HIDE

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

HIDE_BLOG

Breaking News

latest

Τα κόκκινα αβγά και τα... τσουγκρίσματα

Ξεφυλλίζοντας, όσα λαογραφικά ή παρα-λαογραφικά έχουν γραφεί κατά καιρούς για τα κόκκινα αβγά, χάνεις... τ΄ αβγά και τα καλάθια Τόσα πολλά έ...



Ξεφυλλίζοντας, όσα λαογραφικά ή παρα-λαογραφικά έχουν γραφεί κατά καιρούς για τα κόκκινα αβγά, χάνεις... τ΄ αβγά και τα καλάθια Τόσα πολλά έχουν διατυπωθεί. Ας ξεχωρίσουμε μερικά που είναι ή διεκδικούν να είναι, τεκμηριωμένα, ξεκινώντας από τον Νικόλαο Πολίτη.
Ο θεμελιωτής της λαογραφίας μας ασχολήθηκε για πρώτη φορά με το έθιμο, όταν ξεκινούσε το μεγάλο ταξίδι του στις παραδόσεις μας. Εγραψε, 24χρονος ακόμη, για «τ΄ αβγά του Πάσχα» στο περιοδικό «Εστία» το 1876. Το ίδιο άρθρο συμπεριέλαβε αυτούσιο και στα «Σύμμεικτά» του, που εκδόθηκαν ένα χρόνο πριν από τον θάνατό του (1921).
Το δημοσίευμα εκείνο μπορούμε να πούμε ότι «γέννησε» τη λαογραφία για τα πασχαλινά αβγά. Οποιος... αβγολογεί περνά, θέλοντας και μη, από εκεί.
Σ΄ αυτό επισημαίνεται αρχικώς η σημασία που έχει το αβγό στην «κοσμογονία αρχαιοτάτων» αντιλήψεων, στους συμβολισμούς του στις θρησκείες και η θέση του στις μυθολογίες διαφόρων λαών. Επειτα ο Πολίτης σημειώνει:
«Παραλείποντες τας εικασίας ταύτας και επί ασφαλεστέρου εδάφους αναζητούντες την αρχήν του εθίμου, ευρίσκομεν ότι κυριωτάτη, αν ουχί η μόνη αφορμή αυτού ήτο η κατά την προηγουμένην του Πάσχα πολυήμερος νηστεία».
Η ευλογία
Ετσι, συνεχίζει, στο τέλος της Σαρακοστής συγκεντρώνονταν πολλά αβγά, τα οποία το μεγαλοβδόμαδο ευλογούσε ο παπάς στην εκκλησία. Αυτά μοιράζονταν ως δώρα χρωματισμένα.
Το κόκκινο χρώμα το αποδίδει είτε «προς ανάμνησιν του Πάσχα των Ιουδαίων», που έβαφαν «τα κατώφλια των θυρών αυτών διά του αίματος του θυομένου αμνού, είτε όπως ευπροσδεκτότερα γένωνται. Διότι συνήθη χρώματα ήσαν ου μόνον το ερυθρόν, αλλά το χρυσούν και το κίτρινον και το ιώδες».
Προσθέτει ακόμη ότι μοίρασμα αβγών γινόταν και πριν από το Πάσχα και ειδικά του Λαζάρου, όταν τα παιδιά έλεγαν «κάλαντα». Τη συνήθεια αυτή (σε Ανατολή και Δύση) «περιγράφει χειρόγραφον του 13ου αιώνος...» Σ΄ αυτό διαβάζουμε ότι η συνήθεια ήταν πολύ παλιότερη.
Αξίζει ν' αναφερθεί ότι πρώτος στα καθ΄ ημάς, που απέδωσε το κόκκινο χρώμα των αβγών στην ιουδαϊκή παράδοση ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής.
Ο Φ. Κουκουλές, συγγραφέας του μνημειώδους έργου «Βυζαντινών βίος και πολιτισμός», εντοπίζει μνεία κόκκινων αβγών από το 12ο αιώνα κιόλας. Θωρεί ότι το βάψιμο, όπως άλλωστε και ο οβελίας, ήταν μεσαιωνικά έθιμα.
Ο ακαδημαϊκός Δ. Μπαλάνος, καθ΄ ύλην αρμόδιος ως καθηγητής Θεολογίας, δέχεται τη συνήθεια ως «λείψανον ειδωλολατρικού συμβολισμού. Το αβγό είναι σύμβολον δημιουργίας και γονιμότητος και συγχρόνως της αναστάσεως, διότι, θραυομένου του φλοιού, προκύπτει η ζωή (από δω και το τσούγκρισμα ως σύμβολο της ανάστασης)».
Την ίδια εξήγηση για το τσούγκρισμα δίνουν κι άλλοι πανεπιστημιακοί, οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με το θέμα. Ολοι σχεδόν, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να προέρχεται από προχριστιανικά έθιμα, συμφωνούν λίγο-πολύ με τον Κουκουλέ: «Οι Χριστιανοί φαίνεται ότι διείδον εις την πράξιν αυτήν συμβολισμόν της Αναστάσεως». Οπως, δηλαδή, από το αβγό ξεπηδά, όταν έρθει ο καιρός και σπάσει, η ζωή, έτσι «αναπηδά και ο Χριστός, η αιωνία ζωή».
Αυτές οι λαογραφικές προσεγγίσεις όπως κι άλλες παρόμοιες, κινούνται στο πλαίσιο της χριστιανικής παράδοσης. Εννοείται πως δεν είναι οι μοναδικές.
«Εχάσαμε κι εφέτος τα αβγά και τα πασχάλια»
«Ανάστασις και πάλι! Χαρά, ζωή, λουλούδια, Απρίλης, πρασινάδα κι ανοίξεως αγέρι... κι εμείς με λόγια μόνο και χρέη φορτωμένοι εχάσαμε κι εφέτος τ΄ αβγά και τα πασχάλια».
Οι στίχοι του Σουρή παραπέμπουν σε μακρινές και διαφορετικές εποχές. Πλην, όμως, και οικείες, αφού πάντα η χώρα κυνηγούσε στις αγορές δάνεια για να μπορεί να ξεπληρώνει τα προηγούμενα. Μέρες, που είναι, ας μη θυμηθούμε το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του 1893. Αλλά μερικά έθιμα των ημερών. Με ανάλαφρο, λίγο-πολύ, τρόπο.
Η φράση του Σουρή στον τελευταίο στίχο είναι πολύ συνηθισμένη κι εκφέρεται σε περιπτώσεις καταστροφής, όταν κάποιος τα 'χει χαμένα κτλ. Οι λαογράφοι δεν είναι κατατοπιστικοί για την προέλευσή της. Την καταχωρούν στον παροιμιακό κατάλογο, μαζί με την παρόμοια και εξίσου -αν όχι περισσότερο- διαδεδομένη «έχασε τ΄ αβγά και τα καλάθια».
Η πρώτη συνδέεται με το «Πασχάλιον». Τον πίνακα, με τις ημερομηνίες των κινητών γιορτών, που καθορίζονταν κάθε χρόνο, με βάση τη μέρα του Πάσχα. Οποιος έχανε το «εορτολόγιο» πελάγωνε! Αλίμονο αν ήταν παπάς! Εχανε το Πάσχα και τ΄ αβγά - τα κατεξοχήν δώρα του. Μ΄ αυτό τον πυρήνα, διάφορες παραλλαγές (π.χ. «χάσαμε τα πασχάλια») και διαφορετικούς κατά τόπους πρωταγωνιστές έμεινε η φράση έως τις μέρες μας.
Η δεύτερη, όπως τη συμπεριλαμβάνει ο Ν.Γ. Πολίτης στο κλασικό έργο του «Μελέται περί του βίου και της γλώσσης του ελληνικού λαού», είναι γνωστή ήδη από τα μέσα του 17ου αιώνα. Παραδίδεται από τον Λ. Βάρνερ, έναν Ολλανδό λόγιο που έζησε τότε στην Κωνσταντινούπολη και κατάρτισε μια πολύτιμη συλλογή ελληνικών παροιμιών (εκδόθηκε το 1899). Εκεί, συνοδεύεται από την επεξήγηση στα λατινικά πώς η φράση λέγεται όταν κάποιος καταστραφεί.
Υπάρχουν κι άλλες εξηγήσεις αλλά δεν φαίνεται να έχουν βάση, καθώς τη συνδέουν με πρόσωπα (π.χ. με αβγουλά των Αθηνών την περίοδο κατοχής της από τον Μοροζίνη). Ανεξαρτήτως της προέλευσης κι αν η πρώτη μορφή προήλθε από τη δεύτερη το νόημα παραμένει αμετάβλητο. Η δε διαπίστωση του Σουρή εξαιρετικά επίκαιρη...
Η μελέτη και η καταγραφή των εκδηλώσεων
Η αφετηρία
Τη δεκαετία του 1870 αρχίζουν να μελετώνται τα πασχαλινά έθιμα από τους πρώτους Ελληνες λαογράφους. Υποστηρίζεται με παραδείγματα από τη μυθολογία, αλλά και τη θρησκειολογία ότι η συνήθεια με τα χρωματιστά αβγά δεν γνωρίζει σύνορα και προέρχεται από προχριστιανικές και αρχαιότατες θρησκευτικές λατρείες.
Από το Βυζάντιο
Με την εμφάνιση και την ανάπτυξη των βυζαντινών σπουδών στην Ελλάδα από τις αρχές του 20ού αιώνα τεκμηριώνεται με κώδικες ότι τα βασικά πασχαλινά έθιμα και παραδόσεις, όπως ο οβελίας και τα κόκκινα αβγά, είναι οικεία στον ελλαδικό χώρο από τον 11ο ακόμη αιώνα. Από τότε ακόμη θεωρούνται «παλιές συνήθειες».
Αντικείμενο ερευνων
Από τον μεσοπόλεμο αρχίζει η συστηματική καταγραφή των εθίμων και παραδόσεων, όπου εξέχουσα θέση κατέχουν οι λαϊκές συνήθειες του Πάσχα. Η συλλογή συνεχίζεται τα επόμενα χρόνια, όταν ιδρύονται κέντρα λαογραφίας, όπου σήμερα είναι συγκεντρωμένος ένας μεγάλος όγκος σχετικών δεδομένων.
Μια ριζωμένη πρόληψη, από τη βυζαντινή εποχή
Η «τέχνη» της ωμοπλατοσκοπίας
Μια από τις μακροβιότερες πασχαλινές παραδόσεις που συνοδεύει τον οβελία, είναι η ωμοπλατοσκοπία. Αυτό ήταν το καθαρευουσιάνικο όνομα της «τέχνης» να μαντεύεις το μέλλον από την ωμοπλάτη, τη σπάλα, του ψητού αρνιού.
Για την ιστορία να σημειώσουμε ότι το θέμα αποτέλεσε τη διδακτορική διατριβή (!) του λαογράφου και ακαδημαϊκού Γ. Μέγα, που βασιζόταν σε χειρόγραφο του 13ου αιώνα. Δυο αιώνες νωρίτερα για το ίδιο θέμα είχε ασχοληθεί σε πραγματεία του ο πολυγραφότατος βυζαντινός «πανεπιστήμων» Μιχαήλ Ψελλός.
Σύμφωνα με τη γραπτή αυτήν παράδοση από την ωμοπλάτη μαντεύονται «κατάστασις αέρος, πραγματείας έκβασις και οδοιπορίας. Κίνδυνος θανάτου, ζωής διάρκεια και λοιπών πραγμάτων τελείωσις...»
Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες κατά τις οποίες η ωμοπλατοσκοπία ήταν εδραιωμένη συνήθεια στους κλεφταρματολούς της τουρκοκρατίας. Ο ιστορικός Ι. Φιλήμων ασχολείται μαζί της σημειώνοντας ότι η «καλή ή κακή έκβασις μιας μάχης εκρέματο από την καλήν ή κακήν μάντευσιν της πλάτης...»
Η ωμοπλατοσκοπία, όπως επισημαίνουν οι περισσότεροι λαογράφοι, έχει τις ρίζες στις ιεροσκοπίες των αρχαίων, όταν εξετάζονταν τα σπλάχνα των σφαγίων, προκειμένου να προβλεφθούν τα μελλούμενα.
Στη συλλογή του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ένας δάσκαλος από την Πρέβεζα, απαντώντας σε σχετικό ερωτηματολόγιο, δίνει τις εξής διευκρινίσεις:
Κάθε σφαχτό δηλοί και πάντοτε ή μόνον καθ’ ωρισμένας ημέρας;
Μόνον εις ωρισμένας ημέρας, έως το Πάσχα, της Αναλήψεως, δηλούν. Πρέπει δε το αρνί να είναι ψητό και ουχί βραστό.
Εξετάζεται μόνον η δεξιά πλάτη ή και η αριστερά;
Εξετάζεται μόνον η δεξιά πλάτη.
Ποία ακριβώς σημεία εξετάζονται προς μαντείαν;
Εξετάζονται σκιαί, γραμμαί, τρύπες ή στίγματα επί της ωμοπλάτης και δηλούν ασθένειαν ή θάνατον του νοικοκύρη ή άλλου μέλους της οικογενείας, γέννησιν άρρενος ή θήλεος τέκνου, εσοδείαν σιτηρών και πλούτον, πόλεμον και νίκην, επιτυχίαν ή αποτυχίαν επιχειρήσεως κτλ.
Σε άλλη περιγραφή, για το έθιμο, όπως συναντάται σήμερα, ένας κτηνοτρόφος το περιγράφει ως εξής:«Κάθε σφαχτό δηλάει κατά το νοικοκύρη... Ο,τι είναι γραμμένο, είναι στην τάξη... αληθεύει».
Σύμφωνα μ' άλλες περιγραφές τα κοιλώματα στη σπάλα εικονίζουν μνήματα, θανάτους κι άλλα παρόμοια. Οι σκιές προμηνύουν πένθη και οι κόκκινες γραμμές αιματοχυσία. Το νεύρο από την κορυφή της ωμοπλάτης «απεικονίζει το βαλάντιον του οικοδεσπότου, προαγγέλλον πλούτον μεν, εάν τύχη χονδρόν, πενίαν δε και αθλιότητα αν τύχη ισχνόν...»
Σκωπτικά ο Φιλήμων σημείωνε για όλα τα σχετικά: «Αι συμπτώσεις ηνωμέναι με τας κινδυνώδεις προλήψεις της αμαθείας, έμελλεν να δώσωσιν και εις τα κόκκαλα του ζώου επήρειαν θείαν? Το φύσει άκακον ζώον καθίσταται παραδόζως και άπνουν μάλιστα, το υποκείμενον απεχθείας και λύπης εις την ζώνην της τοιαύτης διαγνωστικής».
Στην πορεία το έθιμο έχασε τη μαντική ισχύ του και έχει, όπως κι άλλα, ψυχαγωγικές διαστάσεις. Εδώ, αλλά και σ’ άλλους λαούς, όπου παρατηρείται.
Το «μυστικό» της βαφής
Σε ένα από τα πιο δημοφιλή νεοελληνικά έντυπα («Ημερολόγιον Σκόκου») το 1911 γίνεται μια ανασκόπηση των θρύλων και παραδόσεων για τα κόκκινα αβγά. Η καταγωγή του εθίμου εντοπίζεται σε αρχαιότατες προχριστιανικές συνήθειες και προστίθεται μια ενδιαφέρουσα πτυχή. Υποστηρίζεται ότι το έθιμο αρχίζει να επεκτείνεται από τον 4ο αιώνα. Τότε «απαγορευθείσης της χρήσεως αυγών κατά την Μεγάλην Σαρακοστήν, συνεσωρεύοντο μεγάλαι ποσότητες, ούτω επενοήθη να τα βάφουν και να βράζουν προς διατήρησιν μέχρι της Λαμπράς και εχρησιμοποιούντο ως δώρα διά τα παιδία». Βάφονταν τότε με διάφορα χρώματα και «εξωγραφίζοντο με γραφάς και παραστάσεις».
Παραμύθια για παιδιά
Ενας κύκλος αφελών παραδόσεων για την προέλευση των κόκκινων αβγών έχει πρωταγωνίστρια κάποια γυναίκα. Αλλοτε τη Μαγδαληνή, που σπεύδει στη Ρώμη μετά τη σταύρωση μ' ένα κάνιστρο κόκκινα αβγά στο κεφάλι, άλλοτε μια αρχόντισσα, που μαθαίνει την «τέχνη» στους χωρικούς κτλ. Αναλόγως με τοπικές διηγήσεις παίρνει διάφορες μορφές. Σύμφωνα, με μια διαδεδομένη αφήγηση, όλα ξεκίνησαν από την Ιερουσαλήμ. Εκεί, μια πωλήτρια αβγών, όταν άκουσε για το θαύμα της Ανάστασης, άφησε το καλάθι της και αναφώνησε: «Τότε μόνο θα το πιστέψω, όταν τ' αβγά μου κοκκινίσουν» Και, ω του θαύματος, έγιναν κόκκινα! Από τότε, υποτίθεται, άρχισε το βάψιμο.
Τ. Κατσιμάρδος ethnos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Ακολουθήστε το kalavrytanews.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Ακολουθήστε το ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ-NEWS σε Instagram, Facebook και Twitter.