γράφει ο Χαρίλαος Ηλία Ερμείδης Τα Καλάβρυτα και η ομώνυμη επαρχία τους κατέχουν ιδιαίτερη θέση στο μακρύ κατάλογο των Μαρτυρικών πόλ...
γράφει ο Χαρίλαος Ηλία Ερμείδης
Τα Καλάβρυτα και η ομώνυμη επαρχία τους κατέχουν ιδιαίτερη θέση στο μακρύ κατάλογο των Μαρτυρικών πόλεων και των χωριών της πατρίδας μας που γνώρισαν και υπέστησαν την οδυνηρή δοκιμασία της ναζιστικής θηριωδίας. Η 13η Δεκεμβρίου 1943 αποτελεί ορόσημο και σταθμό στη νεότερη ιστορία τους. Την ημέρα αυτή πριν από 71 χρόνια όλος ο ανδρικός πληθυσμός της πόλης εκτελέστηκε άνανδρα από τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής, ιστορική πράξη η οποία αποτελεί στίγμα στο σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό και αναγνωρίζεται διεθνώς ως πράξη ντροπής για ολόκληρη την πολιτισμένη ανθρωπότητα.
Την ημέρα αυτή, το πιο δυναμικό και δραστήριο κομμάτι του πληθυσμού της, όλοι οι άνδρες και οι νέοι 14 χρονών και πάνω, εκτελέστηκαν ομαδικά στο «λόφο του Καπή», βάσει ενός οργανωμένου σχεδίου ολοκληρωτικής καταστροφής των Καλαβρύτων και της ευρύτερης επαρχίας, το οποίο εξυφάνθηκε απ’ τη ναζιστική Γερμανία στα πλαίσια ενός «ολοκληρωτικού πολέμου» που δεν διέκρινε μεταξύ εμπολέμων και αμάχων.
Στις 13 Δεκεμβρίου 2014 τα Καλάβρυτα πυρπολήθηκαν.
Όλοι οι άνδρες και οι νέοι της πόλης από 14-70 ετών στήθηκαν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα της 117 Μεραρχίας της Βέρμαχτ του τακτικού Γερμανικού στρατού κατοχής και με την «λογική» του Γερμανοφασιστικού συστήματος, πλήρωσαν με τη ζωή τους αγώνες του Ελληνικού λαού για την ελευθερία.
Το ιστορικό αποτύπωμα της άνανδρης αυτής πράξης είναι γνωστό ως «Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων» κι έχει καταγραφεί στην ιστορία, κοντά στ’ άλλα ολοκαυτώματα των δεκάδων μαρτυρικών πόλεων και χωριών της πατρίδας μας.
Στο χώρο της επαρχίας Καλαβρύτων βόρεια και κεντρικά της Πελοποννήσου και βοηθούσης της ορεινής μορφολογίας του εδάφους και των βουνών, όπως το 1821 έτσι και τώρα, ξεκίνησε από το 1942 ακόμα, και το 1943 φούντωσε η αντίσταση του λαού κατά των Γερμανών κατακτητών.
Με δεκάδες μάχες, νικηφόρες οι περισσότερες, η αντίσταση κατόρθωσε και απελευθέρωσε την ύπαιθρο υποχρεώνοντας τους Ιταλούς αρχικά να περιοριστούν στα αστικά κέντρα και τελικά να απελευθερώσουν τα Καλάβρυτα τέλη Αυγούστου 1943.
Τότε ήταν που οι μυστικές υπηρεσίες της 117 μεραρχίας της Βέρμαχτ που εν τω μεταξύ είχαν αντικαταστήσει τους Ιταλούς στα αστικά κέντρα Πάτρα, Κόρινθο, Αίγιο, κατανόησαν ότι το αντιστασιακό κίνημα είχε πάρει ανησυχητικές διαστάσεις στην ορεινή περιοχή Καλαβρύτων και με εμπιστευτικές αναφορές προς τον διοικητή της Βέρμαχτ στη Νοτιανατολική Ευρώπη, η περιοχή Καλαβρύτων χαρακτηρίστηκε «άκρως επικίνδυνη» μια και εδώ είχε το αρχηγείο της η αντίσταση ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, την έδρα της και τον κύριο όγκο των δυνάμεων της Πελοποννήσου.
Η Κατοχή αποτελεί μια από τις πιο συγκλονιστικές περιόδους της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Ο λαός μας, εξαντλημένος από την πολεμική εποποιία του 1940, υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει πολλαπλές περιπέτειες και κακουχίες. Την εισβολή των κατακτητών, το πρόβλημα της επιβίωσης, την οδυνηρή περιπέτεια της πείνας, εκτελέσεις, βασανιστήρια και καταστροφές. Η ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων, υπέστη την περίοδο της Κατοχής τεράστιες απώλειες σε έμψυχο δυναμικό, με μαζικές εκτελέσεις αμάχων και ολοκληρωτικές καταστροφές.
Οι Ιταλοί κατακτητές εγκαθίστανται στα Καλάβρυτα στο τέλος Μαΐου 1941. Κατά το διάστημα της παραμονής τους σκορπούν το φόβο και τον τρόμο στους κατοίκους. Ζουν εις βάρος τους. Οι άνθρωποι της υπαίθρου υφίστανται τα πάνδεινα. Το βιός τους διαρπάζεται και λεηλατείται (πλιάτσικο). Δοκιμάζονται σκληρά από την πείνα και τη δυστυχία και καρτερικά υπομένουν τον εξευτελισμό και την ταπείνωση, αντλώντας κουράγιο από τον άσβηστο πόθο της ελευθερίας.
Παράλληλα, οι Ιταλικές δυνάμεις κατοχής εμπλέκονται σε μάχες με τις δυνάμεις της Εθνικής Αντίστασης, η οποία εντωμεταξύ είχε αρχίσει να φουντώνει. Την Άνοιξη και το Καλοκαίρι του 1943 σημειώνονται διάφορες συμπλοκές μεταξύ των δυνάμεων της Αντίστασης και των Ιταλών στην ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων.
Οι Ιταλοί διατήρησαν το στρατιωτικό έλεγχο της Πελοποννήσου ουσιαστικά μέχρι το Καλοκαίρι του 1943 και τυπικά μέχρι την 9η Σεπτεμβρίου 1943, ημερομηνία κατά την οποία αφοπλίζονται από τους γερμανούς, διότι έπαψαν πια να ανήκουν στον Άξονα, λόγω της συνθηκολόγησης του Ιταλικού κράτους με τους Συμμάχους.
Έτσι, την όλη στρατιωτική δραστηριότητα στην Πελοπόννησο την αναλαμβάνουν από το καλοκαίρι του 1943 οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής.
Η συνθηκολόγηση και η αποχώρηση των Ιταλών στις 09-09-1943 μετά από συντριπτικές ήττες που υπέστησαν στην επαρχία , η ανακήρυξη της πόλης των Καλαβρύτων σε ελεύθερη επαναστατημένη πόλη και η εκμηδένιση ενός λόχου Γερμανών (100 ανδρών) της 117 Μεραρχίας, οι επιθέσεις της αντίστασης στα αστικά κέντρα και τις σιδηροδρομικές γραμμές ανεφοδιασμού Αθήνας – Πάτρας, ο έλεγχος του εσωτερικού οδικού δικτύου της Πελοποννήσου από την αντίσταση, έφερε τους Γερμανούς σε πολύ δύσκολη θέση.
Η εκμηδένιση ενός λόχου της 117 μεραρχίας που στάλθηκε αναγνωριστικά στα Καλάβρυτα, σύμφωνα με τον διοικητή Ελλάδος πτέραρχο Φέλμυ, ήταν « …σοβαρή περίπτωση που επέδρασε δυσμενώς στο ηθικό του στρατεύματος».
Έτσι στήθηκε από την Γερμανική ομάδα στρατού Ε της Νοτιανατολικής Ευρώπης, μία από τις πιο σκληρές επιχειρήσεις της Βέρμαχτ, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά την Ευρώπη γενικότερα.
Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ, που έλαβε χώρα από τις 5 μέχρι της 15 Δεκεμβρίου 1943.
Στόχος η εκμηδένιση του επαναστατικού κέντρου των Καλαβρύτων, η εκκαθάριση της περιοχής από τις «συμμορίες» όπως έλεγαν.
Επειδή όμως αυτό ήταν αδύνατο, ο κατά τα άλλα «ένδοξος Γερμανικός στρατός», στράφηκε σε αντίποινα, εκτελώντας χιλιάδες ομήρους και αμάχους στα Καλάβρυτα και τα γύρω χωριά. Τα αντίποινα διατάχτηκαν με αποφάσεις του αιμοσταγούς διοικητή της 117 μεραρχίας κυνηγών της Βέρμαχτ Karl Von Le Suire, από τις 25 Νοεμβρίου 1943. Όλα σχεδόν τα τάγματα της Μεραρχίας που έδρευαν στην Πελοπόννησο, δηλαδή Τρίπολη, Πάτρα, Κόρινθο, Πύργο κ.τ.λ. κυκλωτικά επέδραμον με επίκεντρο τα Καλάβρυτα.
Η άμυνα από πλευράς αντίστασης κάτω από αυτές τις συνθήκες και την συντριπτική υπεροχή σε στρατό και οπλισμό των Γερμανών ήταν αδύνατη.
Στις 16-18/10/1943 δόθηκε η πρώτη μάχη, η γνωστή μάχη της Κερπινής, μεταξύ ενός γερμανικού λόχου και του «Ανεξάρτητου Τάγματος Καλαβρύτων». Οι αντάρτες συνέλαβαν 78 γερμανούς αιχμαλώτους και τρεις τραυματίες, τους οποίους οδήγησαν στα Καλάβρυτα και τους έκλεισαν στο κτίριο του Δημοτικού Σχολείου. Μετά από πενήντα πέντε (55) ημέρες οι γερμανοί Ναζί του τακτικού Γερμανικού στρατού του Χίτλερ, συγκέντρωσαν εδώ όλο τον πληθυσμό των Καλαβρύτων. Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει για τα Καλάβρυτα, τα γύρω χωριά και τα μοναστήρια : θα πλήρωναν ακριβά το τίμημα της ελευθερίας.
Στις 29/11/1943 γερμανικά στούκας βομβαρδίζουν το χωριό Σκεπαστό, επειδή εκεί είχε την έδρα του το αρχηγείο των ανταρτών. Ο απολογισμός του βομβαρδισμού ήταν δεκατρείς (13) νεκροί άμαχοι και αθώοι συμπατριώτες μας, αρκετοί τραυματίες και ανυπολόγιστη υλική καταστροφή.
Πυκνά μαύρα σύννεφα άρχισαν να καλύπτουν τον ουρανό των Καλαβρύτων. Σε λίγο θα ξεσπάσει η καταιγίδα και η οργή των Ναζί. Ο τακτικός στρατός της Βέρμαχτ θα ισοπεδώσει σε λίγο τα πάντα με σκοπό να σβήσει τα ένδοξα Καλάβρυτα από το χάρτη. Το έγγραφο της θανατικής καταδίκης δεν άργησε να υπογραφεί και οι διατάξεις του να μπουν σε εφαρμογή.
Η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» έχει καταγραφεί ως μια γερμανική στρατιωτική επιχείρηση που σχεδιάστηκε τέλεια επί χάρτου από τους γερμανούς επιτελείς κι εκτελέστηκε απαρέγκλιτα και χωρίς έλεος από το στρατό της Βέρμαχτ στην περιοχή των Καλαβρύτων.
Η επιχείρηση δεν προέκυψε τυχαία. Την επέβαλαν σοβαροί λόγοι και αιτίες ζωτικής σημασίας για τα γερμανικά στρατιωτικά συμφέροντα. Οι σπουδαιότεροι ήσαν οι εξής: η δράση της Εθνικής Αντίστασης που είχε φουντώσει στα απρόσιτα βουνά των Καλαβρύτων, στην ορεινή Αιγιαλεία και στην περιφέρεια των Πατρών.
Ένας δεύτερος λόγος, ήταν ότι οι Γερμανοί παρασύρθηκαν από την παραπλανητική διάδοση των συμμάχων ότι οι δυνάμεις τους προετοίμαζαν απόβαση στην Ν. Δ. Πελοπόννησο. Θέλοντας λοιπόν, να αποκόψουν μια πιθανή επιχειρησιακή στρατιωτική γέφυρα των συμμαχικών δυνάμεων με τις δυνάμεις της Αντίστασης –τα Καλάβρυτα ήταν «ιδανικός» στρατιωτικός κόμβος-σχεδίασαν την στρατιωτική επιχείρηση εναντίον της περιοχής των Καλαβρύτων.
Η Επιχείρηση προέβλεπε άμεσα για τις γερμανικές δυνάμεις, να απομακρύνουν οριστικά τους αντάρτες από την Επαρχία Καλαβρύτων και να τρομοκρατήσουν τους κατοίκους, όπως αυτοί είχαν προγραμματίσει, ώστε να μη βοηθούν στο μέλλον την Αντίσταση.
Στις 25 Νοεμβρίου του έτους 1943 ο διοικητής Συντάγματος ορεινών καταδρομών συνταγματάρχης Κάρλ Φον Λε Σουΐρ, προκειμένου, εκτός των άλλων, να αναπτερώσει τον τρωθέντα εγωισμό και το αήττητο εγώ των στρατιωτών του, συντάσσει και υπογράφει τη διαταγή της «Επιχείρησης Καλάβρυτα» όπως προανέφερα.
Στις 5 Δεκεμβρίου 1943 το σχέδιο τίθεται σε εφαρμογή. Ξεκινούν πάνοπλες μηχανοκίνητες και πεζοπόρες δυνάμεις από πέντε διαφορετικές πόλεις της Πελοποννήσου (Πάτρα-Αίγιο-Τρίπολη-Κόρινθο-Πύργο) και βαδίζουν, βάσει προδιαγεγραμμένης ακτινωτής πορείας, η οποία συγκλίνει προς τα ιστορικά Καλάβρυτα που είναι και το σημείο τερματισμού.
Από το Αίγιο ανεβαίνουν προς τα Καλάβρυτα πεζοπόρες δυνάμεις. Από την Κόρινθο οι στρατιωτικές δυνάμεις έφτασαν στην ορεινή Κορινθία και δεν εισήλθαν στο Νομό Αχαΐας, αλλά παρακολουθούσαν την όλη επιχείρηση με αεροπλάνα. Στο πέρασμά του ο τακτικός στρατός της Βέρμαχτ σκορπά τον τρόμο και το φόβο. Λεηλατούν, καίνε και σκοτώνουν όσους βρίσκουν, εκτός των κατοικιών τους, τους οποίους θεωρούν αντιστασιακούς.
Η Αγγλική αποστολή όχι μόνο δεν βοήθησε με οπλισμό την Αντίσταση αλλά με έντεχνες προβοκατόρικες ενέργειες, αφού οι ίδιοι αναχώρησαν από τα πεδία της μάχης, έπεισαν μεγάλη μερίδα των αμάχων να παραμείνουν στην περιοχή και να μην αποχωρήσουν από τα χωριά και τα Καλάβρυτα όπως ρητά είχε ειδοποιήσει η αντίσταση.
Η Αγγλική αποστολή στην Ελλάδα με στόχευση σε μελλοντικούς αυτονόητους σκοπούς, εφάρμοζε πλέον τη γνωστή πολιτική της «διαίρει και βασίλευε».
Η Αντίσταση με ελάχιστες απώλειες κατάφερε και απεγκλωβίστηκε από τον κλοιό της 117 Μεραρχίας. Τότε ήταν που ο Le Suire και οι συνεργάτες του με διάφορες προφάσεις και δήθεν αφορμές που εύκολα εφευρίσκονται, όταν οι Γερμανοί αποφάσιζαν τα αντίποινα με την Χιτλεροφασιστική θεωρία της συλλογικής ευθύνης, στράφηκαν κατά των ομήρων, των αμάχων και πυρπόλησαν τα πάντα στο πέρασμά τους από τις 5 μέχρι 15 Δεκεμβρίου 1943.
Έτσι, από τις 8 έως τις 15 Δεκεμβρίου 1943 οι Γερμανοί βρίσκουν την αφορμή και αρχίζουν ομαδικές εκτελέσεις σε ανυπεράσπιστα χωριά: Ρωγοί, Κερπινή, Ζαχλωρού, Βυσωκά, Φτέρη, Πλατανιώτισσα, Πυργάκι, Μελίσσια, Πλανητέρου, Μαζέικα, Παγκράτι και άλλα, αλλά και τα ιστορικά μοναστήρια της Αγίας Λαύρας και του Μεγάλου Σπηλαίου κάηκαν και ισοπεδώθηκαν όπως τέλος και τα Καλάβρυτα.
Όλοι οι άνδρες που εγκλωβίστηκαν σε όλα τα χωριά και τα Καλάβρυτα αλλά και οι μοναχοί του Μεγάλου Σπηλαίου και της Αγίας Λαύρας εκτελέστηκαν.
Στις 9 Δεκεμβρίου 1943, ημέρα Πέμπτη και ώρα 09:00 μπαίνουν ταυτόχρονα στα Καλάβρυτα οι μηχανοκίνητες δυνάμεις των Πατρών και οι πεζοπόρες του Αιγίου που έκαναν όλες τις εκτελέσεις.
Από την Πέμπτη μέχρι την Κυριακή το απόγευμα προβαίνουν σε διάφορες μεμονωμένες ενέργειες: παραπλανούν, τρομοκρατούν, πυρπολούν- εκτελούν- λεηλατούν.
Το μεγάλο Δράμα των Καλαβρύτων είχε ξεκινήσει. Τα νιάτα, οι δημιουργικές δυνάμεις της πόλης, περιουσίες και κόποι χρόνων αφανίστηκαν στις 2:34΄ της 13ης Δεκεμβρίου 1943, όπως δείχνουν οι δείκτες του σταματημένου ρολογιού της εκκλησίας.
Το πρωί στις 13/12, ημέρα Δευτέρα, πριν καλά -καλά ξημερώσει, χτύπησαν τις καμπάνες της κεντρικής εκκλησίας και οι Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες διέταξαν να συγκεντρωθούν όλοι οι κάτοικοι στο Δημοτικό Σχολείο (και τώρα Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος), αφού πάρουν μαζί τους μια κουβέρτα και τρόφιμα μιας ημέρας.
Στο κτίριο του Σχολείου έγινε ο χωρισμός και ο αποχωρισμός. Τα γυναικόπαιδα κλείστηκαν στο σχολείο και οι άνδρες από 14 χρονών και πάνω οδηγήθηκαν σε φάλαγγες στην κοντινή Ράχη του Καππή. Ο χώρος ήταν προσεκτικά επιλεγμένος. Η αμφιθεατρική του διαμόρφωση δεν θα επέτρεπε σε κανένα να γλιτώσει. Οι Καλαβρυτινοί ήταν αναγκασμένοι να βλέπουν τις περιουσίες τους, τα σπίτια και ολόκληρη την πόλη, να καίγονται και μαζί τους, να παραδίδονται στη φωτιά οι γυναίκες και τα ανήλικα παιδιά τους έγκλειστα στο κτίριο του Σχολείου, το οποίο φρουρούσαν πάνοπλοι στρατιώτες.
Ο Γερμανός Διοικητής, για να καθησυχάσει και να παραπλανήσει τους συγκεντρωμένους, έδωσε το λόγο της στρατιωτικής του τιμής ότι δεν πρόκειται να τους σκοτώσουν.
Ολόκληρη η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες.
Την ίδια στιγμή ο Οδοντωτός Σιδηρόδρομος κατηφόριζε κατάφορτος με τις σοδιές από το πλιάτσικο των Γερμανών στα σπίτια, στα μαγαζιά και τις αποθήκες, απ΄ όπου άρπαξαν ό,τι πολύτιμο υπήρχε. Μαζί και τα χρήματα και τα αποθέματα των Τραπεζών και των Δημοσιών Υπηρεσιών, αφού προηγουμένως ανάγκασαν τους Διευθυντές να τα παραδώσουν.
Από το ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος», με μια πράσινη και ύστερα μια κόκκινη φωτοβολίδα, δόθηκε το σύνθημα της εκτέλεσης. Τα πολυβόλα θέρισαν τους Καλαβρυτινούς. Ακολούθησε η χαριστική βολή που ολοκλήρωσε το έγκλημα.
Διασώθηκαν 13 άτομα.
Μόνο μέσα στα Καλάβρυτα εκτελέστηκαν 500 και πάνω άμαχοι από 14-70 χρόνων.
Η πόλη ισοπεδώθηκε τα κτίρια πυρπολήθηκαν αφού πρώτα λεηλατήθηκαν και πλιατσικολογήθηκαν από τους «γενναίους του Χίτλερ».
Στο δημοτικό σχολείο, τα γυναικόπαιδα έζησαν στιγμές αγωνίας και τρόμου, καθώς οι φλόγες έζωναν το κτήριο του σχολείου. Σπάζοντας πόρτες και παράθυρα κατάφεραν τελικά να ξεφύγουν τρέχοντας μακριά από τα σπίτια που φλέγονταν και άρχισαν να αναζητούν τους δικούς τους, Ύστερα οι γυναίκες ανηφόρισαν προς το μέρος που είχαν οδηγήσει τους άνδρες και βρέθηκαν μπροστά στο πιο φρικιαστικό και απάνθρωπο θέαμα. Οι άνδρες, πατεράδες, γιοι και αδελφοί κείτονταν νεκροί, πλημμυρισμένοι στο αίμα.
Απερίγραπτες οι σκηνές που ακολούθησαν. Προσπάθησαν να αναγνωρίσουν και να θάψουν τους νεκρούς με τα χέρια τους. Η βοήθεια από το Ερυθρό Σταυρό ελάχιστη, μια και η πρόσβαση στην περιοχή είχε απαγορευτεί από τους Γερμανούς.
Ο χειμώνας του Δεκέμβρη 1943, καθώς και οι χειμώνες που ακολούθησαν ήσαν κάτι παραπάνω από βαρείς.
Η συνέχεια του δράματος βρήκε τις γυναίκες να προσπαθούν να μεταφέρουν αβοήθητες για μέρες τ’ αγαπημένα σώματα στο κοιμητήριο, όπου σκάβοντας με τα χέρια τους τούς απόθεταν κάτω απ’ την παγωμένη γη του Δεκέμβρη, για να γίνει, έκτοτε, το κοιμητήριο δεύτερο σπίτι τους.
Αυτές οι τραγικές και απαράμιλλες γυναίκες για δεκαετίες αναμετρήθηκαν με την απόλυτη στέρηση, αλλά στάθηκαν όρθιες. Απέδειξαν στην πράξη τη μεγαλοσύνη του ανθρώπου,∙ έγιναν μάθημα καρτερίας και λεβεντιάς.
Χωρίς στέγη, τρόφιμα μέσα στα ερείπια και σε κάθε επόμενη επιδρομή των Γερμανών να φεύγουν όλοι στα δάση της γύρω περιοχής για ολόκληρους μήνες.
Ένας σιωπηρός όρκος, μια βουβή υπόσχεση κυριάρχησε στην ψυχή τους. Να ξαναφτιάξουν την πόλη τους, να την αναστήσουν. Και δεν τον πρόδωσαν. Υπό τη σκιά της φρίκης και της απόγνωσης και υπό το βάρος των ανοιχτών και αγιάτρευτων πληγών τους, κράτησαν τον τόπο ζωντανό στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια. Με νωπές τις θύμησες της συμφοράς άρχισαν να ξανακουρντίζουν το ρολόι της ζωής τους, να ξαναχτίζουν το σπιτικό τους…
Και όμως τα Καλάβρυτα επιβίωσαν, ξανακτίστηκαν απ’ όλους εμάς που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε στα ερείπια και σήμερα είναι τουριστική κωμόπολη με τους αρχαιολογικούς της χώρους και τα φυσικά αξιοθέατα, αλλά και με το μνημείο στον τόπο της εκτέλεσης και τον μεγάλο άσπρο σταυρό, σύμβολο της Γερμανοφασιστικής θηριωδίας και το Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος να τους την θυμίζει.
Τελικός απολογισμός της «Επιχείρησης Καλάβρυτα»: Έχουν περάσει 71 χρόνια από το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων και ο κατάλογος των θυμάτων παραμένει –δυστυχώς- ανοιχτός… Οι ταυτοποιημένοι μέχρι σήμερα Εκτελεσθέντες της «Επιχείρησης Καλάβρυτα» ανέρχονται στους 750 περίπου.
Έτσι γράφτηκε η Καλαβρυτινή τραγωδία : με το αίμα αθώων.
Ήταν το πιο άγριο έγκλημα του τακτικού Γερμανικού στρατού στην Ευρώπη.
Όμως σήμερα το Γερμανικό κράτος μας κουνάει και πάλι απειλητικά το δάκτυλο, οικονομικά και πολιτικά αφού δεν μπορεί στρατιωτικά.
Κανείς από τους ενόχους, (ούτε αυτός ο ανθέλληνας Λε Σουϊρ) της Γερμανικής θηριωδίας στα Καλάβρυτα δεν τιμωρήθηκε.
Οι εγκληματίες πολέμου τότε, περίπου 800 τον αριθμό, στάλθηκαν από το Ελληνικό κράτος στην Γερμανία να δικαστούν……
Το Γραφείο εγκληματιών πολέμου το έκλεισαν οι Έλληνες κυβερνώντες.
Οι Γερμανοί και τώρα ακόμα με περίσσιο θράσος, δεν παραδέχονται ευθέως, ευθαρσώς και χωρίς περιστροφές το έγκλημά τους, αλλά μεταθέτουν τις ευθύνες τους με θρασύ τρόπο στην Αντίσταση, όπως άλλωστε κάνουν και για όλες τις θηριωδίες που έχουν προκαλέσει.
Αρνούνται ρητά και κατηγορηματικά τις αποζημιώσεις για την πυρπόληση των σπιτιών τη λεηλασία των περιουσιών, το πλιάτσικο.
Έρχονται με την ίδρυση διάφορων δήθεν Γερμανοελληνικών ταμείων για το Μέλλον και τη συμπαράσταση πρόθυμων δημάρχων και όχι μόνο, συνεργατών τους, να χρυσώσουν το χάπι και να εμπαίξουν τις δίκαιες απαιτήσεις μας.
Τα Καλάβρυτα, πόλη μαρτυρικής μνήμης, μνήμη που αποτυπώθηκε με μαρτυρικό τρόπο στον τόπο μας, θα παραμείνουν ένα διαρκές προσκύνημα, μια καθημερινή κραυγή αγωνίας και διαμαρτυρίας ενάντια στο έγκλημα, στη βία και το φασισμό ένα ερώτημα ανοικτό στους αιώνες και σύμβολο πολύπλευρα σημαντικό για την ειρήνη και τα δικαιώματα των ανθρώπων και των λαών.
Με όλη μου την εκτίμηση.
Χαρίλαος Ηλία Ερμείδης
Πρόεδρος Ένωσης Θυμάτων Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος,
εκλεγμένο μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου για την διεκδίκηση των Γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα και εκπρόσωπός του για τα Καλάβρυτα και την ευρύτερη περιοχή.
Τηλ. επικ. 6946.17.58.53. e-mail: xarilaosermeidis@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.