του Άγγελου Σακκέτου Ένα σπαρταριστό επεισόδιο σε ένα πανηγύρι του χωριού μας (Βεσίνι), με κεντρικούς ήρωες τους συγχωριανούς και ένα άδο...
του Άγγελου Σακκέτου
Ένα σπαρταριστό επεισόδιο σε ένα πανηγύρι του χωριού μας (Βεσίνι), με κεντρικούς ήρωες τους συγχωριανούς και ένα άδολο παιδί, το οποίο, πάνω στην αφέλειά του, είπε κάτι που ξεκαρδίστηκαν οι πάντες στα γέλια!...
Η ταβουλόβεργα είχε αρπάξει κυριολεκτικά φωτιά!.. Χτυπούσε με ταχύτητα πάνω στο νταούλι, που είχε δέρμα αρκούδας και άντεχε για τα καλά στο χτύπημα, ενώ οι «ταβουλιάρηδες» χόρευαν κι αυτοί ακολουθώντας κατά πόδας τούς χορευτές του πανηγυριού μας!
Αλλά κι οι πίπιζες δεν πήγαιναν πίσω!.. Με τον δικό τους ιδιόρρυθμο ήχο, φρόντιζαν να «μεθούν» την ατμόσφαιρα κάτω από τον πλάτανο του χωριού, ενώ οι χωρικοί, πιασμένοι χέρι-χέρι, έφερναν τους γύρους του χορού και βάραγαν τα πόδια τους με δύναμη στο χώμα, που «άρπαζε» κι αυτό φωτιά απ’ τη «χαρά» του!..
Ο μπροστάρης, που έσερνε παλικαρίσια το χορό, ανεβοκατέβαζε τα πόδια του και τα σταύρωνε στον αέρα, χτυπώντας με χάρη τα τακούνια των ποδιών με την άκρη του χεριού του, ενώ συνεχώς εφώναζε: «Ώπα!.. Ώπα!... Ώπα!..», βγάζοντας χαρτονομίσματα και κολλώντας τα με σάλιο στα μέτωπα των Λιαραίων, όπως λέγαμε το μουσικό συγκρότημα με τις πίπιζες και τα νταούλια!..
Ο πατέρας μου, που (μεταξύ μας) του άρεσε πολύ το καλό κρασί και έφτιαχνε συνεχώς το κέφι των συγχωριανών μας, είχε ευθυμήσει τόσο πολύ, που κρατούσε πάνω στον ώμο του το … σκυλί μας, τον Πετράκη, και χόρευε μαζί του, ενώ σε κάθε χωριανό, που εύρισκε μπροστά του, τον ρωτούσε:
--Έχεις καμιά … Πετρούλα για τον Πετράκη;
--Τον … παντρεύεις, Παναγιώτη;
--Τον παντρεύω!...
--Και με τι παπά θα κάνουμε το γάμο;
--Εδώ είμαι, Παναγιώτη!.., φώναξε περιχαρής ο θείος μου ο παπα-Σπύρος, αδελφός της μακαρίτισσας της μανούλας μου, της κυρα-Κανέλλας, που είχε ευθυμήσει κι αυτός και έκανε νεύμα με το χέρι του, για να τον δουν πού είναι ! Ό,τι ώρα θέλετε την ανοίγω την εκκλησιά, αρκεί να βρείτε … νύφη!
--Καλά, παπά (του λέει ο πατέρας μου), ώσπου να βρούμε νύφη, για τον Πετράκη, έμπα πρώτος στο χορό!..
--Παναγιώτη, αυτό δε γίνεται!... Θα το μάθει ο Δεσπότης!..
--Και ο Δεσπότης δεν είναι άνθρωπος; Δεν χορεύει;
--Πού θες να ξέρω; Να πας να τον ρωτήσεις!.. Αλλά αυτό δεν γίνεται!.. Εμείς οι παπάδες πρώτοι αρχίζουμε το χορό και κάνουμε μονάχα μια στροφή!.. Μετά χορεύουν τα παλικάρια, όχι οι παπάδες!..
--Εσύ δεν είσαι παλικάρι; Τι είσαι συ; του λέει ο πατέρας μου, αφήνοντας κάτω το σκυλί και πιάνει από τα χέρια τον παπα-Σπύρο για να χορέψει με το ζόρι!
--Παναγιώτη, αυτό δεν γίνεται!... Δεν γίνεται, σου λέω, μη με τραβάς, θα σκιστούν τα ράσα μου!.. Δεν γίνεται!..
--Γιατί δεν γίνεται; Δεν έχεις δικαίωμα να χορέψεις; Και πού θα το μάθει ο Δεσπότης; Σήκω τώρα αμέσως!.. Θέλω ν’ αχολογήσουν τα βουνά από το χορό και το τραγούδι σου!.. Σήκω!.. Και πες τη «Δημητρούλα» (ένα τραγούδι που τραγουδούσε συνεχώς ο παπα-Σπύρος)!..
Δημιουργήθηκε ένα πανδαιμόνιο!.. Τράβα ο ένας, τράβα ο άλλος, στο τέλος πείστηκε ο παπάς και μπαίνει πρώτος στο χορό!.. Αλλά αυτό δεν ήταν χορός!... Ήταν κάτι άλλο!... Κάτι μαγευτικό, αφού ο χορός του ενθουσίαζε τους πάντες, που ζητωκραύγαζαν και τραγουδούσαν μαζί με τον παπά!..
Κι όχι μόνον!.. Οι πίπιζες και τα νταούλια είχαν πέσει όλα μαζί πάνω στο κεφάλι του παπα-Σπύρου, που τραγουδούσε με τη δική του μελωδική φωνή, ενώ δίπλα του έρχεται και τον πιάνει ένας άλλος παπάς, ο παπα-Νίκος, που τραγουδούσε κι αυτός εξίσου καλά και βροντερά, ενώ οι παπάδες με το χορό τους είχαν καταπλήξει όλους τους συγχωριανούς και τους «πανηγυριώτες» από τα γύρω χωριά!..
Ήταν τόσο συγκλονιστική η σκηνή, να βλέπεις τα ράσα ν’ ανεμίζουν στον αέρα και τα πόδια των παπάδων να «κροταλίζουν» στις διασταυρώσεις από τις παλάμες τους, που ο ενθουσιασμός των χωρικών είχε μεγαλώσει και δεν σταματούσε εκεί!..
Ο πατέρας μου με άλλους συγχωριανούς (εννοείται όλοι τύφλα στο μεθύσι) έχουν πέσει στο χώμα και πειθαναγκάζουν τους παπάδες να χορεύουν πάνω από τα σώματά τους (!!), ενώ οι χορευτές είχαν πιαστεί όλοι μαζί και έφερναν γύρω από τους παπάδες, που χόρευαν στη μέση του κύκλου, ενώ ένας άλλος συγχωριανός, πάνω στον ενθουσιασμό του πιάνει την καμπάνα της εκκλησιάς και τη βαράει ασταμάτητα επί μισή ώρα!..
--Τι συμβαίνει, ρε παιδιά, κάηκε κανά σπίτι; φώναζαν ένας –ένας οι χωρικοί, που έφθαναν τρέχοντας και ασθμαίνοντας, με κάτι κουβάδες στα χέρια!
--Όχι, έλεγε ο πατέρας μου κρυφογελώντας!.. Γάμο είχαμε!...
--Και ποιος παντρεύεται;
--Ο .. Πετράκης!
--Το σκυλί, ρε Πάνο; ρώτησαν οι συγχωριανοί κρατώντας την κοιλιά τους απ’ τα γέλια!
--Και πού είναι τώρα ο Πετράκης;
--Θείε!.. ακούγεται η φωνή ενός παιδιού, ο Πετράκης είναι κάτω στο σπίτι με τη σκύλα μας! Έχει ανέβει πάνω της κι όλο τη … σκουντάει από πίσω!
--Και γιατί τη … σκουντάει από πίσω; κρυφογέλασε πονηρά ο πατέρας μου.
--Για … να φύγει η σκύλα από το σπίτι μας!..
Οι Λιαραίοι κι όλοι οι πανηγυριώτες από τα πολλά γέλια είχαν πέσει κάτω στο χώμα και έπιαναν συνεχώς την κοιλιά τους, ενώ ο μικρούλης με μια σφυρίχτρα, που είχε μέσα ένα στραγάλι, «σιούριζε» (=σφύριζε) με όση δύναμη είχε τρέχοντας με τη δική του άδολη χαρά μέσα στο πανηγύρι!..
--------------
ΥΓ. Σιγά μη τα έλεγα αυτά στον σημερινό μου φίλο, τον Αμβρόσιο, Δεσπότη Καλαβρύτων, που γνώριζε πολύ καλά το θείο μου παπα-Σπύρο Ζαφειρόπουλο!..
Ο ΄Αγγελος Παν. Σακκέτος γεννήθηκε το έτος 1950 στο χωριό Βεσίνι Καλαβρύτων. Σπούδασε δημοσιογραφία, δημοσιολογία και κοινωνικές επιστήμες. Συνέχισε τις σπουδές του στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ παράλληλα αρθρογραφούσε σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά γνωστών δημοσιογραφικών οργανισμών και συγκροτημάτων, την ίδια στιγμή, που συνεργαζόταν με διάφορες εφημερίδες και περιοδικά του επαρχιακού Τύπου. www.sakketosaggelos.gr
ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ-NEWS επιτρέπεται η αναδημοσίευση με υποχρέωση αναφοράς πηγής προέλευσης
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.