Ο Κώστας Γαβρόγλου είναι Έλληνας πανεπιστημιακός και βουλευτής. Γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου 1947 στην Κωνσταντινούπολη. Έχει σπουδάσει Φυσ...
Ο Κώστας Γαβρόγλου είναι Έλληνας πανεπιστημιακός και βουλευτής. Γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου 1947 στην Κωνσταντινούπολη. Έχει σπουδάσει Φυσική στα Πανεπιστήμια του Λάνκαστερ, του Κέιμπριτζ και του Λονδίνου από όπου έλαβε το διδακτορικό του. Στη συνέχεια δίδαξε Φυσική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, τα Πανεπιστήμια Πατρών, Κέιμπριτζ, Χάρβαρντ, MIT, Βοστώνης και στο Πολυτεχνείο Κωνσταντινούπολης.[2] Πλέον είναι καθηγητής Ιστορίας των Επιστημών στο τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης (ΜΙΘΕ) του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του οποίου είναι ομότιμος καθηγητής, από το 2014 όταν και αποχώρησε από αυτό. Στο παρελθόν διετέλεσε πρόεδρος του Αρχείου του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Είναι μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση.
Εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Είναι πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλήςκαι μέλος της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας.Επίσης, είναι μέλος της Επιτροπής Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία.
Έχει συγγράψει είτε σε ατομικό είτε σε συλλογικό επίπεδο, έργα αναφορικά με την ιστορία των επιστημών.
Σε συνέντευξη του στην εφημ. Καθημερινή τον Μάϊο του 2015 λέει μεταξύ άλλων
-Στη συνείδηση των παιδιών σήμερα, το σχολείο είναι συνώνυμο με τον καταναγκασμό. Ο κ. Φίλης και μαζί του πολλοί από εμάς, έχουμε ως αφετηρία την αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας και οι εξαγγελίες του είναι στην κατεύθυνση βαθμιαίας αλλαγής αυτής της καταναγκαστικής καθημερινότητας.
Ερώτηση: Θα αλλάξει τελικά ο χαρακτήρας των Θρησκευτικών; Ο κ. Φίλης μιλάει για ένα μάθημα με ισχυρότερα τα στοιχεία της θρησκειολογίας. Η πλευρά της Εκκλησίας αντιδρά και κάνει λόγο για επιβολή από το Σύνταγμα του ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος.
-Πείτε μου μία χώρα της Ευρώπης όπου υπάρχει το μάθημα των Θρησκευτικών και διδάσκεται όπως στη χώρα μας. Μία.
Ερώτηση: Ειδικά στα θέματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι αλλαγές θεωρείτε ότι πρέπει να γίνουν μέσα από ένα πολυνομοσχέδιο ή τμηματικά, με εξειδικευμένα θεματικά νομοσχέδια;
– Ο,τι ειδικό ωριμάζει έπειτα από συζήτηση, ας γίνεται νομοσχέδιο και να ψηφίζεται. Και υπάρχουν πολλά τέτοια ζητήματα που ήδη συζητιούνται: τα μεταπτυχιακά, ο επαναπροσδιορισμός των σχέσεων των πανεπιστημίων, ΤΕΙ και ερευνητικών κέντρων, τα επαγγελματικά δικαιώματα, το μέλλον των Συμβουλίων Ιδρυμάτων, η αναδιάρθρωση της διοίκησης των ΑΕΙ, η φοιτητική συμμετοχή, και, βέβαια, η φοιτητική μέριμνα στην οποία υστερούμε τραγικά.
Αρθρα του νέου υπουργού παιδείας σχετικά με την παιδεία
Λύκειο και εισαγωγή στα πανεπιστήμια: η αιχμή των μεταρρυθμίσεωνΕνδεχομένως το σοβαρότερο πρόβλημα που θα έχει να αντιμετωπίσει το Υπουργείο Παιδείας είναι η μεταρρύθμιση του Λυκείου. Ήδη ο Υπουργός εξέφρασε τις κατευθύνσεις των μεταρρυθμίσεων, τονίζοντας τη σημασία της αυτονομίας του Λυκείου ως προς τις διαδικασίες εισαγωγής στα πανεπιστήμια και υπογράμμισε...
Κώστας Γαβρόγλου*
Ενδεχομένως το σοβαρότερο πρόβλημα που θα έχει να αντιμετωπίσει το Υπουργείο Παιδείας είναι η μεταρρύθμιση του Λυκείου. Ήδη ο Υπουργός εξέφρασε τις κατευθύνσεις των μεταρρυθμίσεων, τονίζοντας τη σημασία της αυτονομίας του Λυκείου ως προς τις διαδικασίες εισαγωγής στα πανεπιστήμια και υπογράμμισε την θέση ότι στόχος είναι να μην θεωρείται στο μέλλον το Λύκειο ως ένα κακό φροντιστήριο.
Σε μία τέτοια προσπάθεια θα υπάρξουν εξαιρετικά έντονες αντιδράσεις οι οποίες, εν πολλοίς, εκφράζουν βαθειά θεμελιωμένες πεποιθήσεις ότι το σημερινό σύστημα είναι ο καλύτερος τρόπος εισαγωγής στα πανεπιστήμια. Όλοι αναγνωρίζουν ότι ακυρώνεται το λύκειο, όλοι αναγνωρίζουν ότι οι μαθητές σε μία πολύ κρίσμη ηλικία υφίστανται μία σχεδόν απάνθρωπη δοκιμασία, όλοι αναγνωρίζουν ότι η παραπαιδεία είναι κάτι το παθολογικό, αλλά και όλοι πιστεύουν ότι οι εισαγωγικές εξετάσεις, έτσι όπως γίνονται σήμερα αποτελούν την μόνη λύση. Δυστυχώς η ουσιαστική συζήτηση για το Λύκειο και οι αποφάσεις που θα πρέπει να παρθούν θα έχουν την αντίδραση των καθηγητών, μαθητών και γονέων. Με άλλα λόγια, θα υπάρξουν αντιδράσεις από όσους έχουν συναινέσει να παραχωρήσουν στην παραπαιδεία τον ρόλο της προετοιμασίας για την εισαγωγή στα ΑΕΙ/ΤΕΙ. Και βέβαια, το πλέγμα αυτών των προβλημάτων έχει καταργήσει την δωρεάν εκπαίδευση, αφού για κάθε φουρνιά εισαγομένων, η κάθε οικογένεια πληρώνει σε όλη τη διάρκεια της σχολικής περιόδου περίπου 10,000 ευρώ!
Οι εισαγωγικές εξετάσειςΒέβαια η μεταρρύθμιση του λυκείου ενέχει πολλές αλληλένδετες παραμέτρους, μία από τις οποίες είναι και το θέμα της πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση. Το θέμα της (ελεύθερης) πρόσβασης το οποίο συζητείται στους διάφορους σχηματισμούς της αριστεράς τα τελευταία 20 χρόνια, δεν είναι κάτι που μας έχει, επί της ουσίας, ευαισθητοποιήσει. Είναι ένα πράγμα για το οποίο υπάρχει, στο χώρο της ανανεωτικής αριστεράς, μια ιδιόμορφη δυστοκία, αμηχανία και, σε τελική ανάλυση, αδιαφορία. Ο κίνδυνος στην όποια συζήτηση για τον τρόπο εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, είναι να θεωρηθεί ότι αυτή η συζήτηση είναι μια τεχνική συζήτηση, ότι, δηλαδή, είναι μια συζήτηση που στοχεύει στην διευθέτηση ενός τεχνικού προβλήματος. Η συζήτηση, όμως, για την ριζική αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στα πανεπιστήμια είναι μια πολιτική συζήτηση, αφού η μεγάλη της σημασία έγκειται στο ότι οι εξετάσεις αποτελούν έναν μηχανισμό που θέτει φραγμούς, κοινωνικούς κυρίως, στο δικαίωμα για ανώτατη εκπαίδευση.
Κοινωνικά, λοιπόν, υπάρχει μία ευρεία συναίνεση ότι την ευθύνη για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν την έχει το σχολείο. Η μεγάλη πλειοψηφία γονιών και μαθητών θεωρούν την περίοδο της δευτέρας και, σίγουρα, της τρίτης λυκείου, ως ένα αναγκαίο κακό και όχι σαν ένα φυσιολογικό μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Το λύκειο (και ειδικότερα η τρίτη λυκείου) δεν παίζει κανένα σχεδόν παιδευτικό ρόλο, μιας και τα πάντα στοχεύουν στην εισαγωγή στα πανεπιστήμια ή τα ΤΕΙ και, άρα για μεν την προετοιμασία της εισαγωγής την ευθύνη έχουν τα φροντιστήρια, οτιδήποτε δε μπορεί να συμβάλει στην γενικότερη παιδεία των μαθητών θεωρείται χάσιμο χρόνου εμπρός στον μεγάλο στόχο που είναι η εισαγωγή στα ΑΕΙ/ΤΕΙ.
Ενδεχομένως να έχουμε εισέλθει σε μία περίοδο όπου βαθμιαία ακυρώνεται το Λύκειο. Το Λύκειο που λέμε ότι είναι ο προθάλαμος για τα Πανεπιστήμια δεν φαίνεται να παίζει ούτε καν αυτό το ρόλο. Γονείς, εκπαιδευτικοί (και όχι μόνον της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και της τριτοβάθμιας) έχουν «αναθέσει» την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σε ένα θεσμό που είναι έξω από τα σχολεία και η εισαγωγή στα Πανεπιστήμια είναι αποτέλεσμα πώς ο κάθε μαθητής και η κάθε μαθήτρια θα καταφέρει να διαχειριστεί την σχέση σχολείου-φροντιστηρίου.
Έτσι δημιουργείται ένας επιπλέον φαύλος κύκλος: η επιτυχία στις εισαγωγικές εξασφαλίζεται με την δυνατότητα να μπορούν να αποδίδουν οι μαθητές και οι μαθήτριες ένα σύνολο «γνώσεων» με ένα όσο γίνεται πιο «κανονικοποιημένο» τρόπο, η απόκτηση, δε, μιας τέτοιας «ικανότητας» επαφίεται στα φροντιστήρια τα οποία για να το καταφέρουν πρέπει να ακυρώσουν κάθε διάθεση κριτικής σκέψης. Και το Λύκειο, είναι υποχρεωμένο, να ακολουθεί –συνήθως ως φτωχός συγγενής, αφού τον ρυθμό τον δίνει το φροντιστήριο. Τα φροντιστήρια έχουν διαμορφώσει μία συγκεκριμένη κουλτούρα ως προς τον χαρακτήρα της παρεχόμενης γνώσης, αλλιώς δεν θα είχαν την κοινωνική νομιμοποίηση, αφού για να ανταποκριθούν με επιτυχία στις εξετάσεις οι μαθητές και οι μαθήτριες είναι υποχρεωμένα τα φροντιστήρια να παρέχουν τυποποιημένη γνώση. Και προφανώς όλα αυτά που διακηρύσσουμε περί κριτικής ικανότητας κλπ, παραπέμπονται σε ένα μέλλον το οποίο κανείς δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει.
Οι εισαγωγικές εξετάσεις δεν επιτελούν κανέναν ρόλο, αφού ουσιαστικά ελέγχουν όχι την πνευματική καλλιέργεια των υποψηφίων, αλλά την φυσική τους αντοχή την χρονιά πριν τις εξετάσεις, τις ικανότητες τους να αποστηθίζουν και δεν μπορούν να επιβραβεύσουν ούτε καν όσους αριστεύουν με την εισαγωγή τους στην πρώτη επιλογή τους. Ταυτοχρόνως προβάλλεται και μια ιδεολογική απάτη σε σχέση με τις εισαγωγικές εξετάσεις για τις οποίες πολλοί γονείς και εκπαιδευτικοί υποστηρίζουν ότι είναι –τουλάχιστον— αξιόπιστες. Δεν είναι, όμως, σωστή αυτή η διαπίστωση. Το μόνο που κάνουν οι εισαγωγικές εξετάσεις είναι ότι είναι λειτουργικές, δηλαδή αρχίζουν στην ώρα τους, δεν γίνονται αντιγραφές, διορθώνονται τα γραπτά στην ώρα τους, ανακοινώνονται τα αποτελέσματα τις μέρες που έχουν από τα πριν ανακοινωθεί κτλ. Σε μία χώρα όπου η λειτουργικότητα των όποιων διεργασιών δεν είναι κάτι που οι πολίτες το παίρνουν ως δεδομένο, οι εισαγωγικές εξετάσεις αποτελούν μία εξαίρεση. Μόνο που μια τέτοια λειτουργικότητα προβάλλεται ως αξιοπιστία του συστήματος.
Εκστρατεία ενημέρωσηςΗ μεταρρύθμιση του Λυκείου θα χρειαστεί μία τεράστια εκστρατεία ενημέρωσης και συζήτησης στην κοινωνία και στα σχολεία. Μία συζήτηση που δεν θα είναι αποκλειστικά επί ιδεολογικών ζητημάτων αλλά που θα βάζει όλους μας απέναντι στις ευθύνες μας όχι μόνο για όσα διαμορφώθηκαν αλλά για όσα έχουμε ανεχθεί —-και ως αριστερά— όλα αυτά τα χρόνια. Θα πρέπει να είναι μία συζήτηση για να θέσει με δραματικό τρόπο το πρόβλημα της παραπαιδείας αλλά και των φροντιστηρίων, και να μπορέσει να ανιχνεύσει μία μακροπρόθεσμα κοινωνικά δίκαιη λύση —-λύση, όμως, και όχι ευχή— για έναν θεσμό που έχει τζίρο περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο και απασχολεί περίπου 50.000 εργαζόμενους. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συμμετοχή και εκπροσώπων των φροντιστηρίων, αλλά κυρίως και εκπροσώπων εργαζομένων σε αυτά, ώστε να δημοσιοποιηθούν και οι συνθήκες και οι όροι εργασίας, που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι κατάπτυστοι.
Μια τέτοια, όμως, συζήτηση υποχρεωτικά θα πρέπει να θίξει και την κατάσταση που υπάρχει στα πανεπιστήμια. Εκεί τα πράγματα έχουν φτάσει στο χαμηλότερο επίπεδο, για το οποίο δεν ευθύνεται μόνο η σοβαρότατη έλλειψη πόρων. Καθημερινά ερχόμαστε αντιμέτωποι με εκφυλιστικά φαινόμενα σε όλα τα επίπεδα της πανεπιστημιακής ζωής, οι αντιστάσεις σε αυτά τα φαινόμενα ολοένα και μειώνονται και επικρατεί μια γενικευμένη και παραλυτική αδιαφορία. Και δυστυχώς μια τέτοια κατάσταση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μονάχα με έναν νέο νόμο πλαίσιο, κάτι βέβαια, που είναι απολύτως αναγκαίος.
Διαβάστε το τελευταίο του άρθρο του Κώστα Γαβρόγλου στην εφ. Αυγή 1η Μαΐου 2016 με τίτλο: Συμπεράσματα από την Πρώτη Φάση του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία
Ο Εθνικός και Κοινωνικός Διάλογος για την Παιδεία διεξάγεται από της Επιτροπή Διαλόγου, την Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας και το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Είναι μία σύνθετη διαδικασία όπου ο κάθε θεσμός έχει έναν συγκεκριμένο ρόλο που...
Ο Εθνικός και Κοινωνικός Διάλογος για την Παιδεία διεξάγεται από της Επιτροπή Διαλόγου, την Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας και το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Είναι μία σύνθετη διαδικασία όπου ο κάθε θεσμός έχει έναν συγκεκριμένο ρόλο που συμπληρώνει τους ρόλους όλων των άλλων.
Πέντε είναι τα βασικά συμπεράσματα στο τέλος της πρώτης φάσης του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία.
1. Έγιναν και θα συνεχίσουν να γίνονται πολλές εκδηλώσεις και ήρθαμε σε επαφή με πολλούς και διαφορετικού πολιτικού προσανατολισμού εκπαιδευτικούς. Σε ανοιχτές συζητήσεις των οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ, σε εκδηλώσεις σχολείων που συνδιοργάνωσαν εκπαιδευτικοί και γονείς με την παρουσία μαθητών, σε εκδηλώσεις που οργάνωσαν τοπικοί, επαγγελματικοί και εκπαιδευτικοί φορείς σε όλην την Ελλάδα, ένα ήταν το κοινό μήνυμα από τα ακροατήρια: «ακούστε μας και διαμορφώστε ένα ρεαλιστικό σχέδιο για τα επόμενα χρόνια».
2. Στην Επιτροπή Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου, όπως και στο Ινστιτούτο ΕκπαιδευτικήςΠολιτικής, δημιουργήθηκαν υποεπιτροπές για όλα σχεδόν τα θέματα για τα οποία θα πρέπει να υπάρξουν επεξεργασμένες προτάσεις: για την ύλη στα σχολεία, για την ειδική αγωγή, για τα καλλιτεχνικά, για τα θρησκευτικά, για την γλωσσομάθεια, για την τεχνική εκπαίδευση, για την αναβάθμιση των λυκείων και τις διαδικασίες πρόσβασης στην Ανωτάτη Εκπαίδευση, για τον ενιαίο χώρο Πανεπιστημίων, ΤΕΙ και Ερευνητικών Κέντρων, για τα μεταπτυχιακά κτλ.Στο τέλος της πρώτης φάσης του Διαλόγου, τα αποτελέσματα των εργασιών αυτών των επιτροπών είναι άνισα μεν, αλλά με πολλές νέες προσεγγίσεις,και με επεξεργασίες ζητημάτων για τα οποία δεν είχαμε ολοκληρωμένη άποψη.
3. Στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής διαμορφώθηκε ένα πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθούν οι μελλοντικές αλλαγές και έγινε μία προσπάθεια να κωδικοποιηθούν τα μακροχρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί θεσμοί. Βασικό κριτήριο στον σχεδιασμό των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων θα πρέπει να είναι το τι είδους πολίτες θέλουμε να έχουμε. Υπήρξε μία συναίνεση ότι η εκπαίδευση θα πρέπει να στοχεύει στη διαμόρφωση μορφωμένων νέων με δημοκρατικό ήθος και κριτική σκέψη. Ορισμένα στοιχεία αυτού του πολιτικού πλαισίου είναι
* Να συνεχίσουν οι συζητήσεις των σοβαρών προβλημάτων όλων των βαθμίδων της Εκπαίδευσης με τους φορείς και με τους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων.
* Να αναγνωρισθούν ως καλές πρακτικές οι αξιόλογες πρωτοβουλίες δασκάλων και καθηγητών, οι οποίοι παρά τις αντιξοότητες που δημιουργεί η οικονομική και ανθρωπιστική κρίση τα τελευταία χρόνια, υπερβαίνουν τις δυσκολίες και φροντίζουν να παρέχουν στους μαθητές την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση.
* Να αξιοποιηθεί δημιουργικά η εμπειρία των διαλόγων που είχαν διεξαχθεί τα προηγούμενα χρόνια.
* Να αξιοποιηθεί δημιουργικά η εμπειρία των Ευρωπαϊκών χωρών.
* Να σχεδιαστεί ένα πλαίσιο μακροπρόθεσμων στοχεύσεων που θα αφορά όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης η υλοποίηση των οποίων θα υπερβαίνει τη θητεία μίας κυβέρνησης.
* Να επιτευχθούν ευρείες συναινέσεις ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα για το περιεχόμενο των ρυθμίσεων και τη διαδικασία εφαρμογής τους.
Παρά τη συμφωνία ορισμένων βουλευτών της αντιπολίτευσης με το πλαίσιο αυτό, υπάρχει μία εμμονή στις καταστατικές αρχές των «μεταρρυθμίσεων» Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου και μία έμφαση σε διαδικασίες αξιολόγησης ως σχεδόν τον μοναδικό τρόπο για να επέλθουν ουσιαστικές αλλαγές στην εκπαίδευση.
4. Παρά την εμφανή διάθεση της κοινωνίας να εμπλακεί σε αυτόν τον διάλογο, δεν είναι όλα «ρόδινα'. ελάχιστες συζητήσεις έγιναν σε πανεπιστημιακούς χώρους, υπήρξαν παρεμβάσεις από δυνάμεις που πρόσκεινται στο ΚΚΕ και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ που θέλησαν βίαια να διακόψουν τις συζητήσεις και την προσέλευση του κόσμου. Η βίαιη ακύρωση δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών παραμένει μία από τις πολλές παθογένειες του «χώρου». Είναι αδιανόητο να υπάρχουν δυνάμεις του συνταγματικού τόξου που εμποδίζουν την συμμετοχή άλλων σε συζητήσεις.
Υπήρξαν, επίσης, εκφράσεις ενός εντεινόμενου συντεχνιασμού που στις μέρες μας λειτουργεί παραλυτικά σε πολλές πρωτοβουλίες προωθητικού χαρακτήρα. Δεν αναφέρομαι στην διεκδίκηση ολοένα και καλύτερων όρων εργασίας από τους εργαζόμενους πουπρέπει να ενταθεί. Αναφέρομαι σε μία αλλοίωση της έννοιας του ερευνητή και του εκπαιδευτικού ως προσώπων που ασκούν κοινωνικό λειτούργημα όπου ένα πλέγμα αξιών θα έπρεπε να είναι εκείνο που καθοδηγεί την καθημερινή λειτουργία τους. Ο συντεχνιασμός, λοιπόν, ορισμένων που διεκδικούν την περαιτέρω εδραίωση μιαςγραφειοκρατικοποιημένης καθημερινότητας έρχεται σε αντίθεση με το κοινωνικό τους λειτούργημα. Η συχνή διαπίστωση της γραφειοκρατικοποίησης πολλών ερευνητών και εκπαιδευτικών, αρχίζει και επηρεάζει τον λόγο των συλλογικών φορέων. Εδώ πρέπει και εμείς ως αριστερά να αντιμετωπίσουμε ένα πρόβλημα που μπορεί να πάρει εκρηκτικές διαστάσεις.
Αυτές είναι ορισμένες από τις διαπιστώσεις σε αυτήν την πρώτη φάση του Διαλόγου. Το μεγάλο ζητούμενο είναι η διαμόρφωση ενός μακροπρόθεσμου σχεδίου, ενός σχεδίου που θα μπορεί με έναν πειστικό τρόπο να ολοκληρωθεί σε 6 χρόνια. Ένας τέτοιος σχεδιασμός θα απαιτήσει ικανότητες και μία πολιτική κουλτούρα συνθέσεων τόσο «εντός» μας όσο και, ως ένα βαθμό, και «εκτός» μας. Είναι ένα δύσκολο όχι, όμως, ακατόρθωτο εγχείρημα.
επιμέλεια: Νίκος Κυριαζής
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.