Συνέντευξη στην εφημερίδα "Αυγή" 08/01/12 Όταν ήταν μικρή, ήθελε να γίνει βιβλιοπώλις. Έγινε ηθοποιός. "Ίσω...
Συνέντευξη στην εφημερίδα "Αυγή" 08/01/12
Όταν ήταν μικρή, ήθελε να γίνει βιβλιοπώλις. Έγινε ηθοποιός. "Ίσως για να ταξιδέψω, μέσα μου. Γιατί όταν ανοίγει η αυλαία, πραγματικά δεν ξέρεις αν είναι προς τα έξω ή προς τα μέσα". Χαμηλόφωνη η ομιλία της, χαμηλών τόνων η παρουσία της. Ίσως γιατί απευθύνεται πρωτίστως προς τα έσω. Μάλλον επειδή επιμένει να απομακρύνεται από το Εγώ ακολουθώντας "ένα μεγάλο, ονειροπόλο Εμείς". Η Μαρία Κανελλοπούλου λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Και τα καλά και τα άσχημα. Όπου χρειάζεται, και με ονοματεπώνυμο. Η δική της διαδρομή ξεκίνησε από τα Καλάβρυτα. Με τη μυρωδιά του χαρτιού στο βιβλιοπωλείο του θειού της να γλυκαίνει τον ύπνο της. Με τον μεγάλο σταυρό στον απέναντι λόφο του σπιτιού της να θυμίζει την "ναζιστικής έμπνευσης" τραγωδία, και το γιατί της κυρα-Ανθής, αυτό το σπαρακτικό γιατί... "Δεν μπορούσα παρά να γίνω αριστερή" λέει. Η χαμηλόφωνη αφήγησή της δεν μπορεί να αποσιωπήσει τις αγωνίες και τους αγώνες της. Στην "Ανοιχτή πόλη", στη γειτονιά της, τον Άγιο Παντελεήμονα, στη σχολή που διδάσκει υποκριτική, στη σκηνή του θεάτρου, στα πλατώ της τηλεόρασης. Δεν μπαίνει στο δίλημμα "Να ζει κανείς ή να μη ζει" κι ας αντιπαρατίθεται μαζί του κάθε βράδυ από τη σκηνή του θεάτρου Κάτια Δανδουλάκη. Γιατί απλώς η καθημερινότητά της περιστρέφεται γύρω από τη φράση “γλυκιά που είναι η ζωή, όσο πικρή κι αν είναι”. Δεν ξεχνά ότι η γενιά της είχε ένα όνειρο... "να αλλάξει τον κόσμο μέσα από την τέχνη" και δεν απογοητεύεται που η πραγματοποίησή του δεν ήρθε. Η Μαρία Κανελλοπούλου κοιτάει μπροστά. "Απλώνω το χέρι μου στους νέους και επιθυμώ να με πάρουν μαζί τους στον καινούργιο κόσμο που αυτοί θα φτιάξουν" λέει. Και ελπίζει "αυτός ο καινούργιος κόσμος να περιέχει υλικά και των δικών μου ονείρων".
Όταν ήταν μικρή, ήθελε να γίνει βιβλιοπώλις. Έγινε ηθοποιός. "Ίσως για να ταξιδέψω, μέσα μου. Γιατί όταν ανοίγει η αυλαία, πραγματικά δεν ξέρεις αν είναι προς τα έξω ή προς τα μέσα". Χαμηλόφωνη η ομιλία της, χαμηλών τόνων η παρουσία της. Ίσως γιατί απευθύνεται πρωτίστως προς τα έσω. Μάλλον επειδή επιμένει να απομακρύνεται από το Εγώ ακολουθώντας "ένα μεγάλο, ονειροπόλο Εμείς". Η Μαρία Κανελλοπούλου λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Και τα καλά και τα άσχημα. Όπου χρειάζεται, και με ονοματεπώνυμο. Η δική της διαδρομή ξεκίνησε από τα Καλάβρυτα. Με τη μυρωδιά του χαρτιού στο βιβλιοπωλείο του θειού της να γλυκαίνει τον ύπνο της. Με τον μεγάλο σταυρό στον απέναντι λόφο του σπιτιού της να θυμίζει την "ναζιστικής έμπνευσης" τραγωδία, και το γιατί της κυρα-Ανθής, αυτό το σπαρακτικό γιατί... "Δεν μπορούσα παρά να γίνω αριστερή" λέει. Η χαμηλόφωνη αφήγησή της δεν μπορεί να αποσιωπήσει τις αγωνίες και τους αγώνες της. Στην "Ανοιχτή πόλη", στη γειτονιά της, τον Άγιο Παντελεήμονα, στη σχολή που διδάσκει υποκριτική, στη σκηνή του θεάτρου, στα πλατώ της τηλεόρασης. Δεν μπαίνει στο δίλημμα "Να ζει κανείς ή να μη ζει" κι ας αντιπαρατίθεται μαζί του κάθε βράδυ από τη σκηνή του θεάτρου Κάτια Δανδουλάκη. Γιατί απλώς η καθημερινότητά της περιστρέφεται γύρω από τη φράση “γλυκιά που είναι η ζωή, όσο πικρή κι αν είναι”. Δεν ξεχνά ότι η γενιά της είχε ένα όνειρο... "να αλλάξει τον κόσμο μέσα από την τέχνη" και δεν απογοητεύεται που η πραγματοποίησή του δεν ήρθε. Η Μαρία Κανελλοπούλου κοιτάει μπροστά. "Απλώνω το χέρι μου στους νέους και επιθυμώ να με πάρουν μαζί τους στον καινούργιο κόσμο που αυτοί θα φτιάξουν" λέει. Και ελπίζει "αυτός ο καινούργιος κόσμος να περιέχει υλικά και των δικών μου ονείρων".
* Καλή χρονιά, κυρία Κανελλοπούλου! Δίσεκτη λένε ότι είναι...
Κατασκευές! Δεν πιστεύω σ' όλα αυτά. Το δίσεκτο, το καλό, το κακό είναι μέσα μας. Εγώ, επειδή ανήκω στη γενιά που ονειρεύτηκε να αλλάξει τον κόσμο, σας λέω ότι εξακολουθώ να ονειρεύομαι ακόμα κι αυτόν τον δίσεκτο χρόνο.
* Τι ονειρεύεστε;
Ονειρεύομαι και εύχομαι αυτό που και σαν ευχή διατύπωσα τις προάλλες στην εφημερίδα σας: όλοι μας να κάνουμε ένα μικρό βήμα πέρα από το Εγώ μας και να αφήσουμε να μας παρασύρει ένα μεγάλο, ονειροπόλο, μαχητικό, αποτελεσματικό Εμείς.
* Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία. Τη διαθέτουμε;
Οφείλουμε να προσπαθήσουμε γι' αυτό. Δεν είναι καθόλου εύκολο, καθώς οι συνθήκες μας αναγκάζουν, θαρρείς, να κλεινόμαστε στους μικρούς μας εαυτούς και να προσπαθούμε για μια προσωπική επιβίωση. Αλλά τι νόημα έχει η προσωπική επιβίωση όταν δίπλα σου οι άνθρωποι σκαλίζουν τα σκουπίδια για να φάνε, κοιμούνται στα σκαλοπάτια της πολυκατοικίας σου με θερμοκρασίες κάτω από το μηδέν, πολλά από τα παιδιά των παιδικών σταθμών τρώνε μόνο ένα πιάτο φαΐ την ημέρα, αυτό που δίνεται στους παιδικούς σταθμούς; Τι νόημα έχει η προσωπική επιβίωση όταν δυστυχείς μετανάστες και πρόσφυγες εγκαταλείπονται, όταν τιμωρούνται για το χρώμα και τη θρησκεία τους, για τη φτώχεια τους τελικά; Τι νόημα έχει όταν τα παιδιά μας, που “επενδύσαμε” στη μόρφωσή τους, με τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα μεταπτυχιακά, αναγκάζονται να πάρουν τον δρόμο της ξενιτιάς γιατί η πατρίδα δεν έχει τίποτα να τους δώσει; Άρα τι μένει; Μόνον το Όλοι Μαζί.
* Έπρεπε να έρθει αυτό το κακό, να μας το θυμίσει; Ο άνθρωπος δεν μπορεί να τα θυμάται τα αυτονόητα;
Ο άνθρωπος, ενώ ζει στην καλύτερη περίπτωση γύρω στα 70 με 75 χρόνια, συμπεριφέρεται σαν αιώνιος. Νομίζει πως έχει όλο τον χρόνο μπροστά του να αναθεωρήσει, να επαναδιαπραγματευτεί, να κοιτάξει δίπλα και μακριά του. Από πολύ μικρή αισθανόμουν transite σ' αυτή τη ζωή κι αυτό με έκανε να επιθυμώ μια χρήση χρόνου προς όφελος των πολλών, των περισσότερων. Αυτό μου δίδαξαν οι φτωχοί γονείς μου, οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, πέθαναν πολύ νέοι και οι δύο.
* Εκεί, στα Καλάβρυτα. Εκεί δεν ξεκίνησε ο χρόνος για σας;
Γεννήθηκα στο μαιευτήριο της Έλενας με κάπως ανορθόδοξο τρόπο, καθώς, αντί για το κεφάλι, βγήκε πρώτα το αριστερό μου χέρι. Σύμπτωση; Οι γιατροί, προκειμένου να αποφύγουν τα χειρότερα για μένα και τη μητέρα μου, προτίμησαν να σπάσουν το χέρι μου σε μικρά κομματάκια, κι έτσι η είσοδός μου στη ζωή έγινε μ' ένα τεράστιο θρήνο. Ο στίχος του Διονύση Σαββόπουλου “με μια κρυφή εκ γενετής αιμορραγία” νομίζω πως έχει γραφτεί για μένα. Ματαιοδοξία, βέβαια. Τέσσερις μέρες μετά, γύρισα στα Καλάβρυτα, όπου έμεινα μέχρι τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια. Όμορφα και άσχημα. Όμορφα γιατί πρόκειται για ένα υπέροχο μέρος, όπου βγαίνοντας από την πόρτα του σπιτιού σου έλεγες σ' όλους καλημέρα κι όλοι σου απαντούσαν. Όμορφα γιατί είχα καλούς γονείς, που φρόντιζαν με τις λιγοστές τους οικονομικές δυνατότητες να μη μας λείπει τίποτα σε μένα και την αδελφή μου. Όμορφα γιατί στο βιβλιοπωλείο του θείου μου πέρασα απίστευτα μαγικές ώρες σ' ένα σκαμνάκι, ξεφυλλίζοντας βιβλία, που είναι η μεγάλη μου αγάπη. Ακόμα και τώρα, πολλά βράδια, καθώς με παίρνει ο ύπνος με ένα βιβλίο στο χέρι, η μυρωδιά του χαρτιού ομορφαίνει τα όνειρά μου και ξέρω πως αν δεν ήμουν ηθοποιός, θα μπορούσα να πουλάω βιβλία. Άσχημα γιατί κάθε μέρα αντίκριζα στον απέναντι λόφο τον σταυρό που υπενθύμιζε ότι στο χωριό μου είχε διαπραχθεί ένα φοβερό έγκλημα, ναζιστικής έμπνευσης, καθώς το 1943 όλος ο ανδρικός πληθυσμός του χωριού είχε δολοφονηθεί από τους Γερμανούς αφήνοντας εκατοντάδες γυναίκες ορφανές και χήρες. Αυτές οι γυναίκες, κάθε που έπεφτε το φως του ήλιου, ξεκινούσαν μαυροφορεμένες κι έτσι ένα μαύρο φίδι ξετυλιγόταν μπροστά στα παιδικά μου μάτια κι ακολουθούσε την πορεία τους προς το νεκροταφείο. Μάνες που είχαν θάψει παιδιά, κόρες που είχαν θάψει πατεράδες κι αδέρφια, γυναίκες που είχαν θάψει συζύγους κι αδέρφια και συγγενείς, μια γυναίκα μπορούσε να μετράει από έναν έως έντεκα νεκρούς. Και τέλος πολύ άσχημα, αφού γύρω στα δέκα-έντεκα, έχασα τη μητέρα μου κι έτσι έγινα κι εγώ μέρος αυτής της παρέλασης...
* Μου 'χατε πει γι' αυτή τη γυναίκα με το παιδί της, στο ολοκαύτωμα... Αλλά δεν έχω τρόπο να σας το ρωτήσω.
Α ναι! Η κυρα-Ανθή. Παντρεύτηκε, έκανε δώδεκα απόπειρες να αποκτήσει παιδί, τα έχανε τα παιδιά στη διάρκεια της εγκυμοσύνης και τελικά κατάφερε να κρατήσει το 13ο. Το γέννησε, το έφτασε 14 χρονών και το σκότωσαν οι Γερμανοί μαζί με τον πατέρα του. Κάθε βράδυ, καθώς αναζητούσε λίγη παρέα κοντά στους γονείς μου, την άκουγα - κάθε βράδυ- να θρηνεί και να αναρωτιέται “ήταν τόσο όμορφο... σαν κορίτσι, θα μπορούσα να το γλιτώσω...γιατί... γιατί δεν το 'ντυσα κορίτσι... γιατί;”.
* Δεν υπήρχε περίπτωση λοιπόν να μην είστε αριστερή.
Όχι, δεν υπήρχε. Έτσι κι αλλιώς οι οικογενειακές επιλογές, η ταξική προέλευση, καθώς επίσης ένα αίσθημα δικαίου που ερχόταν από πολύ βαθιά μου δεν μου άφηναν και πολλά περιθώρια επιλογών. Η αριστερά όπως τη φανταζόμουνα ήταν ο ιδανικός τόπος για μένα.
* Σας πρόδωσε ποτέ αυτή η αριστερά;
Η έννοια της προδοσίας υποκρύπτει κάτι εγωιστικό. Ασφαλώς πολλά από τα πράγματα που ονειρεύτηκα στην πορεία διαψεύστηκαν, γιατί, πώς να το κάνουμε, η αριστερά δεν είναι μόνο ιδέες και επιλογές, είναι και άνθρωποι. Έτσι πάντα υπάρχουν άνθρωποι που έχουν ικανότητα να με εμπνέουν και να με κάνουν να πιστεύω πως τίποτα δεν χάθηκε κι άλλοι άνθρωποι που άλλαξαν στην πορεία. Αισθάνομαι ότι είμαι μέρος της αριστεράς και δεν μπορώ να της κουνάω δάχτυλο, καταλογίζοντάς της λάθη και παραλείψεις. Όσο είμαστε στον δρόμο και προσπαθούμε, θα κάνουμε και λάθη, βρε αδερφέ. Εδώ είμαστε για να τα δούμε, να μάθουμε, να ξεκινήσουμε από την αρχή, να ξαναπροσπαθήσουμε και να προχωρήσουμε σε ένα πιο υποσχετικό αύριο, άλλοτε με μικρότερες κι άλλοτε με μεγαλύτερες νίκες.
* Και ποιο λάθος δεν πρέπει να ξανακάνουμε;
Νομίζω πως σήμερα, που έχουν επιβεβαιωθεί οι χειρότερες προβλέψεις μας, δεν πρέπει να αναλωνόμαστε σε μικρούς σπαραχτικούς εμφύλιους. Όλοι εμείς που ονειρευόμαστε τον καλύτερο κόσμο πρέπει να βρούμε τρόπο να καθίσουμε σ' ένα τραπέζι και να απαντήσουμε στο αίτημα που διατυπώνεται απ' όλο και περισσότερα στόματα: Ενότητα. Το ξέρω πως δεν είναι εύκολο, το ξέρω πως ακούγεται και λίγο γραφικά. Όταν όμως περπατάω στον δρόμο και με πλησιάζουν άνθρωποι που γνωρίζουν την πολιτική μου ταυτότητα και μου λένε με απόγνωση “βρείτε τα”, δεν έχω πραγματικά τι να απαντήσω. Απλώς να φωνάξω κι εγώ δυνατά “ας τα βρούμε”. Ας τα βρούμε “παιδιά”!
* Δρώντας στην “Ανοιχτή πόλη”, αυτό το “ας τα βρούμε” είναι εύκολο;
Ναι, πρέπει να πω πως η “Ανοιχτή πόλη” ήταν και είναι ο τόπος που το πείραμα του ΣΥΡΙΖΑ είχε πολύ καλύτερη τύχη απ' ό,τι σε άλλους χώρους. Πολλοί σύντροφοι που προέρχονται από διαφορετικές συνιστώσες δίνουν μάχες γι' αυτή την πόλη, που πολλές φορές είναι αποτελεσματικές. Θεωρώ ότι η Ελένη Πορτάλιου, την οποία πρέπει να σας πω ότι εκτιμώ, θαυμάζω και αγαπώ απεριόριστα, έχει παίξει σημαντικό ρόλο σ' αυτό. Είναι ένας άνθρωπος ακούραστος, που σκέφτεται πάντα με τους όρους του Εμείς. Αυτό με συγκινεί. Φυσικά, πέρα από μένα και την Ελένη, υπάρχουν σύντροφοι, με πρώτον και καλύτερο τον Παναγιώτη Σκούτα, που δίνουν τα πάντα για τη μάχη της “Ανοιχτής Πόλης”, η οποία διεξάγεται σε πολλά επίπεδα, κυρίως στο επίπεδο των συμβασιούχων και των προνοιακών δομών, που φαίνεται πως υπάρχουν τα σοβαρότερα προβλήματα.
* Όμως στη γειτονιά σας, τον Άγιο Παντελεήμονα η μάχη φαίνεται να έχει χαθεί, σαν να μη δόθηκε ποτέ.
Δεν θέλω να είμαι τόσο απαισιόδοξη. Θα σας πω. Υπήρξε ένα διάστημα, αρκετά μεγάλο, όπου φάνηκε πως η μάχη είναι οριστικά χαμένη, και με δικές μας ευθύνες, που δεν είναι της ώρας να αναληφθούν. Εν τούτοις αυτή τη στιγμή, ένα αρκετά σημαντικό κομμάτι της περιοχής, καθώς η κρίση προελαύνει, έχει καταλάβει πως το πραγματικό πρόβλημα δεν ήταν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες αλλά ο εσωτερικός εχθρός του αχόρταγου μεγάλου κεφαλαίου που παρέδωσε στην κυριολεξία τη χώρα στα χέρια του ΔΝΤ, των μεσοπρόθεσμων και της ακροδεξιάς εν τέλει.
*Όλες οι τελευταίες δημοσκοπήσεις φέρνουν τη “Χρυσή Αυγή” στο 1,5%, ο Μιχαλολιάκος είναι δημοτικός σύμβουλος, σας τρομάζει όλο αυτό;
Ναι, με τρομάζει. Με τρομάζει και με απωθεί η μισαλλοδοξία, αλλά δεν με εκπλήσσει. Έτσι κι αλλιώς η ακροδεξιά ήταν πάντα η εφεδρεία του κεφαλαίου. Έχω όμως την ελπίδα ότι τα δημοκρατικά αντανακλαστικά του κόσμου θα λειτουργήσουν τελικά.
* Η κοινωνία διαθέτει τα αντανακλαστικά;
Νομίζω πως ο κόσμος περνάει πια τόσο άσχημα. Ζητάει μετ' επιτάσεως διαφορετικές λύσεις, με δημοκρατικότερο προσανατολισμό, κι έτσι ελπίζω πως ο κόσμος θα υπερβεί αποφάσεις πολιτικών γραφείων και κεντρικών επιτροπών. Στον δρόμο θα είμαστε όλοι μαζί. Είμαστε πολλοί οι χαμένοι και ελάχιστοι οι κερδισμένοι κι αυτό θα ανατραπεί. Το πιστεύω βαθιά.
* Πώς εσείς, της αριστεράς, γίνατε του εμπορικού;
Οι όροι “εμπορικό” και “ποιοτικό” είναι πολύ ρευστοί, κατά τη γνώμη μου, και σε μερικές περιπτώσεις, σε πολλές θα έλεγα, δεν αντιστοιχούν σε πραγματικά μεγέθη. Προσπαθώ να κάνω με αξιοπρέπεια τη δουλειά που έμαθα να κάνω. Ζω απ' αυτή τη δουλειά και θα πάρω σύνταξη από το θέατρο χωρίς διαπλοκές, χωρίς μπάρμπα στην Κορώνη, χωρίς οικογενειακή περιουσία, σας είπα, δέκα χρονών ήμουνα χωρίς μητέρα και στα 19 είχα χάσει και τον πατέρα μου. Έπρεπε να ζήσω. Δεν θέλω να παραστήσω το κοριτσάκι με τα σπίρτα, αλλά νομίζω ότι την προτροπή του πατέρα μου “κανένας να μην μπορεί να σε κάνει να χαμηλώσεις τα μάτια” την τήρησα μέχρι τελικής πτώσεως. Φυσικά, δεν έκανα τα πράγματα που ονειρεύτηκα όταν ξεκινούσα αυτή τη δουλειά. Μην ξεχνάτε, ανήκω στην καλλιτεχνική εκείνη γενιά που πίστευε πως και μέσω της τέχνης θα άλλαζε τον κόσμο. Δεν μπορώ να πω ότι αυτό το κατάφερα, αλλά στην Ελλάδα ζούμε.
* Αντιληπτό. Αναπόφευκτο και από δω και στο εξής;
Μεγαλώνοντας και κοιτώντας προς τα πίσω, θα σας πω ότι μπορεί ο κόσμος να ξέρει από μένα το τηλεοπτικό μου πρόσωπο, όμως πίσω απ' αυτό υπάρχουν δουλειές στο θέατρο για τις οποίες χαίρομαι. Έχω δουλέψει πάρα πολύ στα ΔΗΠΕΘΕ σε εξαιρετικές δουλειές. Έχω συναντηθεί στη σκηνή με τον Μάνο Χατζιδάκι στην “Πορνογραφία”, με τον Γιάννη Τσαρούχη στις “Τρωάδες”, με τον Γιώργο Σεβαστίκογλου στις “Βάκχες”... Έχω τελειώσει τη σχολή του Πειραματικού Θεάτρου με εξαιρετικούς δασκάλους, στους οποίους οφείλω τεράστια ευγνωμοσύνη. Τον Λεωνίδα Τριβιζά, τη Μάγια Λυμπεροπούλου, τον Μάριο Πλωρίτη, τον Πέτρο Μάρκαρη, αλλά αυτά ο κόσμος δεν τα ξέρει. Το τηλεοπτικό πρόσωπο συσκοτίζει το θεατρικό και πολλές φορές το ίδιο το πρόσωπο. Τι να κάνουμε; Ελπίζω και επενδύω πάντα σε εκείνους τους ανθρώπους, τους φίλους και συντρόφους που μπορούν να υπερβούν την εικόνα και να ανακαλύψουν την αλήθεια. Είμαι αυτό που είμαι.
* Και αυτή τη σεζόν παίζετε “Να ζει κανείς κανείς ή να μη ζει” στην εκδοχή του Μερλ Μπρουκς σε διασκευή - απόδοση στα ελληνικά και σκηνοθεσία των Ρέππα Παπαθανασίου, στο θέατρο Κάτια Δανδουλάκη. Ακόμα και στην κωμική του εκδοχή ανάμεσα στο να ζει κανείς ή να μη ζει, πώς ζει καλύτερα;
Έχω ένα προσωπικό ρητό, που λέει “γλυκιά που είναι η ζωή, όσο πικρή κι αν είναι”. Αυτό είναι το δικό μου μότο, η δική μου καθημερινότητα. Η ζωή έχει όμορφα πράγματα, ακόμα και τις πιο μαύρες μέρες. Έχει αγάπη, συντροφικότητα, αξιοπρέπεια, αλληλεγγύη. Αξίζει κανείς να ζει, να ονειρεύεται, να ελπίζει και να αγωνίζεται.
* Πως είναι να είσαι αριστερός στο τηλεοπτικό πλατώ, εκεί που παίζονται όλα τα λεφτά;
Ασφαλώς δύσκολο. Ο χρόνος εκεί πληρώνεται με το δευτερόλεπτο. Έτσι το να πει κανείς στοπ στο γύρισμα θέλει πάρα πολύ μεγάλο κουράγιο, γι' αυτό και οι απεργίες εκεί είναι σπάνιες. Όταν όμως γίνονται, σημαίνουν κάτι. Είναι πολύ δύσκολο στη δική μας δουλειά να έχεις αγώνες που θα τελεσφορήσουν, γιατί η προσφορά είναι τεράστια και η ζήτηση ελάχιστη. Η δουλειά ευκαιριακή, μπορεί μέσα σ' έναν ολόκληρο χρόνο να δουλέψεις μόνο τρεις μήνες, κι έτσι, κατά τη γνώμη μου, είναι τρομερά δύσκολο να εξασφαλίσεις συμμετοχή συναδέλφων σε απεργιακές κινητοποιήσεις. Δεν έχουμε βρει σαν Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών έναν πιο αποτελεσματικό τρόπο διεκδικήσεων, που να παράξει πραγματικό αποτέλεσμα. Προσωπικά, μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να ενοχοποιώ συναδέλφους μου που δυσκολεύονται να απεργήσουν και να χάσουν ένα μεροκάματο όταν αυτό είναι το ελάχιστο δυνατό μέσα σε έναν ολόκληρο χρόνο ανεργίας. Ηθοποιοί δεν είναι οι δεκαπέντε πρωταγωνιστές που βρέξει - χιονίσει και μ' οποιαδήποτε κυβέρνηση έχουν το θέατρό τους, τις εκπομπές τους σε ιδιωτικά και κρατικά κανάλια και πάρα πολλά χρήματα. Ηθοποιοί είναι πάρα πολλοί άνθρωποι που στηρίζουν αυτές τις δουλειές με πολύ χαμηλά μεροκάματα και τεράστιες αντιξοότητες στη διάρκεια της δουλειάς. Αυτούς η αριστερά θα έπρεπε να τους σέβεται πιο πολύ.
* Ηθοποιός σημαίνει φως;
Νερό, τηλέφωνο, ενοίκια... Πάντα θυμάμαι όταν αποκάλυψα στον πατέρα μου ότι εγκαταλείπω το φροντιστήριο για να γίνω ηθοποιός, την ήρεμη λύπη του κι αυτό που έμελλε να είναι η ζωή μου συμπυκνωμένο σε μια φράση: “Γίνε ό,τι θέλεις. Αλλά είμαστε φτωχοί. Αν δεν μπορέσεις να αποσυνδέσεις τον βιοπορισμό από την τέχνη, ούτε τέχνη θα κάνεις ούτε θα βιοποριστείς”. Σοφία.