«Φθάσας δέ ὁ Ἰβραήμης εἰς τάς Πάτρας,διέταξε τόν περιφερόμενον τήν ἐπαρχίαν τῆς Γαστούνης Δελῆ-Ἀχμέτην νά ἐπανέλθῃ ἐκεῖ·αὐτός δέ,π...
(ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ, ὑπό ΣΠ.ΤΡΙΚΟΥΠΗ, τόμος Δ’)
Ο Ιμπραήμ μετά τήν «πύρρειο νίκη» του επέστρεψε από τό Μεσολόγγι στήν Πάτρα. Τού είχαν απομείνει μόνο 3500 τακτικοί στρατιώτες καί είχε άμεση ανάγκη ενισχύσεων. Χωρίς νά χάσει καιρό έστειλε τόν Δελή Αχμέτ, πού είχε αφήσει ως φρουρά στό κάστρο τής Πάτρας, νά ρημάξει τή Γαστούνη καί στή συνέχεια τόν διέταξε νά κατευθυνθεί στή Μεσσηνία καί νά ζητήσει ενισχύσεις από τά κάστρα τής Μεθώνης καί τής Κορώνης. Ο ίδιος μέ τό στράτευμά του καί πολλούς ατάκτους πού συγκέντρωσε, κατευθύνθηκε στίς αρχές Μαΐου 1826 πρός τά Καλάβρυτα μέ τελικό προορισμό τήν Τριπολιτσά. Ταυτόχρονα ο Γάλλος Σουλεϊμάν μπέης βγήκε από τά μεσσηνιακά κάστρα καί επιτέθηκε στίς δυνάμεις τού Νικηταρά, τού Δημητρίου Πλαπούτα, τού Δήμου Κανελλόπουλου καί τού Γεωργίου Σισίνη πού βρίσκονταν στήν επαρχία τής Αρχαίας Ολυμπίας.
Οι μουσουλμάνοι τού Σουλεϊμάν έσπειραν τόν τρόμο στήν περιοχή καί έκαψαν τά χωριά Ζαχάρω, Άλβενα (Μίνθη), Γραίκα σκοτώνοντας τούς άνδρες καί σκλαβώνοντας τά γυναικόπαιδα. Στή συνέχεια πολιόρκησαν τούς κατοίκους τής Αγουλινίτσας πού είχαν καταφύγει μέ τίς οικογένειές τους στά νησιά τής λίμνης. Οι ενισχύσεις πού κατέφθασαν μέ τούς Λεονταρίτες τού Νικηταρά, καί τούς Τριφυλίους τού Γεωργίου Γρηγοριάδη, τού Διονυσίου Παπαθεοδώρου καί τών αδελφών Αναγνώστη καί Αδάμ Παπατσώρη στή θέση Κλειδί μεταξύ τών λιμνών τής Αγουλινίτσας καί τού Καϊάφα, έσωσαν τούς κατοίκους από βέβαιο θάνατο. Οι Αιγύπτιοι στρατιώτες υποχώρησαν καί επέστρεψαν στή Μεσσηνία έχοντας πετύχει τόν σκοπό τους, ο οποίος ήταν νά μήν παρενοχληθεί ο Ιμπραήμ στήν πορεία του πρός τήν Τριπολιτσά από τά Ελληνικά στρατεύματα.
Πράγματι ο Ιμπραήμ εισέβαλλε στήν επαρχία Καλαβρύτων ατουφέκιστος μέ εξαίρεση τόν Γεώργιο Λεχουρίτη πού τόν παρενόχλησε στό χωριό Νεζερά. Οι φήμες τόν έφερναν νά κατεβαίνει στήν Τριπολιτσά μέ 40.000 στρατιώτες έχοντας παρά τώ πλευρώ του τόν Κιουταχή πασά. Οι έντρομοι κάτοικοι τών επαρχιών σκόρπισαν στά βουνά καί στά λαγκάδια, ενώ δέν ήταν λίγοι αυτοί πού ταξίδεψαν μαζί μέ τά ζωντανά τους στό μοναδικό ασφαλές καταφύγιο τού Μοριά, τή Μάνη.
Στίς 4 Μαΐου 1826, ο Αιγύπτιος πασάς έφτασε στή μονή τής Αγίας Λαύρας, καίγοντας, λεηλατώντας καί καταστρέφοντας τά γύρω Καλαβρυτοχώρια. Ο βάρβαρος μουσουλμάνος κατέκαψε τήν ιστορική μονή πού είχε ιδρύσει ο ασκητής Ευγένιος στά χρόνια τού Νικηφόρου Φωκά (961) καί σύμφωνα μέ τούς ιστορικούς τής εποχής, κάθισε νά απολαύσει τό θέαμα. Ευτυχώς οι μοναχοί είχαν προλάβει νά μεταφέρουν τούς θησαυρούς καί τά κειμήλια τής μονής στό Μέγα Σπήλαιο.
Ανοικοδομήθηκε το 1828 με την προσθήκη νέου καθολικού (τρίτο κατά σειρά) και ερειπώθηκε ξανά το 1844 από μεγάλο σεισμό. Ανοικοδομήθηκε πάλι το 1850. Νέες διώξεις, εκτελέσεις και καταστροφές έγιναν τον Δεκέμβριο του 1943 από τους Γερμανούς.
Η Ιερά Μονή Αγίας Λαύρας
Σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία στους πρόποδες του όρους Βελιά, λίγο ψηλότερα από τα Καλάβρυτα, βρίσκεται η ξακουστή μονή της Αγίας Λαύρας, που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η ιστορία της είναι άμεσα συνυφασμένη με την έναρξη της επανάστασης του 1821, την ύψωση του λαβάρου και την ορκωμοσία των οπλαρχηγών από τον μητροπολίτη Παλαιών Πατρών Γερμανό.
Σύμφωνα με την παράδοση, η μονή ιδρύθηκε το 961 και αρχικά βρισκόταν περίπου 300 μ. ψηλότερα, στην τοποθεσία Παλαιομονάστηρο. Πυρπολήθηκε από τους Τούρκους το 1585 και ξαναλειτούργησε το 1600, ενώ το 1689 μεταφέρθηκε στη σημερινή της θέση από τον ηγούμενο Ευγένιο. Στην επανάσταση του 1821 συνέβαλε σημαντικά, προσφέροντας χρήματα και τρόφιμα. Το 1826 πυρπολήθηκε από τον Ιμπραήμ, αλλά οι μοναχοί είχαν προλάβει να την εγκαταλείψουν, σώζοντας και πολλά από τα πολύτιμα κειμήλιά της. Ανοικοδομήθηκε το 1828 με την προσθήκη τρίτου καθολικού, αλλά καταστράφηκε πάλι το 1844 από σεισμό και ανοικοδομήθηκε το 1850. Τελευταία μεγάλη καταστροφή υπέστη από τους Γερμανούς το 1943 και η ανοικοδόμησή της ολοκληρώθηκε γύρω στο 1950 με την εποπτεία του αρχιτέκτονα Αναστάσιου Ορλάνδου.
Το συγκρότημα περικλείεται από τις πτέρυγες των κελιών που σχηματίζουν περίβολο. Στο κέντρο του βρίσκεται το νεότερο καθολικό, που ανήκει στον τύπο της βασιλικής με τρούλο, ενώ δεξιά της κύριας εισόδου του περιβόλου, το καθολικό του 17ου αιώνα, που είναι αγιορείτικου τύπου, δηλαδή μονόκλιτο, με τρεις κόγχες και τρούλο. Η μονή διαθέτει πλούσια βιβλιοθήκη με σπάνια βιβλία και έγγραφα, και μουσείο με μοναδικά κειμήλια από την ελληνική επανάσταση. Μεταξύ αυτών, το ξακουστό λάβαρο που ύψωσε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός κηρύττοντας την Επανάσταση του 1821, ένα Ευαγγέλιο με διαμάντια, δώρο της αυτοκράτειρας Αικατερίνης της Ρωσίας, και τα άμφια του Παλαιών Πατρών Γερμανού. Επίσης, διαθέτει λείψανα αγίων και την κάρα του Αγίου Αλεξίου, πολιούχου των Καλαβρύτων, δωρεά του αυτοκράτορα Μανουήλ Παλαιολόγου το 1398.
Η μονή είναι ανδρική και πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου.
Η Ιερά Μονή Αγίας Λαύρας
Σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία στους πρόποδες του όρους Βελιά, λίγο ψηλότερα από τα Καλάβρυτα, βρίσκεται η ξακουστή μονή της Αγίας Λαύρας, που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η ιστορία της είναι άμεσα συνυφασμένη με την έναρξη της επανάστασης του 1821, την ύψωση του λαβάρου και την ορκωμοσία των οπλαρχηγών από τον μητροπολίτη Παλαιών Πατρών Γερμανό.
Σύμφωνα με την παράδοση, η μονή ιδρύθηκε το 961 και αρχικά βρισκόταν περίπου 300 μ. ψηλότερα, στην τοποθεσία Παλαιομονάστηρο. Πυρπολήθηκε από τους Τούρκους το 1585 και ξαναλειτούργησε το 1600, ενώ το 1689 μεταφέρθηκε στη σημερινή της θέση από τον ηγούμενο Ευγένιο. Στην επανάσταση του 1821 συνέβαλε σημαντικά, προσφέροντας χρήματα και τρόφιμα. Το 1826 πυρπολήθηκε από τον Ιμπραήμ, αλλά οι μοναχοί είχαν προλάβει να την εγκαταλείψουν, σώζοντας και πολλά από τα πολύτιμα κειμήλιά της. Ανοικοδομήθηκε το 1828 με την προσθήκη τρίτου καθολικού, αλλά καταστράφηκε πάλι το 1844 από σεισμό και ανοικοδομήθηκε το 1850. Τελευταία μεγάλη καταστροφή υπέστη από τους Γερμανούς το 1943 και η ανοικοδόμησή της ολοκληρώθηκε γύρω στο 1950 με την εποπτεία του αρχιτέκτονα Αναστάσιου Ορλάνδου.
Το συγκρότημα περικλείεται από τις πτέρυγες των κελιών που σχηματίζουν περίβολο. Στο κέντρο του βρίσκεται το νεότερο καθολικό, που ανήκει στον τύπο της βασιλικής με τρούλο, ενώ δεξιά της κύριας εισόδου του περιβόλου, το καθολικό του 17ου αιώνα, που είναι αγιορείτικου τύπου, δηλαδή μονόκλιτο, με τρεις κόγχες και τρούλο. Η μονή διαθέτει πλούσια βιβλιοθήκη με σπάνια βιβλία και έγγραφα, και μουσείο με μοναδικά κειμήλια από την ελληνική επανάσταση. Μεταξύ αυτών, το ξακουστό λάβαρο που ύψωσε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός κηρύττοντας την Επανάσταση του 1821, ένα Ευαγγέλιο με διαμάντια, δώρο της αυτοκράτειρας Αικατερίνης της Ρωσίας, και τα άμφια του Παλαιών Πατρών Γερμανού. Επίσης, διαθέτει λείψανα αγίων και την κάρα του Αγίου Αλεξίου, πολιούχου των Καλαβρύτων, δωρεά του αυτοκράτορα Μανουήλ Παλαιολόγου το 1398.
Η μονή είναι ανδρική και πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.