Το Τουρκοπροσκύνημα στην Αχαΐα και ειδικότερα στο Σέμπτι των Νεζερών. ΜΕΡΟΣ 5ο γράφει ο Θανάσης Τζώρτζης Γκέρμπεσι (Προ...
Το Τουρκοπροσκύνημα στην Αχαΐα και ειδικότερα στο Σέμπτι των Νεζερών.
ΜΕΡΟΣ 5ο
γράφει ο Θανάσης Τζώρτζης
Γκέρμπεσι (Προφήτη Ηλία) gerbesi.wordpress.comΟ Θανάσης Τζώρτζης βρίσκεται στο στάδιο έρευνας και συλλογής στοιχείων για όλη την επαρχία
Καλαβρύτων.
6. Οι βιαιότητες των στρατιωτικών.
«…Εις τοιαύτας περιστάσεις ευρισκόμενοι, ας συμπεράνη η σεβαστή κυβέρνησις οποίας μεγάλας δυσκολίας απαντώσιν εις την είσπραξιν[;] των προσόδων της επαρχίας αυτής όταν μάλλον αυτάς επαυξάνουν με τας αντενεργείας των καπεταναίων του τμήματος Χασίων κ. Αναγνώστη Κορδή και τινών άλλων σχετικών του στρατηγού Πετιμεζά, καθότι έως ώρας συνάζουν δι ιδίων τους ανθρώπων μάλιστα δι εκτελεστικής δυνάμεως όσα εκ των εθνικών γεννημάτων ετοιμάζονται, τους δε επιστάτας τους οποίους έχομεν εις Ακράταν τους βιάζουν, και όσα γεννήματα έως ώρας έγιναν εκεί τα επήραν και αυτά με την βίαν άνευ της συγκαταθέσεώς μας, επί λόγου ότι θα τρώγουν εις το στρατόπεδον οι στρατιώται, ενώ στρατόπεδον δεν υπάρχει. Ο σκοπός τον οποίον εξάγει η επιτροπή από τα κινήματα αυτών, δεν αποβλέπει εις άλλο, ει μη να αποδείξουν εις τους όσοι είναι αγορασταί και εις τους τοιούτους κατοίκους, ότι να μη τολμήση κανείς να παρρησιαστή δια να καταρροφήσουν αυτοί κατά την συνήθειάν τους πάν το προστυχόν.…»[1].
«…Ο οπλαρχηγός της επαρχίας Β.
Πετιμεζάς μαζί με τα αδέλφια του αντίς να μας συμβοηθήση εις την ανάγκην
μας να μας παρηγορήση εις την δυστυχίαν
μας, μας κατέτρεξεν ως Τούρκους χωρίς να μας αφήση να οικονομήσωμεν τα αδύνατα και
ανήλικα παιδιά και μάλιστα και να κτυπήσωμε τον εχθρόν, παρά με το ένα χέρι την
φωτιά και με το άλλο το σπαθί δίδων και πληρεξουσιότητα εις τους στρατιώτες
του, έτρεχεν ως λέων ορυόμενος, καίων, σκοτώνοντας [3.λ. δυσαν.], τι να κάμης
με αυτό, να ημπορέση να κατορθώση να τον
δεχθή , με τον ανωτέρω η επαρχία οπλαρχηγόν της, όπου αυτό εν όσο ευρίσκονται
Έλληνες εις ταύτην την επαρχίαν δεν θέλει το αξιωθεί.…»[2].
«…εις όλα σχεδόν τα χωρία είναι
διορισμένοι φροντισταί και με το όνομα του εθνικού δεν παραβλέπουν μηδέ το
ιδιόκτητον, στρατιώτες διασπαρμένοι σε όλα τα χωρία, δεν κάμνουν άλλο, ειμή
[ριπηλατούν;] πού κανένας πτωχός έχει κεκρυμμένον ή γέννημα ή πράγμα δια να το
πάρουν, και λαμβάνοντάς το οι μεν μετριώτεροι
το μεταφέρουν εις τα χωρία των, οι δε απληστώτεροι το πωλούν εις τους
ιδίους κυρίους και λαμβάνουν εις χρήματα την τιμήν του, μόλις απομακρύνεται
παρ’ αυτών ολίγον ο κτήτωρ και αγοραστής και πάλιν οι ίδιοι το αρπάζουν από τας
χείρας του, το ίδιον ακολουθούν και εις τα εν τοις χωραφίοις, έτι όψιμα
γεννήματα, και εις τας διαφόρους είδους ζώα, ώστε δεν βλέπει κανείς ειμή μόνον
εν εμπόριον ληστείας και αρπαγής, δεν βλέπεις ειμή ληστεύοντας και
ληστευομένους, γυμνούντας και γυμνουμένους, και δεν ακούεις ή μη θρήνους,
προσκλαύσεις, δάκρυα αναστεναγμούς, χειρότερα αφ’ όσα ημπορεί ν’ ακούσει εις
μίαν παρά των θηριοδεστέρων εχθρών καταστραφείσαν πόλιν. Ο δε αντιπρόσωπος μετά
των λοιπών οπλαρχηγών από… από την εν Καυκαριά μάχην μετέβησαν εις Δουμενά, και
αφού ετελείωσαν τα εκεί σφακτά και γεννήματα, εξακολούθησαν και στα μυστικά
μέρη εις τα οποία είχαν οι πτωχοί τα πράγματά τους φυλαγμένα από τους
Τούρκους,μετεφέρθησαν εις το χωρίο Ζαχλωρού με περίπου χιλίους στρατιώτας και
ρέγχουσιν[;] εκεί σχεδιάζαντες δια μήνα σχεδόν ολόκληρον την τοποθέτησίν[;]
των, και μ’ άκραν ανοχήν και γενναιότητα υποφέροντες τα γινόμενα, χωρίς μήτε
μέχρις ελέγχου να […] τους μετερχομένους […], η δε άλλη πτέρυξ του στρατεύματος
υπό την οδηγίαν του Κ. Γενναίου λεηλατήσασα μεν αλλά […], τρόπους, το τμήμα του
Λειβαρτζίου, έκαμε την στάσιν της εις την Στρέζοβαν, εις τα μεθόρια των δύο
επαρχιών Καρυταίνης και Καλαβρύτων, και επισκοπούσα εκατέραν, […] τα προϊόντα
των και απασχολούσα πάντας τους […]. Αυτή είναι η κατάστασις της επαρχίας
Καλαβρύτων, όσα αδύνατος κάλαμος ημπορεί να περιγράψει, και η Γραμματεία αύτη
ας κρίνει αν πρέπει να λέγεται επαρχία ή αν ημπορεί να υπάρξει αυτό το θέατρον
της αρπαγής και ληστείας, ημείς δε με το ανήκον σέβας μένομεν…»[3].
Στην από 15.9.1827 απαντητική της από 20.8.1827 διακηρύξεως του
Κολοκοτρώνη, επιστολή του Κ. Μαυρονικόλα, αναφέρονται επίσης (με ειρωνική και
επιτιμητική διάθεση) και τα εξής: «…αλλ’ είδα και έτι βλέπω μίαν απέραντον
αγοράν (όπου σχεδόν είναι η έκτασις των τριών επαρχιών), εις την οποίαν
ποίμνια, αγέλαι,φορτηγάζώα, συναγμένοι και ασύνακτοι καρποί,λέιψανα κινητής
περιουσίας κρυμμένα εις τα σπήλαια, εν γένει πάν ό,τι με ιδρώτας έσπειραν,με
δάκρυα εθέρισαν, με κίνδυνο της ζωής διεφύλαξαν οι πτωχοί κάτοικοι εκείνων των
μερών αρπαζόμενον από τας χείρας των, πωλείται πάλιν δις και τρις κατ’
επανάληψιν εις ένα και τον αυτόν πτωχόν από τους διαφόρουςάρπαγας καιπωλητάς…
Δεν γνωρίζω πώς οι διώκται του λαού ζητούν με βίαια καιδυναστικά μέτρα να
γίνουν, ή καν να ονομάζονται πολεμικοί αρχηγοί των…».
Ο Κολοκοτρώνης καλεί τους
Τουρκοπροσκυνημένους να επανέλθουν.
«Προς άπαντας τους κατοίκους των
χωριών Νεζερών και Πάτρας, ιερείς και λαϊκούς, μικρούς και μεγάλους, άνδρας και
γυναίκας: Ως Γενικός αρχηγός και πατριώτης, ως Έλλην και χριστιανός σας έγραψα,
σας εσυμβούλευσα και σας παρεκίνησα να μετανοήσετε δια την αισχράν πράξιν, όπου
επράξατε, αλλ’ έως σήμερον είτε αναισθητούντες είτε απατούμενοι από άλλους δεν
μετενοήσατε. Πατριώται! Το έθνος είναι εύσπλαχνον, συγχωρεί τους αμαρτάνοντας
εις αυτό, δια τούτο σας συμβουλεύω και με την παρούσαν μου να μετανοήσετε εξ
όλης της καρδίας και αύριον Πέμπτην έως την Παρασκευήν το πρωί να ελθήτε εις
εμένα να ομιλήσωμεν και προσωπικώς, και να σας συγχωρήσω εξ ονόματος του έθνους
το σφάλμα σας. Αν σ’ αυτήν την διορίαν δεν έλθήτε, θα μετανοήσετε ανωφελώς και
το κρίμα εις τον λαιμόν σας διότι θα πέσουν τα στρατεύματα του έθνους εις τα
χωριά σας να σας γδύσουν, να σας σκοτώσουν, να μην σας αφήσουν τίποτε, και τα
χωράφια σας, τα αμπέλια σας, τα οσπήτιά σας θα γίνου εθνικά. Αν όμως ελθήτε σας
κάμνω όρκον, ως στρατιώτης, ότι δεν θα πειραχθήτε ούτε μια τρίχα και διαλέξετε
το καλλίτερον δια να μην παραπονήσθε ύστερον. 13 Ιουλίου 1827 Ο Γεν. Αρχηγός
των Πελοπονν. Στρατευμάτων Θ. Κολοκοτρώνης»[4].
Στον 2ο τ. της Επιτομής της Ιστορίας του Φραντζή έχουν
καταχωρηθεί η με αριθ. 800 προκύρηξις του Θ. Κολοκοτρώνη Προς άπαντας τους
Πελοποννησίους, η οποία συντάχθηκε στο στρατόπεδο του Αγίου Βλάση στις στις
20.8.1827 καθώς και μακροσκελείς επιστολές, τόσον αναιρετική της παραπάνω
προκυρήξεως του Κολοκοτρώνη από τον Κ.
Μαυρονικόλα, όσο και με ειρωνικές απαντήσεις του Αναγνώστη Λιούμη, προς τον
τελευταίο.
Ο Β. Πετιμεζάς αναφέρει ότι
έχει συνεννοηθεί με τους προσκυνήσαντες, να επανέλθουν.
Από το στρατόπεδο στα Δεμέστιχα στις 26.7.1827 ο Β. Πετιμεζάς στέλνει
επιστολή προς την Γραμματεία των Στρατιωτικών και ζητάει τρόφιμα. Αναφέρει όμως
σε αυτήν μεταξύ άλλων και τα εξής: «…και ήδη λοιπόν χρέος μου νομίζω να
ειδοποιώ, ότι περισσά δεινά εδοκιμάσαμεν με τους ενταύθα τουρκοπροσκυνητάς, με
τους οποίους από τόσους κόπους και αγώνας, μόλις εχθές δι ευχών της πατρίδος
ηξιώθημεν να μεταβάλλουν γνώμην. Και ομιλούντες στοματικώς με τον Νενέκον και
λοιπούς καπεταναίους, υπεσχέθησαν δια σήμερον να απεράσουν τας φαμελίας των και
πράγματά των εις τούτον το μέρος, και οι ίδιοι να έλθουν αύριον Τετράδη να
συνενοηθούν με ημάς αδελφικώς και να εκστρατεύσωμεν την Πέμπτη το πρωΐ δια την
Πάτραν, οπού δια μέσου αυτών να ημπορέσωμεν και τον εχθρόν να βλάψωμεν και τα
υπό την οδηγίαν του εκεί όλα τα πράγματα να πάρωμεν. Ύστερον όμως από την
παρούσαν απόφασιν, εις[;] διαταγή του Γ. Αρχηγού, θέλει γένουν οδηγίαι μας.
Αλλ’ η επαρχία ταύτη απελθόντος του Ιμπραήμη πρώτον και δεύτερον και ήδη η
σύναξις των ενταύθα ελληνικών στρατευμάτων εκατάντησεν εις εσχάτην δυστυχίαν,
και μένει έκστασις μεγάλη πώς πρέπει να οικονομηθώσι…».
Τι λέγουν οι του Σεμπτίου
των Νεζερών.
«Εξοχώτατε Γενικέ Αρχηγέ κύριε
Θεόδωρε Κολοκοτρώνη και στρατηγέ Βασίλειε Πετιμεζά./ Εμάθομεν τον καλόν σας
ερχομόν εις Μέγα Σπήλαιον, δια τούτο σας ειδεάζομεν [1 λ. δυσαν.] την
περίστασιν του τόπου μας, ημείς μη δυνάμενοι να βαστήξωμεν την σκλαβιά, την
φωτιά και το σπαθί και τον γενικόν[;]
αφανισμόν του τόπου μας απεφασίσαμε και εκάμαμε συνθήκη με τον Ιμπραήν
πασιά και εγλυτώσαμε τους ανθρώπους μας και το πράγμα μας, κατά το παρόν και
τούτο λέγομεν ότι δεν ηφέραμεν εις καμμίαν πείραξιν εις το έθνος μας, όθεν δια
λόγου ακούομεν από πολλά μέρη ότι επέσαμεν εις την οργήν σας ότι να μας
αφανίστε εξ ολοκλήρου οπού αυτό δεν ελπίζομεν ποτέ από την εξοχότητά σας, εάν
όμως δεν ήθελε κάμομε αυτήν την συμφωνίαν ετούτην την ώραν δεν ήθελε μας μείνει
τίποτα καθώς και εις πολλά άλλα μέρη έκαμε, δια τούτο παρακαλούμε οπού να μην
δοθή αιτία[;] του κακού εις τον αθώον λαόν να αφανιστή διατί όταν πειραχθή ο
λαός αποφασίζει και πίπτει εις το πέλαγος, διότι εις το εξής αν ακολουθήση κάθε ένα εναντίον εις τον αθώον
λαόν, είναι εις τον λαιμόν των μεγαλυτέρων. Τόσον και μένομεν μ’ όλον το
σέβας./ τη 29 Ιουνίου 1827/ Πρόκριτοι των χωρίων/ Χωρία σέμπτι του Νεζερού/
Γιαννάκης Κοντογεωργάκης./ Κωνσταντής Οικονομόπουλος/ Καρασπύρος/ Χρήστος
Ψέμας». Και στη συνέχεια η σημείωση: Αντίγραφον εκ του πρωτοτύπου/ Ο Γραμ. του
Γ. […] / Παναγ. Κοκκαλιάρης.» (έγγραφο από 29.6.1827).
Το έγγραφο επόμενο έγγραφο είναι από αντιγραφή και δυσανάγνωστο. «Σεβαστή
Κυβέρνησις!/ Αναφερόμεθα οι κάτοικοι των χωρίων όλοι κοινώς, Πετζάκοι,
Γουμένιτσα, Κυρίτζοβα, Λαπαναγοί, Κούτελη, Σαραδί, Φλάπουρα, Μάνεσι, Πούπουκα,
Ασάνι, Τρε[κ]λίστρα, Λαπάτα, Νεοχώρι, Ποντιάδες, Μουρίκια, Άϊβλάσηδες, Κονπηγάδι,
Λακώματα, Σποδιάνες, Πούμπα, Δεντρά, Πλάτανος, Κάλανος, Καλάνιστρα, Λόπεσι,
Δεμέστιχα, Καρούσι και Γκέρμπεσι, από το τμήμα Νεζερών, της επαρχίας των
Καλαβρύτων ότι κατά τον Απρίλιον, ότε ο Ιμπραήμ πασιάς κατέβη πανστρατιά εις
Γαστούνην, και αφού επυρπόλησε όλην εκείνην την επαρχίαν αιχμαλώτισε όλους τους
κατοίκους της, επολιόρκησε και το Χλουμούτζι, ανεφέρθημεν προς την Σ.
Διοίκησιν, εξιστορώντας τα ανωτέρω εις πλάτος και παρακαλώντας θερμώς όχι μόνον
ημείς, παρά όλη η επαρχία, δια να μας προφθάση υπεράσπισιν, δηλ. στρατεύματα,
τροφάς, πολεμοφόδια, δια να απαντηθώμεν από τον εχθρόν, και όχι μόνον δεν
εισακούσθημεν, παρά η Διοίκησις ενασχολουμένη εις άλλας μεγάλας υποθέσεις του
έθνους, ούτε απάντησιν δεν μας έκαμεν εις την αναφοράν μας, θεωρώντας το πράγμα
ως πολλά μιαρόν[;]. Όθεν μετά και μην ελάβομεν ως ανωτέρω απάντησιν της
αναφοράς μας, δια των μεγάλων δυστυχημάτων οπού προβλέποντες ήθελον μας
ακολουθήσει, μη έχοντες τροφάς, φουσέκια ουδέ εις στρατεύματα και δι’ όλους,
ημείς μόνοι μας δεν ημπορούσαμε κατ’ ουδένα[;] τρόπον να αντιπαραταχθώμεν εις
την οργήν του εχθρού, αποφασίσαμεν εκ συμφώνου παρακινούντας και βιάζοντας και
τους καπ.[εταναίους] των μερών μας, δια να κάμωμεν απατηλή συμφωνίαν
πρόσκαιρον[;] με τον Ιμπραχίμη, να απεράση δια Τριπολιτζάν, δια να μην μας
αιχμαλωτίση και λεηλατήση, χαλώντας και τα γενήματά μας και απερνώντας, πάλιν
με τα άρματα εις το χέρι, να σταθώμεν και να κτυπήσωμεν τον εχθρόν καθώς επτά
ήδη χρόνια τον επολεμήσαμεν βαστώντας αισίως[;] την θέσιν ταύτην των Πατρών με
το να ήμεθα πλησίον. Ο οπλαρχηγός της επαρχίας Β. Πετιμεζάς μαζί με τα αδέλφια
του αντίς να μας συμβοηθήση εις την ανάγκην μας
να μας παρηγορήση εις την δυστυχίαν μας, μας κατέτρεξεν ως Τούρκους
χωρίς να μας αφήση να οικονομήσωμεν τα αδύνατα και ανήλικα παιδιά και μάλιστα
και να κτυπήσωμε τον εχθρόν, παρά με το ένα χέρι την φωτιά και με το άλλο το
σπαθί δίδων και πληρεξουσιότητα εις τους στρατιώτες του, έτρεχεν ως λέων
ορυόμενος, καίων, σκοτώνοντας [3.λ. δυσαν.], τι να κάμης με αυτό, να ημπορέση
να κατορθώση να τον δεχθή , με τον
ανωτέρω η επαρχία οπλαρχηγόν της, όπου αυτό εν όσο ευρίσκονται Έλληνες εις
ταύτην την επαρχίαν δεν θέλει το αξιωθεί. Διό βλέποντας μ’ όλα ταύτα δεν
κατορθώνει τους καλούς σκοπούς του, επροσκάλεσε μέσον του αδελφού του Νικολάκη
τον Γ. Αρχηγό. Η εκλ.[λαμπότης του] φθάσας εις δυστυχή ταύτην επαρχίαν μας
οδηγούμενος παρά του Βασιλείου Πετιμεζά, Μελετόπουλου και [1λ.δυσαν.] δεν
έστρεψε την προσοχήν του εις άλλους ει μη να συνάξη στρατεύματα υπέρ τας επτά
χιλιάδας και συνάζοντάς τα να τα απλώση εις τα χωρία του τμήματος των Νεζερών
αφανίζοντας εξολοκλήρου τους δυστυχείς κατοίκους τούτου του τμήματος. Δεν τους
άφησεν οσπίτια, γεννήματα διόλου, βόδια, γελάδια γιδοπρόβατα φθάνοντας αναιδώς
να αφαιρούν και την τιμήν των, τα δε λοιπά αισχρόν εισίν να λέγωμεν. Σ.
κυβέρνησις, αναφέρθημεν προς την εκλαμ.
και εμμέσως και αμέσως και προφορικώς και δι αναφορών να παύση. Η εκλαμ. αυτής
να ολιγοστεύση τον θυμόν της. Του περίσευσε διπλασιάζοντας τας κακουργίας του,
έστειλε τον μεν Πετιμεζάν εις Άηβλάσην και αυτός[;] έκαυσε των κατοίκων τα
οσπήτια, άνοιξαν εν γένει τα υπόγειά των και δεν τους αφήσαν τίποτα παρά εκείνα
όπου εφορούσαν επάνω τους. Τον δε αντιπρόσωπόν του Κολιόπουλον εις Δεμέστιχα,
και άπλωσε τα στρατεύματα εις Ποντιάδες, Καρούσι και [1.λ. δυσαν.], Δεμέστιχα
και Μουρίκια και έκαμον τα ίδια, και όπου οι κάτοικοι δεν κατέφυγον εις Πάτρας
βέβαια ήθελε τους στείλει όλους αιχμαλώτους στο λησταρχείον φρούριον της
Καρυταίνης, καθώς έχει στελμένους υπέρ τους δέκα Καλαβρυτινούς, …ίτας,
Βυσωκιώτας, Σιλιανίτας και λοιπούς. Αφού έκαμεν όλα τα ανωτέρω χωρίς να αφήση
τίποτα άλλο ειμή ολίγες [1.λ. δυσαν.] εμίσευσεν αφήνοντας τον αντιπρόσωπόν του
Κολιόπουλον να τα τελειώση και αυτά η εξοχότης του, μη αφήνοντάς μας καιρόν
διόλου να αναφερθώμεν. Βλέποντες λοιπόν τον τέλειον αφανισμόν και ότι θέλει
αποθάνομεν και από [1.λ. δυσαν.] και από την πείνα, εσυνάχθημεν και του
εγράψαμε να μας ελευθερώση και να μας
αφήση ησύχους της οποίας η κόπια περικλείεται. Σ. κυβέρνησις, παρακαλείσαι
θερμώς να διαταχθή ο ειρημένος Κολιόπουλος να σηκωθή από το τμήμα τούτο και να
μας αφήση ησύχους με το να μην κάμη άλλο τι ειμή να αφανίση τα
λείψανα[τμήματα;] του Γ. αρχηγού και τότε ημείς θέλει απελπισθώμεν και η
απελπισία μας θέλει μας φέρει τον παντελή αφανισμόν μας και […] ότι ημείς […] αν
μόνοι μας δεν δυνηθώμεν να τον αντιπαραταχθώμεν θέλει […] εκ δευτέρου με τους
Τούρκους , να τον […] από τον τόπον και τα οσπήτια μας και να είμεθα ελεύθεροι
από κάθε ποινή του έθνους και κατηγορία επειδή και ως ανωτέρω [3 λ. δυσαν.]
εκάμαμεν την απατηλήν εκείνην συμφωνίαν με τον Ιμπραχήν, και με το να γνωρίσαμε
το σφάλμα μας και το ομολογούμεν παρακαλούμεν θερμώς να μας σταλεί η αθώωσή μας
τόσον όλων των κατοίκων των ειρημένων χωρίων καθώς και των καπεταναίων Σπύρου
Ευσταθίου, Κωνσταντή Οικονομόπουλου, Γιάννη Κοντογεωργάκη, Σταμάτη Ποτιώτη και
Χρήστου Αδαμόπουλου, ως [1 λ. δυσαν.] το σφάλμα μας. Όντες λοιπόν βέβαιοι [2 λ.
δυσαν.] εις ημάς, η Σ. κυβέρνησις ευσπλαχνιζομένη δε θέλει μας αφήσει
παραπονεμένους και υστερημένους των αιτήσεών μας, θε να μας σταλλεί η αθωότης
του σφάλματός μας, να διαταχθή ο στρατ.
Κολιόπουλος να σηκωθή και να μας αφήση ησύχους. Με το ανήκον σέβας μένομεν. Τη
8 7βρίου 1827 . μοναστήριον Μακελαριάς./ Οι ευπειθείς των διαταγών σας./
Δημογέροντες των χωρίων/ Παπα Κωνσταντής Λακωματιώτης/ Γεώργης Καλανιώτης/
Αγγελής Κομπηγαδιώτης/ Πλάτανος/ Παπα Γεώργης/ Αγιοβλάσης/ Γεώργης
Οικονομόπουλος/ Αντώνης Καραμεσίνης/ Κανέλος Ασανιώτης/ Αναστάσης […]/
Αναστάσης Μανεσιώτης/ Πάνος Φλαμπουριώτης/ Γιαννάκης Κοντογεωργάκης/ Σταμάτης
Μποτιώτης/ Σπύρος Ευσταθίου/ Κωνσταντής Οικονομόπουλος/ Κώστας Γκερμπεσιώτης/
Αντώνης Λάρης/ Γεώργιος Ζαΐμης/ Γεώργιος Γιαννόπουλος/ Γεώργης Παυλόπουλος/
Αναγνώστης Οικονομόπουλος/ Πανάγος Μεζελόπουλος/ Θιοφάνης Παπαδόπουλος/
Βασιλάκης από Ντουμενά/ Γεώργης
Πολιτόπουλος/ Ζαχλωρού Κανέλος/ Δημητράκης Κουβαράς/ Αντώνης Κουτελιώτης/
Δημητράκης Βε..δης[;]/ Ίσον απαράλλακτον τω πρωτοτύπω/ Ο επί των εσωτερ. και
της αστυνομ. Γραμματεύς/ της επικρατείας/
Αναστασόπουλος».
[1] Αναφορά κατοίκων, από τη Ζαχλωρού
στις 12.6.1827, προς την αντικυβερνητικήν επιτροπήν.
[2] Έγγραφο των δημογερόντων και
οπλαρχηγών του τμήματος των Νεζερών προς την Κυβέρνηση από 8 7βρίου 1827.
[3] Έγγραφο προς την επί των Εσωτερικών
και της Αστυνομίας Γραμματείαν της Επικρατείας, επιτροπής διατεταγμένης παρά
της Γραμματείας ταύτης να δώσει εκτενείς πληροφορίες των κατά την επαρχίαν
Καλαβρύτων διατρεχόντων, από 16.9.1827.
[4] Ελληνικά υπομνήματα Ι. Θ. Κολοκοτρώνη,
υπό Χ. Ν. Φιλαδελφέως - Αθήνα 1856, σ. 511.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.