Οι Λουσοί βρίσκονται νότια των Καλαβρύτων, στις νότιες πλαγιές του όρους Βελιά, σε υψόμετρο 1.140 μέτρα και σε απόσταση 93 περίπου χιλιο...
Οι Λουσοί βρίσκονται νότια των Καλαβρύτων, στις νότιες πλαγιές του όρους Βελιά, σε υψόμετρο 1.140 μέτρα και σε απόσταση 93 περίπου χιλιομέτρων από την Αρχαία Ολυμπία και 30 περίπου χιλιόμετρων από την Αρχαία Ψωφίδα.
Οι αρχαίοι Λουσοί ήταν μια πολίχνη της Αζανίας μεταξύ Κύναιθας και Κλείτορος, που άκμασε κατά τους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους αλλά κατά τον 2ο αι. μ.Χ., όταν τους επισκέφτηκε ο Παυσανίας είχαν εγκαταλειφθεί.
Οι Λουσοί ήταν μια αυτόνομη και ακμαία πόλη στα προκλασικά χρόνια, όπως φαίνεται από την αναγόρευση του Αγησίλα ως Λουσιάτη νικητή σε δρόμο κέλητος ίππου κατά την ενδέκατη Πυθιάδα (542 π.Χ.). Όταν παρήκμασαν εξαρτήθηκαν από το γειτονικό Κλείτορα. Κατά το συμμαχικό πόλεμο (220-217 π .Χ), αναφέρει ο Πολύβιος ότι οι Αιτωλοί έφτασαν στο φημισμένο ιερό της Άρτεμης, που βρίσκεται κοντά στο σημερινό ξωκκλήσι της Παναγίας του Λουσικού και που ήταν σεβαστό από όλους τους Έλληνες και "άσυλο" για όσους κατέφευγαν εκεί, και σκόπευαν να το λεηλατήσουν.
Οι Λουσιάτες τότε κατάφεραν να τους μεταπείσουν προσφέροντας τους μερικά από τα πολύτιμα αναθήματα της θεάς, αλλά τελικά οι Αιτωλοί έγιναν ιερόσυλοι αρπάζοντας τα κοπάδια των ζώων που ήταν περιουσία του ιερού της Άρτεμης.
Οι Λουσιάτες είχαν προσχωρήσει στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, σύμφωνα με τα νομίσματα που βρέθηκαν και τα οποία έχουν την επιγραφή "αχαιών λουσιατάν", και διατηρούσαν στενές πολιτικές σχέσεις με τους Στυμφάλιους.
Κάτω Λουσοί
Είναι χτισμένοι σε υψόμετρο 1.070 μέτρων στις πλαγιές των Αροανίων και αποτελούν έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς της Αχαΐας. Οι Κάτω Λουσοί ανήκουν στον Δήμο Καλαβρύτων και ο πληθυσμός τους σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 54 κάτοικοι. Πολύ κοντά στον οικισμό βρίσκονται τα Σπήλαια Λιμνών που είναι από τα πιο επισκέψιμα σπήλαια στην Ελλάδα.
Το χωριό μέχρι το 1928 ονομαζόταν Σουδενά Αγίου Βασιλείου οπότε και μετονομάστηκε σε Κάτω Λουσοί. Η παλιά ονομασία Σουδενά Αγίου Βασιλείου προέρχεται από τον ενοριακό ναό του χωριού, τον Άγιο Βασίλειο, για να γίνεται διάκριση από τους Άνω Λουσούς που παλιά ονομάζονταν Σουδενά Θεοτόκου από τον ομώνυμο εκεί ενοριακό ναό. Την ονομασία Σουδενά το χωριό την οφείλει στην ιστορική οικογένεια των Πετιμεζαίων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν εκεί τον 17ο αιώνα προερχόμενοι από τα Σουδενά της Ηπείρου. Μάλιστα ο πύργος που έκτισε η οικογένεια ως κατοικία της διατηρείται μέχρι σήμερα σε περίοπτη θέση εντός του χωριού. Από κατοίκους των Λουσών οικίστηκαν τα σημερινά χωριά Άνω Σουδεναίικα και Κάτω Σουδεναίικα.
Άνω Λουσοί
Το χωριό μέχρι το 1928 ονομαζόταν Σουδενά Θεοτόκου, οπότε και μετονομάστηκε σε Άνω Λουσοί. Η παλιά ονομασία «Σουδενά Θεοτόκου» προέρχεται από τον ενοριακό ναό του χωριού για να γίνεται διάκριση από τους Κάτω Λουσούς που παλιά ονομάζονταν «Σουδενά Αγίου Βασιλείου» από τον ομώνυμο εκεί ενοριακό ναό.
Από το 1830 έως το 1920, εκτός από τον οικισμό των Άνω Λουσών, απογραφόταν ως ανεξάρτητος οικισμός, ανήκων στην Κοινότητα Άνω Λουσών, και ο οικισμός Χαρακτινού.
Σήμερα άτυπα τα χωριά συνεχίζουν ακόμα να αποκαλούνται από τους ντόπιους Σουδενά.
Η οικονομία των χωριών στηριζόταν στην κτηνοτροφία. Σε εποχές πριν τον πόλεμο είχαν αναπτυχθεί βιοτεχνικές δραστηριότητες για να καλύψουν τις ανάγκες σε κεραμίδια. Υπάρχουν ακόμη και σήμερα οι γούβες που έβγαζαν τον πηλό και οι τρύπες από τα καμίνια. Επίσης είχε αναπτυχθεί και η εκτροφή μεταξοσκώληκα.
Ο πύργος της οικογένειας βρίσκεται στους κάτω Λουσούς και εντυπωσιάζει για το σχήμα των κυκλικών του πυργίσκων με το βασικό τετράγωνο οικοδόμημα – μια αρχιτεκτονική που δεν την συναντάμε στα σπίτια της περιοχής, αλλά παραπέμπει σε οικίσκους μεγαλοαγροτών στη νότια Γαλλία.
Ο πύργος, όπως άλλωστε και τα σπίτια των Κάτω Λουσών (Σουδενά), είναι κτισμένος από την ντόπια γκριζοπρασινωπή πέτρα, η οποία έχει λαξευτεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να δημιουργεί χρωματικές αντιθέσεις, ανάλογα με τη γωνία πρόσπτωσης των ηλιακών ακτίνων. Οι κεραμοσκεπές είναι φτιαγμένες από μεγάλα κεραμίδια, σε μια γκρι – κόκκινη απόχρωση και φαντάζουν επιβλητικές. Και τα δύο χωριά είναι χαρακτηρισμένα, ως «παραδοσιακοί οικισμοί» και οι όποιες επεμβάσεις ακολουθούν αυστηρούς κανόνες, που συνάδουν με τη γενικότερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία τους.
Αρχαίοι Λουσοί
Από του Κάτω Λουσούς, υπάρχει πινακίδα που οδηγεί τον επισκέπτη στον αρχαιολογικό χώρο – τον μοναδικό ανασκαμμένο στην περιοχή. Πρόκειται για το Ιερό της Ημερασίας Αρτέμιδας (της Θεάς που εξημερώνει) και στον αρχαίο οικισμό των Λουσών. Τα θεμέλια του Ιερού, αλλά και των άλλων οικοδομημάτων του αρχαίου αυτού οικισμού είναι ορατά και δηλώνουν – από το μέγεθος τους – την ευμάρεια των αρχαίων κατοίκους τους.
Οι Αρχαίοι Λουσοί υπήρξαν σημαντική πόλη της Αρκαδικής Αζανίας (όπως ονομαζόταν η περί τον Κλείτορα βορειοδυτική Αρκαδία) με Ιερό πανελλήνιας εμβέλειας, εκτείνονταν στις δυτικές υπώρειες του Λούσιου όρους ή Προφήτη Ηλία, στην κοιλάδα των Σουδενών και είναι γνωστή από το 708 π.Χ. από τον Ολυμπιονίκη Ευρύβατο. Την πραγματική θέση του ναού και της πόλης εντόπισε πρώτος ο αρχαιολόγος Γ. Παπανδρέου το 1886.
Παρόλο όμως που η ερευνά του ήταν εξαντλητική, περιορίστηκε στη συγκέντρωση φιλολογικών πηγών. Το 1898 και 1899 οι w. Reichel και Α. Wilhelm ανασκάπτουν στο λόφο το Ιερό. Η ανασκαφή αποκάλυψε τα θεμέλια του ναού και των κυριότερων οικοδομημάτων του Ιερού, αλλά περιορίστηκε σ’ αυτό και δεν επεκτάθηκε στην πόλη των Λουσών, η οποία βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο.
Το 1981 το Αρχαιολογικό Αυστριακό Ινστιτούτο υπό την εποπτεία της Διευθύντριας Βερόνικας Μητσοπούλου – Leon ξανάρχισε την ανασκαφική έρευνα στο ιερό της Αρτέμιδας και συγκεκριμένα στο ναό, ενώ από το 2000 συνεχίστηκε υπό τη Διεύθυνση του Georg Ladstatter με σημαντικά αποτελέσματα για την πόλη και το ιερό της.
Από τις αρχαιολογικές έρευνες προκύπτουν τα παρακάτω στοιχεία:
Το Ιερό της Αρτέμιδος αποτελεί σημαντικό και αποκαλυπτικό εύρημα, δωρικού ρυθμού, που κατασκευάστηκε στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. και αποτελείται από έναν κεντρικό ναό και πλάγιες στοές. Ο ναός περιλαμβάνει πρόναο, μεγάλο σηκό και άδυτο και έχει πρόσβαση από την ανατολική πλευρά αλλά και από τη νότια, μέσω μιας πλάγιας θύρας.
Η ανωδομή των τοίχων ήταν λίθινη και η εξωτερική εικόνα χαρακτηριζόταν από δωρική πρόσοψη με τέσσερις κίονες εν παραστάσει και τη δωρική κιονοστοιχία στις πλαϊνές πτέρυγες. Το κτίσμα έχει χαρακτηριστικά κάτοψης ρυθμού «Βασιλικής» ενώ διακρίνονται τα χαρακτηριστικά ενός μακρόστενου ναού με άδυτο καθώς και μια προοδευτική προσπάθεια για πολύπλοκη διαμόρφωση του εσωτερικού χώρου.
Η Άρτεμη ήταν η κατ’ εξοχήν παρθενική θεά που περισσότερο από κάθε άλλη λατρεύτηκε στην Ελλάδα και η συγκεκριμένη τοπική επιθετική ονομασία της «Ημέρα» σημαίνει «αυτή που ημερεύει τα πάντα».
Στα ανατολικά, και έξω από το χώρο της πόλης, το μεγάλο ιερό της Αρτέμιδος προσέλκυε τους πιστούς ήδη από το τέλος του 8ου αι. π. Χ. μέχρι περίπου τον 1ο αι. μ. Χ.
Στη περιοχή Φούρνοι ερευνήθηκαν δύο μεγάλες οικίες της πόλης, στις οποίες η ζωή ξεκίνησε περίπου τον 3ο αι. π. Χ. Οι κάτοικοι ήταν αγρότες, κτηνοτρόφοι, και τους άρεσε το κυνήγι. Ασχολούνταν με την επεξεργασία των προϊόντων, που προσκόμιζαν. Για τη παραγωγή του κρασιού υπήρχαν πατητήρια, ο μούστος ωρίμαζε σε πίθους. Όπως μαρτυράει ο μεγάλος αριθμός αγνίθων από αργαλιούς, κατασκεύαζαν ζεστά ρούχα, κουβέρτες, χαλιά, για να αντιμετωπίζουν τους κρύους χειμώνες. Τα καθημερινά πιάτα και τα κουζινικά τους σκεύη μας δίνουν πληροφορίες για τις διατροφικές τους συνήθειες. Ταυτόχρονα διέθεταν αρκετές ανέσεις στη καθημερινή τους ζωή. Κάθε οικία ήταν εξοπλισμένη με ένα λουτρό με κομψή μπανιέρα και με μία ιδιαίτερα διακοσμημένη πήλινη εστία.
Ανάλογα με μία μελέτη των οστών των ζώων, στο οροπέδιο κυριαρχούσαν αιγοπρόβατα, βόδια, άλογα, αγριογούρουνα, ζαρκάδια και άλλα.
Τα τελευταία χρόνια ήρθε στο φως το κέντρο της πόλης. ‘Ένας μεγάλος ναός δέσποζε στο μικρό λόφο. Μπροστά του βρίσκεται ένα μικρό ηρώο και δίπλα στο σημερινό δρόμο προς Σιγούνι φαίνεται μια στοά σπουδαίων κτισμάτων, ελληνιστικής εποχής, με παλαιότερα ίχνη που μας οδηγούν πίσω μέχρι τη γεωμετρική και την αρχαϊκή εποχή.
Ο αρχαιολογικός χώρος των Λουσών είναι προσβάσιμος στο ευρύ κοινό από τον Ιούλιο του 2004.
Η παράδοση συνδέει το ιερό της Άρτεμης που ιδρύθηκε τον 7ο αι. π.Χ. με τον Μελάμποδα, ο οποίος εκεί μέσα γιάτρεψε από την τρέλα τις κόρες του Προίτου.
Από τότε ονόμασαν την Άρτεμη αυτή Ημέρα ή Ημερασία. Προς τιμήν της γινόταν από τους Λουσιάτες μεγάλη γιορτή, τα Ημεράσια, με αγώνες όπου έπαιρναν μέρος και ξένοι.
Η Άρτεμις γινόταν "ημέρα" (= καλόβουλη, ευμενής) με προσφορές και κατάλληλες ιεροπραξίες στο ιερό της.
Πύργος Πετιμεζά
Αρχοντική πυργοκατοικία του 17ου αιώνα που διατηρείται σε καλή κατάσταση.
Τα χαρακτηριστικά αμυντικά της στοιχεία είναι ο κυκλικός πύργος της νοτιοανατολικής γωνίας, η κυκλική σκοπιά της βορειοδυτικής γωνίας και οι πολυάριθμες τυφεκιοθυρίδες.
Βρίσκεται σε κεντρικό σημείο μέσα στο χωριό Κάτω Λουσοί Καλαβρύτων, η παλιά ονομασία του οποίου (πριν το 1928) ήταν Κάτω Σουδενά.
Ανήκε στην οικογένια των Πετμεζαίων ή Πετιμεζαίων ή Πετιμεζάδων. (στην φωτογραφία ο θάνατος του Αναγνωστάκη Πετιμεζά στη Μάχη του Βασιλικού το 1822 - Von Hess, Πινακοθήκη Μονάχου)
Η αρχική καταγωγή των Πετιμεζάδων ήταν από τα Σουδενά Ηπείρου (σημερινά Άνω και Κάτω Πεδινά) και το αρχικό επώνυμό τους ήταν Βλάσσης. Λέγεται πως το οικογενειακό όνομα άλλαξε όταν ένας από την οικογένεια σκότωσε κάποιον Τούρκο αγά ονόματι Πετιμέζη. Αναγκάστηκαν (προφανώς λόγω του φόνου) να εκπατριστούν και να εγκατασταθούν τον 17ο αιώνα αρχικά στην επαρχία Ολυμπίας κι έπειτα κοντά στα Καλάβρυτα, όπου ίδρυσαν το χωριό Σουδενά Καλαβρύτων εις ανάμνηση του παλιού χωριού τους.
Ο πύργος παραμένει ακόμα στην οικογένεια, αφού ο ιδιοκτήτης του είναι o Αντώνιος Πετιμεζάς, αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού.
Βιβλιογραφία - Πηγές
Οι αρχαίοι Λουσοί ήταν μια πολίχνη της Αζανίας μεταξύ Κύναιθας και Κλείτορος, που άκμασε κατά τους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους αλλά κατά τον 2ο αι. μ.Χ., όταν τους επισκέφτηκε ο Παυσανίας είχαν εγκαταλειφθεί.
Οι Λουσοί ήταν μια αυτόνομη και ακμαία πόλη στα προκλασικά χρόνια, όπως φαίνεται από την αναγόρευση του Αγησίλα ως Λουσιάτη νικητή σε δρόμο κέλητος ίππου κατά την ενδέκατη Πυθιάδα (542 π.Χ.). Όταν παρήκμασαν εξαρτήθηκαν από το γειτονικό Κλείτορα. Κατά το συμμαχικό πόλεμο (220-217 π .Χ), αναφέρει ο Πολύβιος ότι οι Αιτωλοί έφτασαν στο φημισμένο ιερό της Άρτεμης, που βρίσκεται κοντά στο σημερινό ξωκκλήσι της Παναγίας του Λουσικού και που ήταν σεβαστό από όλους τους Έλληνες και "άσυλο" για όσους κατέφευγαν εκεί, και σκόπευαν να το λεηλατήσουν.
Οι Λουσιάτες τότε κατάφεραν να τους μεταπείσουν προσφέροντας τους μερικά από τα πολύτιμα αναθήματα της θεάς, αλλά τελικά οι Αιτωλοί έγιναν ιερόσυλοι αρπάζοντας τα κοπάδια των ζώων που ήταν περιουσία του ιερού της Άρτεμης.
Οι Λουσιάτες είχαν προσχωρήσει στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, σύμφωνα με τα νομίσματα που βρέθηκαν και τα οποία έχουν την επιγραφή "αχαιών λουσιατάν", και διατηρούσαν στενές πολιτικές σχέσεις με τους Στυμφάλιους.
Κάτω Λουσοί
Είναι χτισμένοι σε υψόμετρο 1.070 μέτρων στις πλαγιές των Αροανίων και αποτελούν έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς της Αχαΐας. Οι Κάτω Λουσοί ανήκουν στον Δήμο Καλαβρύτων και ο πληθυσμός τους σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 54 κάτοικοι. Πολύ κοντά στον οικισμό βρίσκονται τα Σπήλαια Λιμνών που είναι από τα πιο επισκέψιμα σπήλαια στην Ελλάδα.
Το χωριό μέχρι το 1928 ονομαζόταν Σουδενά Αγίου Βασιλείου οπότε και μετονομάστηκε σε Κάτω Λουσοί. Η παλιά ονομασία Σουδενά Αγίου Βασιλείου προέρχεται από τον ενοριακό ναό του χωριού, τον Άγιο Βασίλειο, για να γίνεται διάκριση από τους Άνω Λουσούς που παλιά ονομάζονταν Σουδενά Θεοτόκου από τον ομώνυμο εκεί ενοριακό ναό. Την ονομασία Σουδενά το χωριό την οφείλει στην ιστορική οικογένεια των Πετιμεζαίων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν εκεί τον 17ο αιώνα προερχόμενοι από τα Σουδενά της Ηπείρου. Μάλιστα ο πύργος που έκτισε η οικογένεια ως κατοικία της διατηρείται μέχρι σήμερα σε περίοπτη θέση εντός του χωριού. Από κατοίκους των Λουσών οικίστηκαν τα σημερινά χωριά Άνω Σουδεναίικα και Κάτω Σουδεναίικα.
Άνω Λουσοί
Το χωριό μέχρι το 1928 ονομαζόταν Σουδενά Θεοτόκου, οπότε και μετονομάστηκε σε Άνω Λουσοί. Η παλιά ονομασία «Σουδενά Θεοτόκου» προέρχεται από τον ενοριακό ναό του χωριού για να γίνεται διάκριση από τους Κάτω Λουσούς που παλιά ονομάζονταν «Σουδενά Αγίου Βασιλείου» από τον ομώνυμο εκεί ενοριακό ναό.
Από το 1830 έως το 1920, εκτός από τον οικισμό των Άνω Λουσών, απογραφόταν ως ανεξάρτητος οικισμός, ανήκων στην Κοινότητα Άνω Λουσών, και ο οικισμός Χαρακτινού.
Σήμερα άτυπα τα χωριά συνεχίζουν ακόμα να αποκαλούνται από τους ντόπιους Σουδενά.
Η οικονομία των χωριών στηριζόταν στην κτηνοτροφία. Σε εποχές πριν τον πόλεμο είχαν αναπτυχθεί βιοτεχνικές δραστηριότητες για να καλύψουν τις ανάγκες σε κεραμίδια. Υπάρχουν ακόμη και σήμερα οι γούβες που έβγαζαν τον πηλό και οι τρύπες από τα καμίνια. Επίσης είχε αναπτυχθεί και η εκτροφή μεταξοσκώληκα.
Ο πύργος της οικογένειας βρίσκεται στους κάτω Λουσούς και εντυπωσιάζει για το σχήμα των κυκλικών του πυργίσκων με το βασικό τετράγωνο οικοδόμημα – μια αρχιτεκτονική που δεν την συναντάμε στα σπίτια της περιοχής, αλλά παραπέμπει σε οικίσκους μεγαλοαγροτών στη νότια Γαλλία.
Ο πύργος, όπως άλλωστε και τα σπίτια των Κάτω Λουσών (Σουδενά), είναι κτισμένος από την ντόπια γκριζοπρασινωπή πέτρα, η οποία έχει λαξευτεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να δημιουργεί χρωματικές αντιθέσεις, ανάλογα με τη γωνία πρόσπτωσης των ηλιακών ακτίνων. Οι κεραμοσκεπές είναι φτιαγμένες από μεγάλα κεραμίδια, σε μια γκρι – κόκκινη απόχρωση και φαντάζουν επιβλητικές. Και τα δύο χωριά είναι χαρακτηρισμένα, ως «παραδοσιακοί οικισμοί» και οι όποιες επεμβάσεις ακολουθούν αυστηρούς κανόνες, που συνάδουν με τη γενικότερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία τους.
Αρχαίοι Λουσοί
Από του Κάτω Λουσούς, υπάρχει πινακίδα που οδηγεί τον επισκέπτη στον αρχαιολογικό χώρο – τον μοναδικό ανασκαμμένο στην περιοχή. Πρόκειται για το Ιερό της Ημερασίας Αρτέμιδας (της Θεάς που εξημερώνει) και στον αρχαίο οικισμό των Λουσών. Τα θεμέλια του Ιερού, αλλά και των άλλων οικοδομημάτων του αρχαίου αυτού οικισμού είναι ορατά και δηλώνουν – από το μέγεθος τους – την ευμάρεια των αρχαίων κατοίκους τους.
Οι Αρχαίοι Λουσοί υπήρξαν σημαντική πόλη της Αρκαδικής Αζανίας (όπως ονομαζόταν η περί τον Κλείτορα βορειοδυτική Αρκαδία) με Ιερό πανελλήνιας εμβέλειας, εκτείνονταν στις δυτικές υπώρειες του Λούσιου όρους ή Προφήτη Ηλία, στην κοιλάδα των Σουδενών και είναι γνωστή από το 708 π.Χ. από τον Ολυμπιονίκη Ευρύβατο. Την πραγματική θέση του ναού και της πόλης εντόπισε πρώτος ο αρχαιολόγος Γ. Παπανδρέου το 1886.
Παρόλο όμως που η ερευνά του ήταν εξαντλητική, περιορίστηκε στη συγκέντρωση φιλολογικών πηγών. Το 1898 και 1899 οι w. Reichel και Α. Wilhelm ανασκάπτουν στο λόφο το Ιερό. Η ανασκαφή αποκάλυψε τα θεμέλια του ναού και των κυριότερων οικοδομημάτων του Ιερού, αλλά περιορίστηκε σ’ αυτό και δεν επεκτάθηκε στην πόλη των Λουσών, η οποία βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο.
Το 1981 το Αρχαιολογικό Αυστριακό Ινστιτούτο υπό την εποπτεία της Διευθύντριας Βερόνικας Μητσοπούλου – Leon ξανάρχισε την ανασκαφική έρευνα στο ιερό της Αρτέμιδας και συγκεκριμένα στο ναό, ενώ από το 2000 συνεχίστηκε υπό τη Διεύθυνση του Georg Ladstatter με σημαντικά αποτελέσματα για την πόλη και το ιερό της.
Από τις αρχαιολογικές έρευνες προκύπτουν τα παρακάτω στοιχεία:
Το Ιερό της Αρτέμιδος αποτελεί σημαντικό και αποκαλυπτικό εύρημα, δωρικού ρυθμού, που κατασκευάστηκε στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. και αποτελείται από έναν κεντρικό ναό και πλάγιες στοές. Ο ναός περιλαμβάνει πρόναο, μεγάλο σηκό και άδυτο και έχει πρόσβαση από την ανατολική πλευρά αλλά και από τη νότια, μέσω μιας πλάγιας θύρας.
Η ανωδομή των τοίχων ήταν λίθινη και η εξωτερική εικόνα χαρακτηριζόταν από δωρική πρόσοψη με τέσσερις κίονες εν παραστάσει και τη δωρική κιονοστοιχία στις πλαϊνές πτέρυγες. Το κτίσμα έχει χαρακτηριστικά κάτοψης ρυθμού «Βασιλικής» ενώ διακρίνονται τα χαρακτηριστικά ενός μακρόστενου ναού με άδυτο καθώς και μια προοδευτική προσπάθεια για πολύπλοκη διαμόρφωση του εσωτερικού χώρου.
Η Άρτεμη ήταν η κατ’ εξοχήν παρθενική θεά που περισσότερο από κάθε άλλη λατρεύτηκε στην Ελλάδα και η συγκεκριμένη τοπική επιθετική ονομασία της «Ημέρα» σημαίνει «αυτή που ημερεύει τα πάντα».
Στα ανατολικά, και έξω από το χώρο της πόλης, το μεγάλο ιερό της Αρτέμιδος προσέλκυε τους πιστούς ήδη από το τέλος του 8ου αι. π. Χ. μέχρι περίπου τον 1ο αι. μ. Χ.
Στη περιοχή Φούρνοι ερευνήθηκαν δύο μεγάλες οικίες της πόλης, στις οποίες η ζωή ξεκίνησε περίπου τον 3ο αι. π. Χ. Οι κάτοικοι ήταν αγρότες, κτηνοτρόφοι, και τους άρεσε το κυνήγι. Ασχολούνταν με την επεξεργασία των προϊόντων, που προσκόμιζαν. Για τη παραγωγή του κρασιού υπήρχαν πατητήρια, ο μούστος ωρίμαζε σε πίθους. Όπως μαρτυράει ο μεγάλος αριθμός αγνίθων από αργαλιούς, κατασκεύαζαν ζεστά ρούχα, κουβέρτες, χαλιά, για να αντιμετωπίζουν τους κρύους χειμώνες. Τα καθημερινά πιάτα και τα κουζινικά τους σκεύη μας δίνουν πληροφορίες για τις διατροφικές τους συνήθειες. Ταυτόχρονα διέθεταν αρκετές ανέσεις στη καθημερινή τους ζωή. Κάθε οικία ήταν εξοπλισμένη με ένα λουτρό με κομψή μπανιέρα και με μία ιδιαίτερα διακοσμημένη πήλινη εστία.
Ανάλογα με μία μελέτη των οστών των ζώων, στο οροπέδιο κυριαρχούσαν αιγοπρόβατα, βόδια, άλογα, αγριογούρουνα, ζαρκάδια και άλλα.
Τα τελευταία χρόνια ήρθε στο φως το κέντρο της πόλης. ‘Ένας μεγάλος ναός δέσποζε στο μικρό λόφο. Μπροστά του βρίσκεται ένα μικρό ηρώο και δίπλα στο σημερινό δρόμο προς Σιγούνι φαίνεται μια στοά σπουδαίων κτισμάτων, ελληνιστικής εποχής, με παλαιότερα ίχνη που μας οδηγούν πίσω μέχρι τη γεωμετρική και την αρχαϊκή εποχή.
Ο αρχαιολογικός χώρος των Λουσών είναι προσβάσιμος στο ευρύ κοινό από τον Ιούλιο του 2004.
Η παράδοση συνδέει το ιερό της Άρτεμης που ιδρύθηκε τον 7ο αι. π.Χ. με τον Μελάμποδα, ο οποίος εκεί μέσα γιάτρεψε από την τρέλα τις κόρες του Προίτου.
Από τότε ονόμασαν την Άρτεμη αυτή Ημέρα ή Ημερασία. Προς τιμήν της γινόταν από τους Λουσιάτες μεγάλη γιορτή, τα Ημεράσια, με αγώνες όπου έπαιρναν μέρος και ξένοι.
Η Άρτεμις γινόταν "ημέρα" (= καλόβουλη, ευμενής) με προσφορές και κατάλληλες ιεροπραξίες στο ιερό της.
Πύργος Πετιμεζά
Αρχοντική πυργοκατοικία του 17ου αιώνα που διατηρείται σε καλή κατάσταση.
Τα χαρακτηριστικά αμυντικά της στοιχεία είναι ο κυκλικός πύργος της νοτιοανατολικής γωνίας, η κυκλική σκοπιά της βορειοδυτικής γωνίας και οι πολυάριθμες τυφεκιοθυρίδες.
Βρίσκεται σε κεντρικό σημείο μέσα στο χωριό Κάτω Λουσοί Καλαβρύτων, η παλιά ονομασία του οποίου (πριν το 1928) ήταν Κάτω Σουδενά.
Ανήκε στην οικογένια των Πετμεζαίων ή Πετιμεζαίων ή Πετιμεζάδων. (στην φωτογραφία ο θάνατος του Αναγνωστάκη Πετιμεζά στη Μάχη του Βασιλικού το 1822 - Von Hess, Πινακοθήκη Μονάχου)
Η αρχική καταγωγή των Πετιμεζάδων ήταν από τα Σουδενά Ηπείρου (σημερινά Άνω και Κάτω Πεδινά) και το αρχικό επώνυμό τους ήταν Βλάσσης. Λέγεται πως το οικογενειακό όνομα άλλαξε όταν ένας από την οικογένεια σκότωσε κάποιον Τούρκο αγά ονόματι Πετιμέζη. Αναγκάστηκαν (προφανώς λόγω του φόνου) να εκπατριστούν και να εγκατασταθούν τον 17ο αιώνα αρχικά στην επαρχία Ολυμπίας κι έπειτα κοντά στα Καλάβρυτα, όπου ίδρυσαν το χωριό Σουδενά Καλαβρύτων εις ανάμνηση του παλιού χωριού τους.
Ο πύργος παραμένει ακόμα στην οικογένεια, αφού ο ιδιοκτήτης του είναι o Αντώνιος Πετιμεζάς, αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού.
Βιβλιογραφία - Πηγές
- Γεώργιος Παπανδρέου, Καλαβρυτινή επετηρίς: ήτοι πραγματεία περί της ιστορικής των Καλαβρύτων επαρχίας, Εκδότης Μιχαήλ Ι. Σαλιβέρος, Εν Αθήναις 1906.
- Κώστας Παπαγιαννόπουλος-Ελένη Σιμώνη (επιμέλεια), Οι ρίζες των Σουδενιωτών. Τοπική Ιστορία και Αρχαιολογία των μετακινήσεων, έκδοση: Σύλλογος Σουδενιωτών Πατρών και Περιχώρων, Λουσικά Αχαΐας 2017. ISBN: 978-618-83349-0-8.
- lousoi.gr
- el.wikipedia.org
- φωτογραφίες: kalavrytanews.com
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.