Του Νίκου Τζένου* Είναι προφανές ότι οι επιχειρήσεις «σκούπα» και η πρεμούρα του Χρυσοχοΐδη να εμφανίσει (πριν τις εκλογές) σε λειτ...
Του Νίκου Τζένου*
Είναι προφανές ότι οι επιχειρήσεις «σκούπα» και η πρεμούρα του Χρυσοχοΐδη να εμφανίσει (πριν τις εκλογές) σε λειτουργία έστω και ένα κέντρο υποδοχής μεταναστών, είναι μία προσωπική στρατηγική προκειμένου να αντισταθμίσει τις απώλειες που είχε εκ του γεγονότος ότι δεν πρόκαμε (όπως ο ίδιος είπε), να διαβάσει το μνημόνιο.
Έστω και έτσι το θέμα αξίζει να συζητηθεί. Κατ΄ αρχήν, με τη σκούπα μαζεύουμε σκουπίδια, τα οποία ενίοτε μπορούμε να κρύβουμε και κάτω από το χαλί. Οι άνθρωποι δεν είναι σκουπίδια και γενικώς δεν χωράνε κάτω από χαλιά.
Για το τι σημαίνουν αυτές οι επιχειρήσεις και τι αποτελέσματα έχουν, θυμίζω την «σκούπα» του Προκόπη Παυλόπουλου στην περιοχή Αγιάς Πατρών παραμονές εκλογών του 2009. Αποτέλεσμα. Αντί για ένα λιμάνι «μαγνήτη» μεταναστών που είχαμε μέχρι τότε, αποκτήσαμε δύο. Πάτρα και Ηγουμενίτσα.
Για τα κέντρα υποδοχής υπάρχουν υποχρεώσεις της χώρας που απορρέουν από διεθνές συμβάσεις. Όταν ένας αλλοδαπός εμφανιστεί στα σύνορα της χώρας και ζητήσει άσυλο , η χώρα είναι υποχρεωμένη να εξετάσει το αίτημά του. Μέχρις αυτό να εξεταστεί πρέπει να φιλοξενείται σε ένα κέντρο υποδοχής που θα καλύπτει βασικές ανθρώπινες ανάγκες όπως:(στέγαση, διατροφή, ατομική υγιεινή, ιατρική φροντίδα κλπ), αλλά και ανάγκες που προκύπτουν από πολιτισμικές, θρησκευτικές και άλλες ιδιαιτερότητες.
Στην Ελλάδα ποτέ δεν υπήρξε ένα πραγματικό κέντρο υποδοχής. Τα συνοριακά κέντρα φύλαξης είναι αποθήκες, όπου χιλιάδες άνθρωποι, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, στοιβάζονται σα ζώα. Γι’ αυτό το λόγο η χώρα έχει καταδικαστεί δύο φορές από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Με δεδομένη αυτή την εμπειρία ο κάθε περιφερειάρχης , Δήμαρχος ή πολίτης, έχει λόγο να δυσπιστεί για τις παρενέργειες που μπορεί να έχει στον τόπο του ένα κέντρο, όπως αυτά που ξέρει μέχρι τώρα. Απ΄ την άλλη όμως οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι αν το κέντρο της Αθήνας που είναι η «καρδιά» της χώρας καταρρεύσει , συμπαρασύρει και νεκρώνει και την περιφέρεια του κοινωνικού σώματος.
Απόψεις σαν αυτές του Περιφερειάρχη Θεσσαλίας «το πρόβλημα θα λυθεί στον τόπο που υπάρχει», είναι απλά ανόητες. Εν τοιαύτη περιπτώσει, αν π.χ στο Βόλο συμβεί ένας σεισμός, λοιμός, καταποντισμός, το πρόβλημα θα πρέπει να το λύσει ο Δήμαρχος Βόλου ή ο κ. Αγοραστός. Γιατί να συμβάλλω εγώ; Δεν με αφορά.
Κατά τη γνώμη μου αυτό που θα πρέπει να κάνει η αυτοδιοίκηση κάθε βαθμού είναι να απαιτήσει θεσμικά κατοχυρωμένο λόγο ελέγχου, στις προδιαγραφές και τη λειτουργία των κέντρων υποδοχής. Τα κέντρα υποδοχής θα πρέπει να είναι «μία βιώσιμη ανθρώπινη κοινότητα» που πέραν των βασικών ανθρωπίνων αναγκών θα καλύπτει και άλλες όπως, χώροι άθλησης, ψυχαγωγίας, Θρησκευτικής λατρείας, παιδότοποι, δημιουργική απασχόληση, οργάνωση ελεύθερου χρόνου, εκπαιδευτικά προγράμματα κλπ.
Τώρα. Για κάποιον που θα αναρωτηθεί αν υπάρχουν λεφτά για τέτοιες «πολυτέλειες», απαντάω ότι υπάρχουν. Τα δίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Απαντώντας λοιπόν στους φόβους και τις αγωνίες των πολιτών για τις παρενέργειες που μπορεί να έχει ένα τέτοιο κέντρο στην περιοχή του καθενός μας, λέω:
Αν ένας φουκαράς μετανάστης ή πρόσφυγας έχει μια άρτια οργανωμένη ζωή σε ένα τέτοιο κέντρο, γιατί να «βολοδέρνει» άπραγος και δυστυχής δεξιά και αριστερά; Γιατί να εγκληματήσει; Την εγκληματικότητα την γεννούν η απόγνωση και η δυστυχία.
Παρεμπιπτόντως. Πριν τρία χρόνια υπήρξα θύμα δολοφονικής ληστείας στο πακιστανικό Ghetto, στο κέντρο της Αθήνας. Το γεγονός ότι ακόμα υπάρχω και γράφω είναι μάλλον συμπτωματικό. Δεν πήγα καν στην αστυνομία. Τότε κατάλαβα ότι όταν κάποιος ζει «την κόλαση εν ζωή», όταν η δική του ζωή έχει χάσει κάθε αξία, δεν έχει κανένα λόγο να προστατεύσει τη δική μου ζωή.
Τέλος. Σε ότι αφορά την Πάτρα και την Ηγουμενίτσα, υπάρχει ένας υγιής προβληματισμός, για το κατά πόσο οι πόλεις- λιμάνια μαγνήτες, είναι ενδεδειγμένες για τη δημιουργία τέτοιων κέντρων. Αυτός όμως ο προβληματισμός δεν μπορεί να είναι άλλοθι για την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος να αποποιηθεί την δική της ανάλογη και αναγκαία συμβολή στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
*Ο Νίκος Τζένος είναι δικηγόρος, πρώην Δημοτικός Σύμβουλος και Αντιδήμαρχος του Δήμου Καλαβρύτων και μέλος του Πανελλαδικού Συμβουλίου των Οικολόγων Πρασίνων.