Η Ομιλία του εκλεκτού συμπατριώτη μας Νίκου Παπακωνσταντόπουλου στην εκδήλωση με την αναπαράσταση της έναρξης της Επανάστασης του 1821 στο ...
Η Ομιλία του εκλεκτού συμπατριώτη μας Νίκου Παπακωνσταντόπουλου στην εκδήλωση με την αναπαράσταση της έναρξης της Επανάστασης του 1821 στο Λειβάρτζι, 14.3.2015
------------------------------
«Η μεγαλοσύνη των Εθνών δεν μετριέται με το στρέμμα.
Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται, και το αίμα».
Ακόμα κι αν είχαν γραφεί πριν το 1821 οι στίχοι αυτοί του μεγάλου μας Κωστή Παλαμά, πολλοί δεν θα μπορούσαν να τους κατανοήσουν, όπως δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν ότι η Ελληνική ψυχή ποτέ δεν υποδουλώθηκε! Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί γιατί έμειναν εμβρόντητοι, όταν «μια χούφτα» Έλληνες βρήκαν τη δύναμη να υψώσουν το ανάστημά τους σε μια ολόκληρη αυτοκρατορία και να αποτινάξουν ζυγό τετρακοσίων χρόνων!
Οι πρόγονοί μας εκείνοι κράτησαν ψηλά τα Ιδανικά της Φυλής μας και αυτά τους φώτιζαν το δρόμο. Η ελπίδα έμεινε άσβεστη στην καρδιά τους, όπως η σπίθα μέσα στη χόβολη. Και όταν ήλθε η στιγμή η σπίθα έγινε φλόγα και γιγαντώθηκε!
Τα μεγάλα γεγονότα πριν, κατά και μετά την Επανάσταση είναι γνωστά και δεν θ’ αναφερθούμε σε αυτά. Θα υπογραμμίσουμε ορισμένα τοπικά προεπαναστατικά γεγονότα, όπως αυτό που γιορτάζουμε σήμερα και πώς φτάσαμε ως εδώ. Τοπικά και μικρά μεν, τόσο σημαντικά δε, που χαλύβδωσαν την ειλημμένη απόφαση για την πολυπόθητη Ελευθερία.
Μετά την άλωση της Πόλης και προς το τέλος του 15ου αιώνα, οι τούρκοι κατακτητές κατελάμβαναν τις πεδινότερες περιοχές στην Ελλάδα. Οι κάτοικοί τους τότε αναζήτησαν ασφάλεια ορεινότερα. Έτσι, ενισχύθηκαν οι ορεινοί συνοικισμοί, κάτι που έγινε και στον τόπο μας.
Τόσο το Λειβάρτζι, όσο και τα γύρω χωριά ήταν δυσπρόσιτα στον κατακτητή, λόγω της γεωγραφικής τους θέσης. Χαρακτηριστική έχει μείνει η φράση του διαβόητου δυνάστη του Λάλα, του Αλη-Φαρμάκη, όταν έφτανε στην είσοδο του Λειβαρτζίου, επικεφαλής στρατιωτικού σώματος για να το καταλάβει: «μπασά έχει, βγασά δεν έχει». Δηλαδή, είσοδο έχει, έξοδο διαφυγής δεν έχει. Σύμφωνα με τα γραπτά κείμενα των Λειβαρτζινών συγγραφέων, ο επίδοξος Αλη-Φαρμάκης οπισθοχώρησε από το σημείο εκείνο με το στρατό του, πλην ενός στρατιώτου, προφανώς ανιχνευτού, ο οποίος προχώρησε, καταδιώχθηκε, φονεύθηκε από Λειβαρτζινούς και τάφηκε στην είσοδο του χωριού. Από τότε το σημείο εκείνο έχει την ονομασία τουρκόμνημα μέχρι σήμερα.
Πέραν των ντόπιων, αναζήτησαν καταφύγιο στο Λειβάρτζι, λόγω τη γεωγραφικής του θέσης, και εύπορες οικογένειες από το Μυστρά, το Άργος και άλλες μακρινές περιοχές. Κτίστηκαν έτσι πολλοί πύργοι, που τα μεγάλα τους υπόγεια χρησιμοποιήθηκαν αργότερα και ως αποθήκες πυρομαχικών και ανεφοδιασμού του στρατού του Κολοκοτρώνη.
Κτίστηκαν ακόμα πολλές εκκλησίες, δύο φορές το μοναστήρι μας, η Αγία Τριάδα, που έφτασε νε έχει περισσότερους από τριάντα μοναχούς, και να εξελιχθεί σε μεγάλο πνευματικό φάρο της περιοχής, με σπουδαία βιβλιοθήκη, ονομαστό σχολείο και καταξιωμένους δασκάλους, που κάτω από το
«φοβισμένο φως του καντηλιού
θέριευαν την αποσταμένη ελπίδα».
Έτσι η Μεγάλη Ιδέα χτιζόταν και στον τόπο μας λιθαράκι-λιθαράκι, όπως σε όλη την Ελλάδα.
Και ενώ αυτά συνέβαιναν εδώ, πολύ μακριά, στην Οδησσό της Ρωσίας, έμποροι, Λειβαρτζινοί στην καταγωγή, μυήθηκαν και στρατολογήθηκαν στη Φιλική Εταιρία. Αυτοί ήσαν οι αδελφοί Γεώργιος, Κωνσταντής και Δημήτριος Γιαννόπουλοι. Έπειτα, ακολούθησαν τον Υψηλάντη στη Βλαχία, κατατάχθηκαν στον Ιερό Λόχο και πολέμησαν στο Δραγατσάνι με άλλους Καλαβρυτινούς, όπως τον Αντώνη Τσούνη και τον Ιωάννη Αμβροσιάδη από το Δροβολοβό.
Όλοι αυτοί, ανέλαβαν με εντολή του Υψηλάντη να εμπνεύσουν κατοίκους διάφορων περιοχών για την Επανάσταση κι αργότερα ήλθαν στην Πελοπόννησο, όπου συνέχισαν να υπηρετούν την Πατρίδα, ενισχυόμενοι και από άλλους συντοπίτες μας από το Λεχούρι, το Σκούπι και το Σοπωτό.
Πολύ αργότερα, το 1888, ένα άλλο άξιο Λειβαρτζινό Τέκνο, ο Αρεοπαγίτης Σταύρος Ανδρόπουλος, χρηματοδοτεί την έκδοση του βιβλίου του Φωτάκου, με τίτλο «Βίοι Επιφανών Πελοποννησίων Ανδρών», απ’ όπου και μαθαίνουμε για τους ένδοξους αυτούς προγόνους μας.
Φτάνουμε στις αρχές του 1821. Ο διοικητής της Πελοποννήσου Χουρσίτ Πασάς είχε εκστρατεύσει κατά του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, από τις αρχές του Γενάρη, και στην θέση του είχε αφήσει ως καϊμακάμη, δηλαδή τοποτηρητή, τον Μεχμέτ Σαλήχ.
Ήδη, στην τουρκική πλευρά υπήρχε μεγάλη καχυποψία και ανησυχία για τις κινήσεις των Ελλήνων και ο Μεχμέτ Σαλήχ κάλεσε δόλια στην Τρίπολη πρόκριτους και αρχιερείς της Πελοποννήσου, τάχα για λήψη αποφάσεων. Όσους ανταποκρίθηκαν τους φυλάκισε για να ματαιωθεί η εξέγερση και πολλοί πέθαναν από τις κακουχίες, μεταξύ των οποίων και ο επίσκοπος Ωλένης και Λειβαρτζίου Φιλόθεος.
Οι πρόκριτοι των Καλαβρύτων κατευθύνονται προς την Τρίπολη στις 9 του Μάρτη του 1821 για να μην κινήσουν υποψίες. Στην πραγματικότητα όμως επιστρέφουν στην Αγία Λαύρα, ύστερα από υπόδειξη του Ασημάκη Φωτήλα, για να διασκορπιστούν με κάθε μυστικότητα σε όλη την επαρχία και να στρατολογήσουν άνδρες. Σαν μία από τις πρώτες ενέργειές τους ήταν να εκτελούν τούρκους εισπράκτορες του χαρατσίου, για να συγκεντρώσουν χρήματα για τον αγώνα. Έχουμε, έτσι, πολλά προεπαναστατικά γεγονότα, με γνωστότερα της Χελωνοσπηλιάς, της Φροξυλιάς, των Καμενιάνων και του Αγριδιού.
Το γεγονός που γιορτάζουμε σήμερα εδώ, στο Λειβάρτζι, εξελίχθηκε ως εξής: στις 14 του Μάρτη του 1821, δύο τούρκοι σπαήδες ή χαρατσήδες, εισπράκτορες του χαρατσίου, δηλαδή, κατηφόριζαν στο Αϊ-Γιαννίτικο καταράχι, ερχόμενοι από δυτικά και συγκεκριμένα από τη Μορόχοβα. Με πολύ δυνατές φωνές, απειλές και προσβλητικές εκφράσεις καλούσαν τους Λειβαρτζινούς να πληρώσουν τους φόρους. Τότε ο Ξαντάκης Τομαράς πυροβόλησε με το γκρα του μέσα από την πολεμίστρα του πύργου του από την απέναντι, αλλά πολύ κοντινή συνοικία Περιτσαίοι και οι χαρατσήδες έπεσαν νεκροί.
Το γεγονός αυτό αναφέρεται από ιστορικούς, όπως ο Σπυρίδων Τρικούπης, και, βεβαίως από τους Λειβαρτινούς εκπαιδευτικούς και συγγραφείς, τον Περικλή Δουδούμη και τον Αθανάσιο Λέλο.
Ο Ξαντάκης ήταν άρχοντας του Λειβαρτζίου και ανήκε στην πολυμελή και εύπορη οικογένεια των Τομαραίων. Η καταγωγή τους ήταν από τον Τόμαρο της Ηπείρου, όπως δηλώνει και το όνομά τους. Είχε κάποια αναπηρία στο ένα πόδι, γι’ αυτό ήταν γνωστός και με το πρόσθετο όνομα Κουτσοξαντάκης. Μια μεγάλη έκταση, κοντά στη Μονή Αγίας Τριάδος, που σύμφωνα με μαρτυρίες μεγαλύτερων ήταν δικός του αμπελώνας, την ξέρουμε και σήμερα ως Τομαραίικο αμπέλι.
Πολύ αργότερα από τότε, στις μέρες μας, και συγκεκριμένα στη δεκαετία του 1970,ο Σύλλογος Λειβαρτζινών της Αθήνας, ανήγειρε μνημείο στο Αϊ-Γιαννίτικο Καταράχι, όπου έλαβε χώρα το επεισόδιο. Και ο γνήσιος Λειβαρτζινός Λάκης Κωνσταντίνου, συγγραφέας και εκπαιδευτικός, τοποθετεί μαρμάρινη πλάκα στο χάλασμα του πύργου του Τομαρά, που γράφει το γεγονός.
Λίγα χρόνια αργότερα, το μνημείο αυτό στο καταράχι υπέστη μεγάλες φθορές και το 1990 τοποθετήθηκε νέο από τον ίδιο Σύλλογο. Και τότε, μια γνήσια Λειβαρτζινιά, η «θειά-Ντίνα» Αλιβίζου, σαν άλλη Κυρά της Ρω, φρόντισε να κυματίζει περήφανα η Γαλανόλευκη δίπλα στο μνημείο!
Ξαναγυρνάμε στο Μάρτη του 1821, που διοικητής του Λειβαρτζίου και των γύρω χωριών ήταν ο Ασημάκης Φωτήλας. Αυτός είχε επηρεάσει θετικά ορισμένους Λειβαρτζινούς και συγκρότησαν ομάδες, που ήταν και το πρώτο επαναστατικό σώμα του Λειβαρτζίου, το οποίο αργότερα τέθηκε υπό τις διαταγές του Αναγνώστη Λεχουρίτη. Οι Λειβαρτζινοί αυτοί ήσαν: Ο Παναγιώτης Παπαδόπουλος, ο Γεώργιος Τομαράς, ο Γιαννάκος Καπετάνος, ο Αγγελάκης Οικονομόπουλος, ο Στάθης Πλιάκας. Έτσι, ο Φωτήλας είχε συγκεντρώσει περί τους 100 άνδρες από τα χωριά Λειβάρτζι, Λεχούρι, Κερέσοβα και Χόβολη.
Το επαναστατικό αυτό σώμα του Φωτήλα, μαζί με τους άλλους οπλαρχηγούς και τους επαναστάτες της περιοχής, εξορμούν από την Αγία Λαύρα και απελευθερώνουν τα Καλάβρυτα, στις 21 του Μάρτη, έχοντας ως σημαία το παραπέτασμα της Ωραίας Πύλης της μονής. Ο βοεβόδας της πόλης, ο Αρναούτογλου, συνελήφθη και οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στο Λεχούρι, όπου και φυλακίσθηκε στον ιστορικό Πύργο του Λεχουρίτη.
Ο για πολλά χρόνια πρόεδρος των Ελλήνων Λογοτεχνών Νικόλαος Στασινόπουλος θα γράψει για το γεγονός:
«Και σαν αλλάξαν οι καιροί κι ο αφέντης δούλος έγινε
κι η Λευτεριά παρθένα, με τη βοή των ντουφεκιών,
θρονιάστηκε αρχόντισσα, κυρά στην Άγια Λαύρα,
τότε αγά μου η μοίρα σου σε έσυρε δεσμώτη
στου Λεχουρίτη τον τρανό, τον τιμημένο πύργο,
τα ύστερα τα χρόνια σου εκεί να τα περάσεις».
Άλλος Λειβαρτζινός, ο Δημητράκης Ινταρές, συγκρότησε δική του, ανεξάρτητη ομάδα, που, μεταξύ άλλων, έκαψε τον πύργο του Λιμάζαγα στη Μοστενίτσα και κατέλαβε το χωριό.
Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε εδώ ένα ακόμα γεγονός που έλαβε χώρα λίγα χρόνια αργότερα: Την απόφαση Ελευθερίας ή Θανάτου, που υπέγραψαν από κοινού Λεχουρίτες, Σοπωτινοί, Κερτεζίτες, Δροβολοβίτες και Λειβαρτζινοί, την 1η του Οκτώβρη του 1825, όταν πληροφορήθηκαν την επιστροφή του Ιμπραήμ στην Τριπολιτσά.
Διακηρύσσουν σ’ αυτή την απόφαση, μεταξύ άλλων:
«Θα κινηθούμε πρώτοι σε πάνδημη εκστρατεία, σύμφωνα και με την οδηγία του αρχηγού της επαρχίας μας, του Ανδρέα Ζαΐμη, με απόφαση να πεθάνουμε όλοι, παρά ν’ αφήσουμε τον εχθρό να πατήσει τη γη μας, να μας σκλαβώσει και να μας αφανίσει. Ελπίζουμε κι ευχόμαστε να μιμηθούν το παράδειγμά μας κι άλλες επαρχίες».
Φτάνοντας ο Ιμπραήμ στην περιοχή μας, και συγκεκριμένα κοντά στο Λειβαρτζινό, στο στενό στο Διπόταμο, έγινε κάποια μάχη. Από τότε το καταράχι εκείνο είναι γνωστό ως Μπραϊμοκατάραχο.
Μετά την απελευθέρωση, το Λειβάρτζι γνώρισε μεγάλη άνθηση. Ως έδρα του Δήμου Ψωφίδος είχε πολλές δημόσιες υπηρεσίες και εξελίχθηκε σε μεγάλο εμπορικό κέντρο της περιοχής. Από τα φημισμένα σχολεία του ξεπήδησαν εξέχουσες προσωπικότητες και πνευματικοί άνθρωποι μεγάλου ύψους. Είναι η γενέτειρα μεγάλων Ευεργετών του χωριού, της Επαρχίας και της Πατρίδος. Και σήμερα, εξακολουθεί να παίζει σημαντικό ρόλο στο γίγνεσθαι της περιοχής.
Έδειξαν και απέδειξαν σε όλους τους λαούς της γης οι Ήρωες πρόγονοί μας πως «του Έλληνος ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει»!
Αυτό βροντοφωνάζουμε κι από δω, από το ένδοξο Λειβάρτζι που κλίνει σήμερα ευλαβικά το γόνυ του στην Ιστορία του:
Οι Έλληνες είναι περήφανος λαός και δεν ζει με σκυμμένο το κεφάλι! Τιμά τους Ήρωές του και παραμένει αταλάντευτα προσηλωμένος στις Αξίες εκείνων!
Νίκος Παπακωνσταντόπουλος
Λειβάρτζι 14 Μαρτίου 2015
Ο Νίκος Παπακωνσταντόπουλος γεννήθηκε στο Λειβάρτζι του Δήμου Καλαβρύτων. Πέραν του λειτουργήματός του (Διπλωματούχος Νοσηλευτής) δραστηριοποιείται και στο λογοτεχνικό χώρο, με εκδόσεις βιβλίων και δημοσιεύσεις άρθρων στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο και είναι μέλος του Δ.Σ. της Παγκαλαβρυτινής Ένωσης. Είναι παντρεμένος με την Ελένη Γάλλιου από το Γοργόμυλο Πρέβεζας και έχουν δύο παιδιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.