Ένα καινούργιο βιβλίο της Χρύσας Λυκούδη , με πολύ ενδιαφέρουσα πλοκή και πολλά ξεχωριστά στοιχεία από τις εκδόσεις «Ωκεανός». Τίτλος &q...
Ένα καινούργιο βιβλίο της Χρύσας Λυκούδη, με πολύ ενδιαφέρουσα πλοκή και πολλά ξεχωριστά στοιχεία από τις εκδόσεις «Ωκεανός».
Τίτλος "Τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας - η ψυχοκόρη"
Η Χρύσα γεννήθηκε στα Καραμεσινέικα, ένα χωριό έξω από την Πάτρα. Δημοτικό σχολείο πήγε στη Λυκούρια Καλαβρύτων, η οποία, όπως θα διαπιστώσετε και από το βιβλίο της, τη σημάδεψε καταλυτικά. Τις γυμνασιακές της υποχρεώσεις τις ολοκλήρωσε στην Πάτρα και πιο συγκεκριμένα στο 3ο γυμνάσιο θηλέων. Φοίτησε σε ιδιωτική σχολή στην Πάτρα "διοίκηση και λογιστική". Εργάστηκε ως υπάλληλος στο εργαστήριο των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών του Μαθηματικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Πατρών. Από πολύ μικρή ασχολείται με το γράψιμο, ποιήματα και διηγήματα, πολλά από τα οποία παραμένουν στο συρτάρι της.
Η συγγραφέας έδωσε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη στην εφημερίδα "Ωρα των Καλαβρύτων" την οποία και αναδημοσιέυουμε:
ΩτΚ.: Πώς είναι για ένα συγγραφέα η επόμενη ημέρα της έκδοσης του πρώτου βιβλίου του;
Χ.Λ.: Σαν μάνα με τρία παιδιά θα έλεγα ότι η επόμενη μέρα είναι σαν να καμαρώνεις και να κανακεύεις το νεογέννητο πνευματικό παιδί σου. Μεγάλη η συγκίνηση, η χαρά και η ικανοποίηση. Πιστεύεις πλέον ότι η επίμονη δουλειά σου, τα ξενύχτια σου, η έρευνά σου δεν πήγαν χαμένα. Περιμένεις πλέον και την αναγνώριση για να αισθανθείς δικαιωμένος.
ΩτΚ.: Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που είναι πρότυπό σας, που τον θαυμάζετε και σας επηρέασε σε αυτό το βιβλίο;
Χ.Λ.:Ο αγαπημένος μου συγγραφέας είναι ο πολυβραβευμένος Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Ιδιαίτερα ο τρόπος γραφής του βιβλίου του «Εκατό χρόνια μοναξιά» με επηρέασε βαθιά. Το πάντρεμα του παραμυθιού με την σκληρή πραγματικότητα μόνο ένας μεγάλος συγγραφέας σαν τον Γ.Γ. Μάρκες το κατορθώνει. Θέλησα να το τολμήσω. Δειλά βήματα βέβαια, οι αναγνώστες μου θα κρίνουν το αποτέλεσμα.
ΩτΚ.: Οι ιστορίες που περιγράφετε στο βιβλίο σας είναι ένα πάντρεμα της πραγματικότητας και της φαντασίας. Το αποτέλεσμα που προκύπτει, κατά τη γνώμη σας, είναι πιο κοντά στον μύθο ή στην πραγματικότητα;
Χ.Λ.:Είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα. Ακόμη κι αυτά που φαίνονται εξωπραγματικά εξηγούνται με απλό τρόπο. Π.χ. Η προγιαγιά η Πέρσα μέσα σε ένα καλοκαίρι έχασε πέντε παιδιά. Την ιστορία την πήρα από την δική μου προγιαγιά που έχασε από επιδημία μέσα σε ένα καλοκαίρι έξη παιδιά και στο βιβλίο έγραψα πέντε για να γίνει πιστευτό. Άλλο παράδειγμα: Ο Λάδωνας στέρεψε πράγματι το 1962 από γεωφυσικά αίτια. Οι κάτοικοι όμως, τότε που δεν υπήρχε ακόμα ρεύμα στο χωριό και τα νέα του κόσμου τα μάθαιναν καθυστερημένα, θεωρούσαν ότι ο Θεός στέρεψε το Λάδωνα κι ο καθένας ερμήνευε το περιστατικό με τις δικές του προκαταλήψεις.
ΩτΚ.: Μιλήστε μας λίγο για την κεντρική ηρωίδα του βιβλίου σας. Τι, κατά τη γνώμη σας, είναι αυτό που την κάνει τόσο ξεχωριστή;
Χ.Λ.:Πάντα εύρισκα τη συμπεριφορά κάποιων γιατρών προς τους ασθενείς τους προβληματική. Ψυχρή θα έλεγα. Δεν υπάρχει επικοινωνία. Ο ασθενής και περισσότερο ο ασθενής που μαθαίνει ξαφνικά ότι πάσχει από ανίατη ασθένεια καταρρέει μέσα σε λίγα λεπτά. Βλέπει μόνο ένα σκοτεινό κι επώδυνο τέλος. Το περιβάλλον του δεν γνωρίζει πώς να του συμπαρασταθεί κι εκείνος θεωρεί ότι η ζωή του τελείωσε. Θέλησα λοιπόν να κάνω μια γιατρό χειρουργό που θα είναι κοντά στον ασθενή της. Που θα τον πάρει από το χέρι και θα τον οδηγήσει στην ελπίδα και στην πίστη ότι μαζί θα αγωνιστούν για το καλύτερο αποτέλεσμα. Στο πρώτο βιβλίο μου δημιούργησα το υπόβαθρο της θετής οικογένειας της ηρωίδας μου και το υπόβαθρο του χαρακτήρα της, τα εφόδια που πήρε και την έκαναν ξεχωριστή, ώστε στο δεύτερο βιβλίο, το οποίο είναι συνέχεια του πρώτου κι έχει πλέον ολοκληρωθεί, να κατορθώσει να γίνει μια παγκοσμίου φήμης γιατρός χειρουργός ογκολόγος που κάνει θαύματα με τα χέρια της, αλλά και την γνώση που απέκτησε με αγώνες, σκληρή δουλειά κι έρευνα. Το μυστήριο που διαφαίνεται στη ζωή της και που κορυφώνεται στο δεύτερο βιβλίο είναι ερωτηματικά δικά μου, αλλά και επιστημόνων που ασχολούνται με την παραψυχολογία.
ΩτΚ.: Πώς προέκυψε ο τίτλος του βιβλίου σας ; Θέλετε να μας πείτε ποιοι άλλοι ενδεχομένως πέρασαν από το μυαλό σας;
Χ.Λ.:Ήθελα το πρώτο μου μυθιστόρημα να το αφιερώσω στην ιδιαίτερη πατρίδα μου τη Λυκούρια που αγαπώ πολύ. Μπορεί να μην γεννήθηκα εκεί, αλλά αυτή θεωρώ πατρίδα μου. Πιστεύω ότι η ζωή του ανθρώπου ξεκινά από τον τόπο που αρχίζουν οι καθαρές μνήμες του και από τον τόπο που εισέπραξε αγάπη και σεβασμό. Στην καρδιά μου Λυκούρια και Λάδωνας είναι αλληλένδετα. Σκεφτόμουν λοιπόν έναν τίτλο που θα προβάλλει το χωριό μου αμέσως με το που θα έπεφτε το μάτι του καθενός στο εξώφυλλο. Σε συνεργασία με τον Εκδοτικό μου Οίκο «Ωκεανό» βρήκαμε και το κατάλληλο εξώφυλλο. Είμαι ευγνώμων στην εκδότριά μου κ. Ελένη Κεκροπούπου που εμπιστεύτηκε την ιστορία μου. Το πρώτο που μου είπε όταν υπογράφαμε τα συμβόλαια ήταν: Πολύ δυνατός και πρωτότυπος τίτλος. Ναι, πέρασαν κι άλλες σκέψεις για τον τίτλο κι όλες είχαν μέσα το Λάδωνα. Ο συγκεκριμένος προβάλλει το ποτάμι μας και συγχρόνως αναρωτιέται κανείς τι έγινε τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας;
ΩτΚ.: Πρόσφατα επισκεφτήκατε τη Λυκούρια, το χωριό που σας έδωσε την αφορμή να γράψετε αυτό το βιβλίο. Τι διακρίνατε; Πώς ήταν η ζωή τότε και πώς έχει διαμορφωθεί τώρα;
Χ.Λ.:Η ολιγοήμερη επίσκεψή μου στο χωριό εφέτος το Δεκαπεντάγουστο ήταν για μένα ένα ιερό προσκύνημα. Πήγα τέτοια μέρα με σκοπό να τους δω όλους. Η συγκίνηση χαράς πολύ μεγάλη σαν είδα και μίλησα με τους περισσότερους παιδικούς φίλους μου. Πάντα επισκεπτόμουν τους θείους μου για μια δυο μέρες αλλά δεν προλάβαινα να δω όλους τους συγχωριανούς μου, τους συμμαθητές μου, τους φίλους μου. Αυτό το βιβλίο ασχολείται με γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο χωριό από το 1870 περίπου, μέχρι το 1966, ενώ το δεύτερο με τίτλο: «Τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας-Η Επιστροφή» ασχολείται με τη σύγχρονη εποχή και περιγράφει πως βρίσκει η ηρωίδα μου το χωριό όταν επιστρέφει σε αυτό μετά από σαράντα χρόνια. Οπότε θα μάθετε τις εξελίξεις του χωριού από αυτό. Θα τονίσω μόνο δύο πράγματα που με απογοήτευσαν και με στενοχώρησαν πολύ. Ενώ το χωριό έγινε πανέμορφο, με δρόμους, σύγχρονα σπίτια, μαγαζιά και πολλές εκκλησιές, το σχολείο μου με τους εκατόν πενήντα συμμαθητές μου και τους τρεις δασκάλους το βρήκα ανύπαρκτο. Επίσης ο χώρος γύρω από τον Λάδωνα είναι χειρότερος από κάθε άλλη φορά. Δεν υπάρχει πρόσβαση στην πηγή και τα αγριόχορτα και τα μπάζα καλύπτουν τη θέα του ομορφότερου ποταμού της χώρας μας. Ευελπιστώ η νέα Δημοτική Διοίκηση Καλαβρύτων να δώσει στα έργα της προτεραιότητα στον Λάδωνα. Να γίνει το στολίδι του τόπου μας.
ΩτΚ.: Προφανώς περιγράφετε και πραγματικά πρόσωπα με άλλα ονόματα. Πως νιώσατε όταν είδατε, τους ίδιους ή τα παιδιά τους; Η εξέλιξή τους είναι περίπου όπως τη φανταστήκατε;
Χ.Λ.: Είμαι υπερήφανη για όλους τους ανθρώπους του χωριού μου. Οι Λυκουργιώτες το έχουν στο αίμα τους να αγωνίζονται και να κατορθώνουν το καλύτερο. Αυτό το αναφέρω και στο βιβλίο. Από το μετερίζι της κοινωνικής ζωής που βρίσκεται ο καθένας, προσφέρει με την καρδιά του σε έργα υποδομής, σε κοινωνικό και σε πολιτιστικό επίπεδο. Θα ήθελα όμως και έργα για την πηγή του Λάδωνα. Στην τελευταία επίσκεψή μου στο χωριό θαύμασα τα μέλη του πολιτιστικού συλλόγου και τα Λυκουργιοτόπουλα που χορεύουν σαν παραδοσιακοί Έλληνες και χάρηκα πολύ που λαμβάνουν μέρος στον αθλητισμό και σε ομαδικές δραστηριότητες.
ΩτΚ.: Υπάρχει κάποιος χαρακτήρας από αυτό το βιβλίο σας που θα θέλατε να τον ξαναζωντανέψετε σε κάποιο επόμενο έργο σας;
Χ.Λ.:Θεωρώ ότι ο κάθε χαρακτήρας είναι μοναδικός. Θα μπορούσα όμως να πάρω στοιχεία από τον χαρακτήρα της γιαγιάς Αναστασίας. Στο πρόσωπό της ενσωματώνονται πολλοί ρόλοι. Όπως της δυναμικής βουνίσιας γυναίκας, της αγωνίστριας, της ψυχολόγου, της γιατρού, της μάνας, της σοφής και τρυφερής γιαγιάς.
ΩτΚ.: Η Λυκούρια και ο Λάδωνας σας έδωσαν το ερέθισμα.
Χ.Λ.Μετά την επίσκεψή σας στο χωριό, αν ξαναγράφατε το βιβλίο, θα αλλάζατε κάτι; Το χωριό μου, όπως προανέφερα, το επισκεπτόμουν, μάθαινα πολύ συχνά όλα τα νέα και την εξέλιξή του από τους αγαπημένους μου συγγενείς. Συνεπώς όταν έγραφα το βιβλίο είχα την εικόνα που ήθελα.
ΩτΚ.: Ποιο είναι το πιο σημαντικό πράγμα που αποκομίσατε από τη συγγραφή του βιβλίου σας;
Χ.Λ.:Ότι η παιδική μας ηλικία καθορίζει την εξέλιξή μας, την ανθρωπιά μας και τη θέση μας μέσα στην κοινωνία.
ΩτΚ.: Πώς θα σας φαινόταν να γυριστεί το βιβλίο σας ταινία ή θεατρική παράσταση;
Χ.Λ.:Με εκπλήσσει που μου κάνετε αυτήν την ερώτηση. Όταν τελείωσα τη γραφή του βιβλίου και το διάβασε η κόρη μου -στην κυριολεξία βιβλιοφάγος- μου είπε: Αυτό το βιβλίο αξίζει να γίνει ταινία ή σίριαλ στην τηλεόραση. Σας ευχαριστώ που πέρασε η ιδέα από το μυαλό σας. Αν γινόταν αυτό θα ήταν φυσικά μια μεγάλη ηθική ικανοποίηση γιατί θα προβαλλόταν ο Λάδωνας, η Λυκούρια και η σκληρή ζωή του τόπου μου από τους δύο περασμένους αιώνες. Σας ευχαριστώ πολύ για την τιμή που μου κάνατε να μου πάρετε συνέντευξη και για τις ενδιαφέρουσες και ιδιαίτερες ερωτήσεις σας.
Τίτλος "Τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας - η ψυχοκόρη"
Η Χρύσα γεννήθηκε στα Καραμεσινέικα, ένα χωριό έξω από την Πάτρα. Δημοτικό σχολείο πήγε στη Λυκούρια Καλαβρύτων, η οποία, όπως θα διαπιστώσετε και από το βιβλίο της, τη σημάδεψε καταλυτικά. Τις γυμνασιακές της υποχρεώσεις τις ολοκλήρωσε στην Πάτρα και πιο συγκεκριμένα στο 3ο γυμνάσιο θηλέων. Φοίτησε σε ιδιωτική σχολή στην Πάτρα "διοίκηση και λογιστική". Εργάστηκε ως υπάλληλος στο εργαστήριο των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών του Μαθηματικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Πατρών. Από πολύ μικρή ασχολείται με το γράψιμο, ποιήματα και διηγήματα, πολλά από τα οποία παραμένουν στο συρτάρι της.
Η συγγραφέας έδωσε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη στην εφημερίδα "Ωρα των Καλαβρύτων" την οποία και αναδημοσιέυουμε:
ΩτΚ.: Πώς είναι για ένα συγγραφέα η επόμενη ημέρα της έκδοσης του πρώτου βιβλίου του;
Χ.Λ.: Σαν μάνα με τρία παιδιά θα έλεγα ότι η επόμενη μέρα είναι σαν να καμαρώνεις και να κανακεύεις το νεογέννητο πνευματικό παιδί σου. Μεγάλη η συγκίνηση, η χαρά και η ικανοποίηση. Πιστεύεις πλέον ότι η επίμονη δουλειά σου, τα ξενύχτια σου, η έρευνά σου δεν πήγαν χαμένα. Περιμένεις πλέον και την αναγνώριση για να αισθανθείς δικαιωμένος.
ΩτΚ.: Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που είναι πρότυπό σας, που τον θαυμάζετε και σας επηρέασε σε αυτό το βιβλίο;
Χ.Λ.:Ο αγαπημένος μου συγγραφέας είναι ο πολυβραβευμένος Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Ιδιαίτερα ο τρόπος γραφής του βιβλίου του «Εκατό χρόνια μοναξιά» με επηρέασε βαθιά. Το πάντρεμα του παραμυθιού με την σκληρή πραγματικότητα μόνο ένας μεγάλος συγγραφέας σαν τον Γ.Γ. Μάρκες το κατορθώνει. Θέλησα να το τολμήσω. Δειλά βήματα βέβαια, οι αναγνώστες μου θα κρίνουν το αποτέλεσμα.
ΩτΚ.: Οι ιστορίες που περιγράφετε στο βιβλίο σας είναι ένα πάντρεμα της πραγματικότητας και της φαντασίας. Το αποτέλεσμα που προκύπτει, κατά τη γνώμη σας, είναι πιο κοντά στον μύθο ή στην πραγματικότητα;
Χ.Λ.:Είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα. Ακόμη κι αυτά που φαίνονται εξωπραγματικά εξηγούνται με απλό τρόπο. Π.χ. Η προγιαγιά η Πέρσα μέσα σε ένα καλοκαίρι έχασε πέντε παιδιά. Την ιστορία την πήρα από την δική μου προγιαγιά που έχασε από επιδημία μέσα σε ένα καλοκαίρι έξη παιδιά και στο βιβλίο έγραψα πέντε για να γίνει πιστευτό. Άλλο παράδειγμα: Ο Λάδωνας στέρεψε πράγματι το 1962 από γεωφυσικά αίτια. Οι κάτοικοι όμως, τότε που δεν υπήρχε ακόμα ρεύμα στο χωριό και τα νέα του κόσμου τα μάθαιναν καθυστερημένα, θεωρούσαν ότι ο Θεός στέρεψε το Λάδωνα κι ο καθένας ερμήνευε το περιστατικό με τις δικές του προκαταλήψεις.
ΩτΚ.: Μιλήστε μας λίγο για την κεντρική ηρωίδα του βιβλίου σας. Τι, κατά τη γνώμη σας, είναι αυτό που την κάνει τόσο ξεχωριστή;
Χ.Λ.:Πάντα εύρισκα τη συμπεριφορά κάποιων γιατρών προς τους ασθενείς τους προβληματική. Ψυχρή θα έλεγα. Δεν υπάρχει επικοινωνία. Ο ασθενής και περισσότερο ο ασθενής που μαθαίνει ξαφνικά ότι πάσχει από ανίατη ασθένεια καταρρέει μέσα σε λίγα λεπτά. Βλέπει μόνο ένα σκοτεινό κι επώδυνο τέλος. Το περιβάλλον του δεν γνωρίζει πώς να του συμπαρασταθεί κι εκείνος θεωρεί ότι η ζωή του τελείωσε. Θέλησα λοιπόν να κάνω μια γιατρό χειρουργό που θα είναι κοντά στον ασθενή της. Που θα τον πάρει από το χέρι και θα τον οδηγήσει στην ελπίδα και στην πίστη ότι μαζί θα αγωνιστούν για το καλύτερο αποτέλεσμα. Στο πρώτο βιβλίο μου δημιούργησα το υπόβαθρο της θετής οικογένειας της ηρωίδας μου και το υπόβαθρο του χαρακτήρα της, τα εφόδια που πήρε και την έκαναν ξεχωριστή, ώστε στο δεύτερο βιβλίο, το οποίο είναι συνέχεια του πρώτου κι έχει πλέον ολοκληρωθεί, να κατορθώσει να γίνει μια παγκοσμίου φήμης γιατρός χειρουργός ογκολόγος που κάνει θαύματα με τα χέρια της, αλλά και την γνώση που απέκτησε με αγώνες, σκληρή δουλειά κι έρευνα. Το μυστήριο που διαφαίνεται στη ζωή της και που κορυφώνεται στο δεύτερο βιβλίο είναι ερωτηματικά δικά μου, αλλά και επιστημόνων που ασχολούνται με την παραψυχολογία.
ΩτΚ.: Πώς προέκυψε ο τίτλος του βιβλίου σας ; Θέλετε να μας πείτε ποιοι άλλοι ενδεχομένως πέρασαν από το μυαλό σας;
Χ.Λ.:Ήθελα το πρώτο μου μυθιστόρημα να το αφιερώσω στην ιδιαίτερη πατρίδα μου τη Λυκούρια που αγαπώ πολύ. Μπορεί να μην γεννήθηκα εκεί, αλλά αυτή θεωρώ πατρίδα μου. Πιστεύω ότι η ζωή του ανθρώπου ξεκινά από τον τόπο που αρχίζουν οι καθαρές μνήμες του και από τον τόπο που εισέπραξε αγάπη και σεβασμό. Στην καρδιά μου Λυκούρια και Λάδωνας είναι αλληλένδετα. Σκεφτόμουν λοιπόν έναν τίτλο που θα προβάλλει το χωριό μου αμέσως με το που θα έπεφτε το μάτι του καθενός στο εξώφυλλο. Σε συνεργασία με τον Εκδοτικό μου Οίκο «Ωκεανό» βρήκαμε και το κατάλληλο εξώφυλλο. Είμαι ευγνώμων στην εκδότριά μου κ. Ελένη Κεκροπούπου που εμπιστεύτηκε την ιστορία μου. Το πρώτο που μου είπε όταν υπογράφαμε τα συμβόλαια ήταν: Πολύ δυνατός και πρωτότυπος τίτλος. Ναι, πέρασαν κι άλλες σκέψεις για τον τίτλο κι όλες είχαν μέσα το Λάδωνα. Ο συγκεκριμένος προβάλλει το ποτάμι μας και συγχρόνως αναρωτιέται κανείς τι έγινε τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας;
ΩτΚ.: Πρόσφατα επισκεφτήκατε τη Λυκούρια, το χωριό που σας έδωσε την αφορμή να γράψετε αυτό το βιβλίο. Τι διακρίνατε; Πώς ήταν η ζωή τότε και πώς έχει διαμορφωθεί τώρα;
Χ.Λ.:Η ολιγοήμερη επίσκεψή μου στο χωριό εφέτος το Δεκαπεντάγουστο ήταν για μένα ένα ιερό προσκύνημα. Πήγα τέτοια μέρα με σκοπό να τους δω όλους. Η συγκίνηση χαράς πολύ μεγάλη σαν είδα και μίλησα με τους περισσότερους παιδικούς φίλους μου. Πάντα επισκεπτόμουν τους θείους μου για μια δυο μέρες αλλά δεν προλάβαινα να δω όλους τους συγχωριανούς μου, τους συμμαθητές μου, τους φίλους μου. Αυτό το βιβλίο ασχολείται με γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο χωριό από το 1870 περίπου, μέχρι το 1966, ενώ το δεύτερο με τίτλο: «Τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας-Η Επιστροφή» ασχολείται με τη σύγχρονη εποχή και περιγράφει πως βρίσκει η ηρωίδα μου το χωριό όταν επιστρέφει σε αυτό μετά από σαράντα χρόνια. Οπότε θα μάθετε τις εξελίξεις του χωριού από αυτό. Θα τονίσω μόνο δύο πράγματα που με απογοήτευσαν και με στενοχώρησαν πολύ. Ενώ το χωριό έγινε πανέμορφο, με δρόμους, σύγχρονα σπίτια, μαγαζιά και πολλές εκκλησιές, το σχολείο μου με τους εκατόν πενήντα συμμαθητές μου και τους τρεις δασκάλους το βρήκα ανύπαρκτο. Επίσης ο χώρος γύρω από τον Λάδωνα είναι χειρότερος από κάθε άλλη φορά. Δεν υπάρχει πρόσβαση στην πηγή και τα αγριόχορτα και τα μπάζα καλύπτουν τη θέα του ομορφότερου ποταμού της χώρας μας. Ευελπιστώ η νέα Δημοτική Διοίκηση Καλαβρύτων να δώσει στα έργα της προτεραιότητα στον Λάδωνα. Να γίνει το στολίδι του τόπου μας.
ΩτΚ.: Προφανώς περιγράφετε και πραγματικά πρόσωπα με άλλα ονόματα. Πως νιώσατε όταν είδατε, τους ίδιους ή τα παιδιά τους; Η εξέλιξή τους είναι περίπου όπως τη φανταστήκατε;
Χ.Λ.: Είμαι υπερήφανη για όλους τους ανθρώπους του χωριού μου. Οι Λυκουργιώτες το έχουν στο αίμα τους να αγωνίζονται και να κατορθώνουν το καλύτερο. Αυτό το αναφέρω και στο βιβλίο. Από το μετερίζι της κοινωνικής ζωής που βρίσκεται ο καθένας, προσφέρει με την καρδιά του σε έργα υποδομής, σε κοινωνικό και σε πολιτιστικό επίπεδο. Θα ήθελα όμως και έργα για την πηγή του Λάδωνα. Στην τελευταία επίσκεψή μου στο χωριό θαύμασα τα μέλη του πολιτιστικού συλλόγου και τα Λυκουργιοτόπουλα που χορεύουν σαν παραδοσιακοί Έλληνες και χάρηκα πολύ που λαμβάνουν μέρος στον αθλητισμό και σε ομαδικές δραστηριότητες.
ΩτΚ.: Υπάρχει κάποιος χαρακτήρας από αυτό το βιβλίο σας που θα θέλατε να τον ξαναζωντανέψετε σε κάποιο επόμενο έργο σας;
Χ.Λ.:Θεωρώ ότι ο κάθε χαρακτήρας είναι μοναδικός. Θα μπορούσα όμως να πάρω στοιχεία από τον χαρακτήρα της γιαγιάς Αναστασίας. Στο πρόσωπό της ενσωματώνονται πολλοί ρόλοι. Όπως της δυναμικής βουνίσιας γυναίκας, της αγωνίστριας, της ψυχολόγου, της γιατρού, της μάνας, της σοφής και τρυφερής γιαγιάς.
ΩτΚ.: Η Λυκούρια και ο Λάδωνας σας έδωσαν το ερέθισμα.
Χ.Λ.Μετά την επίσκεψή σας στο χωριό, αν ξαναγράφατε το βιβλίο, θα αλλάζατε κάτι; Το χωριό μου, όπως προανέφερα, το επισκεπτόμουν, μάθαινα πολύ συχνά όλα τα νέα και την εξέλιξή του από τους αγαπημένους μου συγγενείς. Συνεπώς όταν έγραφα το βιβλίο είχα την εικόνα που ήθελα.
ΩτΚ.: Ποιο είναι το πιο σημαντικό πράγμα που αποκομίσατε από τη συγγραφή του βιβλίου σας;
Χ.Λ.:Ότι η παιδική μας ηλικία καθορίζει την εξέλιξή μας, την ανθρωπιά μας και τη θέση μας μέσα στην κοινωνία.
ΩτΚ.: Πώς θα σας φαινόταν να γυριστεί το βιβλίο σας ταινία ή θεατρική παράσταση;
Χ.Λ.:Με εκπλήσσει που μου κάνετε αυτήν την ερώτηση. Όταν τελείωσα τη γραφή του βιβλίου και το διάβασε η κόρη μου -στην κυριολεξία βιβλιοφάγος- μου είπε: Αυτό το βιβλίο αξίζει να γίνει ταινία ή σίριαλ στην τηλεόραση. Σας ευχαριστώ που πέρασε η ιδέα από το μυαλό σας. Αν γινόταν αυτό θα ήταν φυσικά μια μεγάλη ηθική ικανοποίηση γιατί θα προβαλλόταν ο Λάδωνας, η Λυκούρια και η σκληρή ζωή του τόπου μου από τους δύο περασμένους αιώνες. Σας ευχαριστώ πολύ για την τιμή που μου κάνατε να μου πάρετε συνέντευξη και για τις ενδιαφέρουσες και ιδιαίτερες ερωτήσεις σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.