Τα πυρπολιμένα Καλάβρυτα (αεροφωτογραφία Φεβρ. 1944) μετα την καταστροφή. Τα "λευκά" σπίτια που διακρίνονται είναι όλα καμέναφω...
Τα πυρπολιμένα Καλάβρυτα (αεροφωτογραφία Φεβρ. 1944) μετα την καταστροφή. Τα "λευκά" σπίτια που διακρίνονται είναι όλα καμέναφωτό από τα Γερμανικά αρχεία |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ
Η Επιχείρηση Καλάβρυτα – Das Unternehmen Kalawryta
Έτσι καταστρέψαμε τα Καλάβρυτα
Ομιλούν οι θύτες ‒ πρωταγωνιστές
Προδημοσίευση βιβλίου Δημητρίου Κανελλόπουλου
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκεύαση απόδοσης του περιεχομένου της ιστορικής έρευνας με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογραφίσεως ή άλλο, χωρίς γραπτή άδεια του Ι.Α.Κ. (Ν 2121/1993
-23-
12η Δεκεμβρίου 1943
Εκείνη την Κυριακή, οι μονάδες είχαν διαταχθεί να παραστούν σε μνημόσυνο, εκδήλωση για τους δολοφονηθέντες Γερμανούς στρατιώτες του 5/749. Είχαμε μάθει ότι είχαν βρεθεί και οι τρεις τραυματίες του λόχου Schober, που είχαν δολοφονηθεί σε ένα πηγάδι στα Καλάβρυτα. Πραγματικά επρόκειτο για εκείνους τους τρεις τραυματίες, οι οποίοι είχαν πνιγεί έξω από την πόλη τον Οκτώβριο, στο λιγνιτωρυχείο Ξυδιάς - Παλαιοπήγαδο από τους άνδρες του ΕΛΑΣ. Ο Guenter Gerecke, υποδεκα νέας, που γεννήθηκε το 1924, έλαβε μέρος στη διάσωση και γράφει: "Διαμορφώσαμε μία αλυσίδα και ανασύραμε έτσι τα πτώματα των αιχμαλώτων από το γκρεμό. Οι περισσότεροι ήταν δεμένοι ανά δύο, είχαν εξαρθρωμένα μέλη από την πτώση και είχαν φοβερή όψη. Ο καιρός ήταν πολύ άσχημος. Πάνω χιόνιζε και κάτω έβρεχε. Η επιχείρηση αυτή μας την έδωσε στα νεύρα. Βάλαμε τους νεκρούς σε σάκους και τους δέσαμε στα μουλάρια. Ο δρόμος ήταν δύσκολος και για τα ζώα και ένα μέρος έπεσε κάτω και έπρεπε με δυσκολίες να τα τραβήξουμε επάνω". Πού θάφτηκαν οι νεκροί; Ο Karl Windner της 116ης ομάδας αναγνώρισης, ο οποίος, επίσης, έλαβε μέρος στη διάσωση, θυμάται ότι είχαν βάλει τους νεκρούς σε ξύλινα φέρετρα και ότι μεταφέρθηκαν στην Τρίπολη, αλλά η ομάδα μάχης Gnass έγραψε ότι θάφτηκαν κοντά στο μέρος της δολοφονίας. Σύμφωνα με αυτό οι δολοφονημένοι ξεθάφτηκαν λίγο αργότερα και θάφτηκαν μετά ξανά στην Τρίπολη. Ο ιερεύς της μεραρχίας, Lange αναφέρει για τα γεγονότα στο Μάζι τα εξής: "Μία ημέρα πριν τα Χριστούγεννα του 1943 έκανε κηδεία για εβδομήντα (70) στρατιώτες αυτής της επίθεσης. Αυτό έγινε στην Τρίπολη. Στην ίδια κηδεία υπήρχαν και άλλοι δώδεκα (12) νεκροί, που είχαν σκοτωθεί στο δρόμο από την Τρίπολη στην Σπάρτη".
13η Δεκεμβρίου 1943
Είναι Δευτέρα και τίποτα, μα απολύτως τίποτα, δεν δείχνει τη μελλοντική καταστροφή των Καλαβρύτων, αν και η μικρή πόλη ζει κάτω από μεγάλη ένταση. Στην ανασκόπηση του παρελθόντος μπερδεύονται φαντασίες, μισές αλήθειες, παρατηρήσεις και αντιλήψεις σε μία εικόνα γεμάτη αντιρρήσεις. Όλα, μέχρι και ο καιρός - η ημέρα ήταν αίθρια και η ορατότητα πολύ καλή - θα παίξει δραματικό ρόλο στην ανάμνηση. Μια πολύ κρύα ημέρα και η πόλη ήταν σκεπασμένη με πυκνή ομίχλη. Τέτοιες και άλλες σημειώσεις χρησιμοποιούνται, μάλλον, επίτηδες, για τη δημιουργία ατμόσφαιρας. Σύμφωνα με δηλώσεις Ελλήνων αυτοπτών μαρτύρων, τα δραματικά γεγονότα διαγράφηκαν ήδη πρωί-πρωί. Ο χρονογράφος των Καλαβρύτων αναφέρει: "Πριν την ανατολή του ήλιου, οι καμπάνες της εκκλησίας κτύπησαν για να μαζευτεί ο κόσμος". "Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες διέταξαν όλους τους κατοίκους της πόλης να μαζευτούν στο δημοτικό σχολείο και να πάρουν μαζί τους μία κουβέρτα και τρόφιμα για μία μέρα. Πολύ προσεκτικά παρακολούθησαν την αυστηρή τήρηση της διαταγής. Στο σχολείο χώρισαν τους άνδρες από τις γυναίκες". Ο Δημήτριος Κανελλόπουλος (πληροφορία από 23.01.1990) αναφέρει τα εξής: "Η συγκέντρωση των Καλαβρυτινών (άνδρες, γυναίκες και παιδιά) άρχισε στις 7.00 π.μ. και είχε τελειώσει στις 10.30 π.μ., τη Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 1943". Είναι απαραίτητο να βασιστώ στις δικές μου παρατηρήσεις. Ο συγγραφέας του παρόντος είχε διαταχτεί όπως και άλλοι άνδρες του 15ου/749 λόχου για την άμυνα και ασφάλεια των ομάδων, που είχαν την αποκλειστική ευθύνη για την υλοποίηση της Επιχείρησης Καλάβρυτα. Κύρια αποστολή μας ήταν η απόκρουση επίθεσης των ανταρτών και η εμπόδιση διαφυγής των Καλαβρυτινών από την πόλη. Η φρούρηση ήταν πολύ χαλαρή.
Είχαμε βρει κατάλυμα σε μία οικογένεια Μακρή, φιλικοί άνθρωποι, που είχαν τρία παιδιά και ήταν πάντα πολύ ευγενικοί. Ο πατέρας είχε τεχνητό πόδι και όταν είπε στο συγγραφέα το πρωί ότι έπρεπε να πάει στη συγκέντρωση. Προσπάθησα μαζί με άλλους να τον πείσουμε να μην πάει, γιατί τι θα έκανε εκεί ένας ανάπηρος; Δεν μας άκουσε ίσως επειδή ήμασταν τότε πολύ νεαροί. Η γυναίκα του και τα παιδιά του έμειναν στο σπίτι. Κανείς δεν τους έστειλε στο σχολείο ούτε τους είπε να πάρουν κουβέρτες και τρόφιμα. Όταν το εσωτερικό μέρος της πόλης καιγόταν κανείς δεν έκαψε το σπίτι τους. Οι λεπτομέρειες που αναφέρονται εδώ δεν θεωρούνται σαν δικαιολογίες. Ο Δημήτριος Κανελλόπουλος επιβεβαίωσε αφού έκανε ειδικές δικές του έρευνες, σαν "αληθινές", βέβαια, οι έρευνες του βεβαίωσαν και το θάνατο του κυρίου Μακρή. Ο άνθρωπος σκοτώθηκε μαζί με τους άλλους. Είχα την ελπίδα η πληροφορία αυτή να ήταν άλλη, γιατί για δεκαετίες είχα την ελπίδα ότι εκείνος θα σωθεί λόγω της αναπηρίας του.
Γιατί συγκεντρώσαμε όχι μόνο τους άνδρες, αλλά και τις γυναίκες στο σχολείο; "Πριν κάψουμε τα Καλάβρυτα, με διέταξαν, επειδή ήξερα λίγα Ελληνικά, να πάω από σπίτι σε σπίτι και από καλύβα σε καλύβα και να εξαναγκάσω όσους βραδυπορούσαν να μεταβούν στο Δημοτικό Σχολείο να συντομέψουν και να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Γι' αυτό μερικές γυναίκες με τα παιδιά τους, οι οποίες περίμεναν τι θα γινόταν με απάθεια τις έβαλα να μαζέψουν τα απαραίτητα και να ακολουθήσουν τη συγκέντρωση όπως και οι άλλοι Καλαβρυτινοί. Σ' ένα σπίτι, που ήταν πολύ καθαρό καθόταν ακόμα μία νεαρή μητέρα με το παιδί της στην αγκαλιά. Δεν με πίστεψε και νόμισε ότι θα την πυροβολούσαν στο δρόμο. Μόνο όταν της μίλησα και την είχα παρακαλέσει για πολλή ώρα, έφυγε από το σπίτι με το παιδί στην αγκαλιά και μερικά πράγματα. Τη βοήθησα για λίγο και μετά την αποχαιρέτησα. Ποτέ δεν θα ξεχάσω το λυπημένο και γεμάτο αγωνία βλέμμα της". Η ομάδα μου είχε την επιμέλεια να συγκεντρωθούν όλοι οι Καλαβρυτινοί στο Δημοτικό Σχολείο. φήμες που κυκλοφορούσαν στα στρατεύματα, που είχαν αποχωρίσει με κατεύθυνση την Πάτρα, ότι οι γυναίκες είχαν κλεισθεί στο Σχολείο και ότι το Σχολείο καιγόταν, προκάλεσαν φρίκη στους στρατιώτες - αλλά δεν ήταν αληθινές. Υποθέτω ότι οι συγκεντρωμένοι στη Ράχη του Καπή άνδρες των Καλαβρύτων είχαν έρθει αντιμέτωποι με τη μοίρα τους, ακόμα, μέσα στην πόλη. Οι πολλές κραυγές, που άκουγε και πριν από τις οποίες κάτι σημαντικό πρέπει να είχε συμβεί, μπορεί να ήταν ζητωκραυγές για τη Γερμανία, επειδή οι άνδρες του στρατού κατοχής τους ανάγκαζαν να τα φωνάζουν. Ο Δημήτρης Κανελλόπου λος έχει συγκεντρώσει αντίθετες μαρτυρίες σχετικά με το γεγονός αυτό και έχει, επίσης, ακούσει ότι ο Tenner ανάγκασε τους ανθρώπους να ζητωκραυγάζουν "Heil Hitler". Αυτό, όμως, φαίνεται αμφίβολο, όχι μόνο γιατί μερικοί, Έλληνες, είναι αντίθετοι με αυτά, αλλά επειδή οι Γερμανοί δεν επέτρεπαν σε ξένους να χρησιμοποιούν το χαιρετισμό αυτό. Αυτές τις στιγμές στο λόφο πάνω από τα Καλάβρυτα, έγινε μία απερίγραπτη τραγωδία, έπρεπε αξιωματικοί και υπαξιωματικοί να δώσουν τη διαταγή για πυρ. Είχαν διαμαρτυρηθεί; Αλλά ποίο το όφελος; Τους είχαν υποσχεθεί ότι θα τους μετέφεραν στη Ρωσία. Η Βέρμαχτ τήρησε την υπόσχεσή της - και στη Ρωσία σκοτώθηκαν, μπορεί να τον ήθελαν το θάνατο ή όχι. Ο υπολοχαγός Schmidtke και ο ανθυπολοχαγός Akamhuber ήταν μεταξύ των ανδρών του εκτελεστικού αποσπάσματος. Δεν μπορούν πια να αντισταθούν ούτε να απολογηθούν, είχαν φορτωθεί κάτι τόσο βαρύ, κάτω από το οποίο άνθρωποι λυγίζουν. Ο Josef Tischler είχε πάρει μία συνέντευξη από ένα σκοπευτή ενός μυδραλιοβόλου του εκτελεστικού αποσπάσματος, χρόνια αργότερα. Η μαγνητοταινία δεν βρέθηκε. Ο Franz Garhoefer μου δήλωσε: "Ήμουν και εγώ όταν ο σκοπευτής έδωσε τη συνέντευξη. Ήταν πολύ πικραμένος. Είπε ότι ήταν πολύ δύσκολο να περιγράψει το τι έγινε εκείνη την ημέρα στη Ράχη του Καπή. Διαβεβαίωσε ότι το εκτελεστικό απόσπασμα είχε έλθει εκείνο το πρωινό από την Πάτρα και έλαβε θέσεις πίσω από τα καμουφλαρισμένα μυδραλιοβόλα. Το εκτελεστικό απόσπασμα αποτελείτο από 36-40 άτομα, νεαρής ηλικίας με επικεφαλείς αξιωματικούς και στρατιώτες, οι οποίοι μιλούσαν και ελληνικά".
Η 13η Δεκεμβρίου 1943, είναι μία από τις μέρες που έχει καταγραφεί πιο βαθειά στην μνήμη μου, εάν και κανείς από την ομάδα μου δεν υποπτευόταν τίποτε από τις τραγικές εξελίξεις. Εμείς ήμασταν στην περιφέρεια της πόλης και μακριά από τα γεγονότα. Το πρωί ακούσαμε από τον κύριο Μακρή ότι οι όλοι οι κάτοικοι της μικρής πολιτείας θα πρέπει να συγκεντρωθούν στο Σχολείο της πόλης. Δεν ξέραμε το λόγο και μάλλον ούτε οι νοικοκυραίοι μας δεν φαντάζονταν ούτε αυτοί τίποτα το φοβερό. Επειδή ο κύριος Μακρής είχε ξύλινο πόδι και περπατούσε πολύ δύσκολα, του είπαμε, ότι δεν ήταν απαραίτητη η παρουσία του στη συγκέντρωση, παρ' όλο που δεν ξέραμε ότι δεν θα τον χρειαζόμαστε εκεί. Αλλά εκείνος δεν μας θεωρούσε αρμόδιους για μία τέτοια εντολή. Εγώ, που ήμουν είκοσι ενός (21) χρονών ήμουν σχεδόν ο πιο μεγάλος της ομάδας. Όταν επέμεινε γελώντας, δεν αντιμιλήσαμε πια, γιατί δεν ξέραμε τους λόγους της συγκέντρωσης. Δεν ξέραμε ότι έπρεπε να μαζευτούν και οι γυναίκες και τα παιδιά. Έτσι ο κύριος Μακρής έφυγε μόνος του και μας αποχαιρέτησε σαν να πήγαινε για ψώνια. Εάν θα ξέραμε τα φοβερά επακόλουθα, ή εάν θα υποπτευόταν κάτι ο κύριος Μακρής θα γλύτωνε τουλάχιστον αυτή η οικογένεια τα χειρότερα. Άλλοι έφυγαν από την πόλη και κανείς δεν τους εμπόδισε. Πολύ λίγοι εκμεταλλεύτηκαν δυστυχώς από την ευκαιρία. Λίγη ώρα, αφότου ο κύριος Μακρής είχε φύγει, άκουσε πολλές φωνές που δυνάμωναν και εξασθενούσαν, δεν κατάλαβα μήπως ζητωκραύγαζαν την Γερμανία. Άλλοι που δεν ήταν ούτε μάρτυρες ούτε μπορούσαν να φαντασθούν την κατάσταση, επέκριναν αυτήν την παρατήρησή μου.
Έτσι όμως εγώ είχα αντιληφθεί τα πράγματα. Όποιος διαβάζει ότι γράφουν οι χρονογράφοι και άλλοι που θεωρούν τους εαυτούς τους χρονογράφους, βρίσκει πάρα πολλές αντιφάσεις. Ίσως χτυπούσαν πρωί-πρωί οι καμπάνες, ίσως Γερμανοί στρατιώτες έδιωξαν και τις γυναίκες από τα σπίτια, εγώ δεν μπορούσα να δω τίποτα. Ο Dr. Otto Hofmann με πληροφόρησε ότι η ομάδα του έφθασε εκείνο το πρωϊνό από την Πάτρα και είχε σαν αποστολή να εποπτεύσει την εκκένωση όλων των σπιτιών των Καλαβρύτων από τους άνδρες και τα παιδιά. Άρχισε αμέσως να εκτελεί την εντολή και ζήτησε από τις γυναίκες να μαζέψουν τα πράγματά τους και να εγκαταλείψουν τα σπίτια. Είπε ότι ήταν όσο μπορούσε ευγενικός. Από όλα αυτά ούτε τα μέλη της ομάδας μας, και μάλλον ούτε τα μέλη του τρίτου τάγματος δεν είδαν τίποτα. Όταν ξεκινήσαμε από 'κει ένα μέρος των Καλαβρύτων καιγόταν και κάποιοι στρατιώτες είπαν ότι είχαν κλείσει τις γυναίκες και τα παιδιά στο Δημοτικό Σχολείο, το οποίο άρχισε να καίγεται. Αυτές ήταν άσχημες στιγμές πριν μπορέσουμε να δούμε το λόφο του Καππή. θα ήταν τρομερό να κάψουν ζωντανούς τις γυναίκες και τα παιδιά; Αλλά μας έπνιξε ο τρόμος και ακολούθησε μεγαλύτερο σοκ: Στο λόφο του Καππή ήταν σκορπισμένοι οι νεκροί Καλαβρυτινοί. Αργότερα έκανα προσπάθειες να μάθω λεπτομέρειες για αυτήν την βάρβαρη πράξη. Ένα μέλος του 3ου/749 μου έγραψε συνοπτικά (Γράμμα του Leopold Fuernkranz προς τον συγγραφέα, Μάρτιος 1989): "Λόγω των γεγονό των αυτών (κοντά στο Μάζι) διατάχτηκαν αντίποινα. Διατάχθηκε και η ομάδα μου να πάει εκεί, και έπρεπε σύμφωνα με τις ρητές διαταγές να εκτελέσει τα μέτρα αντιποίνων στα Καλάβρυτα". Ένα πράγμα έγινε φανερό: Οι γυναίκες και τα παιδιά δεν είχαν κλειστεί στην εκκλησία, αλλά στο σχολείο. Με αυτό το γεγονός συνδέονται παραμύθια που είναι πολύ μακριά από την αλήθεια. Λένε ότι ένας Αλσατός (ή ένας Αυστριακός), ένας που ήταν κατά του Χίτλερ, άνοιξε την πόρτα του σχολείου, οι άνθρωποι έτρεξαν έξω και πάτησαν μια γριά γυναίκα που μετά πέθανε. Έλεγαν επίσης ότι αυτός ο στρατιώτες εκτελέσθηκε στο δρόμο επιστρέφο ντας προς την Πάτρα. Για αυτά έχω να πω τα εξής: Το τρίτο τάγμα ήταν στο δρόμο προς την Πάτρα όταν γυναίκες και παιδιά ήταν ακόμα κλεισμένοι. Δεν υπήρχε καμία εκτέλεση. Όλα τα μέλη αυτού του τάγματος είχαν γραμμένα στα πρόσωπά τους το σοκ που είχαν πάθει. Ένας όμως, ένας δεκανέας που περπατούσε περίπου 30 μέτρα μακριά από την ομάδα μας, σταμάτησε σε ένα κάμπο δύο Έλληνες ένα πιο μεγάλο και ένα μικρότερο. Ο μεγαλύτερος έδειξε την ταυτότητά του και συνέχισε να τρέχει, τον μικρότερο ο δεκανέας τον έστειλε δεξιά στο χωράφι χωρίς να μιλήσει και τον πυροβόλησε στην πλάτη. Αυτός ήταν ο δικός του, ο δικός μας αποχαιρετισμός από την πόλη των Καλαβρύτων και κανείς από μας δεν μπορούσε να εμποδίσει αυτήν την παράλογη πράξη γιατί όλα έγιναν εντός κλασμάτων δευτερολέπτων. Αν και το τρίτο τάγμα δεν είχε συμμετοχή στα αντίποινα, ένας πυροβόλησε μπροστά στα μάτια όλων μας. Δεν έμαθα ποτέ από ποιο λόχο ήταν ο δράστης. Υπήρχαν Έλληνες που έκριναν τα αντίποινα σωστά και αναγκαία. Εγώ δεν συνάντησα τέτοιους ανθρώπους και απέφευγα συζητήσεις για πολιτική. Μόνο μία φορά, στο δεύτερο ανέβασμά μου στα Καλάβρυτα, δεν μπορούσα να αποφύγω μία τέτοια συζήτηση. Ποτέ όμως μπροστά μου κανένας Γερμανός στρατιώτης δεν συμφώνησε με τα αντίποινα στα Καλάβρυτα. Όλοι ήξεραν ότι πληρώσαν οι αθώοι.
Δεν άκουσα τίποτε από τα μέλη του πρώτου τάγματος, που ήταν πολύ αγανακτισμένοι λόγω της απώλειας 83 ανδρών και του φόνου που ‘κάναν οι αντάρτες και οι οποίοι μάλλον δεν θα συγχωρούσαν κανένα. Όποιος λυπόταν ένα σύντροφο ή φίλο μάλλον σκεπτόταν αλλιώς. Κάθε πλευρά κατηγορούσε την άλλη, και μπερδεύτηκαν αιτία και αποτέλεσμα, και τελικά το ένα ήταν έγκλημα και το άλλο πράξη απελευθέρωσης. Αντάρτες, έτσι διαπίστωσε το αμερικάνικο δικαστήριο, μπορεί να είναι ήρωες για τους δικούς τους και για τη δύναμη κατοχής συμμορίτες. Μετά το τέλος του πολέμου για τους Γερμανούς ήρθε η ώρα της αλήθειας και αυτή η αλήθεια ήταν τόσο ανυπόφορη ώστε οι περισσότεροι αρνήθηκαν να την δεχτούν όπως ήταν. Αφάνταστες πράξεις τρόμου στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, η καταστροφή Εβραίων και αιχμαλώτων Ρωσικής καταγωγής, η μείωση του πληθυσμού της Πολωνίας. Στο εξωτερικό δεν μπορούσαν να φαντασθούν ότι δεν ήξεραν όλοι οι Γερμανοί για αυτά, αλλά και επιζώντες Εβραίοι δήλωσαν δεκαετίες μετά, ότι ούτε οι ίδιοι δεν ήξεραν για την μοίρα των ομοθρήσκων τους. Κάτω από την πίεση του χαμένου πολέμου, των τελείως κατεστρα μένων πόλεων, της επέλασης 12 εκατομμυρίων Γερμανών της Ανατολικής Γερμανίας, που κόστισε τις ζωές 2,6 εκατομμυρίων ανθρώπων, κάτω από τις εντυπώσεις των απάνθρωπων πράξεων που γίναν τώρα κατά των Γερμανών (βιασμοί από Ρώσους στρατιώτες, αυθαίρετοι φόνοι από Ρώσους, Πολωνούς και Τσέχους) δεν υπήρχε σχεδόν καθόλου αντίρρηση κατά όλων αυτών που φόρτωναν στους Γερμανούς. Κάθε φόνος ενός στρατιώτη τώρα ήταν σχεδόν αγία πράξη - και έτσι πάλι οι αθώοι πλήρωσαν.
Εμείς συνεχίσαμε, πολύ καταθλιμμένοι, την πορεία μας προς την Πάτρα. Και σε δύσκολες συνθήκες ο στρατιώτης συνήθως συγκρατεί κάποιο χιούμορ, έστω και μαύρο. Αλλά με τα Καλάβρυτα πίσω μας είχαμε χάσει κάθε χιούμορ. Στις 16 Δεκεμβρίου φθάσαμε στην Πάτρα. Κανείς δεν είδε τα φανταστικά χρώματα του κόλπου. Οι λίγοι που είχαν μείνει πίσω μας περίμεναν με φοβερές προγνώσεις που μας τρόμαξαν κατάκαρδα: -"Αναφέρανε τα Καλάβρυτα στην Βρετανική ραδιοφωνία. Ανήγγειλαν εκδίκηση!".
Πόσοι Καλαβρυτινοί σκοτώθηκαν;
Υπάρχουν τόσο αντίθετα στοιχεία, ώστε ο ακριβής αριθμός των νεκρών δύσκολα καθορίζεται. Ο αριθμός 1.200 είναι λανθασμένος: "... Ήμασταν ομάδα ασυρμάτου και καταλύσαμε σε σκηνή περίπου 300 μέτρα μακριά από το τόπο της εκτέλεσης για να είμαστε σε επικοινωνία με - δεν ξέρω σήμερα πια ακριβώς με ποιούς - μάλλον τη διοίκηση της μεραρχίας ... Εάν σήμερα σε δημοσιεύσεις μιλάνε για εκτέλεση 1.200-1.300 Ελλήνων, το αμφισβητώ πολύ αυτό. Από ότι είδα εκείνη την ημέρα, ήταν το πολύ μέχρι 500-550 θύματα, και σίγουρα δεν υπήρχαν νεκροί κάτω των 12-15 χρονών", δηλώνει ο Karl Nagel. Ο Alfred Schaerer δηλώνει πολύ συγκεκριμένα: Ήμουν ασυρματιστής στην ομάδα επικοινωνίας Engelhardt και εγώ ο ίδιος έκανα την αποκρυπτογράφηση της τελικής αγγελίας για την Επιχείρηση Καλάβρυτα. Σ' αυτή την αγγελία, δεν μιλούσε για 1.000 νεκρούς, 12/χρονους, κ.λπ., αλλά για 511 νεκρούς στα Καλάβρυτα. Δεν μπορεί να ήταν 1.200 ή ποιο πολλοί νεκροί, γιατί έτσι η πόλη έπρεπε να ήταν φίσκα από αντάρτες. Ο Δήμαρχος των Καλαβρύ των ανεγνώρισε, σύμφωνα με τον Hagen Fleischer, 461 κατοίκους. Σε σχόλιο χωρίς ημερομηνία του φυλλαδίου. "Το χρονικό μίας τραγωδίας", του αρχιμανδρίτη Θεόκλητου Φεφέ, ο Fleischer, δηλώνει σχετικά με το ερώτημα αυτό: Ο αριθμός των νεκρών (ο Φεφές αναφέρει 1.200) είναι μάλλον, πολύ υψηλός: Τα στοιχεία των Γερμανών μιλάνε για 511 νεκρούς, στα Καλάβρυτα και 696 για όλη την περιοχή. Αλλά και οι εκθέσεις του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στην Πάτρα, μιλάνε για 550-650 νεκρούς (Καλάβρυτα) και 800 για όλη την περιοχή. Το Ελληνικό Εθνικό Γραφείο για την Καταδίωξη Εγκλημάτων Πολέμου όπως και το Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας υπολογίζουν μετά από λεπτομερείς έρευνες στο 1946, 700 νεκρούς για τα Καλάβρυτα και 800 για την περιοχή. Αυτοί οι αριθμοί- μάλλον, είναι οι μέγιστοι, είναι όμως σχεδόν άγνωστοι στο κοινό και στη βιβλιογραφία, επίσης, σχεδόν πάντα αναφέρονται αριθμοί γύρω στα 1.000, φθάνουν καμία φορά και στις 2.000. Έτσι ο αριθμός 1.200 που αναφέρεται είναι, μάλλον, με επιφύλαξη - αν και μία συζήτηση της ερώτησης αυτής είναι, μάλλον, περιττή και η αξία της μόνο λογιστική ...". Ο Ebersberger έδωσε και την τελική έκθεση για την Επιχείρηση Καλάβρυτα και της ομάδας μάχης του, πράγμα το οποίο, εάν οι αρμοδιότητες θα είχαν αλλάξει, θα έπρεπε να το είχε κάνει ο Franz Juppe. Μόνο η ομάδα μάχης Woelfinger είχε τη θέση της στην Πάτρα. Ο Ebersberger πήγε προς Αίγιον, ο Gnass είχε έρθει από την Τρίπολη. Ήμουν μέλος της ομάδας Woelfinger και ένας αυτόπτης μάρτυρας για μία εκτέλεση με συνοπτική διαδικασία. Σίγουρα η μεραρχία σε τέτοια σοβαρή κατάσταση θα είχε θέσει σαν παράδειγμα εκφοβισμού και θα είχε εκτελέσει τον άνδρα μπροστά από τα συγκεντρωμένα στρατεύματα. Αλλά εκείνες τις μέρες οι άνδρες στη μεραρχία είχαν άλλες φροντίδες. Οι δολοφονημένοι Γερμανοί και οι εκτελεσμένοι άνδρες των Καλαβρύτων επιβάρυναν πολύ τη διάθεση των στρατευμάτων. Τί να είχε, μάλλον, γίνει στο Σχολείο των Καλαβρύτων στην πραγματικότητα; Η πόλη καιγόταν, το σχολείο κινδύνευε - και μέσα σ' αυτήν την κόλαση ένας άνδρας έμεινε για να μην ανοιχτεί η πόρτα από κάποιον άσχετο; Εάν θα ήταν ένας μόνο άνδρας κοντά, θα έπρεπε, μάλιστα, να ανοίξει την πόρτα, αλλιώς δίκαια θα μπορούσε να δικαστεί από δικαστήριο με συνοπτική διαδικασία. Ακατανόητη στις διηγήσεις είναι και η παράγραφος του Έλληνα χρονογράφου, όπου αναφέρει ότι "οι γυναίκες χτύπησαν τις πόρτες και τα παράθυρα σαν τρελές" και αυτά δεν άνοιξαν. Τα παράθυρα είναι φτιαγμένα από τζάμια και πάντα ανοίγονται μόνο από μέσα. Ο Josef Tischler, ο οποίος είχε λάβει μέρος στην Επιχείρηση Καλάβρυτα, χρόνια αργότερα μίλησε με τη γυναίκα του τότε παπά των Καλαβρύτων, η οποία, επίσης, ήταν κλεισμένη στο σχολείο και έμαθε: Κανείς δεν απελευθέρωσε τις γυναίκες και τα παιδιά, αλλά οι ίδιες έσπρωξαν την πόρτα και άνοιξε και τότε μία γριά είχε πατηθεί και πέθανε. Μόνo εάν πράγματι έγινε έτσι, εξηγείται ο θάνατος της γυναίκας αυτής: Άνθρωποι ορμάνε έξω με πανικό. Ο Έλληνας χρονογράφος, κάπως, συγκαλύπτει το ατύχημα: Ένα κύμα από γυναίκες και παιδιά χύθηκε στους δρόμους, πάτησε με άγριο πανικό μία γριά γυναίκα ... και την άφησε πίσω νεκρή. Αλλά έπρεπε να σταματήσουν; Παντού φωτιά, όλη η πόλη φλεγόταν σαν πυρσός. Έτρεμαν από το φόβο και οι καρδιές τους πήγαιναν να σπάσουν ...". Ο Δημήτριος Κανελλόπουλος, αντιθέτως, έγραψε τα εξής (Γράμμα της 23.01.1990): "Εάν και μέχρι σήμερα μιλάνε για Αλσατό ή Αυστριακό, ο οποίος, όπως λένε, απελευθέρωσε τις γυναίκες και τα παιδιά, οι οποίοι είχαν κλειστεί στο σχολείο από τους Γερμανούς στρατιώτες τη 13η Δεκεμβρίου 1943 και ήταν να καούν ζωντανοί, αυτό είναι μόνο φήμη, γιατί δεν υπάρχει μνημείο κοντά στο Δημοτικό Σχολείο των Καλαβρύτων. Η διάσωση των γυναικών και ανηλίκων παιδιών αποδίδεται σε ένα καλόκαρδο Αλσατό ή Αυστριακό στρατιώτη της μεραρχίας πεζικού, ο οποίος όπως λέγεται έσωσε το γυναικείο, κ.λπ. πληθυσμό, από τους κακούς Γερμανούς. Επιμένουν, δηλαδή, στον καλό Αυστριακό και κακό Γερμανό. Οι φήμες λένε, επίσης, ότι οι κακοί Γερμανοί σκότωσαν τον καλό Αυστριακό στρατιώτη και ότι οι κάτοικοι των Καλαβρύτων γι' αυτό του έφτιαξαν ένα μνημείο στο Δημοτικό Σχολείο. Αυτή η φήμη μεταδίδεται από ξεναγούς στους τουρίστες και την εκμεταλλεύτηκε η Αυστριακή Κυβέρνηση. Αυτά τα πράγματα είναι μεγάλο ψέμα". Πριν ακόμα οι γυναίκες και τα παιδιά φύγουν από το σχολείο, τρέχοντας, ο 15ος λόχος αποχώρησε σε πολύ χαλαρό σχηματισμό, και τα μέλη του αναμείχτηκαν με στρατιώτες από άλλους λόχους. Κανείς απ' αυτούς δεν θα ξέχναγε ποτέ τη θέα του βουνού, όπου κάθε ζωή είχε σβηστεί, εκείνα τα μαύρα σημάδια τα οποία πριν λίγες ώρες ήταν ζωντανοί άνθρωποι. Δεν μίλαγε κανείς, κυκλοφόρησε μόνο η φήμη ότι καιγόταν το σχολείο, όπου ήταν κλεισμένες οι γυναίκες και τα παιδιά. Ξαφνικά δύο άνδρες, ο ένας απ' αυτούς ένας γέρος πάνω από 80 χρονών, ο άλλος μεσήλικας ήρθαν προς τα στρατεύματα, που αποχωρούσαν. Ο πιο μεγάλος έδειξε μία ταυτότητα και στα μάτια του φαινόταν κάτι σαν θρίαμβος, ένας δεκανέας χωρίς να μιλήσει πήγε τον άλλο σ' ένα χωράφι δεξιά από το δρόμο και τον πυροβόλησε ξαφνικά, πριν ο ένας από τους στρατιώτες να μπορέσει να αντιδράσει. Ο γέρος συνέχισε το δρόμο του πολύ σιγά. Στην επιστροφή μου από τα Βαλκάνια δεν άκουσα μουσική στο ραδιόφωνο, ούτε μία φορά. Μία φορά είχε διαταχθεί να ακούσει την εκπομπή ενός λόγου του Χίτλερ, μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του στις 20 Ιουλίου 1944. Γερμανοί μάρτυρες για όλα αυτά τα απίστευτα, το σαστισμένο πόνο των γυναικών, την απελπισία των παιδιών, δεν υπάρχουν. Ίσως οι στρατιώτες είχαν κλείσει τις γυναίκες στο σχολείο, για να προστατεύσουν τους εαυτούς τους. Εν όψει των σαστισμένων οικογενειών κανείς δεν θα μπορούσε να πυροβολήσει! Έτσι μένουν σαν βάση μόνο οι Ελληνικές μαρτυρίες και κανείς δεν μπορεί να περιμένει αντικειμενικότητα από τους επιζώντες, γιατί ο θάνατος εκατοντάδων συγκάλυψε την πραγματικότητα και έδωσε στη μνήμη σκληρά περίμετρα. Ο πρώην αρχισυρματιστής Karl Nagel κατηγόρησε τις εκτελέσεις όπως και άλλα μέλη της μεραρχίας: Όπως πολλοί των συναδέλφων μου ήμουν κι εγώ της γνώμης ότι τα αντίποινα ήταν λάθος, γιατί σκοτώθηκαν άνθρωποι, οι οποίοι δεν είχαν καμία σχέση με τη δολοφονία των συναδέλφων μας. Σχεδόν όλοι οι συνάδελφοι, όλων των βαθμών, με τους οποίους έχω μιλήσει για τα Καλάβρυτα, είχαν τη γνώμη αυτή. Όσο κτηνώδης και να ήταν η σφαγή των συναδέλφων μας, παρ' όλα αυτά κατηγορούσαμε τα αντίποινα, όπως και οι Έλληνες κατηγορούσαν τη δολοφονία των συναδέλφων μας. Κατά τη γνώμη μου το γεγονός δεν προκάλεσε, όπως ήταν ίσως ο σκοπός των αντιπάλων, αρνητικά συναισθήματα κατά της Βέρμαχτ. Ανοιχτά κατηγορούσαν τους αντάρτες και τις πράξεις τους. Ίσως φοβότανε να μην επεκταθούν τα αντίποινα εναντίον τους, αλλά σίγουρα και επειδή απεχθάνονταν το φόνο των αιχμαλώτων και - επειδή μας εκτιμούσαν λόγω της πολύ καλής συμπεριφοράς της Βέρμαχτ σαν δύναμης κατοχής". Ο πρώην Συνταγματάρχης Friedrich-Wilhelm Von Sedlitz-Kurzbach έγραψε στo Δημήτρη Κανελλόπουλο στις 15 Φεβρουαρίου 1989 σχετικά με τη 13η Δεκεμβρίου 1943: Έχω συλλογισθεί πολύ σχετικά με τα Καλάβρυτα. Γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό ποτέ δεν έπρεπε να είχε συμβεί. Είναι αναξιοπρέπεια όταν συμβαίνουν τέτοια πράγματα σ' έναν πόλεμο... Και είμαι πρόθυμος να παραδεχτώ ότι τα Καλάβρυτα δεν ήταν προς τιμήν της Βέρμαχτ. Θέλω όμως να προσθέσω ότι και οι Έλληνες πολίτες και ειδικά οι Έλληνες αντάρτες προκάλεσαν τη Βέρμαχτ: την παρενόχλησαν και έπρατταν γεμάτοι μίσος". Μέσα Απριλίου 1944, ήλθα και πάλι στα Καλάβρυτα. Ήμουν πολύ συγκινη μένος από τη φανερή αντίθεση μεταξύ των ερειπίων και των ανθισμένων δένδρων. Σκεπτόταν συνέχεια το απερίγραπτο οίκτο των ανθρώπων της μικρής πόλης. Δεν ήθελε να συναντήσει κανέναν, αλλά δεν μπορούσε να το αποφύγει: Εκεί που του δώσαν κατάλυμα, η σπιτονοικοκυρά, μια γυναίκα γύρω στα σαράντα (40), του μίλησε σχετικά με τη 13η Δεκεμβρίου και τον ρώτησε στα Αγγλικά: "Why? Why?". Δεν προσπάθησε να ξεφύγει, αλλά τι μπορούσε να της απαντήσει ένας 21-χρονος; Ένας άνδρας πεπειραμένος στις θύελλες του πολέμου, ίσως θα είχε δικαιολογήσει την "Επιχείρηση Καλάβρυτα", όπως το έκανε ο ταγματάρχης Julius Woelfinger στο Δημήτρη Κανελλόπουλο: Η σφαγή των Καλαβρύτων θα μπορούσε σίγουρα να είχε αποφευχθεί, εάν δεν θα είχε προηγηθεί η ύπουλη δολοφονία των ενενήντα ενός (91) Γερμανών στρατιωτών, με την οποία είχε αποδειχτεί ότι η δήθεν αντίσταση του ΕΛΑΣ εκινείτο εκτός κάθε πολεμικής νομοθεσίας". Από όλους τους Έλληνες χρονογράφους του Καλαβρυτινού Δράματος, είναι γεγονός ότι μόνο ο Δημήτρης Κανελλόπουλος δεν αρκέστηκε, μόνο στις Ελληνικές μαρτυρίες, αλλά αναζήτησε και τα ντοκουμέντα της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών και του 749 Συντάγματος Πεζών. Δεν αρκέστηκε μόνο σ' αυτό. Ζήτησε και τις ζωντανές μαρτυρίες των αξιωματικών και στρατιωτών, που συμμετείχαν στην Επιχείρηση Καλάβρυτα, ώστε να ακουστούν όλες οι απόψεις και όλες οι πλευρές. Έτσι, οι καταγραφές του και τα συμπεράσματά του μπορούν να χαρακτηριστούν από πληρότητα και αντικειμενική κρίση.Καταστράφηκαν τα Μαζέϊκα πράγματι τελείως; Ο Josef Tischler είναι σίγουρος ότι δεν καταστράφηκαν τελείως, ότι κάηκαν μόνο μερικά σπίτια και ότι εκτελέστηκαν μόνο, περίπου, δέκα (10) έλληνες, επειδή το στράτευμα είχε την πεποίθηση ότι οι κάτοικοι είχαν φερθεί καλά στους αιχμαλώτους. Οι φωτογραφίες, που είναι στη διάθεση του Δημήτρη Κανελλόπουλου διαψεύδουν όλους, όσους νομίζουν ότι οι Γερμανοί είχαν λυπηθεί το χωριό. Τα Μαζέΐκα είχαν γίνει ερείπια. Κανένα σοβαρό επεισόδιο δεν αναφέρεται στις σύντομες αναφορές της 14ης Δεκεμβρίου 1943. Όμως στις 29 Ιανουαρίου 1990, μοναχοί του μοναστηρίου της Αγίας Λαύρας με πληροφόρησαν: "Στις 14 Δεκεμβρίου 1943, μία ομάδα Γερμανών στρατιωτών ήρθε στο μοναστήρι μας. Αυτό έγινε μετά την καταστροφή στα Καλάβρυτα. Αφού είχαν δέσει πέντε (5) μοναχούς, με χειροπέδες, στο προαύλιο του μοναστηρίου, έβαλαν φωτιά στο μοναστήρι. Μετά πυροβόλησαν τους πέντε (5) μοναχούς, μεταξύ των οποίων ήταν και ένας παράλυτος. Μετά οι στρατιώτες έφυγαν. Οι τέσσερις (4) άλλοι μοναχοί είχαν μείνει πίσω για να βοηθήσουν τον παράλυτο, 80-χρονο μοναχό. Και έτσι έγινε η τραγωδία".
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ.......
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.