Την Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου έλαβε χώρα στο Μάνεσι η κηδεία του Δημητρίου Τζελέπη, πατέρα του Ιερέα Γεωργίου Τζελέπη, εφημέριου του Κρυ...
Την Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου έλαβε χώρα στο Μάνεσι η κηδεία του Δημητρίου Τζελέπη, πατέρα του Ιερέα Γεωργίου Τζελέπη, εφημέριου του Κρυονερίου. Στα 88 χρόνια της ζωής του ο εκλιπών, έζησε δύσκολα και στερημένα χρόνια, αλλά πορεύτηκε ακάματα καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του με μόχθο κι εργατικότητα, δημιουργώντας μια ευτυχισμένη οικογένεια. Απέκτησε τρία παιδιά, τον Μιχάλη, τον Πατήρ Γεώργιο και την Αγγελική και πολλά εγγόνια, δύο εκ των οποίων, ο Πατήρ Δημήτριος κι ο Πατήρ Αριστείδης, ακολούθησαν το δρόμο του Θεού και το ποιμενικό έργο, φορώντας τα αρχιερατικά άμφια. Υπήρξε για 25 χρόνια Γραμματέας του χωριού, παράλληλα ασχολήθηκε με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, ενώ ανέπτυξε και πλούσια δράση. Για 10 χρόνια ήταν διαχειριστής της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών στον τομέα των λιπασμάτων και των ζωοτροφών, ενώ για πολλά χρόνια υπήρξε εκκλησιαστικός επίτροπος του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου. Άνθρωπος με ήθος, τιμιότητα κι υπευθυνότητα, διακρίθηκε για το έργο του και τη δημιουργικότητα του αλλά και για το γεγονός ότι στεκόταν πάντα στο πλευρό των κατοίκων, μετατρέποντας το επάγγελμά του σε λειτούργημα. Στο ύστατο «Αντίο» του εκλιπόντος, μέσα σε κλίμα οδύνης και με την πάνδημο Ακολουθία να λαμβάνει χώρα στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου, παρευρέθη πλήθος κόσμου, κάτοικοι κι ετεροδημότες του Μανεσίου, ενώ τον τίμησαν με την παρουσία τους Αρχιερατικοί εκπρόσωποι της Μητρόπολης Καλαβρύτων κι Αιγιαλείας, πολλοί Ιερωμένοι της περιοχής κι ο βοηθός δημάρχου Νικόλαος Μαγκαφάς.
Τον επικήδειο λόγο (που παρατίθεται παρακάτω) εκφώνησε ο Μανεσιώτης δημοσιογράφος και μέλος της «Ένωσης Συντακτών Αθηναϊκού Τύπου» Τρύφωνας Μαντάς.
«Σήμερα αποχαιρετούμε μια σημαντική προσωπικότητα, έναν άνθρωπο που άφησε το δικό του ιδιαίτερο στίγμα στο χωριό μας. Ο κυρ- Δημήτρης Τζελέπης ανήλθε εις τους ουρανούς έπειτα από 88 χρόνια ζωής, 88 χρόνια δύσκολα και σκληρά, αλλά συνάμα δημιουργικά και όμορφα, διότι έφτιαξε μια μεγάλη κι αξιαγάπητη οικογένεια, παρακαταθήκη άξια για τις επόμενες γενιές του Μανεσίου.
Γεννήθηκε το 1927, στα δύσκολα χρόνια του μεσοπολέμου και λίγο μετά τη μικρασιατική καταστροφή. Σε εποχές δύσκολες και με το μέλλον αβέβαιο. Ήταν γιός του Μιχάλη Τζελέπη και της Γεωργίας Τσουρέκη. Ήταν ο πρωτότοκος αλλά η μητέρα του γέννησε ακόμη την Πανωραία, την Ακριβή και την Αγγελική, δημιουργώντας μια πολύτεκνη ευτυχισμένη οικογένεια. Η ίδια όμως έφυγε νωρίς και ο εκλιπών έζησε χρόνια ορφάνιας. Εν συνεχεία ο πατέρας του νυμφεύτηκε την Αγγελική Ρεστέμη, η οποία αγάπησε κι ανάθρεψε τα παιδιά με ζήλο, σαν ήταν δικά της, χαρίζοντας τους άπλετη μητρική φροντίδα.
Ο κυρ – Δημήτρης έζησε και μεγάλωσε στα δύσκολα χρόνια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και της κατοχής, επιβιώνοντας κάτω από δύσκολες συνθήκες. Στεκόταν πάντα δίπλα στον πατέρα του, άξιος συμπαραστάτης του στις αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες, που μονοπωλούσαν την καθημερινότητα τους.
Είχαν στην ιδιοκτησία τους μια πρωτοποριακή για την εποχής τους, μηχανή καθαρισμού σιτηρών, με την οποία και δραστηριοποιούνταν στο Μάνεσι και σε όλα τα γειτονικά χωριά κι έβγαζαν τα προς το ζην. Από τα χέρια του πατέρα του Μιχάλη, η μηχανή πέρασε στα χέρια του και πλέον φυλάσσεται ευλαβικά, σαν κόρη οφθαλμού, στον οικείο χώρο του πατρικού σπιτιού, όπου και κατοικεί ο γιός του, Πατέρας Γεώργιος, για να θυμίζει σε όλη την οικογένεια τους τη μακραίωνη και δύσκολη ιστορία τους.
Το 1952 παντρεύτηκε τη Θεοδώρα Κουτσουράκη, με καταγωγή από την Κάτω Βλασία, με την οποία κι έζησαν μαζί 52 ολόκληρα έτη. Πέρασαν χρόνια δύσκολα κι ανταπεξήλθαν στις προκλήσεις της εποχής με εργατικότητα και στοργικότητα. Τα τέκνα τους, ο Μιχάλης, ο Πατέρας Γεώργιος και η Αγγελική, ολοκλήρωσαν την ευτυχία τους. Παρ’ όλες τις στερήσεις μεγάλωσαν τα παιδιά τους με τη δέουσα θαλπωρή, σε ένα περιβάλλον που ξεχείλιζε από αγάπη. Τα μόρφωσαν. Τους μετέδωσαν τις σωστές βάσεις ώστε να αποτελέσουν χρήσιμα μέλη της κοινωνίας μας. Κι εκείνα, αλλά και τα εγγόνια τους, αντάμειψαν τις προσδοκίες τους με τον καλύτερο τρόπο, κάνοντας τους ευτυχισμένους.
Ο κυρ Δημήτρης είχε έναν πλούσιο βίο. Το 1967 και για 25 χρόνια, έως το 1992, αποτέλεσε το Γραμματέα του χωριού μας. Σε εκείνα τα χρόνια, ο ιερέας, ο δάσκαλος, ο αστυνόμος κι ο γραμματικός, όπως η λαϊκή αφέλεια αποκαλούσε τους γραμματείς, αποτελούσαν τα στηρίγματα των ανθρώπων της Επαρχίας, σε κάθε χωριό της Ελλάδας μας. Κι ο κυρ Δημήτρης, ο Μπάρμπα Μήτσος όπως μου άρεσε να τον φωνάζω, αυτήν την υπεύθυνη θέση την είχε μετατρέψει σε λειτούργημα, με την ευσυνειδησία που τον χαρακτήριζε,.
Στάθηκε, ανέκαθεν, δίπλα σε όλους τους κατοίκους του χωριού, μέρα και νύχτα. Ακούραστος αρωγός θελημάτων κι εξυπηρετήσεων, σε ένα επάγγελμα, σε ένα λειτούργημα, που δεν είχε ωράριο. Ποτέ δεν είπε «όχι» σε κανέναν, πασχίζοντας πάντα να τον εξυπηρετήσει.
Άνθρωπος ακούραστος, τίμιος και εχέμυθος, στήριγμα των κατοίκων του χωριού σε όλες τις δοσοληψίες τους με την γραφειοκρατία. Φιλόξενος και ανοιχτόκαρδος. Η πόρτα του σπιτιού του ήταν πάντα ανοιχτή για όλο τον κόσμο, είτε ήταν συγχωριανοί του, είτε ήταν ετεροδημότες, είτε ήταν ξένοι.
Ήταν άνθρωπος ενεργητικός κι ακάματος. Πέρα από την ιδιότητα του γραμματέα, που ο ίδιος είχε καταστήσει λειτούργημα, μοίραζε την ενεργητικότητα του και τη δημιουργικότητα του και σε άλλους τομείς. Του άρεσε να δουλεύει τη γη. Φρόντιζε πάντα τα περιβόλια του και τα γεννήματά του, εξασφαλίζοντας τα τρόφιμα του νοικοκυριού του. Αγαπούσε πολύ τα ζωντανά του και τα φρόντιζε πάντα ακούραστα, για σχεδόν πενήντα χρόνια.
Δεν σταμάτησε όμως εκεί. Για δέκα ολόκληρα χρόνια υπήρξε διαχειριστής της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Καλαβρύτων, στον τομέα των λιπασμάτων και των ζωοτροφών. Μια θέση που την υπηρέτησε ακάματα και με μεγάλο ζήλο. Θυμάμαι πάντα, μικρό παιδί τότε, τις φορές που τα μεγάλα φορτηγά ξεφόρτωναν στην αποθήκη της Ένωσης, στην κάτω πλατεία του χωριού μας, τόνους καλαμπόκι, υπό το άγρυπνο κι εξονυχιστικό βλέμμα του.
Διετέλεσε για 40 ολόκληρα χρόνια εκκλησιαστικός Επίτροπος στον Ιερό Ναό του πολιούχου Άγιου του χωριού μας, τον Αγίου Νικολάου. Υπήρξε άμεμπτος, τίμιος κι ειλικρινής, στα χρόνια του Πατέρα Άγγελου και του τωρινού Πατέρα του χωριού μας, του Πατέρα Γεώργιου, βοηθώντας ουσιαστικά στη μετέπειτα άνθηση του Ιερού Ναού, που αποτελεί το καμάρι του χωριού μας.
Το 2004 η αγαπημένη του σύζυγος, η κυρά Θεοδώρα, απεβίωσε αιφνιδίως. Ο χαμός της του στοίχησε πολύ, παρόλο που τα παιδιά του προσπάθησαν να αναπληρώσουν το κενό της όσο καλύτερα μπορούσαν, δείχνοντας του αμέριστη συμπαράσταση κι αγάπη. Η απουσία όμως της αγαπημένης του γυναίκας συνέχισε να είναι δυσαναπλήρωτη κι ο ίδιος να την νοσταλγεί στον υπέρτατο βαθμό κι έκτοτε άρχισε να ταλαιπωρείται από προβλήματα υγείας που επιβάρυναν τη μνήμη του.
Άνθρωπος με πειθαρχία, αρχές και αξίες, με τις οποίες και μεγάλωνε καθημερινά τα παιδιά του, ακολουθούσε πάντα το δρόμο του Χριστού, καμαρώνοντας τον δευτερότοκο γιο του Γεώργιο, ως Ιερέα και μετέπειτα εφημέριο του Κρυονερίου. Κατόπιν, ως άνθρωπος βαθύτατα θρησκευόμενος, έζησε με την ευχή να αντικρίσει κάποτε τον αγαπημένο του εγγονό Δημήτριο, επίσης Ιερωμένο και καλλιεργημένο Ποιμένα των ψυχών και των ανθρώπων. Κι ο Δημήτριος ανταποκρίθηκε στη θέλησή του και φόρεσε, όντας Άξιος, τα ιερατικά άμφια, κάνοντας κι αυτός, τον παππού του περήφανο. Ο ίδιος, λόγω των προβλημάτων υγείας, δεν μπόρεσε να κατανοήσει πλήρως το επίτευγμα του εγγονού του και να αισθανθεί ευτυχισμένος όσο θα ήθελε. Βαθιά μέσα του όμως, θα ένιωσε σίγουρα τη ζεστασιά και τη λάμψη της ικανοποίησης και θα αντιλήφθηκε, με τη διαφώτιση του Χριστού και Σωτήρα μας, πως τόσο ο Δημήτριος αλλά κι ο νέος εγγονός του, ο Αριστείδης, αποτελούν δύο σύγχρονους ποιμενάρχες, δύο σύγχρονους λειτουργούς, όπως λειτουργός υπήρξε κι ο ίδιος, που πασχίζουν καθημερινά για το κοινό καλό, ειδικά στις δύσκολες συνθήκες της εποχής μας.
Αποτέλεσε έναν από τους στυλοβάτες του χωριού μας στις δύσκολες, εκείνες εποχές. Στάθηκε δίπλα σε όλους, δίνοντας τον καλύτερο του εαυτό. Ανταποκρίθηκε άριστα στο λειτούργημα του Γραμματέα, καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του, όντας κοινωνικός κι εξυπηρετικός. Ήταν όμως κι άνθρωπος κεφάτος, γιατί ήξερε πως η ζωή έχει και πολλές χαρές και αυτές πρέπει να τις ζούμε στο έπακρο, όταν μπορούμε. Υπήρξε μετριόφρων και προσέφερε στο χωριό μας πάμπολλες χρήσιμες υπηρεσίες. Δεν αρνήθηκε ποτέ τη βοήθεια του σε κανέναν κι ήταν άνθρωπος χαμηλών τόνων. Τον καθρέπτης των επιτευγμάτων του αποτελούν τα παιδιά του και τα εγγόνια του για τα οποία θα είναι πάντα περήφανος.
Το απόγευμα της δευτέρας, ο κυρ-Δημήτρης, ανήλθε, όντας ευλογημένος άνθρωπος, στη γειτονιά των Αγγέλων, πλήρους ημερών. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του διέμενε στη πολύβουη Αθήνα, κοντά στην αγαπημένη του κόρη, την Αγγελική, η οποία τον φρόντιζε και του συμπαραστεκόταν μέχρι και την τελευταία στιγμή. Από τη θορυβώδη Αθήνα, μετακόμισε στην ηρεμία του Παραδείσου, όπου και τον αναμένει η κυρά Θεοδώρα. Μαζί από εκεί ψηλά θα χαίρονται για τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, για τη μαγιά που άφησαν πίσω τους, για το σπόρο που φύτεψαν και τις γενιές που θα έρθουν και θα έχουν τα ονόματά τους και τις αναμνήσεις τους.
Κυρ Δημήτρη, να είναι πάντα ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάζει»
Ο Θεός να τον αναπαύσει εν ειρήνη
Το 1952 παντρεύτηκε τη Θεοδώρα Κουτσουράκη, με καταγωγή από την Κάτω Βλασία, με την οποία κι έζησαν μαζί 52 ολόκληρα έτη. Πέρασαν χρόνια δύσκολα κι ανταπεξήλθαν στις προκλήσεις της εποχής με εργατικότητα και στοργικότητα. Τα τέκνα τους, ο Μιχάλης, ο Πατέρας Γεώργιος και η Αγγελική, ολοκλήρωσαν την ευτυχία τους. Παρ’ όλες τις στερήσεις μεγάλωσαν τα παιδιά τους με τη δέουσα θαλπωρή, σε ένα περιβάλλον που ξεχείλιζε από αγάπη. Τα μόρφωσαν. Τους μετέδωσαν τις σωστές βάσεις ώστε να αποτελέσουν χρήσιμα μέλη της κοινωνίας μας. Κι εκείνα, αλλά και τα εγγόνια τους, αντάμειψαν τις προσδοκίες τους με τον καλύτερο τρόπο, κάνοντας τους ευτυχισμένους.
Ο κυρ Δημήτρης είχε έναν πλούσιο βίο. Το 1967 και για 25 χρόνια, έως το 1992, αποτέλεσε το Γραμματέα του χωριού μας. Σε εκείνα τα χρόνια, ο ιερέας, ο δάσκαλος, ο αστυνόμος κι ο γραμματικός, όπως η λαϊκή αφέλεια αποκαλούσε τους γραμματείς, αποτελούσαν τα στηρίγματα των ανθρώπων της Επαρχίας, σε κάθε χωριό της Ελλάδας μας. Κι ο κυρ Δημήτρης, ο Μπάρμπα Μήτσος όπως μου άρεσε να τον φωνάζω, αυτήν την υπεύθυνη θέση την είχε μετατρέψει σε λειτούργημα, με την ευσυνειδησία που τον χαρακτήριζε,.
Στάθηκε, ανέκαθεν, δίπλα σε όλους τους κατοίκους του χωριού, μέρα και νύχτα. Ακούραστος αρωγός θελημάτων κι εξυπηρετήσεων, σε ένα επάγγελμα, σε ένα λειτούργημα, που δεν είχε ωράριο. Ποτέ δεν είπε «όχι» σε κανέναν, πασχίζοντας πάντα να τον εξυπηρετήσει.
Άνθρωπος ακούραστος, τίμιος και εχέμυθος, στήριγμα των κατοίκων του χωριού σε όλες τις δοσοληψίες τους με την γραφειοκρατία. Φιλόξενος και ανοιχτόκαρδος. Η πόρτα του σπιτιού του ήταν πάντα ανοιχτή για όλο τον κόσμο, είτε ήταν συγχωριανοί του, είτε ήταν ετεροδημότες, είτε ήταν ξένοι.
Ήταν άνθρωπος ενεργητικός κι ακάματος. Πέρα από την ιδιότητα του γραμματέα, που ο ίδιος είχε καταστήσει λειτούργημα, μοίραζε την ενεργητικότητα του και τη δημιουργικότητα του και σε άλλους τομείς. Του άρεσε να δουλεύει τη γη. Φρόντιζε πάντα τα περιβόλια του και τα γεννήματά του, εξασφαλίζοντας τα τρόφιμα του νοικοκυριού του. Αγαπούσε πολύ τα ζωντανά του και τα φρόντιζε πάντα ακούραστα, για σχεδόν πενήντα χρόνια.
Δεν σταμάτησε όμως εκεί. Για δέκα ολόκληρα χρόνια υπήρξε διαχειριστής της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Καλαβρύτων, στον τομέα των λιπασμάτων και των ζωοτροφών. Μια θέση που την υπηρέτησε ακάματα και με μεγάλο ζήλο. Θυμάμαι πάντα, μικρό παιδί τότε, τις φορές που τα μεγάλα φορτηγά ξεφόρτωναν στην αποθήκη της Ένωσης, στην κάτω πλατεία του χωριού μας, τόνους καλαμπόκι, υπό το άγρυπνο κι εξονυχιστικό βλέμμα του.
Διετέλεσε για 40 ολόκληρα χρόνια εκκλησιαστικός Επίτροπος στον Ιερό Ναό του πολιούχου Άγιου του χωριού μας, τον Αγίου Νικολάου. Υπήρξε άμεμπτος, τίμιος κι ειλικρινής, στα χρόνια του Πατέρα Άγγελου και του τωρινού Πατέρα του χωριού μας, του Πατέρα Γεώργιου, βοηθώντας ουσιαστικά στη μετέπειτα άνθηση του Ιερού Ναού, που αποτελεί το καμάρι του χωριού μας.
Το 2004 η αγαπημένη του σύζυγος, η κυρά Θεοδώρα, απεβίωσε αιφνιδίως. Ο χαμός της του στοίχησε πολύ, παρόλο που τα παιδιά του προσπάθησαν να αναπληρώσουν το κενό της όσο καλύτερα μπορούσαν, δείχνοντας του αμέριστη συμπαράσταση κι αγάπη. Η απουσία όμως της αγαπημένης του γυναίκας συνέχισε να είναι δυσαναπλήρωτη κι ο ίδιος να την νοσταλγεί στον υπέρτατο βαθμό κι έκτοτε άρχισε να ταλαιπωρείται από προβλήματα υγείας που επιβάρυναν τη μνήμη του.
Άνθρωπος με πειθαρχία, αρχές και αξίες, με τις οποίες και μεγάλωνε καθημερινά τα παιδιά του, ακολουθούσε πάντα το δρόμο του Χριστού, καμαρώνοντας τον δευτερότοκο γιο του Γεώργιο, ως Ιερέα και μετέπειτα εφημέριο του Κρυονερίου. Κατόπιν, ως άνθρωπος βαθύτατα θρησκευόμενος, έζησε με την ευχή να αντικρίσει κάποτε τον αγαπημένο του εγγονό Δημήτριο, επίσης Ιερωμένο και καλλιεργημένο Ποιμένα των ψυχών και των ανθρώπων. Κι ο Δημήτριος ανταποκρίθηκε στη θέλησή του και φόρεσε, όντας Άξιος, τα ιερατικά άμφια, κάνοντας κι αυτός, τον παππού του περήφανο. Ο ίδιος, λόγω των προβλημάτων υγείας, δεν μπόρεσε να κατανοήσει πλήρως το επίτευγμα του εγγονού του και να αισθανθεί ευτυχισμένος όσο θα ήθελε. Βαθιά μέσα του όμως, θα ένιωσε σίγουρα τη ζεστασιά και τη λάμψη της ικανοποίησης και θα αντιλήφθηκε, με τη διαφώτιση του Χριστού και Σωτήρα μας, πως τόσο ο Δημήτριος αλλά κι ο νέος εγγονός του, ο Αριστείδης, αποτελούν δύο σύγχρονους ποιμενάρχες, δύο σύγχρονους λειτουργούς, όπως λειτουργός υπήρξε κι ο ίδιος, που πασχίζουν καθημερινά για το κοινό καλό, ειδικά στις δύσκολες συνθήκες της εποχής μας.
Αποτέλεσε έναν από τους στυλοβάτες του χωριού μας στις δύσκολες, εκείνες εποχές. Στάθηκε δίπλα σε όλους, δίνοντας τον καλύτερο του εαυτό. Ανταποκρίθηκε άριστα στο λειτούργημα του Γραμματέα, καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του, όντας κοινωνικός κι εξυπηρετικός. Ήταν όμως κι άνθρωπος κεφάτος, γιατί ήξερε πως η ζωή έχει και πολλές χαρές και αυτές πρέπει να τις ζούμε στο έπακρο, όταν μπορούμε. Υπήρξε μετριόφρων και προσέφερε στο χωριό μας πάμπολλες χρήσιμες υπηρεσίες. Δεν αρνήθηκε ποτέ τη βοήθεια του σε κανέναν κι ήταν άνθρωπος χαμηλών τόνων. Τον καθρέπτης των επιτευγμάτων του αποτελούν τα παιδιά του και τα εγγόνια του για τα οποία θα είναι πάντα περήφανος.
Το απόγευμα της δευτέρας, ο κυρ-Δημήτρης, ανήλθε, όντας ευλογημένος άνθρωπος, στη γειτονιά των Αγγέλων, πλήρους ημερών. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του διέμενε στη πολύβουη Αθήνα, κοντά στην αγαπημένη του κόρη, την Αγγελική, η οποία τον φρόντιζε και του συμπαραστεκόταν μέχρι και την τελευταία στιγμή. Από τη θορυβώδη Αθήνα, μετακόμισε στην ηρεμία του Παραδείσου, όπου και τον αναμένει η κυρά Θεοδώρα. Μαζί από εκεί ψηλά θα χαίρονται για τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, για τη μαγιά που άφησαν πίσω τους, για το σπόρο που φύτεψαν και τις γενιές που θα έρθουν και θα έχουν τα ονόματά τους και τις αναμνήσεις τους.
Κυρ Δημήτρη, να είναι πάντα ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάζει»
Ο Θεός να τον αναπαύσει εν ειρήνη
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.