Ο Βασίλης είναι σίγουρα λίγα χρόνια μεγαλύτερός μου. Δεν ξέρω πόσα ακριβώς γιατί ποτέ δεν το έμαθα ή και να το έμαθα ποτέ δεν το συγκράτησα....
Νοιώθω ότι ο Βασίλης ο Κατραβάς του Λάμπη και της Ανδρονίκης δεν υπήρξε ποτέ παιδί και ότι δεν θα υπάρξει ποτέ ηλικιωμένος. Είναι ο Καλαβρυτινός φίλος όλων μας που ανεξαρτήτως ηλικίας έχει συντροφέψει διαχρονικά τη ζωή μας στον γενέθλιο τόπο μας.
Πάντα αθώος, πάντα άκακος, πάντα άθελά του τρυφερός και αγαπημένος από όλους.
Εμείς ενηλικιωθήκαμε, σπουδάσαμε, δουλέψαμε, κάναμε οικογένειες και φυσικά όλα πάνω μας το πέρασμα του χρόνου τα άλλαξε.
Εμείς θυμώσαμε, καυγαδίσαμε, φανατιστήκαμε, γίναμε φιλόδοξοι, αλαζόνες, ματαιόδοξοι, κόλακες και πολλά - πολλά άλλα.
Ο Βασίλης έμεινε σταθερά και επίμονα απόλυτα ίδιος.
Προφανώς η γενετική ανωμαλία των χρωμοσωμάτων του που τον έκανε διαφορετικό από εμάς τον λύτρωσε ταυτόχρονα από όλες τις, αγνώστου καταλήξεως, περιπέτειες της ζωής του.
Τον έκανε να αγωνίζεται παθιασμένα επί χρόνια για την αποκλειστικότητα της ευλαβικής μεταφοράς από τον ίδιο του σκεπάσματος του φέρετρου σε όλες τις Καλαβρυτινές κηδείες.
Τον έκανε έξαλλο υβριστή του Θωμά του τροχονόμου «υπεύθυνου» για το πέσιμό του πάνω στο σήμα της τροχαίας στην κηδεία του Νικολάκη.
Τον έκανε φανατικό παίχτη του «σκλούτουπου» στην πλατεία με αντιπάλους εμάς, τότε φοιτητές, τότε νέους και συνεπώς ικανούς να μοιραστούμε μαζί του την παντελή απουσία καθωσπρεπισμού και σοβαροφάνειας.
Τον έκανε ικανό να «μαλώσει» τον Δημήτρη τον Κατσικόπουλο γιατί καθυστερούσε την περιποίηση του κήπου του Δημοτικού σχολείου που είχαν αναλάβει εργολαβικά οι δυο τους.
Του επέτρεψε να περπατά αγέρωχα με ιατρική μπλούζα και στηθοσκόπιο στο στήθος στους διαδρόμους του Πανεπιστημίου αγκαλιά με τον φίλο του τον Κώστα, τον καθηγητή της Ιατρικής Σχολής.
Ο φίλος μας ο Βασίλης έχει την καλοσυνάτη πονηριά να μας αφήσει κάποιες φορές να νομίζουμε ότι τον «δουλεύουμε».
Η αλήθεια είναι ότι πάντα αυτός μας «δούλευε».
Όπως, πριν λίγο καιρό, που με έπαιρνε συχνά τηλέφωνο, με «έβριζε» και με απειλούσε με μηνύσεις και καταγγελίες στον εισαγγελέα.
Άφηνε τον Ηλία και τους άλλους να νομίζουν ότι πραγματικά πίστευε αυτά που μου έλεγε.
Όταν όμως μπήκα στο δωμάτιό του στο Νοσοκομείο των Καλαβρύτων, με κοίταξε με το γνωστό σε όλους μας, βλέμμα του και μου είπε «Γιώργη, πλάκα σου έκανα».
Αυτός είναι ο Βασίλης ο Κατραβάς. Ο δικός μας Βασίλης. Που απελευθερωμένος, εδώ και λίγο καιρό απ’ τα «δεσμά» του Λάμπη δίνει τώρα τη μεγάλη μάχη του με τη συντροφιά της καλής του Βούλας.
Νοιώθω τυχερός που μαζί με το Σπύρο τον Σοκορέλη και άλλους μπορέσαμε φέτος να σβήσουμε την τούρτα των γενεθλίων του στο Νοσοκομείο του Ρίου.
Λίγες ημέρες νωρίτερα μου το είχε πει: «Γεννήθηκα στις 17 Μαρτίου, θυμάσαι;».
Άλλη απρόσμενη σύμπτωση και αυτή.
Ο Βασίλης γεννήθηκε την ημέρα τιμής του πολιούχου της πόλης μας.
Δεν το ήξερα βέβαια, αλλά όταν μου το είπε, επιβεβαίωσε κάτι για το οποίο ήδη δεν είχα αμφιβολία.
Όταν ο Βασίλης εμφανισθεί, όπως όλοι μας κάποια στιγμή, ενώπιον του «φοβερού βήματος» η Κρίση γι΄ αυτόν τον αγαθό, τον άκακο, και αθώο Καλαβρυτινό θα είναι σίγουρα θετική!
Δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό Επικοινωνειν τ.23 Σεπτέμβριος 2009΄
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.