(Προδημοσίευση λίγων παραγράφων από το υπό έκδοση ομώνυμο βιβλίο – μυθιστόρημα – του γράφοντος. Αναφέρεται στους πολύ δύσκολους αγώνες αγ...
(Προδημοσίευση λίγων παραγράφων από το υπό έκδοση ομώνυμο βιβλίο – μυθιστόρημα – του γράφοντος. Αναφέρεται στους πολύ δύσκολους αγώνες αγράμματων αλλά σοφών γονιών, σε εξαιρετικά δύσκολες συγκυρίες, να σώσουν στα παιδιά τους κατάλληλα πνευματικά εφόδια για τη ζωή).
Τέτοιος ήταν ο Οδυσσέας: Ψύχραιμος και του
άρεσε να διδάσκεται, αλλά και να μιλάει πολύ συχνά με παρόμοιες διδακτικές
ιστορίες. Σε κάθε στιγμή, σε κάθε περίσταση, για κάθε επεισόδιο, είχε και μια
έτοιμη να πει. Κι αν δεν είχε, θα την έφτιαχνε στο μυαλό του εκείνη τη στιγμή!
Ούτε οργιζόταν εύκολα. Μα κι όταν θύμωνε, δεν άφηνε το
θυμό του να ξεσπάσει και να φανεί. Τον κράταγε. Ήταν άνθρωπος που έπιανε την
υπομονή από τα κέρατα και την έκανε καλά. Τη δάμαζε! Φρόντιζε πάντα να μην
απορρίπτει με αγένεια το συνομιλητή του και τον απέναντί του, όσο κι αν δεν
συμφωνούσε μαζί του, όσο αντιπαθής κι αν του γινόταν. “Το να μην αφήνεις τον
όμοιό σου ή τον κατώτερό σου να αισθάνεται κατώτερος, είναι ευγένεια ψυχής και
πολιτισμός”, έλεγε ολοένα. Κάθε φορά όμως που κάποιος είχε σκοπό να τον
ενοχλήσει ή να τον ειρωνευτεί ή ακόμα περισσότερο να αφήσει υπονοούμενα για τη
γυναίκα του, δεν την έβγαζε καθαρή μαζί του. Στην κατάλληλη στιγμή έλεγε και
μια ιστορία, συνήθως από τους μύθους του Αισώπου, που έβαζε τον καθένα στη θέση
του. Ήθελε έτσι να στέλνει το μήνυμα στον άλλον και να μην ξανατολμήσει. Κι
έλεγε πάντα τις ιστορίες του με τέτοιον τρόπο, που από θέση «κατηγορούμενου»,
βρισκόταν σε θέση «κατήγορου»! Από την άμυνα πέρναγε στην επίθεση! Πετύχαινε
έτσι και να διδάξει, αλλά και να γίνει χωρίς να το θέλει αντικείμενο θαυμασμού
και εκτίμησης, απ’ όσους τουλάχιστον ήξεραν να ξεχωρίζουν.
Πόσες φορές τον είχα ακούσει να λέει:
«Έτσι έφτιαξε ο Θεός τον κόσμο. Κανόνισε να
έχει ανάγκη ο ένας τον άλλονε. Κάτι ήξερε!”, έλεγε πολύ συχνά. “Άλλον τον έκανε
πλούσιο, άλλον φτωχό. Άλλον περισσότερο ξύπνιο, άλλον με λιγότερο μυαλό. Άλλον
με πολλά βάσανα και άλλον με λιγότερα. Αν τους έφτιαχνε όλους το ίδιο, δεν θα
μπορούσαν να ζήσουν»!
Δεν έχανε την κάθε ευκαιρία να μιλάει και
στα παιδιά του με τέτοιες διδακτικές ιστορίες, όχι για να τα αντιμετωπίσει,
αλλά για να τα διδάξει. Πιο πολύ, βέβαια, στο Στελάκη, που ήταν μεγαλύτερος και
καταλάβαινε καλύτερα. Τους τόνιζε πάντα τις Αξίες που κράταγε καλά μέσα του και
που σεβόταν και ο ίδιος: Ήθος, ηθική, αξιοπρέπεια, αρχές, θρησκεία, οικογένεια,
πατρίδα. Στις συμβουλές του χρησιμοποιούσε ανθρώπους-πρότυπα, που με τη στάση
τους ξεχώριζαν. Τούς μίλαγε και για άλλους, που δεν κατάφεραν να κάνουν τίποτα
στη ζωή τους και με το που χάθηκαν, κανείς δεν τους ξανάπιασε στο στόμα του,
ούτε για καλό, ούτε για κακό. Τους μίλαγε όμως και για ανθρώπους, που το όνομά
τους ήταν γνωστό μόνο για τον κακό τους χαρακτήρα και που κανείς δεν ήθελε να
έχει νταραβέρι μαζί τους. Ό,τι καταλάβαινε πως θα το βρουν για κακό μπροστά
τους, τους το έλεγε και τους το ξανάλεγε. Και ό,τι νόμιζε πως κάνει ζημιά, τους
το έλεγε κι αυτό για να το αποφεύγουν.
Γράμματα πολλά δεν ήξερε. Μέχρι τη δευτέρα
του δημοτικού είχε πάει κι αυτή δεν την τελείωσε. Μέχρι το Πάσχα πήγε σχολείο
και μετά ο πατέρας του τον έστειλε στο βουνό με τα πρόβατα και το σχολείο και
τα γράμματα, …πάνε. Διάβαζε όμως και του άρεσε πολύ το διάβασμα. Διάβαζε ό,τι
έπεφτε στα χέρια του. Ακόμη και ένα κομμάτι εφημερίδα να εύρισκε στο δρόμο, που
να ήταν δύο και τριών χρονών, θα έσκυβε να το πάρει να δει τι λέει. Το θεωρούσε
λειτουργία το διάβασμα και τα βιβλία τα φύλαγε με ευλάβεια, σαν εικονίσματα! Στα
παιδιά του πάντα έλεγε με λόγια που βγαίνανε μέσα από την ψυχή του:
«Να
διαβάζετε, ό,τι κι αν πέσει στα χέρια σας. Και το χαρτί που το έχετε να
σκουπιστείτε, να το διαβάστε πρώτα και μετά να σκουπιστείτε και να το πετάξετε!
Μπορεί να λέει κάτι που θα σας φανεί χρήσιμο. Ο μεγαλύτερος πλούτος για τον
άνθρωπο, είναι ο νους και η μεγαλύτερη προίκα τα γράμματα».
Συνέχεια τους μίλαγε και για τη θρησκεία
και για την πατρίδα. Για το πώς έφτιαξε ο Θεός τον κόσμο (από τα λίγα που
ήξερε), για το ότι τόσα εκατομμύρια αστέρια στον ουρανό γυρίζουν ασταμάτητα,
χωρίς ποτέ να χτυπάει το ένα το άλλο και άλλα τέτοια. «Όλα αυτά ο Θεός τα έχει
το νου του, όπως έχει και μας τους ανθρώπους, που μας έδωσε το μυαλό να
ξεχωρίζουμε το καλό από το κακό», τους έλεγε. Στην εκκλησία, που πολύ συχνά τα
πήγαινε, ο κόσμος τα καμάρωνε που ήταν περιποιημένα και κάθονταν φρόνιμα, μέχρι
που ο παπάς έλεγε το «δι’ ευχών». Για την πατρίδα τους έλεγε πως «η Ελλάδα μας
είναι η πιο γλυκιά πατρίδα του κόσμου! Πολλοί τη ζήλεψαν, πολλοί ήλθαν να την
κάνουν δική τους, αλλά κανένας δεν μπόρεσε. Όσες λαβωματιές κι αν είχε στο
κορμί της, γιατρεύτηκαν…». Τους μίλαγε ολοένα για Παρθενώνες και Περικλήδες,
για Μαραθώνες και Θερμοπύλες, για Μεσολόγγια, για Καλάβρυτα και Αγίες Λαύρες,
για Ναβαρίνα, για Χάνια της Γραβιάς, για Μανιάκια, για Κολοκοτρώνηδες και
Καραϊσκάκηδες και Ανδρούστους, για 1940 και για «ΟΧΙ», για γυναίκες της Πίνδου,
για Γράμμους, για Βίτσια…
«Μακάρι η γενιά σας να μη
γνωρίσει τέτοιες δυστυχίες, όπως γνώρισε η δικιά μας και άλλες προηγούμενες.
Είναι όμως ο μοίρα της πατρίδας μας τέτοια, που πάντα όλο και κάτι γίνεται και
κάθε γενιά γνωρίζει κι έναν – δυο πολέμους… Oι νεότεροι
πρέπει να μαθαίνουνε πώς έχουνε ζήσει οι παλαιότεροι και αυτά δεν πρέπει ποτέ
να τα ξεχνάμε…», τους έλεγε τελειώνοντας κάθε φορά την κουβέντα του γι αυτά
τα θέματα.
Ήθελε την οικογένειά του μια μικρή
κοινωνία ανησυχιών και οραμάτων. Μικρή κοινωνία, που να ξεχωρίζει για την
παιδεία της. Και ήθελε όλα αυτά να φαίνονται και προς τον έξω κόσμο, έτσι που
να μετατρέπει την περιφρόνηση σε σεβασμό. Ήθελε ακόμα να μην κάνει για τα
παιδιά του τα ίδια λάθη που έκανε ο πατέρας του γι αυτόν. Θα μπορούσε να
στερηθεί τα πάντα, φτάνει να μπορέσουν
να μάθουν λίγα γράμματα και να ξεστραβωθούν. Να μάθουν να βλέπουν και
πέρα από τη μύτη τους.
Ο Νίκος Παπακωνσταντόπουλος γεννήθηκε στο Λειβάρτζι του Δήμου Καλαβρύτων. Πέραν του λειτουργήματός του (Διπλωματούχος Νοσηλευτής) δραστηριοποιείται και στο λογοτεχνικό χώρο, με εκδόσεις βιβλίων και δημοσιεύσεις άρθρων στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο.
Είναι παντρεμένος με την Ελένη Γάλλιου από το Γοργόμυλο Πρέβεζας και έχουν δύο παιδιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.