-68- Ο αείμνηστος Θάνος Τσαπάρας, εκδότης και Διευθυντής της ιστορικής τοπικής εφημερίδας ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ με τον διασωθέντα γερμ...
-68-
Ο αείμνηστος Θάνος Τσαπάρας, εκδότης και Διευθυντής της ιστορικής τοπικής εφημερίδας ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ με τον διασωθέντα γερμανό [Αλσατό] αιχμάλωτο Roger Walter. |
Η δολοφονία των γερμανών αιχμαλώτων από τον ΕΛΑΣ [07.12.1943], από ελληνικής πλευράς παραμένει θέμα επτασφράγιστο. Δεν υπάρχουν σαφείς αντικειμενικές μαρτυρίες που να ρίχνουν άπλετο φως στην απαράδεκτη αυτή ενέργεια. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η δήλωση του Ανδρέα Τρακαδά, από την Αχλαδιά Αιγίου ότι […] αρνήθηκε να εκτελέσει τη διαταγή του Αρχηγείου του ΕΛΑΣ Β.Δ. Πελοποννήσου [06.12.1943] και να δολοφονήσει τους γερμανούς αιχμαλώτους.
Ύστερα από πολλές προσπάθειες εντοπίστηκε ένας αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας των γερμανών αιχμαλώτων. Ήταν ο Ανδρέας Ασημακόπουλος [Πριόλιθος] από το Καστέλι Καλαβρύτων. Τον Ασημακόπουλο γνωστοποίσα στον αείμνηστο Διευθυντή της ΦΩΝΗΣ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ, θαυμάσιο άνθρωπο και πολύτιμο φίλο και συνεργάτη Θάνο Τσαπάρα. Πλησιάσαμε τον Ασημακόπουλο και καταφέραμε να εξασφαλίσουμε μια συνέντευξη από τον Ασημακόπουλο. Στο γραφείο της ΦΩΝΗΣ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ στην οδό Συγγρού στα Καλάβρυτα, απέναντι από το Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος (σήμερα) ο Θάνος Τσαπάρας και εγώ ανακρίναμε τον Ασημακόπουλο. Οι απαντήσεις του, που με δυσκολία εκμαιεύτηκαν, δημοσιεύτηκαν στη ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ. Επαναλαμβάνω ύστερα από τόσα χρόνια αυτή τη συνέντευξη για πλήρη ενημέρωση των αναγνωστών. Ο Ασημακόπουλος αρνήθηκε να φωτογραφηθεί, αλλά η συνέντευξή του καταγράφηκε από μαγνητόφωνο.
Θυμάται ο Ανδρέας Ασημακόπουλος [Πριόλιθος]
Αντάρτες του Ανεξάρτητου Τάγματος ΕΛΑΣ Καλαβρύτων
Το Δεκέμβρη του 1943 στην Επαρχία μας, πέσαν εκατοντάδες κορμιά συμπατριωτών μας. Τους χάσαμε, τους κλάψαμε, τους κλαίμε, θα τους θυμόμαστε. Καμιά δικαιολογία, κανένα ελαφρυντικό για τις διαταγές του γερμανικού Κτήνους του Βερολίνου, που «αποφάσιζε και διέταζε» το Στρατό του, να σκοτώνει άμαχους, μωρά παιδιά, γυναίκες, πολλές με παιδιά στην κοιλιά, άρρωστους, ανάπηρους, να καίει σπίτια, να βιάζει, να σπέρνει τον όλεθρο, την καταστροφή. Σαν «αντίποινα» γιατί δεν μπορούσε να πιάσει τον Αντάρτη που με το όπλο στο χέρι ή μάλλον με τη μισή αραβίδα του, πολεμούσε για τη λευτεριά της Πατρίδας του, τον πάνοπλο εχθρό που αναίτια πάτησε τα χώματά της. Πέσαν όμως και άλλοι. Και ήσαν αυτοί οι 13 (πάλι ο σημαδιακός αριθμός) Γερμανοί που σκοτώθηκαν στις συγκρούσεις με τους αντάρτες, αλλά και οι τρεις Γερμανοί τραυματίες που σφάχτηκαν στα Καλάβρυτα, όπως και οι 75 Γερμανοί αιχμάλωτοι, που εκτελέστηκαν στη θέση «Μαγέρου», στο Μάζι της Κλειτορίας. Αιχμάλωτοι κι αυτοί. Όπως αιχμάλωτοι και οι όμηροι των στρατοπέδων συγκεντρώσεως των Γερμανών, οι χίλιοι τόσοι Καλαβρυτινοί άντρες και αμούστακα παιδιά, χωρίς όπλα, χωρίς τρόπο αμύνης, που έσφαξαν οι Γερμανοί κατά χιλιάδες στην Χώρα που τόλμησε να πει το ΟΧΙ στον Άξονά τους με τους Ιταλούς κοκκορόφτερους. Για τη σκοτεινή αυτή μέχρι σήμερα περίπτωση, η «Φωνή» δίνει για πρώτη φορά μια ζωντανή αφήγηση, από απόλυτα «πρώτο» μάρτυρα. Έναν από τους αντάρτες που πήραν μέρος στην εκτέλεση αυτή. Είναι ο Ανδρέας Γ. Ασημακόπουλος, με το ψευδώνυμο «Πριόλιθας», αντάρτης από το Καστέλι Καλαβρύτων. Η φωνή του, είναι μια αδιάψευστη μαρτυρία, που η εφημερίδα μας καταχωρεί για την ιστορία. Δοσμένη λέξη με λέξη, καθώς κάθε μια έβγαινε από το στόμα του Ανδρέα Ασημακόπουλου. Με τα λάθη τους, με τα κομπιάσματά τους, με τις διακοπές τους. Γιατί όσο κι αν τα χρόνια πέρασαν, όσο κι αν οι μνήμες θόλωσαν, τέτοιες στιγμές, τέτοιες αφηγήσεις, επηρεάζουν κι όσους ακούν. Όχι εκείνους που πρωταγωνίστησαν σ’ αυτές.
Σε άλλο φύλλο, θα δώσουμε μια δεύτερη σχετική μαρτυρία. Από τη σημερινή, θέλουμε να τονίσουμε δυο πράγματα:
1) Ότι όλα της τα σημεία χρονικώς, παρά τους δισταγμούς στο θέμα «χρόνος» που ο αφηγητής μας δείχνει, ελέγχονται ακριβείς και από άλλες πηγές, περιλαμβανόμενων των Γερμανικών Αρχείων. Όπως π.χ. η μάχη στους «Πολέμους» Παγκρατίου. Η αναφορά στο κάψιμο των Ρωγών και της Κερπινής και στην είσοδο των Γερμανών στα Καλάβρυτα.
2) Ότι για πρώτη φορά δίνεται υπεύθυνη πρώτη μαρτυρία, για συμμετοχή πλάι στα Γερμανικά Τμήματα, «Ελλήνων» των Ταγμάτων Ασφαλείας. Για την οποία συμμετοχή, μέχρι τώρα, μόνον ανεύθυνες, μισές, αμφίβολες μαρτυρίες υπήρχαν. Λόγος για τον οποίο και είχαμε εκφράσει πάντοτε τον αποτροπιασμό μας στο άκουσμα τέτοιων ισχυρισμών. Η όλη όμως αφήγηση του Ανδρέα Ασημακόπουλου, ήταν τόσο αβίαστη, φυσική, που απόλυτα μας πείθει πως η σχετική αναφορά του, είναι αληθινή.
Δίνουμε λοιπόν το σχετικό κείμενο όπως απομαγνητοφωνήθηκε. Και δηλώνουμε πρώτον ότι σκοπός του κειμένου δεν είναι να θίξει κανέναν (αν και δε νομίζουμε πως κάποιος θίγεται), δεύτερο δε ότι πρόθυμα θα φιλοξενήσουμε κάθε σχετική απάντηση, διόρθωση, αντίρρηση.
Καλαβρυτινές οργισμένες μορφές Σκίτσο Αγλαΐας Κυριακοπούλου-Κανελλοπούλου |
ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ [Φ]: Ανδρέα Ασημακόπουλε, ήσουν Αντάρτης. Σε ποιο Τμήμα ήσουν;
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ [Α]: Ήμουν στο Τάγμα Καλαβρύτων. Αποσπάστηκα και πήγα στο Στρατόπεδο των Γερμανών που τους φύλαγαν στα Μαζέικα. Τους είχαν οι ομάδες του εφεδρικού ΕΛΑΣ κι από εκεί τους συγκεντρώσανε και τους πήγαν στα Μαζέικα. Εκεί πήγα κι εγώ. Πήγαμε κάνα τεσσάρι.
Φ: Ποιοι άλλοι ήσαν, θυμάσαι;
Α: Δεν θυμάμαι τα ονόματά τους, γιατί είχαν ψευδώνυμα.
Φ: Επί κεφαλής του Στρατοπέδου, ποιος ήταν;
Α: Ήταν ένας από την Τρεκλίστρα μου φαίνεται, δεν θυμάμαι το όνομά του. Ήταν κι άλλος ένας, Αλεξανδρόπουλος από τα Σουδενά, που είμαστε μαζί, το μικρό του όνομα δεν το θυμάμαι. Το ψευδώνυμό του πάντως ήταν «’Άφοβος».
Φ: Θυμάσαι ημερομηνίες;
Α: Δεν θυμάμαι. Θυμάμαι όμως συγκεκριμένα ότι ήρθε ο Ερυθρός Σταυρός, για να δει τους κρατουμένους, πώς περνάνε. Εμείς τους Γερμανούς τους είχαμε εκεί πέρα αλλά τους στέλνανε και στα σπίτια και δουλεύανε και εκτός από το φαΐ πού τους ταΐζανε, παίρνανε και ό,τι μαζεύανε από το χωριό. Τους είχαμε πει ότι ό,τι μαζεύανε, θα το φέρνανε εδώ πέρα να το μοιράζονται με τους άλλους αιχμαλώτους. Μία ημέρα, (τώρα στις 5 ήτανε, στις 4 του Δεκέμβρη;) λάβαμε μία διαταγή να μετακινηθούμε προς την Κάπελη. Φύγαμε πράγματι από τα Μαζέικα και ξεκινήσαμε. Όταν φτάσαμε στο Μύλο, εκεί απέναντι από τα Μοστιτσιάνικα Καλύβια, στη γέφυρα, μας έφτασε ένας σύνδεσμος και μας έδωσε παραγγελία να γυρίσουμε πίσω. Να πάμε προς την Κορινθία. Πραγματικά γυρίσαμε πίσω. Γινότανε τότε η μάχη στούς «Πολέμους» στο Παγκραταίικο. Όταν φτάσαμε στα Μαζέικα, δεν πήγαμε μέσα από τα Μαζέικα, μήπως μας μπλοκάρουν οι Γερμανοί. Περάσαμε απ’ έξω, από του Ντέντε, προχωρήσαμε. Είχαμε διαταγή όποιος λιποψυχήσει ή αρνηθεί να συνεχίσει να τον σκοτώνουμε. Πήγαμε στου Πλανητέρου. Πριν φτάσουμε στο Πλανητέρου, ήρθε ένα αεροπλάνο εκεί μέσα. Πέσαμε από κάτω, εκεί στα πλατάνια. Γύρισε το αεροπλάνο πίσω. Εμείς φύγαμε (παραμονή του Αγίου Νικολάου ήτανε). Ή μάλλον του Αγίου Νικολάου θα ήτανε, γιατί θυμάμαι που ήρθανε οι γυναίκες εκεί πέρα και φιλεύανε τους αιχμαλώτους γλυκά. Πανηγυρίζουν στου Πλανητέρου. Μείναμε εκεί το βράδυ και την άλλη ημέρα φύγαμε και πήγαμε στο Μάζι. Εγώ μαζί με τον Αλεξανδρόπουλο, (τον «Άφοβο») κατεβήκαμε στου Πλανητέρου τη νύχτα, για να πάρουμε πληροφορίες, να δούμε τι θελα κάνουμε με τους αιχμαλώτους γιατί σχεδόν μας είχαν εγκλωβίσει οι Γερμανοί (Σ.Σ.: τα επερχόμενα Τμήματα). Εμείς, η φρουρά, είμαστε δέκα τρεις. Πήγαμε στο χάραμα εκεί πέρα, βρήκαμε το Θοδωρόπουλο, το λοχαγό από τον Άρμπουνα, ο οποίος ήταν εκεί, στο Σχολείο. (Σ.Σ. Πρόκειται προφανώς για λάθος του Α.Α. Το σωστό όνομα πρέπει να είναι Σωτήρης Θεοδωρακόπουλος).
Φ: Ζει αυτός σήμερα;
Α: Δεν ξέρω αν ζει. Ήταν Φρούραρχος των Μαζέικων και είχε πάει στο Πλανητέρου. Του είπαμε να πάρουμε πληροφορίες να δούμε πού κινούνται οι Γερμανοί, τι γίνεται και τι να κάνουμε με τους αιχμαλώτους. Δεν μας έδωσε καμία λύση αυτός. Μας είπε «δεν ξέρω τι θα κάμετε». Εκείνη τη στιγμή που είμαστε στο Σχολείο, έφτασε ένας σύνδεσμος, ένας αντάρτης, ο οποίος ερχότανε από το γέρο-Μίχο, από το Αρχηγείο. Ρώτησε αν ξέρει κανείς πού βρίσκεται η Φρουρά του Στρατοπέδου και του είπα ότι εμείς είμαστε. Βγάνει, τραβάει και μου δίνει ένα φάκελο. Του λέω: «Για περίμενε», μου λέει: «πάρ’ το φάκελο και φεύγω». Εν τω μεταξύ ανοίγοντας το φάκελο, είδα ότι έπρεπε να τους εκτελέσουμε.
Φ: Η διαταγή ήταν από το Αρχηγείο, του γέρο-Μίχου;
Α: Ναι και έγραφε ότι θα εκτελεσθούν μέχρι τη μία η ώρα το μεσημέρι και να εξαφανισθούνε. Να τους θάψουμε, να μη φανεί τίποτα. Εμείς τώρα είμαστε δέκα τρεις. Όπλα δεν είχαμε, κάτι αραβίδες είχαμε και ένα «Στεν» με καμιά-δυο γεμιστήρες. Ήταν αδύνατο να τους εκτελέσουμε, δεκατρείς εμείς άντρες και ο ένας ήταν άρρωστος. Ήταν και μια γυναίκα... Έντεκα είμαστε δηλαδή.
Φ: Ποια γυναίκα ήτανε;
Α: Ήτανε μια από τα Κουνινά, λεγότανε Ελένη. Ο σύνδεσμος, δεν σταμάτησε καθόλου να του τα πούμε αυτά. Η διαταγή μέσα έγραφε να τους εκτελέσουμε και να μείνουμε στου Μάζι. Ίσως την άλλη ημέρα ’ρθεί και ο γέρο-Μίχος. «Περιμένετε κι εμάς», έγραφε. Γυρίσαμε πίσω στο Θοδωρόπουλο, το Φρούραρχο, του λέμε ότι «αυτή τη διαταγή έχουμε. Εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε…». «Θα κάνετε ό,τι διαταγή έχετε λάβει» μας λέει. Του είπαμε ότι δεν μπορούμε, θέλουμε ενίσχυση. «Θα πάτε μ’ αυτούς που έχετε – δεν ξέρω τι θα κάμετε. Εγώ ενίσχυση δεν μπορώ να σας δώσω». Τέλος πάντων το απόγευμα μας έστειλε μια ενίσχυση από το 11ο Σύνταγμα. Ήταν ένας Καραχάλιος, ανθυπολοχαγός, με 23 άνδρες.
Φ: Αυτό τον Καραχάλιο, τον ξέρεις εσύ; Ήταν Καλαβρυτινός;
Α: Δεν ξέρω πούθε ήτανε, θυμάμαι ότι την ώρα που είχαμε ξεκινήσει από του Πλανητέρου για το Μάζι για να τους πάρουμε για το... μας έδωκε δυο συνδέσμους, τον Μπούρμπουλα κι έναν...
Α: Ο Θανάσης Μπούρμπουλας, ήτανε αντάρτης.
Φ: Ψευδώνυμο ή όνομα;
Α: Όνομα. Τον σκοτώσανε μετά, οι Μάηδες, στο Πλανητέρου. Ήρθε ο Μπούρμπουλας κει πάνω, μαζί μ’ έναν άλλο, Πλανητεριώτη.
Φ: Τον θυμάσαι ποιος ήταν;
Α: Για το Λυκοχρήστο μας είπε, αλλά δεν ήρθε ο Λυκοχρήστος, έστειλε έναν άλλο. Ήρθαν δύο εκεί πέρα για οδηγοί και μας πήραν κει πέρα να πάμε που ξέρανε εκεί ένα μέρος να τους εκτελέσουμε, που δεν μπορούσαν εκεί να φύγουνε οι Γερμανοί. Τέλος πάντων πήραμε την απόφαση να τους κλείσουμε μέσα σ’ ένα ρέμα, (δεν μπορούσαν να φύγουνε δεξιά - αριστερά), να τους πλακώσουμε στις χειροβομβίδες και με τα όπλα. Πρώτα με τις χειροβομβίδες και μετά με τα όπλα. Κι έτσι πήραμε την απόφαση. Αλλά στο δρόμο που πηγαίναμε, μας πρόλαβε ο Καραχάλιος. Λέει: «Πού τους πάτε;» Του είπαμε. Του δώσαμε αναφορά, έτσι και έτσι. «Εσείς» λέει, «με έντεκα άνδρες πάτε να... Θα σας πιάσουνε οι Γερμανοί». Τέλος πάντων ήρθε κι ο Καραχάλιος εκεί, τους πήραμε, τους πήγαμε. Κι εκεί έγινε η εκτέλεση...
Φ: Ο «Μπούρμπουλας» ποιος ήταν;
Φ: Με επί κεφαλής τον Καραχάλιο;
Α: Τον Καραχάλιο, ναι.
Φ: Τι ώρα τους σκοτώσατε;
Α: Είχε νυχτώσει.
Φ: Τι ημέρα ήτανε;
Α: Δεν θυμάμαι τι ημέρα ήταν.
Φ: Του Αγίου Νικολάου, είσαστε στου Πλανητέρου όπως είπες. Την άλλη ημέρα...
Α: Στις 8 έπρεπε να ήταν, το βράδυ. Ή στις 9.
Φ: Αυτό έχει σημασία, μεγάλη. Δεν θυμάσαι ακριβώς;
Α: ………
Φ: Επί κεφαλής, όπως είπες, ήταν ο Καραχάλιος. Εσύ τι ψευδώνυμο είχες;
Α: «Πριόλιθος».
Φ: Άλλο τίποτα σχετικό θυμάσαι; Είναι αλήθεια ότι γλύτωσε ένας;
Α: Γλύτωσε ένας, αλήθεια. Γλυτώσανε δυο, τρείς, τέσσεροι αλλά σκοτωθήκανε, πέσανε κάτω από το βράχο. Αυτούς τους δέσαμε... τους είπε τότε αυτός ο αξιωματικός, ο Καραχάλιος, τους λέει ότι... εμείς θα πάμε σε μια σπηλιά να μείνουμε μέσα, κι επειδή εσείς έχετε ρούχα, γιατί τους είχαμε πει στους Γερμανούς για να μη μας φύγουνε... γιατί δεν ήταν εύκολο δέκα άνδρες να οδηγούν 80 μέσα στο δάσος. Θα μας φεύγανε. Και ήταν κίνδυνος να μας πιάσουν κιόλας. Τους είχαμε ειπωμένο να πάρουνε τα ρούχα τους που κοιμόσαντε, κοντά. Ε, όταν φθάσαμε και νύχτωσε, τους δείξαμε κάτι γκρεμίλες εκεί πέρα λέγοντας «απ’ εκεί θα περάσουμε». Αυτοί ήσαν και ξυπόλητοι, με χαλασμένα παπούτσια, μισοξυπόλυτοι ήσαν, δεν μπορούσαν να βαδίσουν. Και τους λέει «αφού δεν μπορείτε να βαδίσετε, θα μείνουμε εδώ απόψε. Εσείς έχετε ρούχα να κοιμηθείτε, θα στρώσετε τα ρούχα σας κάπου εκεί. Εμείς δεν έχουμε, θα πάμε σε μια σπηλιά. Αλλ’ επειδής εμείς θα φύγουμε και θα αφήσουμε μόνο μια φρουρά εδώ να σάς φυλάνε, δυο άντρες, θα σας δέσουμε. Πέστο και στους άντρες». Ήταν ένας λοχαγός εκεί Γερμανός, ο οποίος ήξερε τα Ελληνικά καλά και τους λέει πες και στους υπόλοιπους ότι έτσι θα γίνει. Και δεχτήκανε οι Γερμανοί και τους δέσαμε. Δέσαμε καμιά τριανταπενταριά, δεν θυμάμαι καλά, οι υπόλοιποι μείνανε λυτοί. Εν τω μεταξύ είχε πάει μπροστά κι είχε βάλει ένα οπλοπολυβόλο (ήτανε ένας βράχος μπροστά), και την ώρα που ξεκινήσανε οι υπόλοιποι, τους είπε όσοι είστε λυτοί, προχωρείτε να πάτε στη σπηλιά μαζί μας. Και προχωρήσανε μπροστά οι Γερμανοί. Τότε τους έβαλε το οπλοπολυβόλο, αυτοί πήγαν να φύγουν και πέσαν κάτω από το βράχο. Κι ένας εκεί τραυματίστηκε. Τον είχε πάρει στο χέρι. Την άλλη ημέρα μας μπλοκάρισαν οι Γερμανοί. Ήρθαν στου Μάζι και μπροστά ήσαν οι Ταγματασφαλίτες. Εμείς, νομίζαμε ότι έρχονται ο γέρο-Μίχος και το Αρχηγείο. Μια ομάδα του Καραχάλιου, η οποία έμεινε στο απ’ εδώ μέρος στου Μάζι, που ήταν αγνάντιο στου Πλανητέρου, κάτω, τους είδε, στο χάραμα. Μας φωνάζει εμάς που μέναμε στου Παπαγεωργίου το σπίτι, στο πάνω μέρος του Μάζι, ανατολικά, (ήμουν εγώ σκοπός – στο φώτημα), λέγοντας «φεύγατε κι ελάτε σα ’δω». Λέω στους άλλους, «σηκωθείτε επάνω». Είχαμε κάμποσο κρέας κει πέρα, το βράζαμε, λέω ας το κει να το φάνε, εμείς θα πάμε στα Σουδενά. Γιατί είχαμε διαταγή, μετά από την εκτέλεση, να πάμε να βρούμε το Αρχηγείο, που είχε φύγει με κατεύθυνση προς την Κάπελη. Και αν δεν μπορούσαμε να περάσουμε, τότε να φύγουμε να πάμε προς το 6ο Σύνταγμα αν μας έχουν κλείσει οι Γερμανοί και δεν μπορούμε να περάσουμε. Προς την Κορινθία. Τέλος πάντων εμείς, είπαμε «ας τους, ας φύγουνε», αλλά εκείνοι μας φωνάζανε «δεν θέλετε τη ζωή σας; Ελάτε σα ’δω» και φεύγανε, κόλλησαν επάνω στο δάσος. Πριν ανεβούν οι Γερμανοί, πέρασαν κανα-δυο από εμάς. Τότε οι Ταγματασφαλίτες που ήταν μπροστά, ντυμένοι γερμανικά και με περασμένες κάτι αρμάτες, κάτι μυδράλια και κάτι σφαίρες, μας φωνάζανε: «Βρε για πού πάτε, γιατί φεύγετε; Και μεις αντάρτες είμαστε». Κάτι Μαζαίοι που ήσαν κει πέρα, γελάστηκαν και μας φώναξαν: «Αντάρτες είναι». Περιμέναμε βλέπεις το Αρχηγείο. Γυρίσαμε πίσω, σ’ ένα αλώνι που ήταν κει πέρα. Οι Γερμανοί όμως που έρχονταν πίσω, μη ξέροντας τι μας είπαν οι ταγματασφαλίτες, πιάσαν έναν πολίτη που ήταν ’κει πέρα και τον κόλλησαν στην πόρτα. Με το κτύπημα που του κάνανε, τότε καταλάβαμε εμείς ότι ήταν Γερμανοί. Αλλά οι άλλοι, οι ταγματασφαλίτες, είχαν φθάσει στα 20 μέτρα κοντά μας. Κουβεντιάζαμε με δαύτους. «Γιατί φεύγετε», μας είπαν. «Τι αντάρτες είστε εσείς φοβόσαστε; Δεν βλέπετε πως είμαστε αντάρτες;» «Σάς είδαμε» τους λέμε. «Πού τους έχετε τους αιχμαλώτους;». «Εδώ». «Γιατί δεν τους φέρνετε κάτου; Ελάτε κάτου». «Ελάτε σεις εδώ, που έχουμε τους αιχμαλώτους», (εμείς είμαστε πάνω στ’ αλώνι). Και την ώρα πού γύρισαν αυτοί προς τ’ αλώνι, είδαμε τους Γερμανούς που είχαν χτυπήσει τον πολίτη και φύγαμε. Μέχρι ν’ ανεβούνε αυτοί στ’ αλώνι, εμείς χωθήκαμε στο δάσος μέσα. Φύγαμε. Σημείο συγκεντρώσεως, δώσαμε τα Σουδενά. Εγώ αποκόπηκα, επάνω στο δάσος πού μπήκαμε. Είχαμε κι ένα μαζί μας που ήταν στραβός (κάτι είχαν τα μάτια του) και τον πηγαίναμε κρατώντας. Κι όπως τον πηγαίναμε τον ανήφορο πιάνοντάς τον εγώ ήμουνα τελευταίος από πίσω, χωθήκαμε σε μια σούδα. Φοβήθηκα ότι θα μας στριμώξουνε με κάνα μυδράλιο, ξεκόβω, πέφτω μέσα στο δάσος, άντε απ’ εδώ, απ’ εκεί να τους βρω μπροστά, χάθηκα. Βγήκα ψηλά επάνω στο Μάζι και βρήκαν έναν, το Μαρίνη από τα Μαζέικα.
Φ: Πώς βρέθηκε αυτός εκεί;
Α: Είχε φύγει ο άνθρωπος, να κρυφτεί. Είναι αυτός που είχε μετά το Πρακτορείο. (Σ.Σ.: των λεωφορείων), στα Μαζέικα. Τον ρώτησα αν μπορώ να περάσω για τα Σουδενά και μου είπε πως απ’ εκεί δεν γινόταν. Έπρεπε να ανέβω στην κορφή. Όπως και έκανα. Βγήκαν κάποιοι Γερμανοί επάνω στο δάσος, ρίξαν κάτι όλμους, όμως εγώ έφυγα και πήρα κατεύθυνση προς το Καταφύγιο (Σ.Σ. του Χελμού). Στο δρόμο που πήγαινα, είδα κάτι αχνάρια. Ξυπόλητος άνθρωπος. Δεν μου πήγε στο μυαλό ότι έχει γλυτώσει Γερμανός. Σκέφτηκα και πήρα τα αχνάρια κοντά, πιστεύοντας ότι κάποιος τσοπάνης θάταν. Κάπου όμως που το χιόνι ήταν παγωμένο, γλίστρησα και έπεσα σε μια γούβα, καμιά πενηνταριά μέτρα κάτω στο χιόνι. Σηκώθηκα, πήρα πάλι την πλαγιά και βγήκα στο Καταφύγιο. Εκεί βρήκα το Νοσοκομείο. Ήταν και ένας Ιταλός γιατρός - δυο Ιταλοί. Με ρώτησαν πούθε ήρθες, τους είπα. «Μας κυνήγησαν οι Γερμανοί και έφυγα. Αποκόπηκα». Οι υπόλοιποι, πέσαν απ’ εκεί και πήγαν προς τις Κλουκίνες, που ήταν το δεύτερο Τάγμα Αιγιαλείας. Εγώ κατέβηκα με τον Παπαβασιλόπουλο, τον Ανδρέα, από τα Σουδενά που ήταν επάνω στο Καταφύγιο.
Φ: Ποιον Ανδρέα Παπαβασιλόπουλο; Αυτόν που σκότωσαν μετά εδώ,
ο Στρατός επί Κουβελά το 1948;
Α: Ναι. Αυτός ήταν εκεί πάνω. Οι Ιταλοί εν τω μεταξύ είπαν «θα μας πιάσουνε οι Γερμανοί;» και φύγαν προς την Κάπελη, σκόρπισαν. Άλλοι πήγαν προς τα χωριά. Εγώ με τον Παπαβασιλόπουλο, πήγαμε στα Σουδενά, μόλις νύχτωσε. Στα Σουδενά εν τω μεταξύ είχαν έρθει οι Εγγλέζοι, με καμιά δεκαριά αντάρτες φρουρά. Ο Γερμανός που γλύτωσε, εν τω μεταξύ, είχε κατεβεί κι αυτός στα Σουδενά και τον πιάσανε. Με είδε που κατέβηκα κάτω, ήταν φεγγάρι. Τον ρωτούσα ’κει πέρα (μάλλον όμως Γάλλος ήταν αυτός που γλύτωσε). Και άρχισε να μου λέει: «παρτιζάν - γκούτ παρτιζάν». Ένας Ταγματάρχης που ήταν στη φρουρά των Εγγλέζων, μου λέει: «Πού σε γνωρίζει αυτός;» «Δεν ξέρω, δεν με γνωρίζει» του είπα κι έφευγα, να φύγω. Τότε τράβηξε το πιστόλι και μου λέει: «Πού πας; Τι είσαι εσύ;». «Αντάρτης είμαι» του λέω. Και αναγκάστηκα να του εξηγήσω ότι έτσι κι έτσι. «Αυτός ο Γερμανός, έχει γλυτώσει από τη μάχη» (Σ.Σ.: εκτέλεση). «Πάρτον να πας να τον εκτελέσεις» μου λέει. «Εγώ δεν μπορώ να πάω να τον εκτελέσω μέσα στα χωριά να κάψω τα Σουδενά» του λέω. Μου λέει: «Τι διαταγή έχεις;» Του είπα ότι έχω διαταγή να περάσω προς τη Φενεό. Είπαμε θα πάμε στην Κάπελη. Αν δεν μπορούμε, θα πάμε προς το 6ο Σύνταγμα (Σ.Σ. Κορινθία). Μου λέει θα τον πάρεις και θα φύγεις προς το 6ο Σύνταγμα. Κείθε δεν περνάς. Θα τον πάρεις, δεν ξέρω τι θα τον κάμεις, θα τον πάρεις μαζί σου. Εντάξει του είπα, θα τον πάρω. Τον πήρα, τον πήγα σε ένα σπίτι, κοιμήθηκα το βράδυ. Εκείνον τον έβαλα σε άλλο σπίτι και κοιμήθηκε. Το βράδυ ’ρχόνται άλλοι δύο αντάρτες. Ένας Μελάς από τον κάμπο, από τη Μανωλάδα, και ένας άλλος, Αλεξανδρής λεγότανε; Δεν τον θυμάμαι. Πήγαν ’κει πέρα, τους είπανε οι άλλοι ότι είναι ένας αντάρτης δω πέρα μ’ ένα Γερμανό αιχμάλωτο, κι ήρθαν αυτοί στο σπίτι και με βρήκανε. Μου λένε «το πρωί, θα πάμε μαζί». Είχαν και μια γυναίκα κρατούμενη. Πήραμε και έναν Κότσυφα από τα Σουδενά, που σκοτώθηκε μετά, κι’ αυτός μας πέρασε από τον Ξερόκαμπο. Απ’ εκεί βλέπαμε τα Καλάβρυτα. Την ώρα εκείνη μπαίνανε οι Γερμανοί στα Καλάβρυτα. Μπήκαν τα τανκς. Καιγόνταν οι Ρωγοί, η Κερπινή. Στις 13. Γι’ αυτό έπρεπε να είχε γίνει η εκτέλεση στις 12 του μηνός.
Φ: Ποια εκτέλεση;
Α: Των Γερμανών, στου Μάζι. Τώρα θυμάμαι καλά. Έγινε η εκτέλεση (Σ.Σ. των Γερμανών) το βράδυ... στις 11 του μηνός έγινε η εκτέλεση. Όχι, ούτε έτσι είναι. Γιατί μετά έγινε η εκτέλεση εδώ (Σ.Σ. στα Καλάβρυτα). Την ώρα που βγήκαμε εμείς να πάμε στον Ξερόκαμπο, καιγότανε Ρωγοί, Κερπινή.
Φ: Τα χωριά αυτά κάηκαν στις 8 του μηνός;
Α: Ε, τότε, στις 7 έγινε η εκτέλεση (Σ.Σ. των Γερμανών). Από ψηλά, βλέπαμε μπαίνανε οι Γερμανοί στα Καλάβρυτα, τανκς, ξέρω εγώ τι διάβολο μπαίνανε. Τότε ο Κότσυφας φωνάζει του Γερμανού: «Αεροπλάνα. Κρύψου», για να τον σκοτώσει. Και πήγε σ’ ένα έλατο αυτός πέρα και εμένα μου είπαν: «πάρε τη γυναίκα και φεύγα». Πήρα εγώ το μονοπάτι που πάμε για τον Ξερόκαμπο κι άκουσα τον πυροβολισμό πίσω. Τον σκοτώσανε... Μετά φύγαμε με τη γυναίκα και πήγαμε προς το ……
Φ: Έχεις μάθει να υπήρχε και άλλος Γερμανός τραυματίας, που τον βρήκαν μετά οι Γερμανοί;
Α: Δεν ξέρω. Μετά εγώ έφυγα από εκεί, μετά πήγα στις Κλουκίνες, κατεβήκαμε στα Αρφαρά κι απ’ εκεί γύρισα και πήγα στην Κέρτεζη και βρήκα το Αρχηγείο. Έφυγα...
Φ: Ονόματα άλλων που να ήσαν μαζί σου θυμάσαι;
Α: Όχι δεν θυμάμαι. Θυμάμαι μόνον αυτό το λοχία, που ήταν από την Τρεκλίστρα, αλλά δεν θυμάμαι το όνομά του. Ήταν κι ένα παιδί από τη Σέλισσα του Αιγίου, τους άλλους δεν τους θυμάμαι.
Συγκεντρωτική Αναφορά
επί ζημιών προελθουσών εξ εμπρησμών και βομβαρδισμών
1) Εμπρησμός της Κοινότητος Φίλιας περιφερείας Καλαβρύτων.
Εκ των 250 περίπου οικιών εξ ων σύγκειται η Κοινότης αύτη μόνον 15 παρέμειναν αλώβηται. Αφορμή του εμπρησμού κατά παρασχεθείσας ημίν πληροφορίας υπήρξε συμπλοκή λαβούσα χώραν σχεδόν εντός της Κοινότητος μεταξύ Ιταλικού Τμήματος και των ανωτέρω ομάδων.
2) Εμπρησμός εις τας Κοινότητας Άνω και Κάτω Λουσών περιφερείας Καλαβρύτων.
Εκ των 220-250 οικιών εξ ων εν τω συνόλω απετελούντο αι Κοινότητες αύται 19 οικίαι κατεστράφησαν αι 17 ανήκουσαι εις την Κοινότητα Άνω Λουσών και εις την όμορον Κοινότητα Κάτω Λουσών. Αφορμή του εμπρησμού κατά παρασχεθείσας ωσαύτως πληροφορίας υπήρξε το γεγονός, ότι σημαντικός αριθμός κατοίκων είχεν εγκαταλείψεις τας κατοικίας του φοβούμενος κυρώσεις εκ μέρους των Ιταλικών Αρχών, κατόπιν της εμφανίσεως εις την περιοχήν ταύτην ανταρτικών ομάδων και της παρ’ αυτών κατ’ επανάληψιν ενεργηθείσης καταστροφής του τηλεφωνικού και τηλεγραφικού δικτύου της περιφερείας, πράγμα το οποίον ίσως εξηλήφθη ως επιδοκιμασία και συμμετοχή των κατοίκων εις ανωτέρω ομάδας.
3) Εμπρησμός του χωρίου Βραχνί της περιφερείας Καλαβρύτων.
Το χωρίον τούτο συγκείμενον εξ …80 περίπου οικιών επυρπολήθη παρ’ Ιταλικών Τμημάτων, παρέμειναν δε αλώβηται εκ του τοιούτου εμπρησμού μόνον 10 οικίαι. Αιτία του εμπρησμού υπήρξε το γεγονός ότι ανταρτικά στοιχεία μετέβαινον εις το χωρίον τούτο συχνάκις εις ό και κατεσκήνωνον.
4) Εμπρησμός της Κοινότητος Παρασκευής Αιγιαλείας.
Εκ των 60 οικιών εξ ων η Κοινότης αύτη αποτελείται, αι 55 κατεστράφησαν συνεπεία τεθέντος πυρός παρά Ιταλικών Τμημάτων. Αφορμή του εμπρησμού υπήρξε το γεγονός, ότι κάτοικοι της Κοινότητος ταύτης είχον προσχωρήσεις εις ανταρτικάς ομάδας.
5) Ερυμάνθεια.
Την νύχτα της 27-28 Ιουλίου 1943 ομάς ενόπλων Ελλήνων ανταρτών επετέθη κατά της δυνάμεως Καραμπινιέρων Ερυμανθείας αποτελουμένης εξ είκοσι περίπου ανδρών την οποίαν κατόπιν διώρου μάχης ηχμαλώτισαν. Την 28-7-1945 τρία αυτοκίνητα Ιταλικά πλήρη στρατού, πυρομαχικών και τροφίμων μετέβησαν εις Ερυμάνθειαν προφανώς προς δίωξιν των ανταρτών και απελευθέρωσιν των αιχμαλωτισθέντων Καραμπινιέρων, πλην υποπεσόντα εντός του χωρίου Ερυμανθείας εις ενέδραν ανταρτών η μεν δύναμις απεδεκατίσθη, φονευθέντων ένδεκα στρατιωτών και τραυματισθέντων δεκαπέντε τα δε αυτοκίνητα, κατά πληροφορίας κατεστράφησαν υπό των ανταρτών.
Την 29.7.1943 δύναμις ισχυρά εξ Ιταλικού Στρατού μεταβάσα εις Ερυμάνθειαν ενέτρησε το χωρίον Ερυμανθείας αποτελούμενο εξ εβδομήκοντα περίπου οικογενειών διασωθεισών μόνον της εκκλησίας και δύο χαμογείων οικιών, άπασαι δε αι οικίαι ελεηλατήθησαν, εκ […] (δυσανάγνωστο).
6) Χαλανδρίτσα.
Την νύκτα της 28.7.1943 ομάς ενόπλων Ελλήνων ανταρτών επετέθησαν κατά της δυνάμεως Καραμπινιέρων Χαλανδρίτσης αποτελουμένης εξ είκοσι περίπου ανδρών και κατόπιν μάχης ηχμαλωτίσθη. Την 28.7.43 μεταβάσα ισχυρά δύναμις ιταλικούς στρατού εις Χαλανδρίτσαν επυρπόλησαν 44 οικίας και πλείστας όσας ελεληλάτησαν, τα δε προϊόντα της λεηλασίας επωλήθησαν εις Ιτέας παρ’ Ιταλών και Γερμανών στρατιωτών. Ακολούθως αεροπλάνον μεταβόν εις Χαλανδρίτσαν επολυβόλησε ταύτην εκ δε των ριφθεισών βολών εφονεύθη η Χαρίκλεια θυγάτηρ Ηρακλέους […]. Αι προξενηθείσαι ζημίαι είναι πολλαί και ανεξακρίβωται. Οι συλληφθέντες Καραμπινιέροι μετά παρέλευσιν ωρών τινών από της συλλήψεώς των αφέθησαν ελεύθεροι.
7) Μάνεσι.
Η Κοινότης αύτη περί τα τέλη του μηνός Ιουλίου εβομβαρδίσθη παρά Γερμανικών αεροπλάνων και επολυβολήθη ωσαύτως ερρίφθησαν χειροβομβίδες εκ των αεροπλάνων συνεπεία των οποίων υπάρχουσι δύο νεκροί και έξ τραυματίαι. Εκ των 80 οικιών εξ ων σύγκειται η Κοινότης αύτη αι 10 κατεστράφησαν ολοσχερώς, αι δε υπόλοιποι υπέστησαν σοβαράς βλάβας ιδία εις τας κεράμους. Ο βομβαρδισμός της Κοινότητος ταύτης εγένετο με το δικαιολογητικόν ότι αύτη απετέλη φωλεάν ανταρτών.
8) Τρεκλίτσα.
Η Κοινότης αύτη ως και η ανωτέρω εβομβαρδίσθη και επολυβολήθη κατά τον αυτόν ως άνω χρόνον. Εκ του βομβαρδισμού υπάρχουν 5 νεκροί και 25 τραυματίαι. Εκ 40 οικιών εξ ων η Κοινότης σύγκειται αι 35 κατέρρευσαν ολοσχερώς ενώ αι υπόλοιποι υπέστησαν μεγάλας βλάβας.
9) Χωρίον Λαπάτα.
Το χωριόν τούτο εβομβαρδίσθη και επολυβολήθη. Τα συνολικά του βομβαρδισμού τούτου θύματα ανέρχονται εις 15 νεκρούς, εκ των 30 οικιών εξ ων το χωρίον τούτο αποτελείται, τινές εξ αυτών υπέστησαν σοβαράς βλάβας και έτεραι ελαφροτέρας. Τόσον το χωρίον τούτο όσον και η προμνημονευθείσα Κοινότης Τρεκλίτσας εβομβαρδίσθησαν με το αυτό ως άνω η Κοινότης Μάνεσι δικαιολογητικόν.
* Στοιχεία από Αρχείο Νομαρχίας Αχαΐας που διαθέτει ο ιστοριοδίφης
κ. Βασίλης Λάζαρης.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΤΗΝ ΔΕΥΤΕΡΑ 17 ΙΟΥΝΙΟΥ
ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ: ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ [ΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ] για την UNTERNEHMEN KALAWRYTA
ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ: ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ [ΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ] για την UNTERNEHMEN KALAWRYTA
- Καταπολέμηση συμμοριτών και μέτρα εξιλασμού [Ντοκουμέντο (έγγραφο) Felmy Νο 59]
- Αυτοί διέταξαν την ισοπέδωση των Καλαβρύτων
- ΤΑ ΜΑΖΙΚΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ ΜΕΣΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ
- Η ένορκη Δήλωση του August Winter στο Διεθνές Δικαστήριο της Νυρεμβέργης
- ΤΑ ΜΑΖΙΚΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ - Η ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΟΜΑΔΙΚΗ ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ
- Εισαγγελέας Πρωτοδικών Μπόχουμ: UNTERNEHMEN KALAWRYTA – ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ Μια απαίσια υπόθεση
- ΠΩΣ ΑΦΑΝΙΣΑΜΕ ΤΑ ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ ΟΜΙΛΕΙ Ο JULIUS WOLFINGER ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΗΣ UNTERNEHMEN KALAWRYTA
- ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ κ. JULIUS WOLFINGER ΣΕ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ κ. ΔΗΜΗΤ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ
- Ο Καθηγητής της Γερμανικής Φιλοσοφίας Dr. v. Seydlitz Kurzback Διοικητής του 749 Jager Retsiment σχολιάζει την UNTERNEHMEN KALAWRYTA
- Μία σφαγή μένει στην μνήμη
- Πώς πυρπολούσαμε τα σπίτια
- Έκθεση Κατάστασης Εχθρού – Πληροφοριακό Δελτίο Νο 4 του Διοικητή Πελοποννήσου Υποστράτηγου της Βέρμαχτ Le Suire [Τμήμα Ic, Αριθ…1019/43/11.12.1943]
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.