Ερωτήματα – σκέψεις που απαιτούν διάλογο για σωστές απαντήσεις Ο ιστορικός ερευνητής της Επιχείρησης Καλάβρυτα Δημήτρης Κανελλόπουλος...
Ερωτήματα – σκέψεις
που απαιτούν διάλογο για σωστές απαντήσεις
τα κείμενα και οι φωτογραφίες διέπονται από τη Νομοθεσία περί Πνευματικών Δικαίωμάτων
copyright Ιστορικό Αρχείο Κανελλόπουλου
Φως στα ντοκουμέντα του Ιστορικού Αρχείου του Δημ.Κανελλόπουλου για το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα
-42-
Τα μέτρα των αντιποίνων που εφαρμόστηκαν, από τα χιτλερικά στρατεύματα κατοχής, κατά την διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου σε βάρος του άμαχου πληθυσμού, έχουν αποτελέσει αφορμή για να διατυπωθούν ποικίλα σχόλια, απόψεις και συμπεράσματα. Διακεκριμένοι ερευνητές, ιστορικοί και μελετητές του πολύπλοκου αυτού κυρίως νομικού θέματος βρίσκονται πάντοτε μπροστά σε ένα τραγικό δίλημμα: Δηλαδή ποιος μπορεί να ισχυριστεί οτιδήποτε αυθεντικά, για το πελώριο αυτό θέμα, ποιος μπορεί να μιλήσει ξεκάθαρα για λογαριασμό της πραγματικής έννοιας του Διεθνούς Δικαίου και της άπεφθης αλήθειας ;
1.
Οι Διεθνείς συμβάσεις που διέπουν τους πολέμους αγνοήθηκαν πάντοτε από τους κατακτητές στο σημείο αυτό, με
επιχειρήματα στηριζόμενα σ’ αυτές τις διεθνείς συμβάσεις. Σχεδόν πάντοτε οι
κατακτητές αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν στο λαό μιας κατακτημένης χώρας την
ιδιότητα του εμπολέμου και όταν ακόμα ο μαχόμενος αυτός λαός διέθετε τα
γνωρίσματα που προβλέπουν οι περί πολέμου συμφωνίες της Χάγης και της Γενεύης.
Ούτε οι Γάλλοι αναγνώρισαν την
ιδιότητα του εμπολέμου στους αντάρτικους
στρατούς της Αλγερίας, πολύ δε περισσότερο οι Γερμανοί στους αντάρτικους στρατιωτικούς σχηματισμούς του Τίτο, στις
Ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ στην Ελλάδα ή στα πολεμικά
τμήματα των Μακί στην Γαλλία, κατά τη διάρκεια της χιτλερικής κατοχής στις
χώρες της Ευρώπης. Αλλά εκείνο που προκάλεσε την φρίκη, κατά την Χιτλερική
κατοχή στην Ευρώπη, δεν ήταν τόσο η μη αναγνώριση του εμπολέμου στην Αντίσταση
αλλά η αγριότητα των αντιποίνων που
εφαρμόστηκαν από τους Ναζί σε βάρος του άμαχου και αθώου πληθυσμού. Η
καταστροφή πόλεων ή χωριών, η δολοφονία
ακόμη και παιδιών, η εκτέλεση ομήρων, αλλά κυρίως η κατ’ εξοχή χιτλερική αντίληψη περί ομαδικής ευθύνης, της
ευθύνης δηλαδή των ανευθύνων για την δράση ομάδων η ατόμων της Αντίστασης.
Με άλλοθι, λοιπόν, την ομαδική ευθύνη η Χιτλερική Βέρμαχτ πραγματοποίησε σειρά
ψυχρών εγκλημάτων σε βάρος του άμαχου πληθυσμού, τερατουργήματα που φαίνονται
απίστευτα στην σημερινή γενιά.
Η όλη, άλλωστε, παρουσία του Γ' Ράιχ στην κατεχόμενη Ευρώπη
με την εν ψυχρώ εξόντωση έξι εκατομμυρίων Εβραίων, μεταξύ των οποίων και εξήντα
χιλιάδων Ελλήνων υπηκόων, ήταν ανάλογη. Οκτώ
στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία (το Νουενγκάμμε, το Μπέργκεν-Μπέλσεν, το
Ράβενσμπρυκ, το Ζαχσενχάουζεν, το Μπούχεβαλντ, το Γκρος-Ρόζεν, το
Φλόσσενμπρουγκ και το Νταχάου), άλλα τόσα στην Πολωνία (το Άουσβιτς, το
Μπιρκενάου, η Τρεμπλίνκα, το Μαιντάνεκ, το Μπέλτζετς, το Σούττχωφ, το Τσέλμνο
και το Σόμπιμπορ) και από ένα στην Τσεχοσλοβακία, την Αυστρία, την Ολλανδία και
τη Γαλλία και οι Σταυροί του παντοτινού πόνου και ντροπής στα Καλάβρυτα, το Δίστομο,
το Κομμένο, το Δοξάτο, την Κάνδανο και σε άλλα μαρτυρικά μέρη, στην Ελλάδα,
είναι κραυγαλέα φαινόμενα βίας και αιώνια στίγματα στην ανθρώπινη ιστορία.
2. Το
Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων
Οι φιλοσοφικές αυτές σκέψεις είναι επίκαιρες και σήμερα με
αφορμή τα πενήντα χρόνια από ένα πραγματικά απαίσιο γεγονός που σημάδεψε την
ιστορία του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Η
13η Δεκεμβρίου 1943, το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων.
Δεκέμβριος 1943:
Τότε η ραδιοφωνία του Γ’ Ράιχ είχε μεταδώσει σε ολόκληρη τη Γερμανία, σε
ολόκληρη την ανθρωπότητα, τι είχε συμβεί στα Καλάβρυτα, στη μικρή αυτή ιστορική
πόλη στην Πελοπόννησο, τι είχε συμβεί στην μακρινή Ελλάδα: «...Στις 13 Δεκεμβρίου (1943) τα Καλάβρυτα πυρπολήθηκαν. Όλοι οι άνδρες
και οι νεαροί της πόλης στήθηκαν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα της 117ης
Jager Division της Βέρμαχτ και με το βάρος της ομαδικής ευθύνης πλήρωσαν με τη
ζωή τους την εξόντωση από αντιστασιακές ομάδες του ΕΛΑΣ ογδόντα τριών
αιχμαλώτων της μονάδας 5/749 Jager Regiment του Αυστριακού λοχαγού Σόμπερ αφού
προηγουμένως τέσσαρες γερμανοί στρατιώτες έπεσαν στο πεδίο της μάχης (Μάχη
Ρωγών – Κερπινής 16-17.10.1943). Σε αντίποινα τα χωριά Ρωγοί, Κερπινή, Σταθμός
Κερπινής, Άνω Ζαχλωρού, Κάτω Ζαχλωρού, Μοναστήρια Ομπλού, Μεγάλου Σπηλαίου, και
Αγίας Λαύρας, Αγία Κυριακή, Αυλές, Βυσσωκά, Φτέρη, Πλατανιώτισσα, Πυργάκι,
Βάλτσα, Μελίσσια, Λαπαναγοί, Μάζι, Μαζέικα, Παγκράτι, Μορόχωβα, Δερβένι,
Βάλτος, Πλανητέρου, Καλύβια κατεστράφησαν, τα Καλάβρυτα ισοπεδώθηκαν και εξακόσιοι
ενενήντα έξι (696) Έλληνες εκτελέσθηκαν...».
Δεκέμβριος 2012:
Ένας Γερμανός ρεπόρτερ της γερμανικής ραδιοφωνίας WDR ζήτησε από ένα κάτοικο
των Καλαβρύτων να του απαντήσει αν υπάρχουν στα Καλάβρυτα αυτόπτες μάρτυρες οι
οποίοι να έζησαν τα γεγονότα της
Επιχείρησης Καλάβρυτα – Unternehmen Kalawrita. Ο ώριμος σήμερα άνδρας από τα Καλάβρυτα, νήπιο τότε τριών
χρονών, απάντησε στο Γερμανό ρεπόρτερ: […]
Όταν λέω ότι είμαι τα Καλάβρυτα και ότι ο πατέρας μου και τα δυο μου αδέλφια
δολοφονήθηκαν από την Βέρμαχτ, κανένας στο εξωτερικό και πολλοί στην Ελλάδα δεν
γνώριζαν το περιστατικό αυτό. Αλήθεια, συνέχισε ο ώριμος Καλαβρυτινός, δεν
γνωρίζετε ότι δολοφονήθηκαν από το Γ’ Ράιχ οκτακόσιοι περίπου άνδρες και μερικά
παιδιά στα Καλάβρυτα; Και ο μελαγχολικός Καλαβρυτινός άρχισε να μονολογεί
και να εκστομεί πελώρια γιατί και να
συνθέτει αμείλικτα ιστορικά ερωτήματα
που προκάλεσαν την μεγάλη Σφαγή στα Καλάβρυτα. Γιατί άραγε έγινε η Επιχείρηση Καλάβρυτα; Γιατί δολοφονήθηκαν τόσοι αθώοι; Ποιοι, πώς, με ποιους τρόπους, με τη στάση τους, με τις ενέργειες ή
παραλείψεις τους σφράγισαν τα δραματικά αυτά γεγονότα σε ολόκληρη την επαρχία
Καλαβρύτων που οδήγησαν στην 13η
Δεκεμβρίου 1943, στην πιο μαύρη μέρα της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα;
3. Η Σύμβαση της Χάγης
– Ανθρώπινα Δικαιώματα
Η συμπλήρωση πενήντα χρόνων από την Τραγωδία των Καλαβρύτων
ξαναφέρνει στην επικαιρότητα, για μια ακόμη φορά, δύο καίρια ερωτήματα 30:
Πρώτον:
Δικαιούνται οι αντάρτες να κτυπούν
μέλη των στρατευμάτων κατοχής όταν ξέρουν πως αθώοι συμπατριώτες τους θα
πληρώσουν για το πλήγμα; Δικαιούνται να
κρύβονται στην ανωνυμία και στην ασφάλεια πίσω από ανύποπτους πολίτες; Στο
ερώτημα αυτό είναι λογική η απάντηση ότι δεν υπάρχει καμιά παραδεκτή υποχρέωση
οποιουδήποτε υποδουλωμένου Λαού ότι οι πολίτες του πρέπει να παίρνουν την
έγκριση του κατακτητή για να διεκδικήσουν την ελευθερία τους, αγωνιζόμενοι με
κάθε τρόπο για την εξασφάλιση του πλέον υψηλού αυτού ανθρώπινου ιδεώδους.
Δεύτερον: Έχουν
το δικαίωμα οι αρχές κατοχής να
τιμωρούν ασχέτους, με το φόνο των στρατιωτών τους, ανθρώπους; Έχουν το δικαίωμα
να προβαίνουν σε αντίποινα και μάλιστα σε ομαδικές, άνευ δίκης, εκτελέσεις;
Μπορεί να ισχύσει ως δικαιολογία, έστω, πράξεως «αντιποίνων» η άγρια ομαδική εκτέλεση αθώων ασχέτων
ανθρώπων από τον άμαχο πληθυσμό και μεταξύ αυτών, μάλιστα, αθώων παιδιών, ακόμη
δε και ιερέων;
Το θέμα είναι πολύπλευρο. Και ως
ένα ορισμένο μόνο σημείο, διέπεται από κανόνες, που έγιναν διεθνώς αποδεκτοί
όπως, οι συμβάσεις της Χάγης του 1899 και 1907. Θα μπορούσε, όμως, με αντικειμενικότητα,
μακριά από προκαταλήψεις και πάθη, που δεν δικαιολογούνται, άλλωστε, σε μια
ψύχραιμη ορθολογική ανάλυση, μετά από πενήντα (50) ολόκληρα χρόνια από τότε που
έλαβε χώρα το τραγικό Ολοκαύτωμα, να σταθμισθούν, επιτέλους, ορισμένα πρώτα
ιστορικά συμπεράσματα και να στοιχειοθετηθούν σοβαρά, από τους κ.κ. Συνέδρους
του Διεθνούς Συμποσίου για την Επιχείρηση Καλάβρυτα. Η κατάληψη εχθρικού
εδάφους από εμπόλεμο – Occupatio Bellica
– αναγνωρίζεται νομικά από το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο. Τα στρατεύματα κατοχής υπεισέρχονται
στα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του τέως κυριάρχου κράτους, που ηττήθη. Οι
κατακτητές, συνεπώς, έχουν το δικαίωμα, κατά το Διεθνές Δίκαιο, να λαμβάνουν
όλα τα μέτρα προς τήρηση της τάξεως, «τόσον προς το συμφέρον του ειρηνικού
πληθυσμού, όσο και προς το συμφέρον του στρατού κατοχής», όπως ρητώς παρατηρούν
οι συγγραφείς. Το δικαίωμα, όμως, αυτό,
έρχεται σε άμεση σύγκρουση προς ένα άλλο ηθικό δικαίωμα, αυτονόητο, που δεν χρειάζεται
κανείς διεθνής νόμος να το θεμελιώσει, αλλά και κανείς νόμος δεν μπορεί να το
καταλύσει: την ελευθερία και την εξουσία του λαού μιας καταληφθείσης χώρας να
πάρει τα όπλα, για την ανεξαρτησία της πατρώας γης. Και εδώ το χάσμα γίνεται
ακόμη πιο αγεφύρωτο. Οι πατριώτες, που αναλαμβάνουν τον αγώνα εναντίον του
ξένου κατακτητή δεν μπορεί να τηρούν, παρά σπάνια, τους νόμους που διέπουν,
κατά το διεθνές δίκαιο, τον πόλεμο μεταξύ συγκροτημένων στρατών. Μαχόμενοι στις
πόλεις, δεν μπορεί να ντύνονται στολές, ούτε σταθερά διακριτικά σημεία, ορατά
εξ αποστάσεως, όπως προβλέπουν, κατηγορηματικά, οι συμβάσεις της Χάγης, για
τους μαχίμους. Ούτε βέβαια να φέρουν τα όπλα τους φανερά. Είναι υποχρεωμένοι,
από τη φύση του αγώνος, να οργανώνουν ενέδρες, να κτυπούν εκ των όπισθεν, να μη
κινούνται σαν στρατιώτες τακτικού στρατού.
Κινούμενοι όμως, πάλι, κατ’ αυτόν
τον τρόπο, δίνουν το νομικό δικαίωμα στο στρατό κατοχής να τους αντιμετωπίζει
σαν αντάρτες και όχι κανονικούς μαχίμους, να μην εφαρμόζει έναντί τους τις
υποχρεώσεις που έχουν καθιερωθεί για τη συμπεριφορά προς τους αιχμαλώτους
πολέμου. Και να προβάλλει, επιπλέον, το επιχείρημα ότι μπορεί να στραφεί χωρίς
περιορισμούς και κατά του περιβάλλοντος πληθυσμού (παρ’ όλον ότι εναντίον
ειρηνικού πληθυσμού δεν επιτρέπεται πράξη πολέμου), αφού ο πληθυσμός αυτός,
κατά τεκμήριο, δρα, ως σύνολο, εναντίον του στρατού κατοχής, μέσω
απροσδιορίστων προσώπων, που μάχονται εκτός των νόμων του πολέμου και καταφανώς
τα καλύπτει. Εδώ ανήκει το θέμα των
αντιποίνων προς τους πολίτες, για πράξεις βίας ή φόνους, που διέπραξαν άλλοι
άγνωστοι ομοεθνείς τους, εναντίον των στρατευμάτων κατοχής. Αντίποινα, κατ’
αρχήν, επιτρέπονται μόνο από κράτος προς κράτος. Αλλά, παράλληλα, υπάρχουν
συμφωνίες, που επιτρέπουν την τιμωρία ακόμη και στρατιωτικών αιχμαλώτων, που
παραβίασαν τους νόμους του πολέμου. Πολύ περισσότερο, – υποστηρίζεται από
πολλούς – είναι θεμιτή η τιμωρία, από τις αρχές κατοχής, εκείνων που δρουν κατά
παράβασιν των νόμων του πολέμου, και κατ’ επέκτασιν, εκείνων που τους
περιθάλπουν, ή τους υποθάλπουν. Βέβαια, οι γενικοί κανόνες του ανθρωπισμού,
που, πάντοτε, παντού, πρέπει να πρυτανεύουν και να συμπληρώνουν κάθε υπάρχον
κενό δικαίου αποκλείουν το φόνο ανθρώπων που, πιθανότατα, είναι αθώοι, για
πράξεις που άλλοι διέπραξαν. Αλλά, από την άλλη πλευρά, αυτοί που εκπροσωπούν
την άποψη των στρατών κατοχής υποστηρίζουν πως η στοιχειώδης αυτοσυντήρηση
επιβάλλει σκληρά μέτρα αμύνης. Γιατί, τι θα γινόταν αν έμεναν ατιμώρητες οι εκ
των όπισθεν φονικές επιθέσεις εναντίον στρατιωτικών; ο στρατός θα διελύετο
χωρίς αντίσταση, και κάτι τέτοιο είναι φυσικά, αδύνατο και αδιανόητο.
Ας προστεθεί, στο σημείο αυτό, πως
ο κανονισμός της Χάγης του 1907 στο άρθρο 2 καθορίζει, ότι ο πληθυσμός χώρας
που ξεσηκώνεται αυθόρμητα, για να αποκρούσει τον προσεγγίζοντα εχθρό, έστω και
αν δεν έχει, λόγω ελλείψεως χρόνου, στρατιωτικά οργανωθεί, θεωρείται εμπόλεμος
και, συνεπώς, εφ’ όσον και ο ίδιος σέβεται τους κανόνες του πολέμου πρέπει να
τυγχάνει του ιδίου σεβασμού ως, ουσιαστικά, μάχιμος. Αλλά τα μικρά κράτη δεν
θέλησαν τότε να επιτρέψουν τη λύση με διεθνή συμφωνία και τους συναφούς
ζητήματος, τι θα ισχύσει στην περίπτωση που δεν πρόκειται να αποκρουσθούν
εισβάλλοντα στρατεύματα, αλλά στρατεύματα που έχουν, ήδη, καταλάβει τη χώρα. Κι
αυτό για να μη αναγκασθούν να παραιτηθούν ενδεχομένως από το δικαίωμα του λεγόμενου
«πάνδημου συναγερμού» της ελεύθερης, δηλαδή, κι αδέσμευτης από τύπους λαϊκής
εξεγέρσεως, κατά του κατακτητού, στα κατειλημμένα εδάφη. Υπό τις συνθήκες όμως
αυτές, όπως παρατηρούν έγκριτοι νομομαθείς του διεθνούς Δικαίου, δεν υπάρχει
θετικός κανόνας, που να εξασφαλίζει στον πληθυσμό εδαφών που έχουν καταληφθεί,
χειρισμό από πλευράς στρατού κατοχής, σύμφωνο με τους νόμους και τα έθιμα του
πολέμου, σε περίπτωση επιθέσεων κατά του εισβολέως. Το δίλημμα που προκύπτει
από όλα αυτά, είναι αληθινά τραγικό. Και για τον μελετητή: Τι να δεχθεί; Πως
δεν έχουν δικαίωμα να ξεσηκωθούν, με όλα τα μέσα και όλους τους τρόπους,
θεμιτούς και αθέμιτους, οι πολίτες εναντίον των εισβολέων; Πως οι εισβολείς
έχουν δικαίωμα να συγκρατήσουν την τάξη, απαντώντας με αθέμιτα στα αθέμιτα μέσα
και να προστατεύσουν πάση θυσία εαυτούς; Ή τι, τέλος πάντων; Ίσως, θα μπορούσε
το πρόβλημα να βρει τη λύση του, με βάση το διδασκόμενο, από μερικούς,
διαχωρισμό των πολέμων σε δίκαιους και άδικους. Ο αδίκως επιτιθέμενος, τότε, δε
θα μπορούσε, οπωσδήποτε, να προβάλει το επιχείρημα πως έχει δικαίωμα να
αμύνεται εναντίον των πράξεων εκείνων που αδίκησε. Ποιος, όμως, θ’ αποφάσιζε,
για το χαρακτηρισμό ενός πολέμου σαν δικαίου ή άδικου; Υπάρχει σ’ αυτά τα
διεθνή ζητήματα δικαστής αμερόληπτος και, ιδίως, σεβαστός, που να μπορεί να
επιβάλει τη σωστή έκβαση στο αδιέξοδο; Τα πράγματα απέδειξαν πως σ’ αυτό το
σημείο απέτυχε ακόμη και ο πανίσχυρος, αρχικά, Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, που
τόσες, εν τούτοις, ελπίδες στηρίχθηκαν στην ίδρυσή του. Και καταλήγουμε έτσι σ’
ένα διάλληλο, φαύλο κύκλο: Οι πατριώτες έχουν δίκαιο να κτυπούν. Αλλά και ο
στρατός κατοχής δικαιούται να αμυνθεί. Κανείς δεν ξέρει, άλλωστε, ποιος,
τελικά, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, έχει δίκαιο, τι θα αποφανθεί η
απροκατάληπτη μελλοντική κρίση, για τη σύγκρουση δύο δικαιωμάτων.
4. Κρίσεις - Συμπεράσματα
1. Η εκτέλεση ομήρων αποτελεί κλασσική παράβαση του δικαίου του πολέμου και
ρητά είχε απαγορευτεί από τη Σύμβαση της Χάγης του 1907, που
κωδικοποίησε τις αρχές, «...που οφείλει να σέβεται ο κατακτητής στις
περιοχές κατοχής του απέναντι στον άοπλο πληθυσμό...». Το επιχείρημα, που
πρόβαλαν οι υπεύθυνοι, που διέταξαν τις εκτελέσεις ήταν ο παραδειγματισμός του
πληθυσμού. Ο Χίτλερ είχε διατάξει εξολόθρευση των ανταρτοκρατούμενων
περιοχών στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία. Οι διαταγές του δεν
εφαρμόστηκαν. Η επανάληψη εκ μέρους του της διαταγής να εξοντωθούν με όλα τα
μέσα οι παρτιζάνοι ήταν όπως και οι άλλες για “εξολόθρευση των
περιοχών" ψευδαισθήσεις. Το αντάρτικο ήταν τέτοια ισχυρή
πραγματικότητα, που δεν εξοντωνόταν με διαταγές του έξαλλου δικτάτορα της βίας.
2. Οι Διεθνείς συμβάσεις που διέπουν τους πολέμους αγνοήθηκαν πάντοτε
από τους κατακτητές. Σχεδόν πάντοτε οι κατακτητές αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν στο
λαό μιας κατακτημένης χώρας την ιδιότητα του εμπολέμου και όταν ακόμα ο μαχόμενος
αυτός λαός διέθετε τα γνωρίσματα που προβλέπουν οι περί πολέμου συμφωνίες της
Χάγης και της Γενεύης. Ούτε σι Γάλλοι ανεγνώρισαν την ιδιότητα του
εμπολέμου στους αντάρτικους στρατούς της Αλγερίας, πολύ δε
περισσότερο οι Γερμανοί στους αντάρτικους στρατιωτικούς σχηματισμούς
του Τίτο, στις Ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις ή στα πολεμικά τμήματα των
Μακί στη Γαλλία, κατά τη διάρκεια της χιτλερικής κατοχής στις χώρες της
Ευρώπης.
3. Τα αντίποινα των Ναζί στην κατεχόμενη Ευρώπη φέρουν τη σφραγίδα του Χίτλερ
και τη φιλοσοφία του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος της «Μεγάλης Γερμανίας»
που είχε το προνόμιο να φιλοξενεί την «Άρεια Φυλή». Η φιλοσοφία των
λεγομένων αντιποίνων αναλύθηκε και καθορίστηκε επακριβώς την 1η
Δεκεμβρίου 1942 με την συμμετοχή των Adolf Hitler, Wilhelm Keitel και Alfred Jold, ύστερα από προετοιμασία που είχε κάνει ο πρώτος
τη τάξη του Γ’ Ράιχ Χίμλερ. Σύμφωνα με τον Χίτλερ ο στρατός δικαιούται
να χρησιμοποιήσει στον αγώνα αυτό χωρίς περιορισμό κάθε μέσο και εναντίον
γυναικών και παιδιών, αρκεί να εξασφαλίζεται με αυτόν η επιτυχία. Δισταγμοί
οιασδήποτε φύσεως αποτελούν έγκλημα εις βάρος του γερμανικού λαού και εναντίον
του στρατιώτη στο μέτωπο, ο οποίος είναι το θύμα των συμμοριακών επιθέσεων και
δεν είναι δυνατόν να έχει καμία κατανόηση οιασδήποτε φειδούς απέναντι των
συμμοριτών και των συνεργατών...». Φωτιά λοιπόν παντού χωρίς διάκριση για να
επιτύχει ο «μεγάλος αγών» για μια «νέα τάξη πραγμάτων». Η φωτιά μπήκε, κάηκαν χιλιάδες αθώοι, χωριά, κωμοπόλεις, υψώθηκαν εκατόμβες αθώων
θυμάτων στα Καλάβρυτα, στο Δίστομο, στο Δοξάτο, στην Καισαριανή, στο Κομμένο,
στο Λίντισε, στο Οραντούρ. Όλα θυσία στο «βαθύτερο νόημα της φιλοσοφίας των
αντιποίνων» όπως το συνέλαβε και το υλοποίησε ο... μεγάλος Φύρερ
4. Η γερμανική άποψη είναι ότι η τραχύτητα, κατά τη διεξαγωγή του
ανταρτοπολέμου, δικαιολογείται σαν έκτακτο μέτρο αμύνης απέναντι σ’ έναν
αιφνιδιασμό των ανταρτών «μη κωδικοποιημένου». Ο Rendoulic επικαλείται, το διεθνή κανονισμό της Χάγης για
τη διεξαγωγή του κατά ξηράν πολέμου τις οποίες και αναπτύσσει με σχετικό
σχολιασμό ως εξής: «[...] 1. Κατά το πολεμικόν δίκαιον επιτρέπεται η αντίστασις
του πληθυσμού μιας χώρας ή τμημάτων ταύτης εναντίον εχθρικών στρατευμάτων, πριν
η χώρα καταληφθή υπό των στρατευμάτων του εχθρού, όχι όμως μετά την
τετελεσμένην κατάληψιν. Δια τον δεύτερον παγκόσμιον πόλεμον είναι όμως γεγονός,
ότι άπαντα τα εδάφη επί των οποίων εδημιουργήθη αντιστασιακόν κίνημα, ήσαν ήδη
πράγματι κατειλημμένα υπό των γερμανικών στρατευμάτων και ότι είχε παρέλθει ως
επί το πλείστον σημαντικόν χρονικόν διάστημα, και μάλιστα έτη, πριν αναπτυχθή
ανταρτική δραστηριότης. Ήδη δια τους λόγους αυτούς ήτο ο αγών των ανταρτών μη
νόμιμος κατά το διεθνές δίκαιον. 2. Περαιτέρω είναι γεγονός, ότι τινές των
κατεχομένων χωρών, ως η Γιουγκοσλαβία, η Ελλάς και η Γαλλία, είχον υπογράψει
μίαν νόμιμον συνθηκολόγησιν βάσει της οποίας διέλυσαν τους στρατούς των και
παρητήθησαν μιας περαιτέρω αντιστάσεως. Κατά το δίκαιον του πολέμου η υπογραφείσα
συνθηκολόγησις είναι δεσμευτική δια παν μέλος του συνθηκολογήσαντος λαού, και
αποτελεί παράβασιν του πολεμικού δικαίου, εάν μέρος τι του λαού θα εδήλου, ότι
δεν αναγνωρίζει την συνθηκολόγησιν. Τούτο αποτελεί μίαν περαιτέρω αιτίαν δια
την μη νομιμότητα από της απόψεως του διεθνούς δικαίου του ανταρτοπολέμου εις
τας τρεις ανωτέρω μνημονευθείσας χώρας».
5. Ειδικότερα στην
περίπτωση της Ελλάδας, υπήρχαν και υπάρχουν πάντοτε, οι άγραφοι νόμοι σύμφωνα
με τους οποίους η ελεύθερη ηθική συνείδηση του ανθρώπου τους θέτει υπεράνω των
γραπτών κειμένων της εξουσίας. Ο πρώτος στέφανος δάφνης για τυραννοκτόνους
πλέχθηκε στην Ελλάδα. Το ξηρό εκείνο λατινικό Jus resistentiae
δημιούργησε στον τόπο αυτό τις
δραματικές συγκρούσεις μιας νέας τέχνης, του ωραιοτέρου ανθρωπίνου πνεύματος,
δημιούργησε την αρχαία ελληνική τραγωδία. Χωρίς το δικαίωμα της αντίστασης
κατά του κατακτητή και ευ ανάγκη και κατά του εσωτερικού εχθρού δεν θα υπήρχε
ούτε Αναγέννηση, ούτε Γαλλική Επανάσταση, ούτε Δημοκρατία. Αλλά για να υπάρξουν
όλα αυτά και για να εξακολουθεί ο άνθρωπος να χαίρεται την ελευθερία του και
την ομορφιά της θα πρέπει οι κανονισμοί που επικαλείται ο Ρέντουλιτς να
καταστρέφονται από τη λάμψη των κεραυνών.
6. Εκείνο που προκάλεσε την φρίκη, κατά της Χιτλερικής κατοχής στην Ευρώπη,
δεν ήταν τόσο η μη αναγνώριση του εμπολέμου στην Αντίσταση αλλά η αγριότητα
των αντιποίνων που εφαρμόστηκαν από τους Ναζί σε βάρος του άμαχου και αθώου
πληθυσμού. Η καταστροφή πόλεων ή χωριών, η δολοφονία ακόμη και παιδιών, η
εκτέλεση ομήρων, αλλά κυρίως η κατ’ εξοχή χιτλερική αντίληψη περί ομαδικής
ευθύνης, της ευθύνης δηλαδή των ανευθύνων για την δράση ομάδων ή ατόμων της
Αντίστασης. Με άλλοθι, την ομαδική ευθύνη η Χιτλερική Βέρμαχτ πραγματοποίησε σειρά ψυχρών
εγκλημάτων σε βάρος του άμαχου πληθυσμού, τερατουργήματα που φαίνονται
απίστευτα στη σημερινή γενιά.
7. [...] Δεν ήταν οι ναζί εκτελεστές του άμαχου πληθυσμού άνδρες των SS ή μέλη του ναζιστικού κόμματος, αλλά απλοί συνηθισμένοι
Γερμανοί πολίτες από όλες τις κοινωνικές τάξεις, οι άνδρες που
χρησιμοποίησαν τη βία και δολοφόνησαν αθώους πολίτες... Από προσωπική επιθυμία
και φθόνο αφαίρεσαν ανθρώπινες ζωές και όχι επειδή τους είχε επιβληθεί, όταν
μάλιστα ήταν ενήμεροι ότι μπορούσαν να αρνηθούν την δολοφονία χωρίς να υποστούν
τιμωρία. Ούτε επειδή εκτελούσαν διαταγές, μήτε βέβαια εξαιτίας κάποιας
κοινωνικής, ψυχολογικής ή άλλης ισάξιας πιέσεως, η για κάποιους λόγους συναφείς
με την αμφιλεγόμενη έννοια της κοινοτυπίας και του κακού. Η πράξη της
εκτέλεσης ήταν αποτέλεσμα ενός στέρεου, βαθιά ριζομένου αντισημιτισμού που τους
διακατείχε και τους έκανε να θεωρούν τους αντιπάλους «δαιμόνιο εχθρό», ο
εξαφανισμός του οποίου ήταν όχι μόνο αναγκαίος αλλά και ορθός. «Είναι λάθος» –ισχυρίζεται
ο Goldhagen– «να χρησιμοποιούμε για τους συμμετέχοντες στις
μαζικές εκκαθαρίσεις ετικέτες, όπως Ναζί ή άνδρες των SS. Ο σωστός προσδιορισμός
είναι "Γερμανοί". Απλοί
πολίτες εκτελούσαν εν ονόματι της Γερμανίας και του αρχηγού της Αδόλφου Χίτλερ
υπό την εποπτεία πολλών και ποικίλων φορέων πέραν των SS. Το μίσος ήταν εδραιωμένο στη συνείδηση των Γερμανών και το έδαφος ήδη
πρόσφορο, χωρίς εστίες αντίδρασης, όταν ανέρχεται ο ναζισμός και εφαρμόζει την
επιχείρηση εξόντωσης των αντιπάλων – μια καθαρά γερμανική επιχείρηση... Καίτοι
μέλη άλλων εθνικών ομάδων βοήθησαν στη σφαγή, ο σχεδιασμός ήταν καθαρά
γερμανική επιχείρηση». «Εάν οι Γερμανοί δεν είχαν βρει Ευρωπαίους συνενόχους –κυρίως
στην Ανατολική Ευρώπη– το Ολοκαύτωμα μπορεί να είχε διαφορετική έκβαση. Όμως,
οι αποφάσεις, ο σχεδιασμός, οι οργανωτικοί πόροι και η πλειοψηφία της
συμμετοχής ήταν έργο γερμανικό. Αν δεν υπήρχαν οι Γερμανοί δεν θα υπήρχε το
Ολοκαύτωμα... Εκατομμύρια Γερμανοί ήξεραν για τις σφαγές οι οποίες γίνονταν με
γενική συναίνεση, απόρροια της επί δεκαετίες ριζωμένης αντίληψης για την
υπεροχή της Άρειας Φυλής. Ως πειθαρχημένος λαός προχώρησαν στην εκτέλεση όταν
πλέον ο Χίτλερ την ενέταξε στο πρόγραμμά του, εξασφαλίζοντας την απαιτούμενη
οργανωτική υποδομή. Η εφαρμογή του προγράμματος εξόντωσης στα στρατόπεδα
συγκέντρωσης κατά τη ναζιστική περίοδο παρουσιάζεται διεξοδικά σε κάθε στάδιο
και αποκαλύπτει το αποκορύφωμα της προμελετημένης εκτέλεσης των Ολοκαυτωμάτων
πέρα από κάθε εμπειρική, συμβατική ανάλυση δεδομένων.
8. Η κατάληψη εχθρικού εδάφους από εμπόλεμο –Occupatio Bellicci– αναγνωρίζεται νομικά από το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο. Τα στρατεύματα κατοχής
υπεισέρχονται στα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του τέως κυριάρχου κράτους, που
ηττήθη. Οι κατακτητές, συνεπώς, έχουν το δικαίωμα, κατά το Διεθνές Δίκαιο, να
λαμβάνουν όλα τα μέτρα προς τήρηση της τάξεως, «τόσον προς το συμφέρον του
ειρηνικού πληθυσμού, όσο και προς το συμφέρον του στρατού κατοχής», όπως
ρητώς παρατηρούν οι συγγραφείς. Το δικαίωμα, όμως, αυτό έρχεται, σε άμεση
σύγκρουση προς ένα άλλο ηθικό δικαίωμα, αυτονόητο, που δεν χρειάζεται κανείς να
το καταλύσει: την ελευθερία και την εξουσία του λαού μιας καταληφθείσης χώρας
να πάρει τα όπλα, για την ανεξαρτησία της πατρώας γης. Το χάσμα γίνεται
ακόμη πιο αγεφύρωτο. Οι πατριώτες, που αναλαμβάνουν τον αγώνα εναντίον του
ξένου κατακτητή δεν μπορεί να τηρούν, παρά σπάνια, τους νόμους που διέπουν,
κατά το διεθνές δίκαιο, τον πόλεμο μεταξύ συγκροτημένων στρατών. Μαχόμενοι στις
πόλεις, δεν μπορεί να ντύνονται στολές, ούτε σταθερά διακριτικά σημεία, ορατά
εξ αποστάσεως, όπως προβλέπουν, κατηγορηματικά, οι συμβάσεις της Χάγης, για
τους μάχιμους. Ούτε βέβαια να φέρουν τα όπλα τους φανερά. Είναι υποχρεωμένοι
από τη φύση του αγώνα, να οργανώνουν ενέδρες, να κτυπούν εκ των όπισθεν, να μην
κινούνται σαν στρατιώτες τακτικού στρατού.
9. Ο Γερμανικός στρατός κατοχής γνώρισε από «πρώτο χέρι» την αποφασιστική και αδάμαστη θέληση του ελληνικού
λαού να «...μην υποταχθεί στην
αυθαιρεσία και την βάρβαρη αυταρχικότητα των Γερμανών. Οι Γερμανοί ποτέ δεν
συγχώρησαν στους Έλληνες για τη ζημιά που τους προξένησε η ηρωική αντίσταση
απέναντι στον κατακτητή. Αυτό το γεγονός, κατά κύριο λόγο, ήταν το βασικότερο αίτιο
της σκληρής και μέχρι αγριότητας εκδικητικής συμπεριφοράς τους απέναντι του
Ελληνικού πληθυσμού». Προκειμένου να γίνει πλήρως κατανοητή η «νοοτροπία» των Γερμανών και η «απάνθρωπη διαγωγή της Βέρμαχτ»
απέναντι στους άμαχους κατοίκους της χώρας, μεταφέρουμε μερικές χαρακτηριστικές
φράσεις Γερμανού Στρατηγού: «Σεις οι Έλληνες, έλεγε, μας έχετε προξενήσει
μεγάλην ζημίαν. Δι’ ημάς τους στρατιωτικούς, το γεγονός ότι δεν κατωρθώσαμεν να
καταλάβωμεν την Μόσχαν και να φθάσωμεν εις τον Καύκασον εις τα προκαθορισμένα
χρονικά όρια εκ μόνου του λόγου ότι ένα ασήμαντου μικρόν Κράτος ηθέλησε ν’
αντισταθή εις την θέλησίν μας και να επιβραδύνη απροσδόκητα τα στρατηγικά μας
σχέδια. Η ιδέα ότι το ιστορικόν τούτο
έγκλημα(!) διεπράχθη από σας και παρέμεινεν ατιμώρητον μας είναι αληθινά
ανυπόφορος. Υπάρχουν μερικά πράγματα τα οποία ένας σκληρός λαός δεν έχει το
δικαίωμα να κάμη απέναντι της Ιστορίας, όταν ένα μεγάλο Έθνος, που έχει κληθή
από την πρόνοιαν να ρυθμίση τας τύχας της ανθρωπότητος, βαδίζει εις την
πραγματοποιήσιν των πεπρωμένων αυτών. Τόσον από ιστορικής απόψεως, όσον και από
της απόψεως του παγκοσμίου πολιτισμού σεις οι Έλληνες εχάσατε δια παντός το
δικαίωμα της υπάρξεως. Δυστυχώς όμως η νοσηρά συμπάθεια (;) την οποίαν ο Φύρερ
μας τρέφει προς την Ελλάδα και η οποία οφείλεται εις την ανάμνησιν που διατηρεί
προς την αρχαίαν σας ιστορίαν δεν μας επιτρέπει να εκτελέσωμεν τας αποφάσεις
της Ιστορίας έναντι του Ελληνικού λαού (!!).
10. Δεδομένου ότι οι αδικοπραξίες (ανθρωποκτονίες που συνιστούν ταυτόχρονα και
εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας) αφορούσαν συγκεκριμένα άτομα περιορισμένου
σχετικά αριθμού και κατοίκους ορισμένου τόπου, τα οποία δεν είχαν καμία
απολύτως σχέση με την ανταρτική ομάδα που προκάλεσε, στα πλαίσια της
αντιστασιακής της δράσης, τη θανάτωση των μετεχόντων σε επιχείρηση
κατατρομοκράτησης του πληθυσμού μεταμφιεσμένων γερμανών στρατιωτών, ότι οι εν
λόγω ειδεχθείς ανθρωποκτονίες, οι οποίες, κατ’ αντικειμενική κρίση, δεν ήσαν σε
καμία περίπτωση αναγκαίες για τη διατήρηση της στρατιωτικής κατοχής ή την
καταστολή της αντιστασιακής δράσης, τελέστηκαν στο έδαφος του κράτους του forum, από όργανα του Γερμανικού Γ' Ράιχ, κατά κατάχρηση της κυριαρχικής τους
εξουσίας και ότι τα όργανα αυτά του αναιρεσείοντος ήταν παρόντα κατά το χρόνο
των αδικημάτων τούτων, οι σχετικές αξιώσεις αποζημίωσης και χρηματικής
ικανοποίησης υπάγονταν στη διεθνή δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της ουσίας που
δίκασε, ως εξαιρούμενες από το προνόμιο της ετεροδικίας, σύμφωνα με τον κανόνα
του διεθνούς εθιμικού δικαίου που κατά τα ανωτέρω έχει διαμορφωθεί».
11. Με βάση τις αναφορές στα ημερολόγια του αρχηγού των SS, τα οποία κατά τον ακαδημαϊκό Ούβε
Λόχαλμ είναι αυθεντικά, αποδεικνύεται ότι «...ο Χίτλερ ήταν ο αρχιτέκτονας του σχεδιασμού των Ολοκαυτωμάτων και ο Χίμλερ ο
εκτελεστής...». Το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα δεν ήταν ένα συνηθισμένο τοπικό γεγονός αντιποίνων
κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα, ήταν ένα προσχεδιασμένο στρατιωτικό γεγονός
που εξετέλεσε με σχολαστικότητα η ναζιστική Βέρμαχτ, ήταν ένα σκοτεινό πολιτικό
έγκλημα, το οποίο εντάσσεται στους αριστοτεχνικούς σχεδιασμούς του Χίτλερ και
του Χίμλερ.
12. Ο εθνικοσοσιαλισμός, που τυχαίνει να είναι και ο φυσικός
αυτουργός της Καλαβρυτινής τραγωδίας, δεν έκρυβε την περιφρόνησή του για
τον άνθρωπο και για τον λαό. Όλο το πολιτειακό του σύστημα, που στηριζόταν στην
άρνηση της λαϊκής κυριαρχίας και στην κατάλυση των ατομικών δικαιωμάτων,
στηριζόταν, κατά βάθος, στην αντίληψη ότι δεν είναι ο άνθρωπος σαν άνθρωπος που
έχει αξία αλλά η αξία βρίσκεται σε κάποια ομάδα εκλεκτών που άρχουν πάνω στο
λαό και στους άλλους ανθρώπους προπάντων με εκλεκτό των εκλεκτών, τον ηγέτη,
τον Φύρερ. Με τον Φύρερ στην κορυφή άρχιζε μια αυστηρή ιεράρχηση των ανθρώπων:
σε κάθε χαμηλότερο σκαλί της ιεραρχίας αναγνωρίζονταν ολοένα και λιγότερες ανθρώπινες
ιδιότητες ώσπου εφθάναμε στους ανθρώπους που για τον χιτλερισμό δεν θεωρούνταν
πια άνθρωποι αλλά υπάρξεις ανθρωπόμορφες, που μπορούσαν αδίστακτα να
εκμηδενιστούν κατά εκατομμύρια σαν ένα κοπάδι ζώων, σαν έντομα – οι Εβραίοι.
Όταν σ’ αυτό το σημείο μπορεί να φτάσει η έλλειψη σεβασμού για τον κάθε
άνθρωπο, πώς μπορείς να αξιώσεις μεταχείριση ανθρώπινη για τον εχθρό που σε
ενοχλεί – αυτός ή κάποιος συμπατριώτης τους; Τα αντίποινα σαν εκδήλωση
περιφρονήσεως προς του άνθρωπο βρίσκονται μέσα στη λογική του κάθε
ολοκληρωτικού συστήματος.
13. Ποιος φταίει για την ομαδική θανάτωση των Καλαβρυτινών; Φταίνε, βέβαια...
οι πολεμιστές του ΕΛΑΣ που τσάκισαν κάπου στην επαρχία τους Γερμανούς φονιάδες
και πλιατσικολόγους... Φταίει ο ΕΛΑΣ για την κακουργία των Γερμανών στα
Καλάβρυτα επειδή εξόντωσε μια μονάδα του γερμανικού στρατού στην περιοχή.
Φταίει το ελληνικό έθνος, που μαχόταν υπέρ βωμών και εστιών για τα κτηνώδη
αντίποινα των δειλών του Γ’ Ράιχ που ρίχνονταν πάνω στους άμαχους όταν δεν
μπορούσαν να καταπνίξουν την παράφορη και μέχρι θανάτου αντίσταση ενός
ολόκληρου λαού. «Λογικό» και
αυτονόητο το συμπέρασμα για τους κληρονόμους των γερμανοντυμένων, των γερμανοτσολιάδων,
των γερμανοράλληδων, των καταδοτών, των κουκουλοφόρων και των κάθε λογής
αποβρασμάτων της κατοχής: αν δεν χτυπούσαν τους Γερμανούς οι Κρητικοί αντάρτες
δεν θα χανόταν η Κάνδανος. Αν δεν χτυπούσαν τους Γερμανούς οι αντάρτες του
Μωριά στην Αχαΐα δεν θα πνίγονταν στο αίμα τα Καλάβρυτα. Αν δεν υπήρχε
αντίσταση, αν δεν υπήρχε αντάρτικο, αν δεν υπήρχε ΕΛΑΣ «ευτυχία» θα επικρατούσε στην Ελλάδα του 1941-1944! «Γη και ύδωρ» στον εχθρό.
Συνεργασία με τον τύραννο «ησυχία και τάξις». Δουλεία για να ταΐζουμε τα
γερμανοϊταλικά στρατεύματα. Ύστερα όλοι στο χακί στη γραμμή στο Ανατολικό
Μέτωπο για να κατακτήσει τον κόσμο ο φασισμός και να γίνει η γη στρατόπεδο των
λαών...
Όταν, κάποτε, οι Σαμνίτες κατατρόπωσαν τους Ρωμαίους, τους
υποχρέωσαν να συρθούν στην περιοχή του Καυδίου, γονατίζοντας, κάτω από δίκρανα,
για να τους δείξουν πόσο ήσαν, παρ’ όλη την αλαζονεία και τη δύναμή τους,
υποτελείς, στην ακαταγώνιστη αναγκαιότητα της μοίρας. Μπορούν όμως αυτά να
συμβαίνουν στην εποχή μας;
Μήπως είμεθα ακόμη αιχμάλωτοι των καυδιανών δικράνων της ακατάληπτης,
συχνά, ιστορικής αιτιότητας; Αυτοί, που, σήμερα, κατακτούν και αυτοί, που,
χθες, κατακτήθηκαν, για να κατακτήσουν αργότερα, οι ίδιοι, στους ατέλειωτους
πολέμους, που συνεχίζουν δυστυχώς και σήμερα ακόμη να υπάρχουν στην γεμάτη αίμα
και δάκρυα ιστορία της ανθρωπότητας, όπως τώρα γύρω από το Σεράγεβο και τη Βοσνία
και Ερζεγοβίνη, την Γεωργία και τη Σομαλία, κ.λπ.
Μήπως δεν έγινε ακόμη κατανοητό ότι, η μοίρα του κόσμου
είναι προδιαγεγραμμένη, αν στην εύθραυστη ισορροπία του δεν επικρατήσει η
λογική και η συμπάθεια του ανθρώπου για τον άνθρωπο; Αν δεν επικρατήσει ο
ορθολογισμός, κυρίως στους υποτιθέμενους ισχυρούς λόγω αριθμού και υλικού
πλούτου; Και είναι, πράγματι, ο αριθμός και ο υλικός πλούτος η ισχύς και η
ανωτερότητα; Αν δεν επικρατήσει η μόνη ουσιαστική ιδέα του οφειλόμενου σεβασμού
σε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη σαν μοναδικής και ανεπανάληπτης; Αν δεν επικρατήσει η
σκέψη ότι η μοίρα ανθρώπων και λαών είναι κοινή και το μόνο που δικαιολογεί την
ύπαρξη και το πέρασμά τους από τη γη είναι βίωση της αρετής με οποιαδήποτε
μορφή της;
Το Ολοκαύτωμα των
Καλαβρύτων μέσ’ απ’ τη βάσανο των γεγονότων και της γνώσης, μέσ’ απ’ τη βάσανο
της αλήθειας και του θετικού ή αρνητικού παραδειγματισμού, σ’ αυτό έχει το
χρέος να συμβάλλει. Από όσα μέχρι σήμερα έχουν εκτεθεί, δικαιολογείται
επαρκέστερα ο υπότιτλος της Έρευνας «Επιχείρηση Καλάβρυτα - Untemehmen
Kalawrita: Επιχείρηση Αντιποίνων ή ένα σκοτεινό Πολιτικό Έγκλημα»;
Ζητούμε την πολύτιμη γνώμη των αναγνωστών μας.
Δημήτρης Γ.
Κανελλόπουλος
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ..............................
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.