως το 15ο έτος. Ακολούθησαν ρυθμίσεις και αλλαγές[19] έως την ψήφιση του Ν. 1566/1985 για τη Δομή και λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση διαρθρώνεται πλέον σε Γυμνάσιο – Λύκειο και Τεχνικές Επαγγελματικές Σχολές.
Καθ΄όλη τη διάρκεια της περιόδου αυτής το Γυμνάσιο Καλαβρύτων συνεχίζει τη λειτουργία του ακολουθώντας τις εξελίξεις και αλλαγές που συμβαίνουν στο χώρο της ελληνικής εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τα δεδομένα των μαθητολογίων Γυμνασίου – Λυκείου (βλ. πιν. 6-9)[20] σε μεγάλο ποσοστό οι μαθητές και μαθήτριες του Γυμνασίου συνεχίζουν και ολοκληρώνουν τις σπουδές τους στο Λύκειο, ενώ από το σχολικό έτος 1999-2000 ικανός αριθμός μαθητών και μαθητριών κατευθύνεται σε κλάδους και ειδικότητες των Τ.Ε.Ε. που συστεγάζονται στο κτηριακό συγκρότημα Γυμνασίου – Λυκείου με προτίμηση τις νέες τεχνολογίες – σημείο ενδεικτικό εξέλιξης και ανάπτυξης για την επαρχία Καλαβρύτων στις απαρχές του 21ου αιώνα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Δασκαλάκης Απ. (1968) “Κείμενα-πηγαί της ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως”, Σειρά
Τρίτη, Τα περί Παιδείας, Αθήναι, τ. Γ’, σ. 286-287, 670, 1556-57, 1702, 1721.
Δημαράς Κ.Θ. (61975), Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τ. Α’, Αθήνα, σ. 105-107.
Ευαγγελόπουλος Σπ. (21999), Ελληνική Εκπαίδευση, τ. Β’, 20ος αιώνας, εκδ. Ελληνικά
Γράμματα, Αθήνα σ. 63-64, 117-121.
Καλδίρης Δ. (χ.χ.), Το δράμα των Καλαβρύτων, εκδ. “Σήμαντρον”, σ. 92-103.
Κωνσταντοπούλου Γ. (2001-2002), “Ο Ελληνοδιδάσκαλος Χαράλαμπος Παμπούκης και οι παιδαγωγικές του αντιλήψεις”, Πρακτικά του ΣΤ’ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Τρίπολις 24-29 Σεπτεμβρίου 2000), τ. Γ’, Αθήνα, σ. 183-192.
Λάππας Κ. (1975), “Ο Καλαβρυτινός δάσκαλος Γρηγόριος Ιωαννίδης και η βιβλιοθήκη του”, Μνήμων 5, σ. 157.
Μπαμπούνης Χ. (1999), Η Εκπαίδευση κατά την Καποδιστριακή Περίοδο. Διοικητική Οργάνωση και εκπαιδευτική λειτουργία, εκδ. Σ.Ω.Β., Αθήνα, σ. 124-125, 442-445.
Μπουζάκης Σ. (21991), Νεοελληνική Εκπαίδευση (1821-1985), εκδ. Gutenberg, Αθήνα, σ. 47, 98-99, 100-109.
Μπουζάκης Σ. (1997), Γεώργιος Α. Παπανδρέου 1888-1968. Ο πολιτικός της παιδείας, τ. Α’, 1888-1932, εκδ. Gutenberg, Αθήνα, σ. 26-37.
Τατάκης Β. (χ.χ.), Ηλίας Μηνιάτης (1669-1714), Βασική Βιβλιοθήκη 8, Αθήνα, σ. 125-126.
Φεφές Χ. (χ.χ.), Καλάβρυτα. Μια τραγική μάνα θυμάται, εκδ. «Σήμαντρο», Αθήναι, σ. 38-39, 54-64.
Χαραλαμπάκης Ιω. (1980), Το Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα, Αθήνα, σ. 5.
-------------------------------------------------------------------------------
[1] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 36, 13.2.1831-Απ. Δασκαλάκης, «Κείμενα-πηγαί της ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως», Σειρά Τρίτη, Τα περί Παιδείας, Αθήναι 1968, τ.Γ’, σ. 1702.
[2] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 19, 30.9.1829 – Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα… ό.π., σ. 286-287
[3] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 22, 30.12.1829-Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα… ό.π., σ. 670
[4] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 34, 11.12.1830 – Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα…ό.π., σ. 1556-57
[5] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 36, 21.2.1831 – Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα ό.π., σ. 1721.
[6] ΓΑΚ, Οθωνικό Αρχείο, φ. 5, 16.2.1833, εγγρ. 3β
[7] ΓΑΚ, Οθωνικό Αρχείο, θ. 149, φ. 5, 20.8.1847
[8] Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Εφ.τ.Κ.), φ. 29, 22 Ιουνίου 1868, σ. 226-231
[9] Εφ. τ.Κ., φ. 89, 29 Αυγούστου 1882, σ. 472
[10] Εφ. τ.Κ., φ. 347, 21 Δεκεμβρίου 1882, σ. 1458
[11] Εφ. τ.Κ., φ. 419, 8 Οκτωβρίου 1883, σ.665
[12] Εφ. τ.Κ., γ. 24, 28 Μαϊου 1876, σ. 151-152
[13] Εφ. τ. Κ., φ. 83, 20 Οκτωβρίου 1877, σ. 449-451
[14] Εφ. τ. Κ., φ. 284, 10 Ιουλίου 1884, σ. 1403-1406
[15] Εφ. τ. Κ., φ. 109, 31 Αυγούστου 1885, σ. 335-336
[16] Εφ. τ. Κ., φ. 1, 2 Ιανουαρίου 1886, σ. 1-2
[17] Με τη νέα διάρθρωση των σχολικών βαθμίδων καταργήθηκαν το 3τάξιο Ελληνικό και το 4τάξιο Γυμνάσιο, κατάλοιπα του Βαυαρικού παρελθόντος
[18] Ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας Καλαβρύτων κατά την απογραφή της 18-19 Δεκεμβρίου 1920 ήταν 35.641, αυξήθηκε στις 40.033 ( απογραφή της 15-16 Μαϊου 1928) και έφθασε στις 42.605 (απογραφή της 16 Οκτωβρίου 1940). Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας –Διεύθυνσις Στατιστικής, Πληθυσμός του Βασιλείου της Ελλάδος κατά την απογραφήν της 19 Δεκεμβρίου 1920, εν Αθήναις 1921, σ. 67 ·Στατιστικά αποτελέσματα της απογραφής του πληθυσμού της Ελλάδος της 15-16 Μαϊου 1928, εν Αθήναις 1933, σ. 73· Πληθυσμός της Ελλάδος κατά την απογραφήν της 16 Οκτωβρίου 1940, εν Αθήναις 1950, σ. 83.
[19] Με το Π.Δ. 297/1980 καθιερώθηκε το μονοτονικό σύστημα στη γραφή της ελληνικής γλώσσας
[20] Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τα Μαθητολόγια που εναπόκεινται στα αρχεία του Γυμνασίου και Λυκείου Καλαβρύτων από τη γράφουσα τον Ιούνιο του 2002. Κι από τη θέση αυτή ευχαριστώ τη Γυμνασιάρχη Αρχ. Μπαλασοπούλου και τον Λυκειάρχη Β. Σπανό για τη βοήθεια που μου προσέφεραν.
TO ΠΑΡΟΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ:http://www.elemedu.upatras.gr/eriande/synedria/synedrio2/praktika/konstantopoulou.htm
Από την Ελληνική Σχολή στο Γυμνάσιο Καλαβρύτων (1711-2001)
Παναγιώτα Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
Μ.Α. Ιστορίας Υποψ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πατρών
Με την ανακοίνωση αυτή παρουσιάζεται το ιστορικό σύστασης της Ελληνικής Σχολής στα Καλάβρυτα και εξετάζονται οι παράμετροι της λειτουργίας της ως γονεοσυντήρητης αρχικά, και δημοσυντήρητης από το 1844 –έτος ανασύστασής της-, σε συνδυασμό με τις εκάστοτε οικονομικές και κοινωνικές συνιστώσες του τόπου. Η ερευνητική προσπάθεια προσβλέπει παράλληλα στην αξιολόγηση, με βάση ανέκδοτο αρχειακό υλικό, του εκπαιδευτικού έργου μετά την προσάρτηση του Ελληνικού Σχολείου στο Γυμνάσιο Καλαβρύτων στη μακρά περίοδο εκατόν είκοσι περίπου ετών.
ABSTRACT
Through this announcement two things are presented, the background establishement of Hellenic School in Kalavryta and the ways of its running, supported first by the parents and later by the municipality since 1844-the year of the establishement- in combination of the economical and social factors of the place.
The whole research, based on the unpublished files, aims to the appreciation of the instructinal work after the annexation of the Hellenic School to the Gymnasium of Kalavryta for 120 year long.
Η ιστορία της μόρφωσης του ανθρώπου καθώς και οι επιστημονικές εξελίξεις όσον αφορά τη συστηματική παρέμβαση στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς και στην ανάπτυξη του πνευματικού κόσμου των μαθητών σχετίζονται άμεσα με τις διαδικασίες μάθησης, τα θεωρητικά και μεθοδολογικά προβλήματα της διδακτικής, συνολικά, δε, με την ιστορία της εκπαίδευσης είτε αυτή ερευνάται κυρίως σε θεσμικό επίπεδο είτε ως σχολική πραγματικότητα, πάντοτε όμως στη διάσταση της διαλεκτικής σχέσης της τοπικής με τη γενική ιστορία.
Η πνευματική δραστηριότητα των Καλαβρύτων αποτυπώνεται ασφαλώς και στην εκπαιδευτική πραγματικότητα, η οποία παρουσιάζει ιδιαίτερη κινητικότητα κατά την τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας. Σχολή λειτουργεί για πρώτη φορά στα Καλάβρυτα το 1711 (Λάππας, 1975), εποχή κατά την οποία κατείχε την επισκοπική έδρα Κερνίτσης ο διακρινόμενος για την παιδεία και το ήθος του Ηλίας Μηνιάτης (Τατάκης χ.χ.). Την εμβέλεια της Σχολής, ως πνευματικής εστίας στην ευρύτερη περιοχή Καλαβρύτων, ενισχύει το γεγονός ότι από τα τέλη περίπου του 18ου αιώνα δίδαξαν σε αυτήν καταρτισμένοι διδάσκαλοι, όπως ο μαθητής του Νεόφυτου Καυσοκαλυβίτη Αντώνιος Φωτήλας (1787-89), ο Δημήτριος ιερεύς Οικονόμου, ο Παναγιώτης Γεροτρούλιας (Πολίτης, 1939) κ.ά.
Ο επαναστατικός αναβρασμός που επικρατεί λίγο πριν από την κήρυξη της Επανάστασης αλλά και οι πολυκύμαντες εξελίξεις κατά τη διάρκειά της, πιθανότατα ανέστειλαν τη λειτουργία της Σχολής, δεδομένου ότι το κτήριο πυρπολήθηκε από τους Τούρκους[1]. Μετά την έλευση του Κυβερνήτη, όταν οι συνθήκες διαβίωσης στην περιοχή Καλαβρύτων ομαλοποιούνται, αναθερμαίνεται και ο εκπαιδευτικός ζήλος των Καλαβρυτινών. Η φιλεκπαιδευτική τους διάθεσή επιβεβαιώνεται από την έγγραφη αναφορά του προσωρινού Διοικητή Κ. Πελοπίδα, ο οποίος κάνει λόγο για συγκέντρωση 1200 γροσίων εκ μέρους κατοίκων συνδρομητών για την οικοδόμηση «πρόσγαιου σχολικού κτιρίου»[2].
Πραγματικά, η Κυβέρνηση ανταποκρινόμενη στο αίτημα των κατοίκων απέστειλε τον αλληλοδιδάσκαλο Κύριλλο Κατελενάκη, κινούμενη πάντοτε στο πλαίσιο της διαμορφούμενης ήδη εκπαιδευτικής πολιτικής του Ιω. Καποδίστρια με στόχο την επέκταση της αλληλοδιδακτικής μεθόδου ανά την επικράτεια (Μπαμπούνης, 1999). Κι ενώ τη λειτουργία του αλληλοδιδακτικού σχολείου στα Καλάβρυτα το 1829 πιστοποιεί ο Κ. Πελοπίδας με άλλη αναφορά του[3], κανένα άλλο στοιχείο δε συνηγορεί υπέρ της σύστασης και λειτουργίας Ελληνικής Σχολής, επίσημα αναγνωρισμένης από την Κυβέρνηση. Μνεία, μόνον, γονεοσυντήρητης σχολής όπου δίδαξε την «Ελληνικήν και Ιταλικήν διάλεκτον» ο Προκόπιος Οικονόμου έως τον Οκτώβριο του 1830, κάνει στην έκθεσή του[4] ο Ιω. Κοκκώνης, επιθεωρητής των σχολείων της Πελοποννήσου.
Η φιλοσχολική επαναδραστηριοποίηση των κατοίκων των Καλαβρύτων το Φεβρουάριο του 1831 κίνησε εκ νέου το ενδιαφέρον του Κυβερνήτη, ο οποίος υποσχέθηκε να αποστείλει και ειδικό τεχνίτη («τέκτονα») για την ανέγερση κτηρίου στο χώρο των ερειπίων της παλαιάς σχολής, κτήριο στο οποίο θα συστεγάζονταν τα δύο σχολεία της εγκύκλιας εκπαίδευσης, το Ελληνικό και το Αλληλοδιδακτικό[5]. Από την έρευνα που διεξήγαγα στα Γ.Α.Κ. διαπίστωσα την παντελή έλλειψη στοιχείων για την τύχη του υπό ανέγερση Ελληνικού σχολείου Καλαβρύτων κατά την καποδιστριακή περίοδο. Θεωρώ όμως ως το πιθανότερο ότι η χαοτική κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια δεν συνέβαλε στη λειτουργία της σχολής.
Επειδή η σύσταση της λειτουργίας του Ελληνικού Σχολείου Καλαβρύτων προσέκρουε σε διαδικαστικά θέματα λόγω του ότι το ζήτημα διορισμού Ελληνοδιδασκάλου μισθοδοτούμενου από την Κυβέρνηση ήταν άμεσα συνδεδεμένο με το κτηριακό, οι Καλαβρυτινοί παρακάμπτοντας το πρόβλημα κάλεσαν το 1832 τον εγκρατή διδάσκαλο Χαράλαμπο Παμπούκη (Κωνσταντοπούλου, 2001-2002) και του ανέθεσαν τη διεύθυνση της Σχολής. Ο Παμπούκης έκανε έναρξη των παραδόσεών του στις 25 Δεκεμβρίου 1832. Στο πρόγραμμα των μαθημάτων του εκτός από τη διδασκαλία κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματολογίας και της Αριθμητικής ενέταξε και τη διδασκαλία της Γραμματικής του Βουτμάνου καθώς και του μαθήματος της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας (εμπειρικής ψυχολογίας) σε αντικατάσταση της προβλεπόμενης διδασκαλίας της Φυσικής, γιατί κατά την άποψή του οι γνώσεις των μαθητών του στο συγκεκριμένο μάθημα ήταν ελλιπείς. Τους δεκαέξι μαθητές του ο Παμπούκης κατέταξε σε τρεις τάξεις με κριτήριο τις γνώσεις που διέθεταν στα ελληνικά μαθήματα και σε δύο τμήματα (αρχαρίων και προχωρημένων) εκμάθησης της γαλλικής γλώσσας[6] ανάλογα με το γνωστικό τους επίπεδο στη γλώσσα αυτή, δίνοντας έτσι το στίγμα ενός άρτια οργανωμένου σχολείου της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Η λειτουργία του γονεοσυντήρητου Ελληνικού σχολείου των Καλαβρύτων παρατάθηκε έως τους πρώτους μήνες του 1835, οπότε ο Παμπούκης μετά από πρόταση της Γραμματείας των Εκκλησιαστικών και της Δημόσιας Εκπαιδεύσεως διορίστηκε σχολάρχης στο Γυμνάσιο Πατρών. Μετά την αποχώρηση του Χ. Παμπούκη το 1835 το Ελληνικό Καλαβρύτων ουσιαστικά δεν λειτούργησε για αρκετό χρονικό διάστημα, αφού ούτε κρατική προσπάθεια εκδηλώθηκε ούτε και δόθηκε επιχορήγηση για την πλήρωση της θέσης Ελληνοδιδασκάλου. Την περίοδο αυτή, άλλωστε, διαπιστώνεται μεγαλύτερη σχετικά προθυμία από τους Βαυαρούς να ικανοποιήσουν αιτήματα για σύσταση και λειτουργία δημοτικών σχολείων σε σχέση με τα Ελληνικά, καθώς ο νόμος του 1834 όριζε με σαφήνεια πως τη συντήρηση των πρωτοβάθμιων σχολείων αναλάμβαναν οι Δήμοι.
Οι προσδοκίες για την ανασύσταση της Σχολής με τη συμβολή της Κυβέρνησης μετά από πολυετείς και επίμονες εκκλήσεις των κατοίκων, ορισμένων τοπικών παραγόντων, της δημοτικής αρχής και της διοίκησης Κυναίθης έμελλε να πραγματοποιηθούν περί τα μέσα του 1843. Κατά τα φαινόμενα, πρόθεση της Γραμματείας των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως ήταν η δημιουργία Επαρχιακού Ελληνικού σχολείου στα Καλάβρυτα κατά τρόπο ώστε όχι μόνο η συμβολή των όμορων Δήμων να εξασφαλίζεται αλλά και να εξυπηρετούνται οι εκπαιδευτικές ανάγκες τους. Την ίδια, άλλωστε, τακτική είχε εφαρμόσει η Κυβέρνηση όταν αποφάσισε να ιδρύσει Λωβοκομείο στα Καλάβρυτα εξαιτίας του «νοσώδους και ελώδους κλίματος» της περιοχής επιβάλλοντας την αναγκαστική συνδρομή των κατοίκων και δηλώνοντας με τον τρόπο αυτό εκτός από το ενδιαφέρον της για τα εκπαιδευτικά πράγματα και τη μέριμνά της για την υγεία των κατοίκων.
Οι δυσχέρειες για την ίδρυση του σχολείου ήρθησαν από τη στιγμή που ο Δήμος Καλαβρύτων με έγγραφη διαβεβαίωση γνωστοποίησε ότι δεσμεύεται να αναλάβει τα έξοδα συντήρησης του σχολείου. Τυπικά η έναρξη των μαθημάτων έγινε μετά την άφιξη του Ελληνοδιδασκάλου Π. Αντωνιάδη τον Ιανουάριο του 1844 και ένα μήνα αργότερα του υποδιδασκάλου Γ. Σπηλιωτόπουλου, επειδή ο αριθμός των μαθητών ήταν αρκετά μεγάλος και δικαιολογούσε την υπηρεσιακή του ύπαρξη στο σχολείο. Ο Αντωνιάδης, διδάσκαλος αμφισβητήσιμης επάρκειας και εκπαιδευτικής συνέπειας, παρέμεινε στο σχολείο μέχρι τον Ιούνιο του 1846, οπότε και μετατέθηκε στο Αίγιο, ενώ ο Σπηλιωτόπουλος παρέμεινε ως το 1848, ασκώντας όμως πλημμελώς τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα. Ωστόσο, από το 1847, αφ΄ενός μεν η αδυναμία του Δήμου Καλαβρύτων να καταβάλει το μισθό του διδασκάλου, αφ΄ετέρου δε, η κακή κτηριακή κατάσταση έθεσε σε άμεσο κίνδυνο τη λειτουργία του σχολείου[7].
Δεν είναι γνωστό πότε και εάν τα αιτήματα για ποιοτική αναβάθμιση του σχολικού κτηρίου ικανοποιήθηκαν από την Κυβέρνηση. Το βέβαιο είναι ότι η Σχολή κάτω από αντίξοες συνθήκες συνέχισε τη λειτουργία της καθ΄όλη τη διάρκεια της Οθωνικής περιόδου. Στο διάστημα των 30 περίπου χρόνων λειτουργίας του Ελληνικού Σχολείου έως και την περίοδο εκθρόνισης του ΄Οθωνα υπηρέτησαν (7) επτά Ελληνοδιδάσκαλοι, πέντε (5) από τους οποίους είχαν φοιτήσει για μικρό ή μεγάλο διάστημα στο Πανεπιστήμιο, ενώ την πρώτη 15ετία της βασιλείας του Γεωργίου (4) τέσσερις Ελληνοδιδάσκαλοι με πτυχίο Φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου, (1) ένας πτυχιούχος Θεολογίας και (1) ένας με απολυτήριο, μόνον, Γυμνασίου. Είναι χαρακτηριστικό πως όλοι έλκουν την καταγωγή τους από την επαρχία Καλαβρύτων, γεγονός που δηλώνει απερίφραστα αφ΄ενός μεν, τη μέριμνα της Γραμματείας για την εντοπιότητα των διοριζομένων διδασκάλων, αφ΄ετέρου, δε, τη βούληση των εκπαιδευτικών να υπηρετήσουν ως διδάσκαλοι στην ιδιαίτερή τους πατρίδα. (βλ. πιν.1).
Για την περίοδο βασιλείας του Γεωργίου του Α’ η έρευνά μου απέδειξε ότι λανθάνουν προς το παρόν στοιχεία αναφορικά με το μαθητικό δυναμικό του Ελληνικού Σχολείου Καλαβρύτων. Πάντως, όπως προκύπτει από καταστατικό πίνακα Δημοτικής ή στοιχειώδους εκπαιδεύσεως του 1867[8] στην επαρχία Καλαβρύτων λειτουργούσαν τριάντα ένα (31) Δημοσυντήρητα σχολεία αρρένων και δύο θηλέων συνολικά με 1552 μαθητές και 32 μαθήτριες αντίστοιχα. Τα αριθμητικά αυτά δεδομένα είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν ως συγκριτικά και μόνον στοιχεία για τους μαθητές του Ελληνικού σχολείου Καλαβρύτων, με το σκεπτικό ότι αυτό λειτουργεί ως πλήρες 3τάξιο Ελληνικό στην πρωτεύουσα της επαρχίας, σε σχέση με άλλα της περιφέρειας, και είναι πληθυσμιακά και διοικητικά λογικό να συγκεντρώνει τους περισσότερους μαθητές.
Η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού μαθητών ενισχύεται και από μια άλλη παράμετρο. Το 1882 με ΒΔ αποφασίζεται η σύσταση Γυμνασίου στα Καλάβρυτα με μία τάξη αρχικά[9]. Το Ελληνικό σχολείο προσαρτήθηκε στο Γυμνάσιο και Σχολάρχης διορίστηκε ο Γεν. Παναγιωτόπουλος σε αντικατάσταση του σχολαρχούντος έως τότε Αλκιβιάδη Ιωαννίδου. Στα τέλη του 1882 με νέο, ΒΔ αποφασίστηκε να προστεθεί και δεύτερη τάξη[10], ενώ σε λιγότερο από ένα χρόνο μετά ασφαλώς από την ανάπτυξη τρίτης τάξης με εισήγηση του Υπουργού Δ. Εκπ/σης Δ. Βουλπιώτη, κρίθηκε αναγκαίο να δημιουργηθεί και τέταρτη τάξη[11], έτσι ώστε να καλύπτονται οι εκπαιδευτικές ανάγκες της νεολαίας. Ουσιαστικά, με τα διατάγματα αυτά αρχίζει η περίοδος μετεξέλιξης του Ελληνικού σχολείου σε Γυμνάσιο παρά το γεγονός ότι η δομή της Μέσης Εκπαίδευσης, στην Παλαιά Ελλάδα διατήρησε για περισσότερα από ογδόντα χρόνια (1836-1929) το βασικό σχήμα 3τάξιο Ελληνικό – 4τάξιο Γυμνάσιο.
Στόχος των προσπαθειών που έγιναν τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Γεωργίου ήταν «η άρση των δυσλειτουργιών της εκπαίδευσης, έτσι ώστε αυτή να καταστεί ικανός υπηρέτης των κοινωνικοοικονομικών αλλαγών» (Mπουζάκης, 21991). ΄Εως τα μέσα της δεκαετίας του 1880 ορισμένες μόνον τροποποιήσεις έγιναν σε μη βασικά άρθρα του ν. 1836/37 για τα Ελληνικά σχολεία και Γυμνάσια και αναφέρονταν στην ομοιόμορφη ενδυμασία των μαθητών[12], στον τρόπο διεξαγωγής των εξετάσεων στα Γυμνάσια[13], και στο ωρολόγιο πρόγραμμα των μαθημάτων[14], τη διδακτέα ύλη των μαθημάτων στα Ελληνικά[15] καθώς και στις προϋποθέσεις διορισμού και μονιμότητας των εκπαιδευτικών[16].
Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε στο χώρο της παιδείας οφείλεται κατά κύριο λόγο στο ότι η Ελλάδα ως χώρα της καπιταλιστικής περιφέρειας χαρακτηριζόταν από υψηλό βαθμό εξάρτησης πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής (Μπουζάκης, 21991) από χώρες που θεωρούντο καπιταλιστικές μητροπόλεις. Τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. κατατέθηκαν εκπαιδευτικά νομοσχέδια (1913 και 1917) που έφεραν τη σφραγίδα του Εκπαιδευτικού Ομίλου ή συντάχθηκαν υπό την επίνευση μελών του Εκπαιδευτικού Ομίλου.
Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που συντελέστηκε το 1929 (Μπουζάκης, 1997), ήταν η συνέχεια των σχεδιασμών του 1913 και 1917 και κρίθηκε αναγκαία, όπως ορθά γράφει ο Σπ. Ευαγγελόπουλος (Ευαγγελόπουλος, 21999), για μια συνολική αντιμετώπιση και εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Η θέσπιση της υποχρεωτικής φοίτησης στο εξατάξιο Δημοτικό σχολείο, η πρόβλεψη για σύσταση ημιγυμνασίων σε επαρχιακά κέντρα και η αύξηση του χρόνου παρεχόμενης φοίτησης σε (12) δώδεκα χρόνια[17] είχε θετικά αποτελέσματα όσον αφορά στην καταπολέμηση του αναλφαβητισμού στα ευρύτερά λαϊκά στρώματα.
Στα χρόνια που ακολούθησαν οι πολιτικές αλλαγές και οι κλυδωνισμοί που ταλάνισαν τη χώρα σε εθνικό και όχι μόνον επίπεδο ανέκοψαν τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Ο Ν. 770/1937 προέβλεπε τη λειτουργία οκταταξίου Γυμνασίου σε δύο κύκλους (5τάξιο κατώτερο και 3τάξιο ανώτερο). Κατά τη διάρκεια των σχολικών ετών 1937-38 έως και 1942-43 στην πόλη των Καλαβρύτων λειτουργούν δύο τύποι σχολείων: το οκτατάξιο Γυμνάσιο και το Γυμνάσιο παλαιού τύπου με έξι (6) τάξεις.
Η δημογραφική αύξηση που σημειώνεται κατά τη δεκαετία του 1930[18] στην επαρχία Καλαβρύτων είναι ευθέως ανάλογη και του αριθμού των μαθητών που συνεχίζουν τις σπουδές τους στο Γυμνάσιο. Είναι εμφανές ότι όλο και περισσότερο γίνεται συνείδηση πως η γνώση εξασφαλίζει καλύτερες προοπτικές και συνθήκες διαβίωσης (βλ. πιν. 2). Με βάση τα ελάχιστα αρχειακά κατάλοιπα [(τα Μαθητολόγια και το άλλο αρχειακό υλικό του Σχολείου κατακάηκαν από τους Γερμανούς (Καλδίρης, χ.χ.)] που ερεύνησα, διαπιστώνεται πως από το 1935-36 και τουλάχιστον έως το 1947-48 λειτουργούσε και γυμνασιακό παράρτημα στην Κέρτεζη που βρίσκεται σε απόσταση 15 περίπου χιλιομέτρων ΝΔ της πόλης των Καλαβρύτων (βλ. πιν.3).
Το Γυμνασιακό αυτό παράρτημα κάλυψε τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών των γύρω χωριών και της πόλης των Καλαβρύτων στα δύσκολα γι΄αυτήν, χρόνια της Κατοχής και ιδιαίτερα στην περίοδο 1943-44 που τα Καλάβρυτα και η ευρύτερη περιοχή δοκιμάστηκαν βάναυσα από τα Γερμανικά τάγματα κατοχής. Είναι χαρακτηριστικό πως το σχολικό έτος 1936-37 ο αριθμός των παιδιών που φοιτούν στο γυμνασιακό παράρτημα Κερτέζης (συν. 148<20>) προσεγγίζει εκείνο του Γυμνασίου Καλαβρύτων (συν. 143<13>). Το σχολικό έτος 1943-44 το Γυμνασιακό παράρτημα Κερτέζης εύλογα με βάση τις τοπικές δημογραφικές συνθήκες συγκεντρώνει 195 μαθητές εκ των οποίων 34 είναι κορίτσια, ενώ το 1947-48 ο αριθμός μειώνεται στους 86 μαθητές και μαθήτριες. ΄Ηδη από το 1946-47 επαναλειτουργεί ως οκτατάξιο το Γυμνάσιο Καλαβρύτων με 295 μαθητές και 75 μαθήτριες (βλ. πιν. 4).
΄Εως και τα τέλη της δεκαετίας του 1950 το Γυμνάσιο Καλαβρύτων λειτούργησε ως πλήρες οκτατάξιο γυμνάσιο με ορισμένες αυξομειώσεις στο μαθητικό του δυναμικό (+400 μαθητές), αλλά με εμφανή αύξηση του αριθμού των μαθητριών.
Στη δεκαετία 1952-1962 ο διαρκώς αυξανόμενος αριθμός μαθητών και ενδεχομένως η ανεπαρκής σχολική υποδομή στα Καλάβρυτα οδηγεί στην παράλληλη λειτουργία γυμνασιακού παραρτήματος και στο Σοπωτό, ενώ την τριετία 1955-1958 λειτουργεί και γυμνασιακό παράρτημα αρρένων στο Μ. Σπήλαιο με δύο μόνον τάξεις, τρίτη και τετάρτη και σύνολο μαθητών περίπου 15 (βλ. πιν.5).
Κατά τα έτη 1959-60 έως και το 1963-64 το Γυμνάσιο λειτουργεί ως εξατάξιο δυνάμει του νομοθετικού διατάγματος 3971/1959 (Μπουζάκης, 21991). Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 που προέβλεπε δύο κύκλους σπουδών (3ετές γυμνάσιο και 3ετές Λύκειο) και υποχρεωτική φοίτηση των μαθητών στο Γυμνάσιο (Μπουζάκης, 21991) δεν ολοκληρώθηκε γιατί ακολούθησε η συνταγματική εκτροπή της 21ης Απριλίου που ανέτρεψε τη δομή και το πνεύμα του εκπαιδευτικού σχεδιασμού.
Μετά τη μεταπολίτευση και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, λόγοι πολιτικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί, ψυχολογικοί και άλλοι (Χαραλαμπάκης, 1980) επέβαλαν αλλαγές εκσυγχρονιστικές για το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Με τη μεταρρύθμιση του 1976 (Ν. 309) καθιερώθηκε η δημοτική γλώσσα σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και επεκτάθηκε η υποχρεωτική φοίτηση έως το 15ο έτος. Ακολούθησαν ρυθμίσεις και αλλαγές[19] έως την ψήφιση του Ν. 1566/1985 για τη Δομή και λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση διαρθρώνεται πλέον σε Γυμνάσιο – Λύκειο και Τεχνικές Επαγγελματικές Σχολές.
Καθ΄όλη τη διάρκεια της περιόδου αυτής το Γυμνάσιο Καλαβρύτων συνεχίζει τη λειτουργία του ακολουθώντας τις εξελίξεις και αλλαγές που συμβαίνουν στο χώρο της ελληνικής εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τα δεδομένα των μαθητολογίων Γυμνασίου – Λυκείου (βλ. πιν. 6-9)[20] σε μεγάλο ποσοστό οι μαθητές και μαθήτριες του Γυμνασίου συνεχίζουν και ολοκληρώνουν τις σπουδές τους στο Λύκειο, ενώ από το σχολικό έτος 1999-2000 ικανός αριθμός μαθητών και μαθητριών κατευθύνεται σε κλάδους και ειδικότητες των Τ.Ε.Ε. που συστεγάζονται στο κτηριακό συγκρότημα Γυμνασίου – Λυκείου με προτίμηση τις νέες τεχνολογίες – σημείο ενδεικτικό εξέλιξης και ανάπτυξης για την επαρχία Καλαβρύτων στις απαρχές του 21ου αιώνα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Δασκαλάκης Απ. (1968) “Κείμενα-πηγαί της ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως”, Σειρά
Τρίτη, Τα περί Παιδείας, Αθήναι, τ. Γ’, σ. 286-287, 670, 1556-57, 1702, 1721.
Δημαράς Κ.Θ. (61975), Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τ. Α’, Αθήνα, σ. 105-107.
Ευαγγελόπουλος Σπ. (21999), Ελληνική Εκπαίδευση, τ. Β’, 20ος αιώνας, εκδ. Ελληνικά
Γράμματα, Αθήνα σ. 63-64, 117-121.
Καλδίρης Δ. (χ.χ.), Το δράμα των Καλαβρύτων, εκδ. “Σήμαντρον”, σ. 92-103.
Κωνσταντοπούλου Γ. (2001-2002), “Ο Ελληνοδιδάσκαλος Χαράλαμπος Παμπούκης και οι παιδαγωγικές του αντιλήψεις”, Πρακτικά του ΣΤ’ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Τρίπολις 24-29 Σεπτεμβρίου 2000), τ. Γ’, Αθήνα, σ. 183-192.
Λάππας Κ. (1975), “Ο Καλαβρυτινός δάσκαλος Γρηγόριος Ιωαννίδης και η βιβλιοθήκη του”, Μνήμων 5, σ. 157.
Μπαμπούνης Χ. (1999), Η Εκπαίδευση κατά την Καποδιστριακή Περίοδο. Διοικητική Οργάνωση και εκπαιδευτική λειτουργία, εκδ. Σ.Ω.Β., Αθήνα, σ. 124-125, 442-445.
Μπουζάκης Σ. (21991), Νεοελληνική Εκπαίδευση (1821-1985), εκδ. Gutenberg, Αθήνα, σ. 47, 98-99, 100-109.
Μπουζάκης Σ. (1997), Γεώργιος Α. Παπανδρέου 1888-1968. Ο πολιτικός της παιδείας, τ. Α’, 1888-1932, εκδ. Gutenberg, Αθήνα, σ. 26-37.
Τατάκης Β. (χ.χ.), Ηλίας Μηνιάτης (1669-1714), Βασική Βιβλιοθήκη 8, Αθήνα, σ. 125-126.
Φεφές Χ. (χ.χ.), Καλάβρυτα. Μια τραγική μάνα θυμάται, εκδ. «Σήμαντρο», Αθήναι, σ. 38-39, 54-64.
Χαραλαμπάκης Ιω. (1980), Το Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα, Αθήνα, σ. 5.
-------------------------------------------------------------------------------
[1] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 36, 13.2.1831-Απ. Δασκαλάκης, «Κείμενα-πηγαί της ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως», Σειρά Τρίτη, Τα περί Παιδείας, Αθήναι 1968, τ.Γ’, σ. 1702.
[2] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 19, 30.9.1829 – Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα… ό.π., σ. 286-287
[3] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 22, 30.12.1829-Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα… ό.π., σ. 670
[4] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 34, 11.12.1830 – Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα…ό.π., σ. 1556-57
[5] ΓΑΚ, Υπουργείο Θρησκείας, φ. 36, 21.2.1831 – Απ. Δασκαλάκης, Κείμενα ό.π., σ. 1721.
[6] ΓΑΚ, Οθωνικό Αρχείο, φ. 5, 16.2.1833, εγγρ. 3β
[7] ΓΑΚ, Οθωνικό Αρχείο, θ. 149, φ. 5, 20.8.1847
[8] Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Εφ.τ.Κ.), φ. 29, 22 Ιουνίου 1868, σ. 226-231
[9] Εφ. τ.Κ., φ. 89, 29 Αυγούστου 1882, σ. 472
[10] Εφ. τ.Κ., φ. 347, 21 Δεκεμβρίου 1882, σ. 1458
[11] Εφ. τ.Κ., φ. 419, 8 Οκτωβρίου 1883, σ.665
[12] Εφ. τ.Κ., γ. 24, 28 Μαϊου 1876, σ. 151-152
[13] Εφ. τ. Κ., φ. 83, 20 Οκτωβρίου 1877, σ. 449-451
[14] Εφ. τ. Κ., φ. 284, 10 Ιουλίου 1884, σ. 1403-1406
[15] Εφ. τ. Κ., φ. 109, 31 Αυγούστου 1885, σ. 335-336
[16] Εφ. τ. Κ., φ. 1, 2 Ιανουαρίου 1886, σ. 1-2
[17] Με τη νέα διάρθρωση των σχολικών βαθμίδων καταργήθηκαν το 3τάξιο Ελληνικό και το 4τάξιο Γυμνάσιο, κατάλοιπα του Βαυαρικού παρελθόντος
[18] Ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας Καλαβρύτων κατά την απογραφή της 18-19 Δεκεμβρίου 1920 ήταν 35.641, αυξήθηκε στις 40.033 ( απογραφή της 15-16 Μαϊου 1928) και έφθασε στις 42.605 (απογραφή της 16 Οκτωβρίου 1940). Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας –Διεύθυνσις Στατιστικής, Πληθυσμός του Βασιλείου της Ελλάδος κατά την απογραφήν της 19 Δεκεμβρίου 1920, εν Αθήναις 1921, σ. 67 ·Στατιστικά αποτελέσματα της απογραφής του πληθυσμού της Ελλάδος της 15-16 Μαϊου 1928, εν Αθήναις 1933, σ. 73· Πληθυσμός της Ελλάδος κατά την απογραφήν της 16 Οκτωβρίου 1940, εν Αθήναις 1950, σ. 83.
[19] Με το Π.Δ. 297/1980 καθιερώθηκε το μονοτονικό σύστημα στη γραφή της ελληνικής γλώσσας
[20] Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τα Μαθητολόγια που εναπόκεινται στα αρχεία του Γυμνασίου και Λυκείου Καλαβρύτων από τη γράφουσα τον Ιούνιο του 2002. Κι από τη θέση αυτή ευχαριστώ τη Γυμνασιάρχη Αρχ. Μπαλασοπούλου και τον Λυκειάρχη Β. Σπανό για τη βοήθεια που μου προσέφεραν.
TO ΠΑΡΟΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ:http://www.elemedu.upatras.gr/eriande/synedria/synedrio2/praktika/konstantopoulou.htm
ευχαριστούμε εκτός των αλλων και για την υπέροχη φωτογραφία
ΑπάντησηΔιαγραφή