Μετά την επιτυχία της μάχης της Κέρτεζης (13-6-1943), η ομάδα του Μίχου κατευθύνθηκε προς τα Φίλια, ένα μικρό χωριό της επαρχίας Κα...
Μετά την επιτυχία της μάχης της Κέρτεζης (13-6-1943), η ομάδα του Μίχου κατευθύνθηκε προς τα Φίλια, ένα μικρό χωριό της επαρχίας Καλαβρύτων κοντά στα Μαζέικα. Οι Ιταλοί, γνωρίζοντας από πληροφοριοδότες τις ακριβείς κινήσεις των ανταρτών, τους ακολουθούν κατά πόδας. Ο Μίχος πήρε την απόφαση να χτυπήσει τους Ιταλούς στα Φίλια για τους παρακάτω λόγους: α) το Γενικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, προκειμένου να παραπλανήσει τις δυνάμεις του Άξονα, για να διεξάγει επιχειρήσεις στη Σικελία, είχε διατάξει τις αντάρτικες ομάδες της Ελλάδος να χτυπούν παντού τον εχθρό. β) το χωριό Φίλια προσφερόταν λόγω της στρατηγικής του θέσης (φυσικό οχυρό) για μια οργανωμένη άμυνα με δυνατότητα αντεπίθεσης κατά των ιταλικών στρατευμάτων. γ) οι κάτοικοι του χωριού ήσαν ιδιαιτέρως ένθερμοι υποστηρικτές των ανταρτών και μπορούσαν να υποστηρίξουν τέτοιου είδους ενέργειες, μέσω της καλά οργανωμένης ΕΠΟΝ του χωριού.
καπεταν Μίχος Σταυραετός Δημήτρης Μίχος (1890-1963) |
Τα ξημερώματα της Κυριακής 20 Ιουνίου, η ομάδα των ανταρτών αποτελούμενη από τριάντα αγωνιστές, μπήκε στο χωριό και ξεκουράστηκε στο σχολείο. Στις 9 το πρωί της ίδιας μέρας, ένας μικρός επονίτης, που ήλεγχε το δρόμο Μαζέικα-Φίλια, ανέφερε στον επικεφαλής της ομάδας πως εκατό περίπου Ιταλοί κατέφθασαν στο χωριό από διάφορες κατευθύνσεις. Αμέσως οργανώθηκε από τον Μίχο η άμυνα των ανταρτών. Χώρισε τους αντάρτες σε δυο ομάδες των δεκαπέντε ατόμων. Η πρώτη ομάδα κατευθύνθηκε ανατολικά του χωριού ενώ η δεύτερη ακολούθησε τον Μίχο σαν εφεδρεία. Η συμμετοχή του κόσμου στο εγχείρημα των ανταρτών ήταν καθοριστική, καθώς τους βοήθησαν στον ανεφοδιασμό.1 Οι Ιταλοί επιτέθηκαν κατά μέτωπο καταλαμβάνοντας τα πρώτα σπίτια του χωριού. Η μάχη διήρκησε 6 ώρες, όταν η πρωτοβουλία κινήσεων πέρασε στα χέρια των ανταρτών, οι οποίοι μέχρι τότε αμύνονταν. Ο Μίχος, διηύθυνε την επίθεση των ανταρτών αυτοπροσώπως. Η αντεπίθεση των ανταρτών ξεκίνησε και οι Ιταλοί, οχυρωμένοι στα πρώτα σπίτια του χωριού, αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Από το πρώτο σπίτι, βγήκαν με τα χέρια ψηλά πενήντα οπλισμένοι Ιταλοί. Τη στιγμή εκείνη όμως έγινε ένα μοιραίο λάθος από έναν 17χρονο επονίτη, ο οποίος (παρασυρμένος από υπερβολικό ενθουσιασμό) πυροβόλησε και σκότωσε 2 από τους Ιταλούς. Οι υπόλοιποι Ιταλοί τρομαγμένοι οχυρώθηκαν πάλι στο σπίτι. Χάθηκε λοιπόν η ευκαιρία να τελειώσει εκεί η μάχη με θετικό αποτέλεσμα για τους αντάρτες.2 Η ομάδα του Μίχου βρισκόταν πλέον σε δύσκολη θέση, καθώς αφενός μεν είχαν τελειώσει τα πυρομαχικά της, αφετέρου δε από στιγμή σε στιγμή υπήρχε το ενδεχόμενο να εμφανιστεί βοήθεια των Ιταλών από την κοντινή καραμπινιερία των Μαζεΐκων. Αναγκάστηκε λοιπόν να υποχωρήσει προς τα απέναντι βουνά ανενόχλητη, παίρνοντας μαζί και τους τραυματίες της. Στη μάχη των Φιλίων, οι Ιταλοί είχαν περί τους είκοσι πέντε νεκρούς και περί τους είκοσι τραυματίες, ενώ οι αντάρτες είχαν δύο νεκρούς, τον Κωνσταντίνο Λιαπόπουλο (Ξάνθος) από τη Βόβοδα (σημερινό Μαυρίκι) και τον Βασίλειο Χριστόπουλο (Αράχωβας), από την Αράχωβα Αιγιάλειας. Ακόμα είχαν πέντε τραυματίες, από τους οποίους δύο σοβαρά: ο Παναγιώτης Παπασταύρου (Τσακάλωφ) από την Αράχωβα Αιγιάλειας και ο Γιάννης Σπηλιωτόπουλος (Παπαφλέσσας) από την Ελίκη Αιγίου. Οι Ιταλοί για αντίποινα το απόγευμα της ίδιας ημέρας (20/6/1943), έκαψαν το χωριό Φίλια και εκτέλεσαν έξι κατοίκους του που σύμφωνα με τον Δημήτρη Βουρτσιάνη είναι οι εξής: α) Αμβρόσιος Παπαρρηγόπουλος, ιερέας του χωριού, β) Δημήτριος Α. Οικονόμου, γ) Γιάννης Δ. Κίτσος, δ) Θεόδωρος Χριστοδούλου, ε) Αλέξιος Χαραλαμπόπουλος, στ) Πάνος Κόλιας. Στο σημείο αυτό, αξίζει να παραθέσουμε ολόκληρη την αφήγηση του ίδιου του αρχηγού των ανταρτών, η οποία είναι ιδιαιτέρως κατατοπιστική. Το κείμενο παρατίθεται αυτούσιο:
«Ἦταν ξημερώματα Κυριακῆς ὅταν ἔφθασε στὸ παρὰ πάνω χωριὸ μία ὁμαδούλα ἀπὸ 30 συναγωνιστές. Ἦσαν ὅλοι κουρασμένοι, κυριολεκτικὰ τσακισμένοι, ἀπὸ τὴν ὁλονύκτια πορεία. To χωριὸ ἦταν ἕνα μεγαλοχώρι μὲ 220 σπίτια, πλούσιο, μὲ καλὴ ὀργάνωση καὶ ἀπὸ ἄποψη στρατιωτικὴ σὲ μέρος ὀχυρό. Οἱ ἐπονίτες τοῦ χωριοῦ παίρνουνε ὁδηγίες βγάνουν τὰ προωθημένα φυλάκια καὶ ἑτοιμάζουν ἕνα καζάνι μὲ γυφτοφάσουλα. Οἱ ἀντάρτες κοιμοῦνται, καθιστοὶ οἱ περισσότεροι στὰ θρανία τὸν σχολείου, γιὰ νὰ ἀνακτήσουνε δυνάμεις. Στὶς 9 κιόλας ἕνας ἐπονίτης ποὺ φύλαγε στὸ δρόμο Μαζέικα-Φιλια ἔρχεται λαχανιασμένος γιὰ νὰ ἀναφέρει στὸν ἐπικεφαλῆς τῆς ὁμάδας πῶς ἑκατὸ περίπου Ἰταλοὶ κατέφθασαν στὸ χωριὸ ἀπὸ πολλὲς κατευθύνσεις. Στὴ στιγμὴ μία ὁμάδα ἀπὸ 15 ἀντάρτες ξεκινάει νὰ πιάσει τὸ ἀνατολικὸ ἀντέρεισμα ἐνῶ μία δεύτερη δεκαπεντάδα μένει στὴ διάθεση τοῦ Ἀρχηγοῦ σὰν ἐφεδρεία. Ὁ κόσμος ἔχει βγεῖ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ποὺ σκόλασε κείνη τὴν ὥρα κι ὁ ἀσύρματος καὶ τὰ λοιπὰ ἐφόδια φορτώνονται. Ἡ δεύτερη ὁμαδούλα μπαίνει σὲ κίνηση καὶ βγαίνει ἀπὸ τὸ χωριὸ γιὰ νὰ πιάσει κατάλληλες θέσεις καὶ νὰ δεχθεῖ τὴ μάχη. Οἱ χωρικοὶ ἔχουν ἐμπιστοσύνη στοὺς ἀντάρτες καὶ δὲν τὸ κουνᾶνε ἀπὸ τὰ σπίτια τους. Σὲ λίγο ἡ μάχη ἀρχίζει μὲ κατὰ μέτωπο ἐπίθεση τῶν Ἰταλῶν... Ἕνα ὅμως ἀντάρτικο ὁπλοπολυβόλο, βαλμένο σὲ κατάλληλη θέση καὶ χειριζόμενο ἀπὸ ἕνα ἄξιο παλικάρι, θερίζει τὸ πρῶτο κύμα τῶν ἐπιτιθεμένων φασιστῶν. Ἡ μάχη ἐξελίσσεται σὲ μία σκληρὴ καὶ ἄνιση γιγαντομαχία. Οἱ ἀντάρτες μας κρατᾶνε καλὰ τὶς θέσεις τους καὶ τὰ πυρά τους συστηματικὰ καὶ ἐπιδέξια, καθὼς εἶναι, σταματοῦν κι ἀνατρέπουν τὶς ἐπιθέσεις. Σὲ λίγο ἡ πρωτοβουλία περνάει στὰ χέρια μας κι ἀρχίζει ἡ ἀντεπίθεση. Οἱ Ἰταλοὶ ἔχουν κατορθώσει νὰ μποῦν στὰ πρῶτα σπίτια τοῦ χωριοῦ, ἀνεβαίνουν στὰ ψηλότερα κι ἀνοίγουν πολεμίστρες. Οἱ 30 ἀντάρτες μας ἀντεπιτίθενται καὶ κερδίζουν συνεχῶς ἔδαφος καὶ μὲ τὴν ἐπιδέξια καθοδήγηση τῶν βαθμοφόρων τοὺς φθάνουν σὲ ἀπόσταση μόλις τριάντα μέτρων ἀπὸ τὰ σπίτια. Ἡ μάχη συνεχίζεται σκληρὴ κι ἄνιση ἀλλά ὅλοι κάνουν κάτι παραπάνω ἀπὸ τὸ καθῆκον τους. Ἀπὸ τὰ τρία ὁπλοπολυβόλα τῆς ὁμάδας τὸ ἕνα σιγὰ γιατί σκοτώθηκε ὁ χειριστὴς τοῦ ἕνας καινούργιος ἥρωας. Ὅμως ἡ σιωπὴ αὐτὴ τοῦ ὁπλοπολυβόλου δὲν ἐξακολουθεῖ πολὺ νὰ εἶναι ἀργὸ γιατί τ’ ἁρπάζει ἕνα παιδὶ 19 χρονῶν στὸ ἐπάγγελμα τσαγκάρης καὶ τὸ χειρίζεται θαυμάσια. Ἡ ὥρα εἶναι 1 ἀπομεσήμερο. Τέσσερες ὁλόκληρες ὧρες σκληρῆς μάχης ἔχουν περάσει κι ὅμως αὐτὴ ἐξακολουθεῖ μὲ αὐξανόμενη ἔνταση. Ἕνας μικρὸς ἀνθυπασπιστὴς διετὴς μαθητὴς τῆς σχολῆς Εὐελπίδων πολεμάει πρῶτος ἀνάμεσα στοὺς πρώτους. Ὀνομάζεται Ἴκαρος, Αὐτὸ τὸ ψευδώνυμό του ἔχει δώσει ὁ ἀρχηγός του. Ὁ ἐπισμηνίας ἀσυρματιστής, παλιὸς ὁπλίτης τῆς ἀεροπορίας, καὶ ὁ Ὑπολοχαγὸς τῆς Ἀγγλικῆς ἀποστολῆς, παρασυρόμενοι ἀπὸ τὴν ἐπιθετικότητα τῶν ἀνταρτῶν μας, ἀφήνουν τὰ μουλάρια σὲ χωρικοὺς καὶ πολεμοῦν μαζὶ μὲ τοὺς ἀντάρτες στὴν πρώτη γραμμή. Ὁ ἀρχηγός, ἀπὸ μικρὴ ἀπόσταση, διευθύνει αὐτοπροσώπως τὴν ἐπίθεση κατὰ τῶν ὀχυρωμένων τώρα Ἰταλῶν καὶ τοὺς προσκαλεῖ μὲ βροντώδεις φωνὲς καὶ μέσω ἑνὸς διερμηνέα νὰ παραδοθοῦν. To θαῦμα δὲν ἄργησε. To πρῶτο σπίτι ἀνοίγει κι ἀπὸ μέσα βγαίνουν μὲ τὰ χέρια ψηλὰ 50 Ἰταλοί, ὁπλισμένοι σὰν ἀστακοί. Ἕνας ἐπονίτης ὅμως 17ετών ποὺ βρίσκεται καταντικρὺ στὴν πόρτα πυροβολεῖ ἀπὸ ἀπόσταση 50 μέτρων καὶ σκοτώνει δυό. Οἱ ἄλλοι Ἰταλοὶ κατατρομαγμένοι μπαίνουν πάλι στὸ σπίτι. Ἡ εὐκαιρία χάθηκε ἀπὸ ἕνα σφάλμα τοῦ μικροῦ ἐπονίτη, μὰ τρεῖς ἀντάρτες φθάνουν τώρα εἷς τὸν τοῖχο τοῦ σπιτιοῦ καὶ πρὶν οἱ Ἰταλοὶ πάρουν θέσεις ρίχνουν μέσα στὸ σπίτι δυὸ χειροβομβίδες Μίλς. Δὲν ὑπάρχουν ὅμως ἄλλες καὶ ἀναγκάζονται νὰ φύγουν. Ἔτσι χάθηκε μία καλὴ εὐκαιρία. Ἡ ὥρα εἶναι 3 μ.μ. Ἡ μάχη κράτησε 6 ὁλόκληρες ὧρες. Τὰ πυρομαχικὰ τῆς ὁμάδας λιγοστεύουνε κι οἱ ἀπώλειές της εἶναι σχετικὰ ἀρκετές. Δυὸ εἶναι σκοτωμένοι καὶ πέντε οἱ τραυματίες. Ἐπὶ πλέον στὰ νῶτα τῆς ἔχει τὸν ἁμαξιτὸ δρόμο ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ ὁ ἐχθρὸς εἶναι δυνατὸν νὰ ἐνισχυθεῖ ἐνῶ οἱ ἀντάρτες δὲν περιμένουν ἀπὸ πουθενὰ βοήθεια. Ἀκόμα οἱ ἄνδρες εἶναι τελείως νηστικοὶ ἀπὸ τὸ προηγούμενο βράδυ καὶ κατατσακισμένοι ἀπὸ τὴν κούραση. Στὶς 3:30 γίνεται κανονικὴ σύμπτυξη τῆς ὁμάδας ποὺ ὑποχωρεῖ τελείως ἀνενόχλητη παίρνοντας μαζί της καὶ τοὺς τραυματίες της. To βράδυ ἡ ὁμάδα πέρασε τὸν ἁμαξιτὸ δρόμο καὶ τὸν Ἀροάνειο ποταμὸ γιὰ νὰ πάρει τὰ ἀπέναντι βουνά. Ὅλη νύχτα οἱ Ἰταλοὶ ντουφεκᾶνε στὰ γύρω ἀπὸ τὸ χωριὸ καὶ τὴν ἄλλη μέρα ἕνα ὁλόκληρο σύνταγμα ἀρχίζει ἐκκαθαριστικὲς ἐπιχειρήσεις, ἐνῶ συγχρόνως ἀεροπλάνα ρίχνουν βόμβες καὶ πολυβολοῦνε. To ἀπόγευμα τῆς ἴδιας μέρας πυκνοὶ καπνοὶ ἀνέβαιναν στὸν οὐρανὸ σὰν θυσία στὸ βωμὸ τῆς λευτεριᾶς. To χωριὸ καίγονταν. Τρεῖς μέρες ἀργότερα οἱ κάτοικοι τοῦ χωριοῦ σὲ συνέλευση ὀνόμασαν τὸν ἀρχηγὸ τοῦ ἀντάρτικου Γέρο Μίχο ἐπίτιμο δημότη τους. Ἔτσι τίμησαν τοὺς μαχητὲς καὶ ὑπερασπιστὲς τοῦ χωριοῦ. Ἔτσι μίλησαν στὸ φασισμὸ ἀνδρικὰ ἐκεῖνοι, ποὺ παλεύουνε γιὰ ἀνώτερα ἰδανικά, γιὰ λευτεριά, γιὰ ἀνεξαρτησία, γιὰ μία καλύτερη ζωή.»3
Ο ίδιος ο Δημήτρης Μίχου σε μια νεότερη αφήγησή του στο Περιοδικό Εθνική Αντίσταση μας δίνει νέα στοιχεία:
«Καὶ οἱ δυό της ἀγγλικῆς ἀποστολῆς ποὺ ἦταν μαζί μου, ὁ Βαγγέλης καὶ ὁ Νίκος, πολέμησαν πλάι μὲ τοὺς ἀντάρτες ἀπὸ πολὺ κοντά τους κλεισμένους στὰ σπίτια καὶ ἔδειξαν πὼς ἦταν ἄξια ἑλληνόπουλα. Σὲ κείνη τὴ μάχη εἴχαμε καὶ ἐμεῖς δυὸ νεκρούς. Τὸν Ξάνθο ἀπὸ τὴ Βόδοβα καὶ τὸν Ἀράχωβα ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο χωριὸ τοῦ τῆς Αἰγιάλειας. Οἱ τραυματίες μας ἦσαν 5, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ ἕνας πιάστηκε αἰχμάλωτος γιατί εἶχε τραβηχτεῖ καὶ δὲν τὸν βρήκαμε νὰ τὸν πάρουμε. Ἀργότερα τὸν ἀνταλλάξαμε μὲ ἕναν Ἰταλὸ ἀνθυπολοχαγὸ ποὺ τὸν εἴχαμε αἰχμαλωτίσει. Ἀλλὰ ἔμεινε κουτσὸς καὶ κάπου στὴν Αἰγιάλεια πένεται. Τὴν ἴδια βραδιὰ βγήκαμε ἀπὸ ἐκείνη τὴν περιοχὴ καὶ σ' ἕνα ὕψωμα τῆς Νότιας Βουνοσειρᾶς τοῦ Χελμοῦ δώσαμε τὸ σῆμα μας στὸ ἐξωτερικὸ καὶ ζητήσαμε ρίψεις. Ἕνα συγχαρητήριο τηλεγράφημα ποὺ πήραμε ἀπὸ τὸ στρατηγεῖο τῆς Μέσης Ἀνατολῆς γιὰ τὴν ἐπιτυχία ἐκείνη ἔκαμε καὶ τὴν σύσταση πρὸς τὸν Ἀρχηγὸ νὰ ἀποφεύγονται πρὸς τὸ παρὸν οἱ μάχες καὶ νὰ κάνει τὴ συγκρότηση ἑνὸς ἀξιόμαχου στρατοῦ γιὰ τὴν Πελοπόννησο. Ἀλλὰ καὶ νὰ θέλαμε νὰ ἀποφύγουμε δὲν θὰ μπορούσαμε. Ὁ ἐχθρός, ἰσχυρὸς ὄπως ἦταν, δὲν μᾶς ἄφηνε πουθενὰ ἥσυχους. Εἶχε φτιάξει γερὰ ἀποσπάσματα, διλοχίες καὶ ἐλαφροκίνητες ἰσχυρὲς μονάδες, καλὸ δίκτυο κατασκοπείας καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη κιόλας ἡμέρα ἄρχιζε ἡ παρενόχληση ὅπου κάναμε ἐμφάνιση. Ἔτσι ἦταν δύσκολο νὰ γίνουν ρίψεις γιατί δὲν μᾶς ἄφηναν καὶ μποροῦσαν νὰ μᾶς τὶς πάρουν κιόλας. Καὶ ἐκεῖ ποὺ πήγαμε βρεθήκαμε κυκλωμένοι ἀπὸ τὸ ἑπόμενο ξημέρωμα. Μεγάλες δυνάμεις μὲ συνοδεία τῆς ἀεροπορίας ἀνέβηκαν ὦς τὸ χωριὸ Φίλια καὶ ἀφοῦ ἔπιασαν μερικοὺς χωρικοὺς ἔβαλαν φωτιὰ καὶ ἔκαψαν τὸ μεγαλύτερο μέρος ἀπ’ αὐτὸ τὸ ἡρωικὸ χωριὸ τῆς ἡρωικῆς ἐπαρχίας Καλαβρύτων. Μιὰ καλὴ ἰατρὸς ἀπὸ κάποιο χωριὸ ἦρθε στὸ βουνὸ ντυμένη χωριάτισσα, μὲ τὴν κλαδευτήρα γιὰ ξύλα καὶ τὴ σάκκα μὲ τὰ ἐργαλεῖα της. Περιποιήθηκε καὶ ἄλλαξε τὰ τραύματα τῶν παιδιῶν καὶ τὸ βράδυ γύρισε στὸ χωριό τῆς μὲ φορτωμένο τὸν γαίδαρο ξύλα. Κάπου στὸ μεσοφόρι σκεπασμένη ἦταν καὶ ἡ ἰατρικὴ της σάκα μὲ τὰ ἐργαλεὶα της.»4
1 Παπαστεριόπουλος Ηλ., Ο Μωρηάς στα όπλα, τ. Α΄, σσ. 154-155.
2 Ροδάκης Περ., Καλάβρυτα 1941-1944, σσ. 106.
3 Απομνημονεύματα («Τετράδια») του Δημητρίου Μίχου, Αρχηγού του Ε.Λ.Α.Σ Πελοποννήσου. εκδόσεις Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος
Δημήτριος Κανελλόπουλος ιστορικός ερευνητής (πρώτη δημοσίευση 2012) ΑΡΧΕΙΟ Ι.Α.Κ.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκεύαση απόδοσης του περιεχομένου της ιστορικής έρευνας με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογραφίσεως ή άλλο, χωρίς γραπτή άδεια (Ν 2121/1993)
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.