Στο βιβλίο «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΩΜΟΠΟΛΕΩΣ ΛΕΙΒΑΡΤΖΙΟΥ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ», του Περικλή Δουδούμη, ή Ντουντούμη, έκδοση 1941, διαβάζουμε στη σελίδ...
Στο βιβλίο «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΩΜΟΠΟΛΕΩΣ ΛΕΙΒΑΡΤΖΙΟΥ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ», του Περικλή Δουδούμη, ή Ντουντούμη, έκδοση 1941, διαβάζουμε στη σελίδα 23:
«Εις σύστασιν των κ. Βλαχογιάννη και Ζαχ. Παπαντωνίου, οφείλομεν προς τον κ. Αναστ. Κουτουμάνον, καθηγητήν του εν Καλάμαις Γυμνασίου το κατωτέρω άσμα το οποίον δημοσιεύομεν, αναφερόμενον εις υπόθεσιν Λειβαρτζινήν, χωρίς να δυνάμεθα να παραθέσωμεν άλλο τι, ει μή ότι ο κ. Κουτουμάνος ήκουσε τούτο αδόμενον εν Ανδριτσαίνη το 1898:
Τέσσερα χρόνια έκαμε η κόρη με του κλέφτες,
κανείς δεν την εγνώρισε πως ήταν κορασίδα!
Μα μια Λαμπρή, μια Κυριακή, επίσημη ημέρα,
βγήκαν οι κλέφτες στο κλαρί να ρίξουν το λιθάρι.
Το ρίχνουν μια, το ρίχνουν δυο, το ρίχνουν τρεις και πέντε.
Αχ και στις εφτά και στις οχτώ όλους τους διαπερνάει.
Μα πάλ’ η κόρη έτρεξε και το λιθάρι αρπάζει.
Στα χέρια της το έσφιξε, μακριά για να το ρίξει
κι από τη φούργια την πολλή κι από το βιάσιμό της,
εσπάσανε οι κόπιτσες πούσφιγγαν το λαιμό της.
Αχ! Κι εφάνηκε το στήθος της, τα κιτρολεϊμονά της.
Οι κλέφτες σαν την είδανε γλυκά την ερωτάνε:
- Πες μας, νεράιδα του βουνού, του Λειβαρτζιού κοπέλα,
ποια μάνα σε εγέννησε και ποιόν έχεις πατέρα;
Γιατί εβγήκες στο κλαρί κι εφόρεσες τ’ αντρίκια;
- Κλέφτες, σαν με ρωτήσατε να σας ειπώ ποια είμαι,
γιατί εβγήκα στο κλαρί κι εφόρεσα αντρίκια.
Ορκίζομαι στην Παναγιά και στον Άγιο Βασίλη,
πως όλα θε να σας τα πω, τίποτα δεν θα κρύψω.
Πατέρα είχα το Γιαννιά και μάνα τη Νταλιάνα.
Σκεντέρ-μπεης με ζήτησε γυναίκα να με πάρει,
να με φορέσει στα χρυσά, τούρκισα για να γίνω.
Κάλλιο να με σουβλίσουνε, τα μάτια μου να βγούνε,
παρά να γίνω τούρκισα, την πίστη μου ν’ αλλάξω!!
Γι αυτό εβγήκα στο κλαρί και φόρεσα αντρίκια
κι επήρα δίπλα τα βουνά και τις κοντοραχούλες,
να βρω κλέφτες αρματωλούς, αδέρφια να τους κάνω,
εκδίκηση να πάρουμε της μάνας μου το φόνο
και τ’ έρημου πατέρα μου τη φοβερή κρεμάλα!!
Τους τούρκους να ξεκάνουμε, τους άπιστους, τους σκύλους,
να δώσουμε ελευθεριά σ’ όλα τα βιλαέτια».
--------------------------
Ο Νίκος Παπακωνσταντόπουλος γεννήθηκε στο Λειβάρτζι του Δήμου Καλαβρύτων και είναι υγειονομικός (Διπλωματούχος Νοσηλευτής).Στο χώρο των γραμμάτων εμφανίστηκε εδώ και αρκετά χρόνια, δημοσιεύοντας αρχικά άρθρα και κείμενά του στον Επαρχιακό – Καλαβρυτινό Τύπο, καθώς και σε διάφορα περιοδικά. Το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Λειβάρτζι σ’ ευχαριστώ!» εξέδωσε το 2002. Δύο χρόνια αργότερα προχώρησε σε μια προσπάθεια μετάφρασης για «Τα Ευαγγέλια της Μεγάλης Πέμπτης και του Μεγάλου Σαββάτου», καθώς και άλλων περικοπών της Μεγάλης Εβδομάδος (περιορισμένος αριθμός αντιτύπων). Ακολούθησε η συλλογή ποιημάτων με τίτλο «Έμμετρα», το 2008, από τις Εκδόσεις «Άπειρος Χώρα». Το 2009 ολοκλήρωσε την ογκώδη έρευνά του με τίτλο «“Καταθέσεις” από την Νοσηλευτική μου διαδρομή». Το 2011 εκδόθηκαν τα βιβλία του «Η Φωτογραφία» και «Όταν η ελπίδα άρχισε ν’ ανατέλλει» («Άπειρος Χώρα»). Αναμένεται να εκδοθεί ακόμα και το σχεδόν ολοκληρωμένο βιβλίο του (μυθιστόρημα), με τίτλο «Αθόρυβοι εργάτες». Παράλληλα, συνεχίζει να δημοσιεύει πολύ συχνά άρθρα, κείμενα και ποιήματα σε εφημερίδες και περιοδικά (έντυπος και ηλεκτρονικός Τύπος). Ακόμα, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι ομιλίες του για διάφορα λογοτεχνικά και κοινωνικά θέματα.Είναι παντρεμένος με την Ελένη Γάλλιου από το Γοργόμυλο Πρέβεζας και έχουν δύο παιδιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.