HIDE

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

HIDE_BLOG

Breaking News

latest

Αρχείο Ολοκαυτώματος - ΤΑ ΜΑΖΙΚΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ

-70- ΤΑ ΜΑΖΙΚΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ  ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ     Η ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΟΜΑΔΙΚΗ ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ...

-70-

ΤΑ ΜΑΖΙΚΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ 
ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ


  


Η ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΟΜΑΔΙΚΗ ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ

Μια παράλειψη των Γερμανών απέναντι στους Έλληνες [του Έρχαρντ Ρονντχόλτς]
Παραγωγή της εκπομπής στο WDR (Ραδιόφωνο Δ. Γερμανίας) για το NDR (Ραδιόφωνο Βόρειας Γερμανίας). Αμβούργο, 9 Δεκεμβρίου 1981/20.00-21.00 ώρα. Κεντρικό τμήμα για πολιτική / Βόλφγκανγκ Ρήγκερ.
1.    Ομιλητής (συγγραφέας Rondholz)
2.    Ομιλητής (αφηγητής)
3.    Ομιλητής (Πολεμικά Ημερολόγια, στρατηγός, εισαγγελία κ.λπ.)
4.    Ομιλητής (Παραθέσεις αποσπασμάτων σχετικά με το θέμα / ταξιδιωτικοί οδηγοί, λεξικά· γυναικείος)
5.    Ομιλητής (παλιός αντάρτης)
6.    Ομιλητής (νεαρή γυναίκα από τα Καλάβρυτα)
7.    Ομιλητής (νεαρός άντρας από τα Καλάβρυτα)
Βοηθός σκηνοθεσίας: Helmut Holtmann
Σκηνοθεσία: Klaus Wirbitzky

Rondhols: Από την αναφορά δράσης της 117ης μεραρχίας καταδρομών: […] 5.12.1943. Έναρξη της επιχείρησης Καλάβρυτα με την εντολή: α) Εξολόθρευση των δηλωμένων συμμοριών, β) έρευνα στα χωριά για κομμουνιστές, όπλα, εξοπλισμό και προπαγανδιστικό υλικό κλπ., γ) επιχείρηση αναζήτησης για τα μέλη του 5ου λόχου του 749ου συντάγματος καταδρομών που είχαν αιχμαλωτιστεί στις 8.10.43 κοντά στους Ρωγούς. 8.12.1943. Η μάχιμη ομάδα Gnass (Γκνας) με ισχυρές μονάδες από τα Μαζέικα καταλαμβάνει αιφνιδιαστικά το Μάζι, για να απελευθερώσει τους 78 γερμανούς αιχμάλωτους. Εκτός από μερικούς που δραπέτευσαν, οι αιχμάλωτοι εκτελέστηκαν στις 7.12 στα βουνά βορειοανατολικά από το Μάζι. Σάν άμεσα μέτρα αντιποίνων διατάχτηκε η εκτέλεση των άντρων και το κάψιμο των χωριών. Τα μέτρα αντιποίνων εκτελέστηκαν στους Pωγούς και την Κερπινή από τη μάχιμη ομάδα Ebersberger (Έμπερσμπέργκερ). 10.12.1943. Ο διοικητής της μεραρχίας διατάζει εκκαθάριση των καταληφθέντων περιοχών και υποχώρηση των στρατευμάτων εκτελώντας αυστηρά μέτρα αντιποίνων καθώς επίσης απέλαση των ζώων για να περιοριστούν οι δυνατότητες ζωής των ανταρτών στις κατεχόμενες από τις συμμορίες περιοχές. 13.12.1943. Τα Καλάβρυτα καταστρέφονται ολοσχερώς σαν καταφύγιο των συμμοριών και σημείο συγκεντρώσεως για γερμανούς αιχμάλωτους. 14.12.1943. Σαν μέτρα αντιποίνων καταστρέφονται Κλαπατσούνα, Βισσωκά, το μοναστήρι του Μεγάλου Σπηλαίου και το μοναστήρι της Αγίας Λαύρας. Τα Μαζέικα καίγονται. 15.12.1943 Επιχείρηση Καλάβρυτα. Με το κάψιμο των Μαζέικων, όπου κρατήθηκαν οι 78 γερμανοί αιχμάλωτοι για τέσσερις βδομάδες χωρίς να ειδοποιήσουν οι κάτοικοι μια γερμανική υπηρεσία, κλείνει η επιχείρηση.
4ος ομιλητής: ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ. Χωριό με πάνω από 2000 κατοίκους σε υψόμετρο 701 μέτρα στους πρόποδες του βουνού Βελιά, γνωστά από τον καταρράκτη του, την καλοκαιρινή δροσιά και το ευχάριστο κλίμα τους. Τα Καλάβρυτα είναι τα αρχαία Κύναιθα, αρκαδικός αποικισμός που κείτεται δυο σταδία από τις πηγές του ποταμού Αλυσσού (σύμφωνα με την παράδοση με θεραπευτική δύναμη κατά της λύσσας). Οι κάτοικοι αυτού του οικισμού ήταν γνωστοί για την τάση τους για ανεξαρτησία, για τους σκληρούς τους τρόπους και την άρνησή τους σε κάθε είδους λατρευτικά έθιμα. Η πόλη καταστράφηκε το 220 από τους Αιτωλούς και οδηγήθηκε σε νέα ακμή από τον Ανδριανό. Κατάλοιπα της αρχαία νεκρόπολης βρέθηκαν στο σημείο που λέγεται Σαλμενά. Το Μεσαίωνα, τα Καλάβρυτα κυριαρχήθηκαν από τους Φράγκους, τα επιβλητικά ανάκτορα που έκτισαν αυτοί (πολύ κατεστραμμένα) ανυψώνονταν πάνω σ’ έναν απότομο βράχο σε υψόμετρο 1190 μέτρων, μια ώρα βορειοανατολικά από την πόλη.
2ος Ομιλητής: Αυτά είναι όλα, που πληροφορείται σήμερα ο φιλομαθής τουρίστας από έναν κυρίως χρησιμοποιούμενο ταξιδιωτικό οδηγό της Ελλάδας για την ιστορία της κωμόπολης των Καλαβρύτων στα βόρεια της Πελοποννήσου. Για τα γεγονότα του 1943: τίποτα, σαν να έχει ο γερμανός τουρίστας δικαίωμα να μην ενοχληθεί στην άδειά του με ένα σκοτεινό κεφάλαιο της δικιάς του ιστορίας. Η γαλλική έκδοση του αναφερόμενου ταξιδιωτικού οδηγία «Guide Bleu» ονομάζονται τα Καλάβρυτα «μαρτυρική πόλη της Αντίστασης» και στον «Guide Bleu» διαβάζει κανείς για το μοναστήρι της Αγίας Λαύρας που καταστράφηκε κατά την επιχείρηση Καλάβρυτα: κάηκε το 1943 από τους Γερμανούς. Κι αυτό λείπει από τη γερμανική έκδοση. H κατάπνιξη του γεγονότος άφησε τα ίχνη της, όπως στον εικοσάτομο Brockhaus (εγκυκλοπαίδεια), έκδοση του 1966. Εκεί αναζήτησα το λήμμα Καλάβρυτα: KalauKalauerKalauriaKalb. Καλάβρυτα; Πουθενά. Παλιότερες εκδόσεις της εγκυκλοπαίδειας του Brockhaus είχαν αφιερώσει στην περιοχή λεπτομερέστερα άρθρα. Αφηγούνται για τη σημασία των Καλαβρύτων στο Μεσαίωνα που μαρτυρεί το φραγκικό κάστρο.Για την κατάκτηοη των Καλαβρύτων από το Μωάμεθ Β' το 1460. Για τον Αρχιεπίσκοπο Γερμανό των Πατρών που στις 25 Μαρτίου 1821 ανύψωσε στα Καλάβρυτα το λάβαρο της επανάστασης κατά των Τούρκων. Η εγκυκλοπαίδεια του Brockhaus σήμερα: τίποτα πια για τα Καλάβρυτα. Ούτε μια γραμμή. Λες και τα στρατεύματα της 117ης μεραρχίας καταδρομών είχαν εξαλείψει από το γεωγραφικό χάρτη και την ιστορία αυτό τον τόπο. Όμως τα Καλάβρυτα ζουν. Αυτή η εκπομπή αναφέρεται στο πώς ισοπεδώθηκαν τα Καλάβρυτα το 1943, το πώς ξαναστήθηκαν, το πώς ζουν σήμερα, στην τραγική τους ιστορία και το δύσκολο παρόν τους και στο δάμασμα της ιστορίας τους από τους Γερμανούς.



Η πυρπολημένη Αγία Λαύρα και τα Καλάβρυτα
Rondhols: Στα Καλάβρυτα ήμουν την τελευταία φορά στις 15 Αυγούστου του 1981. Όποιος δεν γνωρίζει την ιστορία του τόπου και ποιος τουρίστας την ξέρει, όποιος δεν κατέχει τη γλώσσα της χώρας και πόσοι τουρίστες κάθονται να τη μάθουν, ξαναφεύγει συνήθως χωρίς να πάρει άλλες εντυπώσεις από αυτές: μια φιλόξενη και το καλοκαίρι ζωντανή κωμόπολη όπως τόσες άλλες ελληνικές κωμοπόλεις, μ’ ευχάριστο ψυχρό κλίμα, μεσογειακό ορεινό τοπίο ολοτρόγυρα, όπου μπορεί να κάνει κανείς θαυμάσιες εκδρομές. Λίγα θυμίζουν την εξολοθρευτική επιχείρηση του 1943. Ποιος προσέχει το μαυρισμένο ρολόι του καμπαναριού που δείχνει πάντα την ίδια ώρα· ποιος ξέρει τι σημαίνουν καμιά δεκαριά ή δωδεκαριά χαλάσματα στο χωριό; ο τεράστιος σταυρός σ’ ένα λόφο έξω από το χωριό; Οι πιο πολλοί αλλοδαποί τουρίστες ούτε καν ρωτάνε· ακόμα δεν ρωτάνε γιατί οι περισσότεροι σταυροί στο νεκροταφείο φέρουν την ίδια ημερομηνία: 13 Δεκεμβρίου 1943. Και ποιος πάει στο νεκροταφείο; Οι Γερμανοί, που καταλύουν σ’ ένα από τα λίγα ξενοδοχεία που αναγέρθηκαν πάλι, δεν ενοχλούνται από το προσωπικό με την τρομερή ιστορία – από ευγένεια.
Στις 15 Αυγούστου γιορτάζουν τα Καλάβρυτα: Είναι η Κοίμηση της Θεοτόκου, η σημαντικότερη εκκλησιαστική γιορτή σ’ αυτό τον τόπο. Τα παιδιά παίζουν, οι νέοι άνθρωποι χορεύουν. Οι ταβέρνες έχουν πολλή δουλειά. Όμως η εύθυμη ζωή απατά, το ξέρω από μια επίσκεψη την άνοιξη. Τότε βλέπει κανείς εδώ πολύ λίγους νέους ανθρώπους. Οι γέροι αποτελούν την εικόνα, κυρίως οι ηλικιωμένες γυναίκες, όλες στα μαύρα. Ο Δεκαπενταύγουστος είναι μεγάλη γιορτή και έρχονται από παντού, οι άλλοτε Καλαβρυτινοί – από την Αθήνα, από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία. Όμως δεν έρχονται μόνο για να γιορτάσουν. Έρχονται για να επισκεφτούν και τους νεκρούς τους, στο νεκροταφείο με εκείνες τις πολλές ταφόπετρες με την ίδια πάντα επιγραφή: 13.12.1943 – δολοφονηθείς από τους Γερμανούς.
2ος ομιλητής: Καλοκαίρι του 1943. Η Ελλάδα βρίσκεται υπό Κατοχή των γερμανικών, ιταλικών και βουλγαρικών στρατευμάτων. Στην Αθήνα κυβερνά μια δοσίλογη κυβέρνηση. Μερικές χιλιάδες Έλληνες υπηρετούν στα λεγόμενα «Τάγματα Ασφαλείας» που είχαν συγκροτηθεί από αυτή την κυβέρνηση και που βοηθούν τα στρατεύματα κατοχής στην καταπολέμιση του αντιστασιακού κινήματος. Την εποχή αυτή η αντίσταση έχει πάνω από ένα εκατομμύριο μέλη, ο αριθμός των ενεργών αγωνιστών του στρατιωτικού τμήματος της Αντίστασης, του ΕΛΑΣ, ανέρχεται σε δεκάδες χιλιάδες. Έχουν κάτω από την κυριαρχία τους μεγάλα τμήματα της Ελλάδας και κάνουν τη ζωή των στρατευμάτων κατοχής όλο και πιο δύσκολη. Δεσμεύουν πολλές μεραρχίες που λείπουν στον Χίτλερ κυρίως στο Ανατολικό Μέτωπο· ο αριθμός τους αυξάνεται ακόμα πιο πολύ μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας. Στη Βέρμαχτ οι αντάρτες λέγονται «συμμορίες» ή «συμμορίτες». Η «καταπολέμηση των συμμοριών» είναι η κυρία δραστηριότητα των στρατοπεδευμένων στην Ελλάδα γερμανικών στρατευμάτων – επίσης και στην Πελοπόννησο. Εδώ μερικά αποσπάσματα από μια μυστική έκθεση για την κατάσταση:
3ος ομιλητής: Επιτελείο του 68ου Σώματος Στρατού. Μυστική υπόθεση επιτελείου. 1.8.1943. Πολιτική Κατάσταση. Η πολιτική κατάσταση πρέπει να χαρακτηριστεί εξαιρετικά σοβαρή. Οι δικές μας υποχωρήσεις στην Αφρική, η επιτυχής επίθεση του εχθρού στη Σικελία κυρίως όμως η απειλούμενη κατάρρευση της Ιταλίας καθώς επίσης η διαρκής έντονη προπαγάνδα του αντίπαλου έχουν οδηγήσει τον ελληνικό λαό στην πεποίθηση της νίκης των συμμάχων. Τα δυο χρόνια της ιταλικής κατοχής με τη συνδεμένη μ’ αυτή εκμετάλλευση της χώρας, καθώς και τα πάθη της πρώτης πείνας του χειμώνα 1941-42 και τα διαρκή αντίποινα, οδήγησαν το λαό σε μια κατάσταση από την οποία ελπίζουν να λυτρωθούν με μια σύντομη απόβαση. Η ελπίδα αυτή θρέφεται από τους συμμορίτες που γίνονται όλο και πιο ισχυροί και θρασείς και τους οποίους ο ελληνικός λαός δε θεωρεί εγκληματίες αλλά πατριώτες ήρωές του. Ο λαός ζει από τη μια πλευρά εξαιτίας των δυνάμεων κατοχής μόνο επιβαρύνσεις. Φόρους, μέτρα βίας και ούτε το παραμικρό όφελος. Από την άλλη πλευρά όμως μια διαρκή βοήθεια από τους συμμορίτες με πλούσια χρηματικά μέσα, όπλα, εξοπλισμό και τρόφιμα από τον εχθρό. Μια δραστική και διαρκή καθησύχαση του ελληνικού χώρου δεν μπορεί να επιτευχθεί πια ακόμα κι αν τα μέτρα είναι σκληρά και δραστικά. Κατάσταση των συμμοριτών: Η Πελοπόννησος είναι καθοδόν να γίνει πεδίο μάχης με τους συμμορίτες, όπως και στην Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα. Ο αριθμός, οπλισμός, εξοπλισμός και η οργάνωση των συμμοριτών έχει αυξηθεί και βελτιωθεί σημαντικά. Η αγγλική προπαγάνδα ξέρει να παρουσιάζει επιδέξια τις συμμορίες σαν εθνικά ελεύθερα στρατιωτικά σώματα και να τις συνδέει ταυτόχρονα με παραδόσεις και αναμνήσεις του ελληνικού αγώνα απελευθέρωσης κατά των Τούρκων. Η σχέση ανάμεσα στο λαό και τους συμμορίτες δεν είναι ενιαία. Γενικά διαπιστώνεται ωστόσο πως ο λαός παίρνει ιδεολογικά όλο και πιο πολύ το μέρος των συμμοριτών και τους υποστηρίξει μυστικά.
2ος ομιλητής: Ότι αυξανόμενη συρροή του πληθυσμού στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, EAΜ, έχει σχέση με ταξικά ζητήματα, φανερώνει μια άλλη μυστική έκθεση του Δεκεμβρίου του ιδίου έτους: Πολλαπλά μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι η μπολσεβίκικη προπαγάνδα φέρει και στον πληθυσμό της υπαίθρου τέτοιους καρπούς ώστε να μη μπορεί να γίνει πια λόγος για βίαιη προσχώρηση του πληθυσμού στους αντάρτες. Ο εύπορος πληθυσμός της Πελοποννήσου υποφέρει τώρα κυρίως κάτω από την κυριαρχία των ανταρτών. Από αυτόν εισπράττονται τα χρήματα με τον εκβιασμό της απειλής μεγίστης εκδίκησης. Για το λόγο αυτό ο εύπορος και εν μέρει σκεπτόμενος πληθυσμός επιζητεί ισχυρό στήριγμα στη γερμανική Βέρμαχτ και δείχνει πρόθυμος να καταπολεμήσει τον κομμουνισμό κάτω από την προστασία των Γερμανών.
Rordhols. Και τούτο μου αφηγήθηκε ο άλλοτε αντάρτης Ανδρέας Παπανδρέου το περασμένο καλοκαίρι στα Καλάβρυτα για την «κατάσταση των συμμοριτών» το Φθινόπωρο του 1943:
5ος ομιλητής (Παπανδρέου): Σε μας άρχισαν με το αντάρτικο το Μάη του 1943. Στην κορυφή βρισκόταν ένας ανώτερος αξιωματικός της αεροπορίας, ο σμήναρχος Μίχος. Αυτό είχε μια μεγάλη επιρροή στον ξεσηκωμό στην Αχαΐα. Για το λόγο αυτό το κίνημά μας ήταν ισχυρότερο από άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, ακριβώς γιατί ο πρώτος αντάρτης ήταν αξιωματικός και μάλιστα μεγάλου βαθμού, ένας άντρας που ήταν γνωστός για το ηθικό του. Έτσι εδώ απλώθηκε το αντάρτικο κίνημα πολύ γρήγορα.  Μέσα σε δυο μόνο μήνες είχαμε στην περιοχή των Καλαβρύτων μια αντάρτικη στρατιωτική δύναμη 250 αντρών. Αυτή την εποχή η περιφέρειά μας είναι πλήρως απελευθερωμένη. Πουθενά στη χώρα δεν υπάρχουν βάσεις των δυνάμεων κατοχής, μόνο οι κεντρικοί δρόμοι βρίσκονται υπό τον έλεγχο των κατακτητών.
2ος ομιλητής: Στα μέσα Οκτωβρίου στέλνεται στην περιοχή το πρώτο ανιχνευτικό σώμα, ο λόχος Schober (Σόμπερ), για να διαλευκάνει, έτσι ήταν η εντολή, την «κατάσταση των συμμοριτών» και τη στάση του πληθυσμού. Μια επιχείρηση ενός άνευ προηγουμένου στρατιωτικού ερασιτεχνισμού, είναι της γνώμης ο άλλοτε αντάρτης Χρήστος Φερλελής, του οποίου η μονάδα αιχμαλώτισε αργότερα το λόχο Schober.
5ος ομιλητής (Παπανδρέου): Οι Γερμανοί έκαναν ένα μεγάλο λάθος. Θα πρέπει να υποτίμησαν πάρα πολύ την αγωνιστική δύναμη των ανταρτών, για να στείλουν ένα λόχο με 80 μόνο άντρες 30 χιλιόμετρο μακριά σε μια περιοχή που την έλεγχαν μόνο οι αντάρτες. Αυτό ήταν λίγο τολμηρό κι εμείς το εκμεταλλευτήκαμε. Τους περικυκλώσαμε. Δεν θέλαμε μόνο να τους διώξουμε, αλλά θέλαμε να τους εξολοθρεύσουμε ή να τους αιχμαλωτίσουμε, πράγμα και που κατορθώσαμε. Ο λοχαγός Schober αυτοκτόνησε και οι υπόλοιποι παραδόθηκαν τελικά. Πήραμε μαζί μας τους αιχμάλωτους και τους τραυματίες. Έναν τραυματία αφήσαμε στην Κερπινή, τους άλλους μεταφέραμε στα Καλάβρυτα. Τους μεταχειριστήκαμε καλά και ξέρω ακόμα, πως είχα ένα πακέτο τσιγάρα παρόλο που δεν κάπνιζα και τους τα έδωσα να καπνίσουν. Δεν σκοπεύαμε να τους κάνουμε τίποτα. Τους πήραμε μόνο τα όπλα και τους μεταφέραμε στα Καλάβρυτα. Εκεί τους παρέλαβε η οργάνωση.
2ος ομιλητής: Και μετά οι αντάρτες επιχείρησαν να ανταλλάξουν τους αντάρτες με δικούς τους ανθρώπους που βρίσκονταν στα χέρια των ανταρτών. Ότι απότυχαν οι διαπραγματεύσεις που διακανονίστηκαν από κάποιο μητροπολίτη, οφείλεται, όπως αναφέρουν Έλληνες μάρτυρες στο ότι η γερμανική πλευρά έδειξε πρόθυμη μόνο για την ανταλλαγή οποιωνδήποτε ομήρων σε σχέση έναν προς ένα, όμως οι αντάρτες επέμεναν στην απελευθέρωση συγκεκριμένων αντρών των οποίων τα ονόματα είχαν αναγγείλει στο Επιτελείο. Στα διασωθέντα πολεμικά ημερολόγια δεν γίνεται λόγος για διαπραγματεύσεις ανταλλαγής, ίσως γιατί δεν υπήρχε στην πραγματικότητα καμιά σοβαρή πρόθεση για ανταλλαγή, επρόκειτο μάλλον για προσποιητές διαπραγματεύσεις με σκοπό να κερδίσουν χρόνο. Σίγουρο παντός είναι ότι οι αντάρτες εκτέλεσαν τους αιχμαλώτους όταν άρχισαν να πλησιάζουν ισχυρές γερμανικές δυνάμεις.
5ος ομιλητής: Στα Καλάβρυτα φροντίσαμε και περιποιηθήκαμε τους αιχμάλωτους σαν τους δικούς μας ανθρώπους. Μιλώ για κείνη την εποχή που ο απελευθερωτικός στρατός ΕΛΑΣ έπαιρνε τα τρόφιμά του ακόμα από τα χωριά, δηλαδή όταν περνούσαμε από τα χωριά διαμοιραζόμαστε στα σπίτια. Τα χωριά φρόντιζαν για τη συντήρηση των ανταρτών εθελοντικά. Μια οργανωμένη λογιστική δεν είχαμε ακόμα, αυτό οργανώθηκε αργότερα. Έτσι άλλοτε είχαμε για φαγητό κι άλλοτε όχι. Συχνά πεινούσαμε, όμως όλο τον καιρό μοιραζόμαστε με τους αιχμάλωτους, ό,τι είχαμε. Πιστεύαμε μάλιστα ότι θα είχαμε ένα καλό τέλος με τις διαπραγματεύσεις για την ανταλλαγή. Η εκτέλεση των αιχμαλώτων έγινε τελικά κάτω από την πίεση της εκκαθαριστικής επιχείρησης. Όταν πλησίασαν οι Γερμανοί υπήρχε κίνδυνος να περικυκλωθούμε. Δεν μπορούσαμε να πάρουμε μαζί μας τους αιχμάλωτους, ακόμα υπήρχε η δυνατότητα να τους κρύψουμε κάπου και να τους φυλάμε.
1ος ομιλητής: Η εκτέλεση των γερμανών αιχμαλώτων του λόχου Schober ήταν παράβαση του Διεθνούς Δικαίου και του Πολεμικού Δικαίου της Χάγης που σύμφωνα με το στρατιωτικό νόμο επιτρέπει την εκτέλεση ανταρτών, αξιώνει όμως για αιχμαλώτους πολέμου τακτικού στρατού «΄εντιμη, ιπποτική μεταχείριση». Ότι οι Γερμανοί από την πλευρά τους εκτέλεσαν κατά χιλιάδες αιχμαλώτους πολέμου, αυτό είναι άλλη υπόθεση. Ηθικά ένιωθαν οι Έλληνες αντάρτες ότι είχαν σίγουρα δίκιο, γιατί αγωνίζονταν ενάντια σ’ έναν εχθρό που χωρίς λόγο είχε εισβάλει στη χώρα τους. Από νομικής απόψεως της εκτέλεσης των αιχμαλώτων δεν αλλάζει τίποτα. Ποια σχέση είχαν όμως οι κάτοικοι των Καλαβρύτων μ’ όλα αυτά; Ούτε καν είχαν σηκώσει το χέρι τους κατά των αιχμαλώτων, αντίθετα είχαν μάλιστα φροντίσει τους τραυματίες. Όμως υπήρχε εκείνη η τρομερή διαταγή του στρατάρχη Keitel που εκτελέστηκε αργότερα στη Νυρεμβέργη, και που στις 6.9.1941 είχε δώσει εντολή για κάθε γερμανό στρατιώτη που θα σκότωναν οι αντάρτες να εκτελούνται 100 όμηροι από τον άμαχο πληθυσμό. Στην αρχή εκδόθηκε για το ανατολικό μέτωπο, αργότερα εφαρμόστηκε αυτή η τρομερή εντολή στις βαλκανικές χώρες σαν αρχή αναρίθμητων λεγόμενων αντιποίνων ενάντια στον αθώο άμαχο πληθυσμό, έτσι και στα Καλάβρυτα.
2ος ομιλητής: Στις 9 Δεκεμβρίου 1943 εισήλθαν στα Καλάβρυτα οι πρώτες γερμανικές μονάδες. Στην αρχή έκαψαν μερικά σπίτια, και ένα ξενοδοχείο του οποίου οι ιδιοκτήτες είχαν κατηγορηθεί από έλληνες χαφιέδες σαν αντάρτες. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, τα μεμονωμένα αντίποινα κατά της περιουσίας συγκεκριμένων μεμονωμένων προσώπων αποκοίμισε τον υπόλοιπο πληθυσμό των Καλαβρύτων σε μια απατηλή ασφάλεια. Έτσι μπορεί να εξηγηθεί επίσης ότι κανείς δεν επιχείρησε να δραπετεύσει, όταν ήταν ακόμα δυνατό. Απλώς πίστεψαν πως με την καταστροφή μεμονωμένων σπιτιών είχε ικανοποιηθεί η ανάγκη των Γερμανών για αντίποινα, εκτός από τις λεηλασίες και την επίταξη τροφίμων και ζώων. Στις 13 Δεκεμβρίου 1943 –η περιοχή είχε περικυκλωθεί, δεν επιτρεπόταν να εγκαταλείψει κανείς πια την περιοχή– κτύπησαν τη χαραυγή οι καμπάνες της εκκλησίας. Τι συνέβηκε ύστερα αφηγείται ένας από τους 13 που επέζησαν από τη σφαγή, ο Γιώργος Γιωργαντάς:
Γeωργαντάς: Όταν κτύπησαν οι καμπάνες μας διέταξαν να συγκεντρωθούμε στο σχολείο, να πάρουμε μαζί μας φαγητό για μία μέρα και ο καθένας μια κουβέρτα. Πήγαμε λοιπόν εκεί, με τα παιδιά και τις γυναίκες μας, και πήραμε μαζί ό,τι μπορούσαμε να κουβαλήσουμε. Στο σχολείο μας χώρισαν, οι γυναίκες έπρεπε να μείνουν και μας τους άντρες μας χώρισαν σε τμήματα και μας οδήγησαν στο μέρος που είχαν προηγουμένως διαλέξει, πάνω από την πόλη. Τα παιδιά έμειναν κοντά στις γυναίκες. Σε τρία τμήματα μας πήγαν εκεί πάνω. Ο Αθανασιάδης που ήξερε γαλλικά ρώτησε: Γιατί μας πηγαίνετε δω πάνω; Ένας αξιωματικός, κοντός χοντρός, τον θυμάμαι ακόμα πολύ καλά, έστριψε και μας είπε: Μη φοβόσαστε, θα κάψουμε τα Καλάβρυτα κι ύστερα θα σας πάμε αλλού κι εκεί μπορεί να κάνει ο καθένας σας, ό,τι θέλει. Κανένας δε θα σας πειράξει. Κι αυτό μας καθησύχασε, σκεφτήκαμε: θα βάλουν φωτιά στα Καλάβρυτά μας, τίποτα παραπάνω. Ο αξιωματικός μας έδωσε μάλιστα το λόγο της τιμής του – για να μας κοροϊδέψει καλύτερα. Και ξαφνικά είδαμε δυο φωτοβολίδες, η μια ήταν μπλε, το ξέρω ακόμα. Εδώ στην πλατεία έπεσαν. Και τότε άρχισαν να κροτούν κιόλας τα μυδραλιοβόλα. Όταν όλα τέλειωσαν, ήρθαν δυο, τρεις στρατιώτες για να δώσουν τη χαριστική βολή σ’ όποιον ζούσε, στον έναν μετά τον άλλον. Με έσυραν από τα πόδια μερικά μέτρα πιο πέρα, ύστερα με πυροβόλησαν εδώ στο λαιμό κόβοντάς μου τη μισή γλώσσα, δυο χρόνια δεν μπορούσα να μιλήσω, να φάω και να πιω χωρίς ξένη βοήθεια. Με τον καιρό κατόρθωσαν να με ξανασυνεφέρουν.



Το πυρπολημένο Μέγα Σπήλαιο

Rondhols: Δεκατρείς άνθρωποι επέζησαν τότε την ομαδική εκτέλεση, όπως ο Γιώργος Γιωργαντάς, τραυματισμένοι που οι Γερμανοί στρατιώτες άφησαν για νεκρούς. Για το συνολικό αριθμό των θυμάτων μερικοί Γερμανοί θέλουν να φιλονικούν ακόμα και σήμερα με τους Έλληνες. Οι λογιστές του θανάτου της 117ης Μεραρχίας καταδρομών καταχώρησαν 696 εκτελεσθέντες πολίτες – όλοι άρρενες άνω των 13 χρόνων. Πάνω από 1200 ήταν, λένε οι Έλληνες, και ποιο λόγο να έχουν να διογκώσουν τόσο πολύ τον αριθμό των νεκρών τους; Για επανορθώσεις δεν μπορεί να γίνει λόγος έτσι κι αλλιώς μέχρι σήμερα· όμως γι’ αυτό αργότερα. Δεν μέτρησα τις Αιώνιες Λάμπες στο μνημείο των Καλαβρύτων που καίνε εκεί στο εκκλησάκι μέρα νύχτα για τον κάθε ονομαστικά γνωστό νεκρό. Θα ’πρεπε όμως να το κάνει εκείνη η γερμανίδα τουρίστρια που πήρα στο αυτοκίνητό μου επιστρέφοντας την περασμένη άνοιξη από τα Καλάβρυτα που μου εξήγησε απροκάλυπτα, όταν έμαθε για την εκπομπή μου, ότι εμείς οι Γερμανοί έχουμε δικαίωμα να ξεχαστούν επιτέλους αυτές οι «παλιές ιστορίες». Κατά τα άλλα οι άνθρωποι των Καλαβρύτων ανακοινώνουν περισσότερους νεκρούς, από τους κατοίκους που είχε ποτέ το χωριό. Κάτι που αποδεδειγμένα δεν αληθεύει, όμως αυτή η αναίδεια στη μεταχείριση της ιστορικής αλήθειας σε βάρος των θυμάτων τη γνωρίζουμε από άλλες συνάφειες.
2ος ομιλ.: Μετά το τέλος της «Επιχείρησης των Καλαβρύτων» έκαναν τον ακόλουθο ισολογισμό: […] Καταστραμμένα χωριά: Ρωγοί, Κερπινή, Σταθμός Κερπινής, Άνω Ζαχλωρού, Κάτω Ζαχλωρού, Ζούβαρδο, Βραχνί, Καλάβρυτα, Μοναστήρι Μεγάλου Σπηλαίου, Μοναστήρι Αγίας Λαύρας, Αγία Κυριακή, Αυλές, Βισωκά, Φτέρη, Κλαπατσούνα, Πυργάκι, Βάλιτσα, Μελίσσια. Και τα λάφυρα ήταν: 259.623 δραχμές σε κυκλοφορία, 12.460 δραχμές εκτός κυκλοφορίας, 5.750 δραχμές σε αξιόγραφα, ληγμένα. 1550 πρόβατα, 14 βόδια, 27 άλογα, 25 μουλάρια, 27 γαϊδούρια, ένα ζευγάρι κιάλια, ένα ισπανικό περίστροφο με πυρομαχικά. Και μετά υπάρχει στην αναφορά κλεισίματος και εμπειριών ακόμα αυτή η πρόταση: […]
3ος ομιλ.: Όταν διατάχτηκε η πιο αυστηρή μορφή των αντιποίνων οι ηγέτες και τα στρατεύματα της μονάδας εκτέλεσαν τη διαταγή όχι μόνο με συνείδηση του καθήκοντος αλλά από πλήρη πεποίθηση.
Rondhols: Από πλήρη πεποίθηση. Από πλήρη πεποίθηση πυροβολούσαν παιδιά 13 και 14 χρονών, αναφέρει ο ταγματάρχης Ebersberger γεμάτος περηφάνια για τους άντρες του. Θα ’θελα πολύ να ρωτήσω ένα Γερμανό που ήταν εκεί, πώς είχε συμπεριφερθεί αλλά δεν βρήκα κανέναν. Κατά την αποχώρηση πάντως, μετά από τελειωμένη δουλειά, όμως αυτό δεν αναφέρεται στην αναφορά, τραγουδούσαν: Λίλη Μάρλεν. Αυτά μετέδωσαν τα επιζήσαντα θύματα. Πώς έζησαν εκείνη τη 13η Δεκεμβρίου του 1943 οι γυναίκες και τα παιδιά, το θυμούνται η οδοντογιατρός Ελένη Κολλιοπούλου και ο έμπορος Πάνος Μπράτσικας· τότε δεν ήταν ούτε 10 χρονών ακόμα:
6ος Ομιλ. Μπράτσικας: Όταν μας χώρισαν εκείνο το πρωί της 13ης Δεκεμβρίου, μεταφέρθηκαν οι άντρες, δηλαδή όλοι οι νέοι από 13 χρονών, στον τόπο της εκτέλεσης, και μας, τις γυναίκες, τα άλλα παιδιά και τους πολύ γέρους έκλεισαν στο Δημοτικό Σχολείο…
Κολλιοπούλου Ελένη: … οι γέροι, εφόσον μπορούσαν κάπως να περπατήσουν ακόμα – μερικοί έμειναν και στα σπίτια, όπως παραδείγματος χάρη ο παππούς και η γιαγιά μου που τους μεταχειρίστηκαν πολύ τρομερά. Η γιαγιά μου ήταν παράλυτη, κι όμως έβαλαν φωτιά στο σπίτι της και ο παππούς μου ήταν ακόμα μέσα και αυτός την τράβηξε έξω από τις φλόγες, την τυφλή, κουφή και παράλυτη γυναίκα. Και ο παππούς μου ήταν κιόλας 92 χρονών. Εκείνη την ημέρα έχασε τα τελευταία δυο παιδιά του από τα έντεκα που είχε κάποτε και τρία εγγόνια, τα δυο από αυτά ήταν μόλις 13 χρονών.
Μπράτσικας: Στο σχολείο μερικές γυναίκες άρχισαν να προσεύχονται, προσπαθούσαν να δώσουν στους άλλους θάρρος. Πρέπει να σκεφτείτε ότι το σχολείο ήταν πολύ μικρό, πολύ μικρό για τόσους ανθρώπους ήμασταν εκεί μέσα κυριολεκτικά στριμωγμένοι. Και ύστερα άρχισαν να βάζουν φωτιά στα σπίτια, πρώτα από όλα του Δάνου που βρίσκεται πάνω στο λόφο, δίπλα στον τόπο της εκτέλεσης. Η γυναίκα του Δάνου που καθόταν δίπλα μας στο σχολείο και σαν είδε το σπίτι της να καίγεται, άρχισε να οδύρεται. Οι άλλοι την παρηγορούσαν – σπίτια μπορεί κανείς να ξαναχτίσει, μόνο οι άνθρωποι δεν ξαναγίνονται. Όμως δεν ξέραμε ακόμα τι συνέβαινε κει πάνω στο λόφο. Δεν ξέρω πια τι ώρα ήταν, όμως όταν πλησίασε η φωτιά –στο μεταξύ είχαν βάλει φωτιά και σ’ άλλα σπίτια– ακούστηκε: τώρα καίγεται και το σχολείο, δεν ξέρω αν αληθεύει, πάντως έμπαινε μέσα καπνός και απειλούσε κυριολεκτικά να μας πνίξει. Και όταν ήχησε η φωνή: το σχολείο καίγεται!, ξέσπασε τότε ο πανικός. Όποιος ήταν σε θέση, προσπαθούσε να φτάσει στην πόρτα και τα παράθυρα. Όμως οι πόρτες ήταν κλειδωμένες και έξω στέκονταν φρουροί. Όπως λέγεται, την πόλη φρουρούσε ένας αυστριακός φρουρός και όταν είδε την αθλιότητα, το φόβο και την καταστροφή συγκινήθηκε κι άνοιξε από μόνος του την πόρτα και λένε πως για τιμωρία οι άνθρωποι τον τουφέκισαν έξω από τα Καλάβρυτα, στο δρόμο για την Πάτρα. Στην έξοδο του σχολείου ποδοπατούσε ο ένας τον άλλον, γυναίκες, παιδιά, γέροι. Μια γριά γυναίκα πέθανε από τα ποδοπατήματα. Εγώ ο ίδιος μπόρεσα να ξεφύγω από την πόλη μαζί με τη μάνα μου. Και τότε ακούσαμε ότι είχαν σκοτώσει τους άντρες. Ο πανικός ήταν απερίγραπτος. Καπνός και φωτιά ολοτρόγυρα, η κατάσταση ήταν τρομαχτική. Και τότε η μάνα μας μάς πήρε μαζί στον τόπο της εκτέλεσης. Προτού ακόμα φτάσουμε εκεί πάνω είδαμε τα πρώτα πτώματα. Φαίνεται ότι μερικοί προσπάθησαν να το σκάσουν, τραυματισμένοι ή όχι, και τους εκτέλεσαν έξω από τον τόπο της εκτέλεσης. Όταν φτάσαμε στον τόπο της εκτέλεσης, ο καθένας προσπάθησε να βρει τους δικούς του. Εγώ έψαχνα να βρω το θείο μου και τα ξαδέλφια μου – τον πάτερα μου είχαν εκτελέσει δυο μέρες νωρίτερα στον Πριόλιθο, αφού πρώτα οι Γερμανοί τον ανάγκασαν να ανοίξει τον τάφο του. Στην προσπάθεια να βρω τους ανθρώπους που αγαπούσα, πηδούσα από πτώμα σε πτώμα και δεν θα ξεχάσω ποτέ τις φωνές των γυναικών που ούρλιαζαν: Εγκληματία, πάτησες το παιδί μου, πάτησες τον άντρα μου… Όμως μικρός όπως ήμουν τότε έψαχνα για τους δικούς μου ανθρώπους. Κι ύστερα βρήκα ένα από τα ξαδέλφια μου, είχε δεχτεί μια χαριστική βολή. Αργότερα, όταν όλες οι γυναίκες είχαν βρει τους δικούς τους, άρχισε το άλλο δράμα: η μεταφορά των πτωμάτων από τον τόπο της εκτέλεσης στο νεκροταφείο. Επειδή δεν υπήρχε τίποτα άλλο, χρησιμοποιήθηκαν για το κουβάλημα οι κουβέρτες που είχαν πάρει μαζί τους οι άντρες. Και ξέρω ακόμα ακριβώς, πώς ήταν με το θείο μου, τον παπα-Διαμαντόπουλο: ήταν αρκετά παχύς, τέσσερις γυναίκες χρειάστηκαν για να τον κουβαλήσουν, η μάνα μου μπροστά γιατί ήταν τόσο κοντή και εκεί τους ξέφυγε και κύλησε στους θάμνους και η μάνα μου ούρλιαζε: Μου τον σκοτώσατε – λες και θα μπορούσα να της ξανασκοτώσουν το νεκρό. Η μεταφορά των πτωμάτων διήρκεσε μερικές μέρες, δεν ξέρω πια ακριβώς πόσο. Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε πως δεν είχαμε εργαλεία, δεν υπήρχε απολύτως τίποτα. Με τα χέρια και κομμάτια ξύλα προσπαθούσαν οι γυναίκες να ανοίξουν τάφους κι έβαζαν τους νεκρούς μέσα. Πολλές προεξείχαν έξω από το χώμα χέρια και πόδια και τη νύχτα μαζεύονταν τα σκυλιά κι έπαιρναν κομμάτια από τους νεκρούς. Ήταν τρομερό.

Καλαβρυτινή ορφανή με φόντο τα ερείπεια

Κολλιοπούλου: Όταν είχαμε βρει τον πατέρα μου –ήταν ο μοναδικός από το στενό οικογενειακό περιβάλλον που είχαμε χάσει, εκτός από τον αδελφό του και τους γιους του– ξεκινήσαμε να βρούμε τον παππού. Όταν φτάσαμε, είδαμε τον παππού, που ήταν κιόλας 92 χρονών και η γιαγιά κειτόταν στην άκρη της αυλής όπου την είχε τραβήξει ο παππούς μέσα από το σπίτι που καιγόταν. Ήξερε κιόλας τι είχε συμβεί, από κάποιον περαστικό. Ανεβήκαμε τα τέσσερα σκαλιά του σπιτιού που ήταν πέτρινα και ζεσταθήκαμε από τα καμένα απομεινάρια του σπιτιού. Ήταν βλέπεις Δεκέμβρης κι έκανε κρύο. Την επόμενη μέρα, εμείς μείναμε κοντά στον παππού και τη γιαγιά, η μάνα με τα δυο μεγαλύτερα παιδιά πήγε να θάψει τον πατέρα. Δεν είχαμε να φάμε τίποτα και ξέρω ακόμα ότι η μάνα μου έφερε μαζί της ό,τι είχε ο πατέρας μου μαζί του: Μια κουβέρτα, ένα σακουλάκι και ένα μπουκαλάκι κρασί και στο σακουλάκι ήταν ένα κομμάτι ψωμί. Όταν ο πατέρας μου έπεσε και δέχτηκε τη χαριστική βολή, εκεί το αίμα του πότισε και την άκρη του ψωμιού. Η μάνα μου πήρε το ψωμί, έκοψε το ποτισμένο με αίμα κομμάτι, που το έθαψε ύστερα κάπου και το υπόλοιπο το μοίρασε σε μας, εφτά ανθρώπους.
 Μπράτσικας: Θυμάμαι ακόμα την πρώτη βραδιά, όταν είχαμε κατεβεί από τον τόπο της εκτέλεσης. Η μάνα μου κάπως κατάφερε να σώσει μερικές κουβέρτες. Ήταν πιστεύω κρυμμένες κάτω από έναν τσίγκο, έξω από το σπίτι, ίσως στο φούρνο. Και ξαπλώσαμε να κοιμηθούμε στα χαλάσματα που είχαν απομείνει από το σπίτι μας, εκεί που φυλάγαμε τα κάρβουνά μας. Είχαν πάρει βέβαια φωτιά, όμως έκαιγαν ακόμα και μας ζέσταναν. Κι όπως συνεχίσαμε ύστερα – ήταν μια πραγματική τραγωδία.
Κολλιοπούλου: Μια πραγματικά τραγική ιστορία ήταν η παραπέρα τύχη των νέων γυναικών. Στην ουσία είχαν μείνει όλες χήρες. Το πολύ-πολύ να ξαναπαντρεύτηκαν αργότερα δυο-τρεις, ύστερα από πολλά χρόνια. Και ήταν ακόμα τόσο νέες, πολλές 20 και πιο νέες. Κι έμειναν χήρες για πάντα. Έγιναν σκληρές σαν ατσάλι.
Μπράτσικας: Ναι, το πραγματικό δράμα μόλις είχε αρχίσει. Τίποτα δεν υπήρχε πια: σπίτι, προστάτης που να καλλιεργήσει τα χωράφια. Ανήλικα παιδιά και γέροι έπρεπε να φροντίσουν για τα πάντα – κι όλα αυτά σ’ έναν ιδιαίτερα σκληρό χειμώνα· είχε ενάμισι μέτρο χιόνι.
Rondhols: Η φοβερή είδηση των Καλαβρύτων απλώθηκε σαν φωτιά σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Δεν ήταν ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής στην Ελλάδα είχαν προβεί σαν εκδίκηση για τις δραστηριότητες των ανταρτών στο μέσο των λεγόμενων αντιποίνων – υπό την έννοια αυτή γίνονταν οι ομαδικές εκτελέσεις πολιτών. Ήδη πριν από τα Καλάβρυτα οι κατακτητές είχαν εκτελέσει εκατοντάδες Έλληνες ομήρους, στις 15 Αυγούστου του 1943 κατέστρεψαν το χωριό Κομμένο της Άρτας, έσφαξαν πάνω από 300 κατοίκους, από αυτούς το ένα τρίτο ανήλικοι. Οι επιχείρηση εναντίον των Καλαβρύτων και τα περίχωρα και τα μοναστήρια ήταν η πιο τρομακτική, σχετικά με τον αριθμό των θυμάτων· όμως κάτι άλλο προστέθηκε σ’ αυτό, που αναστάτωσε τους Έλληνες και έκαμε τα Καλάβρυτα ένα παρόμοιο σύμβολο μαρτύρων, όπως το Oradour-Sur-Glane στη Γαλλία και Lidice στην Τσεχοσλοβακία: Καλάβρυτα και τα μοναστήρια της Αγίας Λαύρας και του Μεγάλου Σπηλαίου είναι τα ιερά του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα κατά των Οθωμανών το 1821. Εδώ λέγεται πως ο Αρχιεπίσκοπος Γερμανός των Πατρών ύψωσε στις 21 Μαρτίου 1821 πρώτος το λάβαρο της επανάστασης – ένας θρύλος που δεν αντέχει στον ακριβέστερο ιστορικό έλεγχο, όμως αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Η 25η Μαρτίου είναι μέχρι σήμερα ελληνική εθνική γιορτή και το μοναστήρι της Αγίας Λαύρας είναι σύμβολο της νεοελληνικής αναγέννησης. Και στα Καλάβρυτα πιστεύουν πολλοί άνθρωποι πως η Βέρμαχτ διάλεξε την πατρίδα τους για μια παραδειγματική επιχείρηση τιμωρίας λόγω της ηρωικής ιστορίας τους και πραγματικά όχι για τους σκοτωμένους γερμανούς στρατιώτες – αυτοί ούτε αιχμαλωτίστηκαν ούτε σκοτώθηκαν στα Καλάβρυτα. Αυτό θα ’πρεπε να γίνει μάθημα για όλο το έθνος. Ακόμα κι αν αυτό επιδίωκαν, πάντως σε λίγο μετάνιωσαν πικρά στα ανώτερα κλιμάκια για την επιχείρηση των Καλαβρύτων, όχι από ηθικούς ενδοιασμούς, για όνομα του Θεού όχι, όχι, γιατί ήταν ένα απάνθρωπο έγκλημα, όχι, για κάτι πιο χειρότερο: ήταν ένα λάθος. Ο στρατηγός Speidel, τότε αρχηγός των στρατευμάτων στην Ελλάδα, σ’ ένα απόρρητο της 8 Ιανουαρίου του 1944:
3ος ομιλ.: Είναι γεγονός πως η περίπτωση των Καλαβρύτων συγκίνησε τον ελληνικό λαό για βδομάδες πιο έντονα από όλα τα υπόλοιπα προβλήματα και ότι η ψυχολογική επενέργεια των μέτρων των στρατευμάτων ήταν αυτή, ότι οδήγησε σε μια επαναπροσέγγιση των εθνικοφρόνων και κομμουνιστικών κύκλων κι έτσι σ’ ένα κοινό μέτωπο κατά της γερμανικής Βέρμαχτ… Αυστηρότατα μέτρα κατά των συμμοριών είναι αναγκαία. Πρέπει να προετοιμαστούν και να εκτελεστούν όμως με περίσκεψη, αν θέλουν να πετύχουν τον αποσκοπούμενο σκοπό του εκφοβισμού και να μην επιφέρουν το αντίθετο, δηλαδή αυξημένο μίσος κατά της γερμανικής Βέρμαχτ και έτσι το προσκάλεσμα μεγαλύτερης συρροής στις συμμορίες.
2ος ομιλ.: Ακριβώς αυτό είχε διακρίνει και ο πρόεδρος της κυβέρνησης των κουίσλινγκ, ο Ιωάννης Ράλλης. Όσο κι αν υπηρετούσε με ζήλο την καταπολέμηση της Αντίστασης, η ενότητα στις ενέργειες ανάμεσα στις αριστερές και αστές δυνάμεις, την οποία φοβόταν, τον ανησυχούσε το ίδιο όσο και οι αυξανόμενες δυσκολίες για τη στρατολόγηση του προσωπικού για τα Τάγματά του Ασφαλείας, τα οποία στην πραγματικότητα βρίσκονταν ήδη από καιρό κάτω από την εποπτεία των SS. Σε μια δουλοπρεπή επιστολή του παρεκάλεσε τον Speidel για διακοπή των αντιποίνων χάρη «της κοινής υπόθεσης», όμως χωρίς επιτυχία· τα αντίποινα έγιναν πιο φρικαλέα. Στο Δίστομο, κοντά στους Δελφούς, κατέσφαξαν τα SS στις 10 Ιουνίου του 1944 όλους τους κατοίκους του χωριού, σχεδόν 400 ανθρώπους και δεν δείλιασαν ούτε μπροστά σε έγκυες γυναίκες και βρέφη.
Rondhols: Τα Καλάβρυτα δεν ξανασυνήλθαν πραγματικά ποτέ πια από την καταστροφή της 13ης Δεκεμβρίου του 1943. Φυσικά τα περισσότερα από τα καταστραμμένα σπίτια ξανακτίστηκαν, όμως το χωριό δεν ήταν πια αυτό που ήταν κάποτε, πριν από τον πόλεμο. Για τις επανορθώσεις που προσέφεραν οι Γερμανοί ρώτησα το Θάνο Τσαπάρα, εκδότη της «Φωνής των Καλαβρύτων» και χρονογράφο της πόλης. Σ’ αυτό μπορώ να απαντήσω μόνο με μια λέξη, είπε ο Τσαπάρας: Είναι αστείο. Την πίκρα του μπορώ να καταλάβω.
2ος ομιλ.: Η πρώτη χειρονομία της επανόρθωσης ξεκίνησε από μια γερμανίδα ιστορικό και άλλοτε βουλευτή της Κάτω Σαξωνίας στο τοπικό κοινοβούλιο στην Edelgard Schramm Von Thadden. Μέχρι σήμερα παραμένει η μοναδική που μπορεί να θεωρηθεί αξιόλογη. 30 ορφανά από τα Καλάβρυτα προσκλήθηκαν μετά από δική της πρωτοβουλία στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας που κάτω από την προστασία της εταιρίας Carl Duisberg εκπαιδεύτηκαν σε τεχνικά επαγγέλματα. Ο Πάνος Πόλκας, δήμαρχος των Καλαβρύτων λέει για αυτή την καλοπροαίρετη πράξη: Ωφέλησε τα παιδιά και τις οικογένειές τους. Για τα Καλάβρυτα όμως –κι αυτό η Edelgard Schramm Von Thadden ούτε μπορούσε να το προβλέψει ούτε το επιδίωξε– το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό, κανένα από αυτά δεν επέστρεψε στην πατρίδα του. Όλα τους δουλεύουν σήμερα στη Γερμανία ή στην Αθήνα, γιατί τα Καλάβρυτα δεν μπόρεσαν να τους προσφέρουν καμιά ανάλογη της εκπαίδευσής τους εργασία. Το πενήντα υπήρχε ένα γερμανικό σχέδιο, να υποστηρίξει την οικονομία του τόπου με την ανέγερση ενός τυροκομείου. Στις 24 Φεβρουαρίου του 1954 ο τότε δήμαρχος της πόλης, Τάκης Γεωργακόπουλος, έλαβε το ακόλουθο γράμμα από τον Post, εκπρόσωπο της Πρεσβείας:
3ος  ομιλ.: Αξιότιμε και αγαπητέ Δήμαρχε, όπως κι εγώ έτσι κι εσείς ξέρετε πως το Διοικητικό Συμβούλιο εργάζεται πολύ αργά. Σ’ αυτό προστέθηκε, πως οι συνεχείς έρανοι στη Γερμανία για τα νησιά του Ιονίου…
Rondhols: … όπου αυτή την εποχή έγινε μεγάλος σεισμός…
3ος ομιλ.: … πως οι συνεχείς έρανοι στη Γερμανία για τα νησιά του Ιονίου εμπόδισαν χρονικά την εξέλιξη του σχεδίου μας, για του οποίου την πραγματοποίηση εργάζομαι όπως πάντα μ’ όλη μου την καρδιά. Χαίρομαι όμως που μπορώ να σας αναγγείλω ότι τα σχέδιά μας βρίσκονται σε καλή εξέλιξη και παρακαλώ εσάς και τους συμπολίτες σας για λίγη υπομονή ακόμα. Ελπίζω να μπορέσω να σας αναγγείλω περισσότερα σε μερικές βδομάδες.
1ος ομιλ.: Από τότε έχουν περάσει 25 χρόνια, οι έρανοι για τα νησιά του Ιονίου έχουν βέβαια τελειώσει και το σχέδιο για τα Καλάβρυτα; Ξεχάστηκε. Αντί αυτού ο γερμανός Πρεσβευτής Gebhard Seelos παρέδωσε στις 17 Ιανουαρίου 1961 ιδιοχείρως στο Γυμνάσιο Καλαβρύτων μερικές συσκευές για το μάθημα της Φυσικής και της Χημείας. Στο βιβλίο του «Το δράμα των Καλαβρύτων» διέσωσε ο Δημήτρης Καλδίρης αυτά τα λόγια από την επίσημη ομιλία του γερμανού Πρεσβευτή:
3ος ομιλ.: Όταν σήμερα στέκομαι εδώ στο χώμα των Καλαβρύτων, είμαι πλημμυρισμένος από βαθιά λύπη. Δεν μπορώ να εμφανιστώ μπροστά σας χωρίς να λάβω υπόψη μου με ντροπή και λύπη εκείνα τα τρομαχτικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην πόλη σας το Δεκέμβριο του 1943. Δεν μπορώ να σας μιλήσω, χωρίς προηγουμένως, συγκινημένος από βαθύ πόνο, να κλίνω την κεφαλή μου μπροστά τους κατοίκους της κοινότητάς σας, που βρήκαν τότε τραγικό θάνατο, θύματα απάνθρωπων διαταγών, με τις οποίες η σημερινή δημοκρατική Γερμανία δεν έχει τίποτα το κοινό. Ξέρω και πιστεύω και όλοι μας το ξέρουμε, πως ακόμα και με την πιο καλή και καθαρή θέληση είναι αδύνατο να σβήσουμε αυτό που συνέβηκε εδώ, λοιπόν όλα τα τραγικά γεγονότα και συμβάντα που τώρα ανήκουν ατό παρελθόν. Όμως μπορούμε να συνεισφέρουμε να απαλύνουμε τα τραύματα που άνοιξαν εκείνα τα γεγονότα και πέραν από αυτό, όσο το επιτρέπουν οι δυνάμεις μας, να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις σ’ όλους τους τομείς για ένα καλύτερο αύριο… Αυτά είναι οι σκέψεις και τα αισθήματα που με οδήγησαν σήμερα σε σας. Από την πρώτη μέρα της παρουσίας μου εδώ στην Ελλάδα σκέφτηκα επανειλημμένα πώς θα μπορούσε να βοηθηθεί η βαριά δοκιμασμένη πόλη σας.


  
Η πυρπολημένη εκκλησία Κοίμηση της Θεοτόκου

Rondhols: Με μερικά όργανα και συσκευές για το μάθημα της Φυσικής  και της Χημείας, αργότερα με μια δωρεά γερμανικών εκκλησιών ύψους 40.000 μάρκων· μ’ αυτά ανακαινίστηκαν οι τοιχογραφίες στην κατεστραμμένη εκκλησία των Καλαβρύτων κι αυτό όχι ολοκληρωμένα. Μέχρι τώρα η τελευταία λιτή χειρονομία επανόρθωσης: η πόλη Biberbach προσέφερε στο πλαίσιο ενός προγράμματος του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με το όνομα «έμπρακτη Αλληλλεγγύη» να δώσει μια χορήγηση για ένα έργο που να ωφελήσει την οικονομία του τόπου, λόγου χάρη στον τομέα του τουρισμού. Το ποσό που βρίσκεται συνολικά στη διάθεση της πόλης Biberbach κάθε χρόνο για χειρονομίες αλληλεγγύης ανέρχεται σε 100.000 μάρκα. Την προσφορά έκαμε ο δήμαρχος του Biberbach, ταυτόχρονα αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στον συνάδελφό του στα Καλάβρυτα με την ευκαιρία μιας υπηρεσιακής του παραμονής στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του περασμένου χρόνου. Το ότι μέχρι σήμερα δεν έγινε χρήση αυτής της προσφοράς –αυτό πληροφορείται κανείς στη γερμανική Πρεσβεία στην Αθήνα– οφείλεται στα ίδια τα Καλάβρυτα που δεν μπορούν να συμφωνήσουν για τον καθορισμό του σκοπού της δωρεάς. Από το στόμα του δήμαρχου Πάνου Πόλκα ακούγεται κάπως διαφορετικά: Τί, ρωτάει, μπορεί να κάνει κανείς μ’ ένα τόσο μικρό ποσό, όταν ο οικονομικά αδύνατος τόπος δεν μπορεί να συγκεντρώσει από μόνος του τα απαραίτητα κεφαλαία για ένα έργο σημαντικού μεγέθους;
2ος ομιλ.: Ακόμα και σήμερα μιλούν στα Καλάβρυτα για κείνον το στρατιώτη που άνοιξε την πόρτα στα κλεισμένα στο σχολείο γυναικόπαιδα και που εκτελέστηκε σύμφωνα με τους στρατιωτικούς νόμους από τους δικούς του λόγω παράβασης διαταγής. «Θέλουμε να τιμήσουμε αυτό τον άντρα, που στην ώρα της καταστροφής ήταν ο μοναδικός που έδειξε ανθρωπιά» μου είπαν στα Καλάβρυτα επανειλημμένα, «ίσως ένα μνημείο… Όμως ούτε ξέρουμε πώς λεγόταν· ούτε μια φωτογραφία του έχουμε». Αν εγώ μπορούσα να βρω κάτι στη Γερμανία για κείνον τον άντρα, ίσως τα παιδιά του. Για να το προεξοφλήσω: Η αναζήτησή μου έμεινε χωρίς αποτέλεσμα. Στα πολεμικά ημερολόγια της 117ης μεραρχίας καταδρομών, στα οποία καταγράφονται όσο τόσο λεπτομερώς για την καταστροφή των Καλαβρύτων, των περιχώρων και των μοναστηριών, δεν αναφέρεται τίποτα για μια στρατιωτική εκτέλεση ενός μέλους των μονάδων Gnass, Juppe και Ebersberger.
Ίσως συμβαίνει με τους «καλούς ανθρώπους των Καλαβρύτων» το ίδιο όπως με κείνον τον καλό γερμανό στρατιώτη, στον οποίο οι κάτοικοι του γιουγκοσλαβικού χωριού Smederevska Palanka έστησαν ένα μνημείο, γιατί πριν από 40 χρόνια λένε ότι αρνήθηκε να συνεργαστεί σε μια εκτέλεση ομήρων. Κι αυτός ο άντρας –οι πολίτες του Smederevska Palanka μπόρεσαν να εντοπίσουν το όνομά του, λεγόταν Γιόζεφ Σουλτς και καταγόταν από το Βούπερταλ– λένε ότι εκτελέστηκε από τους δικούς του ανθρώπους. Έρευνες της Κεντρικής Υπηρεσίας Τοπικής Δικαιοσύνης για τη διαφώτιση εθνικοσοσιαλιστικών εγκλημάτων στο Λούντβιγκσμπουργκ (Ludwigsburg) έδειξαν στο μεταξύ, ότι ο Josef Schulz ούτε καν ζούσε την μέρα της εκτέλεσης. Είχε χάσει τη ζωή του μία μέρα νωρίτερα σε μια επίθεση των ανταρτών. Όμως ακόμα και σήμερα στη Smederevska Palanka πιστεύουν σ’ αυτή την τεκμηριωμένη άποψη του θανάτου. Θέλουν να τον διατηρήσουν στη μνήμη τους σαν ένα δίκαιο ανάμεσα σε τόσους πολλούς απάνθρωπους. Έτσι και στα Καλάβρυτα πιστεύουν ακόμα πάρα πολλοί άνθρωποι σ’ αυτόν τον ένα, που σαν ο μόνος έδειξε ανθρωπιά εκείνη τη μέρα του Δεκεμβρίου του 1943 και που την πλήρωσε με το θάνατό του. Όπως είπα, δεν βρήκα κανένα στοιχείο, ότι η ιστορία αυτή δεν είναι τίποτα άλλο από ένα θρύλο παρηγοριάς. Όμως βρήκα κάτι άλλο αναζητώντας μάταια τα ίχνη αυτού του ανθρώπου. Έπεσα σ’ έγγραφα για τη δικαστική υπερνίκηση της σφαγής των Καλαβρύτων – τρομερά αποδεικτικά έγγραφα. Πώς είχε πει ο γερμανός πρεσβευτής στις 17 Γενάρη του 1961 κατά την παράδοση των δώρων στα γυμνασιόπαιδα των Καλαβρύτων;
3ος ομιλ.: Δεν μπορώ να σας μιλήσω, χωρίς προηγουμένως, συγκινημένος από βαθύ πόνο, να κλίνω την κεφαλή μου μπροστά στους κατοίκους της κοινότητάς σας που βρήκαν τραγικό θάνατο, θύματα απάνθρωπων διαταγών, με τις οποίες η σημερινή δημοκρατική Γερμανία δεν έχει τίποτα το κοινό.
2ος ομιλ.: Πραγματικά τίποτα το κοινό; Ο γερμανός πρεσβευτής σίγουρα δε σκέφτηκε τη γερμανική δικαιοσύνη, όταν μίλησε από τη σημερινή δημοκρατική Γερμανία που με τις «απάνθρωπες διαταγές» εκείνης της εποχής δεν έχει τίποτα το κοινό. Η γερμανική δικαιοσύνη δηλαδή κήρυξε αυτές τις  «απάνθρωπες διαταγές» ακόμα το 1974 για ορθές, μάλιστα για αναγκαίες και προστάτεψε ταυτόχρονα εκείνους που έδωσαν κι εκτέλεσαν τέτοιες διαταγές. Στην κεντρική υπηρεσία στο Ludwigsburg που ήδη αναφέραμε, βρήκα τους δικαστές που ασχολήθηκαν με την καταστροφή των Καλαβρύτων. Ήθελα να μάθω, ποιες δικογραφίες υπάρχουν για την «Επιχείρηση των Καλαβρύτων» κι έμαθα αυτό: Υπήρξαν ένα σωρό προανακρίσεις εναντίον των υπευθύνων ή συνεργατών της «Επιχείρησης Καλαβρύτων», έτσι μου είπε ο διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας, ο γενικός εισαγγελέας Adalbert Ruckerl, όμως όλες διακόπηκαν, οι πιο πολλές, γιατί οι κατηγορούμενοι έπεσαν στην παραπέρα πορεία του πολέμου ή δηλώθηκαν σαν αγνοούμενοι, πέθαναν στην αιχμαλωσία ή δεν μπόρεσαν να βρεθούν. Η μέχρι τώρα (και προφανώς οριστική) τελευταία προανάκριση άρχισε στην Εισαγγελία του Bochum το 1972. Εδώ επρόκειτο για δυο κατηγορουμένους με γνωστή διεύθυνση· όμως κι αυτή η προανάκριση διακόπηκε στις 21 Μαρτίου 1974. Θέλησα να μάθω περισσότερα και παρακάλεσα την υπηρεσία τύπου του Πρωτοδικείου του Bochum για ένα αντίγραφο της απόφασης διακοπής, στην οποία συνήθως αιτιολογείται λεπτομερώς η διακοπή μίας προανάκρισης. Μετά από δυο μέρες έλαβα την απάντηση, ότι τα έγγραφα στην υπόθεση «Αριθμός Φακέλου 33 JS 655/72» είχαν καταστραφεί μετά την διακοπή· αυτό ήταν έτσι συνήθεια. Όμως αυτό δεν αληθεύει όπως έμαθα από μια ερώτηση στον γενικό εισαγγελέα Rückelt – τα πρακτικά προανάκρισης με σύγχρονη ιστορική σημασία, κανονικά δεν καταστρέφονται ποτέ. Μια παρόμοια περίπτωση δεν του ήταν γνωστή. Όμως αυτός μπόρεσε να με βοηθήσει. Από όλα τα σχετικά πρακτικά αυτού του είδους η Κεντρική Υπηρεσία λαμβάνει για πληροφόρηση ένα φωτοαντίγραφο και φυλάγεται στο Ludwigsburg, φυλάγεται, για πάντα. Έτσι έφτασα στην απόφαση διακοπής ΑΖ 33 JS 655/72 και όταν τη διάβασα, αυτό το ψυχρό δικαστικό πεζογράφημα, κατάλαβα τότε, γιατί είχαν καταστρέψει στο Bochum το έγγραφο τόσο γρήγορα. Κάτι τέτοιο απωθεί κανείς γρήγορα, μάλιστα όταν ένας εισαγγελέας ντύνεται τόσο ολοφάνερα το ρόλο του συνηγόρου, όπως συνέβηκε στην περίπτωση αυτή. Κι έτσι αρχίζει την αγόρευση του:
Rondhols: Σύμφωνα με τα υποβληθέντα από την ελληνική κυβέρνηση στοιχεία θα πρέπει οι κατηγορούμενοι να συμμετείχαν στο χρονικό διάστημα από τις 6-14.12.1943 σε λεηλασίες και καταστροφές πολυάριθμων ελληνικών χωριών, ιδιαίτερα δε της κωμόπολης των Καλαβρύτων. Μια επαρκής προϋπόθεση που να δικαιολογεί την απαγγελία ποινικής διώξεως δεν υπάρχει εν μέρει για πραγματικούς, εν μέρει για νομικούς λόγους. Δεν υπάρχει για λόγους πραγματικούς σ’ ό,τι αφορά τον ένα από τους δυο κατηγορουμένους, έναν γιατρό, που δήλωσε, ότι ούτε καν συμμετείχε στην «Επιχείρηση Καλαβρύτων» γεγονός που δεν μπόρεσε κανείς να του αντικρούσει. Διαφορετικά είναι με τον δεύτερο των κατηγορουμένων, τον J, του οποίου η μονάδα ήταν στα Καλάβρυτα στη διάρκεια της σφαγής. Εδώ θα ληφθούν τώρα υπόψη οι νομικοί λόγοι, για να φέρει κανείς τον κατηγορούμενο έξω από τη ζώνη κινδύνου μιας κατοπινής δίκης για συνεργεία σε φόνο. Κι εδώ αναπτύσσονται τώρα τα ταλέντα του κάθε γερμανού εισαγγελέα που τόσο σπάνια παίρνουν το λόγο και αυτό σε μια γλώσσα, στην οποία δεν καταβάλουν την παραμικρή προσπάθεια για να κρύψουν σε ποια πλευρά ανήκει η συμπάθειά τους.
3ος ομιλ. Σχετικά με τον ένοχο J: Εφόσον ο λόχος του κατέστρεψε σπίτια και χωριά και έπαιρνε μαζί του και παρέδιδε ζώα κι άλλα αντικείμενα, δεν χρειάζεται μεγαλύτερης διασαφήνισης, αν οι ενέργειές του αυτές ήταν παράνομες ή όχι. Γιατί οπωσδήποτε θα είχε επέλθει παραγραφή σχετικά με τα εξεταζόμενα αξιόποινα γεγονότα. Θα πρέπει μόνο να εξεταστεί, αν ο κατηγορούμενος θα πρέπει να καταστεί υπεύθυνος σε ποινικά ουσιώδη τρόπο για τις εκτελέσεις στη διάρκεια της πορείας για τα Καλάβρυτα, μέσα στα ίδια τα Καλάβρυτα και στη διάρκεια της υποχώρησης. Σύμφωνα με το αποτέλεσμα των ανακρίσεων έχει εξακριβωθεί ότι ο κατηγορούμενος συμμετείχε με τη μονάδα του στην αναφερθείσα επιχείρηση των Καλαβρύτων, και μάλιστα ουσιαστικά μόνο με καθήκοντα ασφαλείας, γεγονός που δεν μπορεί να του αντικρούσει κανένας. Έτσι όμως συνεργάστηκε στην εκτέλεση της όλης επιχείρησης, είτε σαν «συναυτουργός» είτε σαν «συνεργός». Εδώ προκύπτει όμως το ερώτημα, αν τα διαταχθέντα και εκτελεσθέντα αντίποινα αντιτίθονταν προς το Διεθνές Δίκαιο κι έτσι προς το νόμο με την έννοια του Ποινικού Δικαίου, ώστε να επιβάλλονται περαιτέρω δικαστικά μέτρα, εφόσον γίνει έγκαιρη διακοπή της παραγραφής.
Rondhols. Δηλαδή, αν γίνει έναρξη τακτικής ανάκρισης. Αυτό αρνείται όμως ο εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής, γιατί:
Ομιλητής: Τα ληφθέντα μέτρα, οι εκτελέσεις ελλήνων αντρών…
1ος ομιλ. … εδώ συμπεριλαμβάνονται αυτονόητα τα παιδιά αρσενικού γένους άνω του 13ου έτους της ηλικίας…
3ος ομιλητής: … Οι εκτελέσεις των ελλήνων αντρών στις διάφορες περιοχές και ιδιαίτερα στα Καλάβρυτα, που χαρακτηρίστηκαν σαν μέτρα εξιλασμού είναι σύμφωνα με το χαρακτήρα τους αντίποινα. Το αντίποινο, η ουσία του και το επιτρέπον του δεν μπορεί να κριθεί σύμφωνα με τα ενδοκρατικά πρότυπα, αλλά μόνο με το Διεθνές Δίκαιο… Όπως προκύπτει από πολυάριθμα παραδείγματα, το αντίποινο (θεωρείται) γενικά επιτρεπτό… και εφαρμόστηκε ως τους νεότερους χρόνους.
Rondhols: Τώρα όλα αυτά θα ’πρεπε να είναι αρκετά, όμως αυτό δεν το επέτρεπε η φιλοδοξία αυτού του εισαγγελέα, μιας και είχε πάρει φόρα. Ήταν σα να ήθελε όχι μόνο να σώσει τον κατηγορούμενο από μια δίκη (και θα είχε έτσι κι αλλιώς σίγουρα απαλλαγεί σε μια δίκη, γιατί ο ίδιος ούτε είχε διατάξει τις ομαδικές εκτελέσεις στα Καλάβρυτα ούτε συμμετείχε σ’ αυτές), όχι, έδινε την εντύπωση πως γενικά επιδίωκε να σώσει την τιμή της γερμανικής Βέρμαχτ και να δικαιολογήσει ταυτόχρονα τη νομιμότητα της εξαφάνισης του Oradour και του Lidice. Όμως συνέχεια στην αγόρευση:
3ος ομιλ.: Τα αντίποινα σύμφωνα με τη γενική αντίληψη δεν μπορούν να εξεταστούν απεριόριστα, αλλά μόνο σαν νομικά επιτρεπτά, όταν είναι δοσμένες ορισμένες προϋποθέσεις…
Rondhols: … διευθετεί, κι αμέσως μετά εξηγεί, ποιες είναι αυτές και για ποιο λόγο θα πρέπει να ήταν εδώ δοσμένος:
3ος ομιλ.: Θα πρέπει να είχαν παραβιαστεί από την αντίθετη πλευρά δεσμευτικοί κανόνες του Διεθνούς δικαίου. Οι αντάρτες είχαν παραβεί βασικούς κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, σύμφωνα με τους οποίους ο κάθε πολεμιστής θα πρέπει να βρει μια έντιμη και ιπποτική μεταχείριση.
Rondhols: Όπως αυτή που ως γνωστόν γνώρισαν οι αιχμάλωτοι των Γερμανών, ιδιαίτερα από τη Σοβιετική Ένωση· όμως συνέχεια στην αγόρευση:
3ος ομιλ.: Τα αντίποινα πρέπει να είναι αναγκαία και έχουν σκοπό να διασφαλίσουν για το μέλλον την τήρηση του Δικαίου Πολέμου και να αποτρέψουν ενέργειες των αντίπαλων στρατιωτικών δυνάμεων ή κατοίκων που παραβαίνουν το Διεθνές Δίκαιο. Στην προκείμενη περίπτωση δεν μπορούσαν να συλληφθούν οι ένοχοι. Υπήρχαν ήδη κι άλλες σημαντικές παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου και αναμένονταν για το μέλλον νέες. Στην περίπτωση αυτή ήταν τα αντίποινα αναγκαία και επίσης επιτρεπτά μέσα σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο για να αναγκαστούν οι αντίπαλοι, οι αντάρτες, να τηρήσουν το Διεθνές Δίκαιο.
Rondhols: Το ότι ο στρατιωτικός διοικητής στην Ελλάδα, ο στρατηγός Speidel, αρνιόταν κατηγορηματικά την αναγκαιότητα και σκοπιμότητα των αντιποίνων αυτού του είδους, ιδιαίτερα στην περίπτωση των Καλαβρύτων, μπορεί να παραμεληθεί χωρίς δισταγμό, όμως διαταράσσει τη συνάφεια της αγόρευσης που συνεχίζει ως εξής:
3ος ομιλ.: Η αρχή της αναλογίας θα ’πρεπε να τηρηθεί. Οι συντάκτες του Διεθνούς Δικαίου εκπροσωπεύουν σχεδόν ομόφωνα την αντίληψη, ότι τα μέτρα αντιποίνων δεν χρειάζεται να ταυτίζονται με αυτά ή με τις πράξεις που τα προκάλεσαν, ότι δεν πρέπει να τα υπερβαίνουν, σύμφωνα με το είδος και το μέγεθος και να μη βρίσκονται πάντως σε καμιά δυσαναλογία προς αυτά. Η αρχή αυτή είναι πολύ ελαστική και καθορίζεται από τη μια πλευρά από τον ανθρωπισμό κι από την άλλη από το σκοπό, να είναι ένα δραστικό μέσο εξαναγκασμού προς εκφοβισμό. Το ότι τα εκτελεσθέντα αντίποινα στη συγκεκριμένη περίπτωση βρίσκονταν σε δυσαναλογία με τις παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου, δεν απέδειξαν οι ανακρίσεις. 4. Τελικά τα αντίποινα θα πρέπει να διατάχτηκαν από την αρμόδια γι’ αυτά υπηρεσία. Τα αντίποινα διατάσσονταν στον τελευταίο πόλεμο από τα ανώτερα κλιμάκια συγκρίνοντας την ήδη αναφερθείσα διαταγή αντιποίνων του Ανώτατου διοικητή της Βέρμαχτ, του αρχιστράτηγου Keitel. Χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί εδώ λεπτομερέστερα το ζήτημα της αρμοδιότητας, το δικαίωμα εκδόσεως διαταγής θα πρέπει να είχε αναμφίβολα ένας στρατιωτικός διοικητής της Πελοποννήσου, στον οποίο υπόκειτο μια μεγάλη μολυσμένη από τους αντάρτες περιοχή, ο οποίος κατείχε μάλιστα μια σημαντική στρατιωτική θέση, μάλιστα σαν αρχέτυπο δικαίωμα. Επειδή έτσι τα διαταχθέντα από τον αποθανόντα στρατηγό Le Suire και εκτελεσθέντα αντίποινα σύμφωνα με το τότε ισχύον Δίκαιο δεν μπορούν να θεωρηθούν σαν παράβαση του Διεθνούς Δικαίου, συνεπώς ποινικά δεν ήταν παράνομα, δεν είναι επίσης και η συμμετοχή σ’ αυτά τα αντίποινα, όποια κι αν ήταν η μορφή τους, παράνομη.
Ομιλ.: Ανακεφαλαιώνουμε λοιπόν: Δεν ήταν παράνομα τα διαταχθέντα από το γερμανό στρατηγό και, εκτελεσθέντα αντίποινα, δεν ήταν παράνομη και η συμμετοχή σ’ αυτά, όποια κι αν ήταν η μορφή τους. Σε «συμμετρική αναλογία» ήταν τα «ληφθέντα στη συγκεκριμένη περίπτωση αντίποινα», κινούνταν στα «όρια του ανθρωπισμού». Τα αντίποινα ήταν «στην περίπτωση αυτή αναγκαία» γιατί η περιοχή ήταν «μολυσμένη από αντάρτες» και η αμφιβολία που εξέφρασε ο στρατηγός Speidel εκ των υστέρων για την αναγκαιότητα και τη σκοπιμότητα των «μέτρων» των Καλαβρύτων, δεν έχει νομικά καμιά σημασία. Καθαρά νομικά χωρίς σημασία, ότι οι Έλληνες αντάρτες, όπως και οι αντάρτες στις άλλες από τα χιτλερικά στρατεύματα κατειλημμένες χώρες, που το στρατιωτικό λεξιλόγιο ονομάζει «συμμορίες», ήταν πατριώτες που αγωνίζονταν εναντίον των στρατιωτών ενός καθεστώτος, που σήμερα ακόμα κι εμείς αποκαλούμε εγκληματικό· ότι συνεισέφερα ανυπολόγιστα στην επιτάχυνση της κατάρρευσης του Τρίτου Ράιχ, για το οποίο ο κάθε δημοκρατικά σκεπτόμενος Γερμανός θα πρέπει να τους είναι σήμερα ευγνώμων.
Δεν ξέρω αν ο συντάκτης των πρακτικών με τον αριθμό φακέλου 33 JS 655/72 έχει αφήσει πίσω μια καριέρα σαν ναυτοδίκης στο Τρίτο Ράιχ, ή αν γεννήθηκε μετά το 1945. Δε θέλησα να το μάθω. Τη σύνταξη τέτοιων πρακτικών μαθαίνουν οι σπουδαστές της Νομικής ακόμα και σήμερα σε σεμινάρια περί δικαιοσύνης στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία· σύνταξη σε μια γλώσσα που ακόμα κι αν πρόκειται για ομαδικές σφαγές εξαφανίζει τους φονευθέντες ανθρώπους πίσω από ένα τείχος ομίχλης από συγκεκριμένες και αόριστες νομικές έννοιες. Οι Γερμανοί στα πρακτικά έχουν όνομα, βαθμό, δικαίωμα για έντιμη και ιπποτική μεταχείριση. Τα θύματα; Αυτά μένουν ανώνυμα, αν και μερικά από αυτά ήταν ονομαστικά γνωστά σ’ αυτόν τον εισαγγελέα από τον προκείμενο φάκελο. Γίνονται αριθμοί και αναλογίες στη φρικιαστική αριθμητική του Διεθνούς Δικαίου. Τα παιδιά και οι γυναίκες των θυμάτων της 13ης Δεκεμβρίου του 1943 δεν θα πρέπει να ενδιαφέρονται τόσο, ποιος συνέταξε την αναφερθείσα απόφαση της εισαγγελίας στο Bochum για τη διακοπή της ανάκρισης, όμως αντιτίθενται πολύ στο γεγονός ότι ένα όργανο της γερμανικής δικαιοσύνης δικαιολογεί και βρίσκει σωστά ακόμα και το 1974 τα εγκλήματα της γερμανικής κατοχής στη χώρα τους κι έτσι αποκαλύπτονται γι’ αυτούς όλες οι επίσημες δηλώσεις αποτροπιασμού για την απάνθρωπη διαταγή του 1943 σαν κενολογίες. Πρέπει να αναφέρουμε: οι άνθρωποι των Καλαβρύτων δεν ενδιαφέρονται πια για τιμωρία και αντίποινα. Δεν παρακαλούν για υλική επανόρθωση, παρόλο που τη χρειάζονται πολύ. Οι Καλαβρυτινοί σε 4 μέρες θα κάνουν όπως κάθε χρόνο μνημόσυνο για τους νεκρούς τους και για την καταστροφή του 1943, που ούτε μπορούν και ούτε θέλουν να την ξεχάσουν. Από μας περιμένουν μόνο αυτό: Να τους θυμόμαστε τουλάχιστον.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ.....
ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ: ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΕ ΑΝΤΙΦΑΣΗ [ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ]  Σύγχρονη Ιστορία στην Τηλεόραση Επιχείρηση Καλάβρυτα Μία «Πράξη αντιποίνων» του Γερμανικού Στρατού στην Ελλάδα Των Erhard Kloss και Eberhard Rondholz.

Δεν υπάρχουν σχόλια

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Ακολουθήστε το kalavrytanews.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Ακολουθήστε το ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ-NEWS σε Instagram, Facebook και Twitter.