-67- Γρηγόρης Σολωμός: Ερωτήματα που άφησε το Ολοκαύτωμα Καλαβρύτων Γιατί προκειμένου να ετοιμάσω την παρουσίασή μο...
-67-
Γρηγόρης Σολωμός: Ερωτήματα που άφησε το Ολοκαύτωμα Καλαβρύτων
Γιατί προκειμένου να ετοιμάσω την παρουσίασή μου χρειάστηκε να αναδιφήσω ολόκληρη τη σχετική με το θέμα βιβλιογραφία και κάθε άλλο στοιχείο που γράφτηκε στα 60 και πλέον χρόνια που πέρασαν από τον δίσεκτο εκείνο για τα Καλάβρυτα χρόνο και διαπίστωσα την ανάδυση ερωτημάτων, που απασχόλησαν και απασχολούν τόσο τον λαό όσο και τους ιστοριοδίφες που έσκυψαν και σκύβουν ακόμη και σήμερα πάνω στην τραγωδία «ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ». Κι αυτό συμβαίνει γιατί παρείσφρησαν τα Δεκεμβριανά πολιτικά μίση και πάθη, μεσολάβησε ένας πολυαίμακτος εμφύλιος και επακολούθησαν τα πέτρινα χρόνια της μετεμφυλιακής περιόδου, που διάφορες κομματικές σκοπιμότητες και προκαταλήψεις διαστρέβλωσαν τα γεγονότα και συσκότισαν την αιτιολόγηση του στυγερού εγκλήματος. Τριάντα και πλέον χρόνια, ασύδοτη η νικήτρια των Δεκεμβριανών και της εμφύλιας σύρραξης πολιτική παράταξη δηλητηρίαζε την ψυχή του λαού μας και φανάτιζε τις συνειδήσεις των παιδιών μας, αποσιωπώντας την παγκόσμια γνωστή εγκληματική συμπεριφορά των κατακτητών, και αποδίδοντας αποκλειστικά την ευθύνη του Καλαβρυτινού ολοκαυτώματος στην εκτέλεση των αιχμαλώτων της μάχης της Κερπινής από τον ΕΛΑΣ. Όλη αυτή η επαίσχυντη εθνικά κατασυκοφάντηση της Εθνικής αντίστασης κράτησε τριάντα ολόκληρα χρόνια χωρίς αντίλογο και χωρίς καμιά δυνατότητα απάντησης στα ασύστολα δημοσιεύματα, αφού δεν υπήρχε αντίπερα όχθη. Με την παρέμβασή μου αυτή δεν θα επιχειρήσω να δικαιολογήσω την ηθικά ελεγκτέα τακτική που ακολούθησε η ηγεσία της Εθνικής αντίστασης στα Καλάβρυτα· γιατί είμαι βέβαιος ότι θα καταγράψει η ιστορία τα γεγονότα στην πραγματική τους διάσταση. Θέλω απλά να επισημάνω τις συνέπειες που είχε η εκστρατεία εναντίον της αριστεράς στην υπόθεση Καλάβρυτα. Απενοχοποιήθησαν οι Γερμανοί για το έγκλημα και αρνούνται σήμερα κάθε συζήτηση για την καταβολή αποζημιώσεων στις οικογένειες των εκτελεσθέντων και τους πυροπαθείς των πυρποληθέντων Καλαβρύτων. Τα ερωτήματα που δημιούργησε το Καλαβρυτινό ολοκαύτωμα και η μετέπειτα πολύπλευρη αφήγηση των γεγονότων που δεν έχει δοθεί απάντηση ακόμη, είναι:
Τι ήταν το έγκλημα του γερμανικού στρατού κατοχής στα Καλάβρυτα και στα γύρω χωριά και Μοναστήρια που διαπράχθηκε τον Δεκέμβρη του 1943:
· Μέτρο εξιλέωσης για να νουθετήσουν την επαναστατημένη περιοχή της Βόρειας Πελοποννήσου;
· Ή μέτρο αντιποίνων για την εκτέλεση των Γερμανών αιχμαλώτων από το αντάρτικο του ΕΛΑΣ;
Για να απαντηθεί όμως αυτό το κύριο και βασικό στην υπόθεση των Καλαβρύτων ερώτημα θα πρέπει να απαντηθούν και κάποια άλλα ερωτήματα, που ίσως επηρέασαν καθοριστικά και οδήγησαν στο έγκλημα. Κι αυτά είναι:
· Γιατί ναυάγησαν οι συνομιλίες για την απελευθέρωση των αιχμαλώτων της μάχης της Κερπινής;
· Ποιος έδωσε την εντολή να εκτελεσθούν οι τρεις Γερμανοί τραυματίες;
· Γιατί ο ΕΛΑΣ κράτησε ζωντανούς τους αιχμαλώτους επί 50 ημέρες σε μια περίοδο πείνας και σε μια φτωχή περιοχή;
· Γιατί ο ΕΛΑΣ δεν χτύπησε τις Γερμανικές φάλαγγες ή κάποια εξ αυτών είτε πριν φθάσουν στα Καλάβρυτα είτε κατά την αποχώρησή τους;
· Ή ακόμη γιατί δεν χτύπησε για αντιπερισπασμό κάποια από τις γύρω πόλεις, που ήσαν άδειες από Γερμανούς;
Τα στοιχεία που καταθέτω απόψε πάρθηκαν από βιβλία, περιοδικά και διάφορα άλλα δημοσιεύματα και έγγραφα, τόσο των τοπικών Μ.Μ.Ε. όσο και του συνόλου του ελληνικού τύπου αλλά και εκείνων του στρατού κατοχής, που μπόρεσα να μελετήσω.
– Περικλή Ροδάκη, με τίτλο «Καλάβρυτα 1941-44», που εκδόθηκε (β' έκδοση) το 2001.
– Χέρμαν Φρανκ Μάγερ, με τίτλο: «Από την Βιέννη στα Καλάβρυτα» 4η έκδοση του 2006.
– Μίχου Δημ.: «Αναμνήσεις από το αντάρτικο στο Μωρηά».
– Η. Παπαστεργιόπουλου: «Ο Μοριάς στα Όπλα».
– Ζέκεντορφ: «Η Ελλάδα κάτω από τον αγκυλωτό Σταυρό».
– Βαζαίου: «Τα άγνωστα παρασκήνια της Εθνικής αντίστασης».
– Δ. Κανελλόπουλου: Διάφορα δημοσιεύματα – έρευνες για το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα.
– Α. Κακογιάννη: «Η θηριωδία των Ναζί στην Ελλάδα - Το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων» 1998.
– Κ. Καλαντζή: «Οι σφαγές των Καλαβρύτων» 1945.
– Β. Μαθιόπουλου: «Εικόνες κατοχής». 1990.
– Κ. Κανελλόπουλου: Σημειώματα.
– Π. Κομματά: «Ο ρόλος των προδοτών, των χαφιέδων και Δοσιλόγων στο Καλαβρυτινό ολοκαύτωμα».
– Γιάννη Ανδρικόπουλου: «Αίμα και Μύρο Νεομαρτύρων Καλαβρυτινών» (ορατόριο).
– Σ. Μελετζή: «Με τους αντάρτες στα βουνά».
Και άλλα πολλά που βρήκα σκόρπια τήδε κακείσε.
Μετά την κατάληψη της χώρας από τα Γερμανικά στρατεύματα τον Μάη του 1941, η χώρα διαιρέθηκε σε τρεις ζώνες:
– Την Βουλγαρική, την Ιταλική και την Γερμανική.
– Η Πελοπόννησος ανήκε στους Ιταλούς.
Στην περιοχή Καλαβρύτων οι Ιταλοί εγκαταστάθηκαν αμέσως μετά την κατάληψη της χώρας. Είκοσι περίπου καραμπινιέροι στην Κλειτορία και λίγο περισσότεροι στα Καλάβρυτα, αφού εξασφάλισαν την απόλυτη συνεργασία με την χωροφυλακή, προσπάθησαν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους ολόκληρη την περιοχή. Γερμανοί μόνιμα στην επαρχία Καλαβρύτων δεν εγκαταστάθηκαν. Από την δική μας πλευρά: Η οργανωμένη αντίσταση του Ελληνικού λαού κατά των κατακτητών και των συνεργατών τους ξεκίνησε τον Σεπτέμβρη του 1941 με την ίδρυση του ΕΑΜ και λίγο αργότερα του ΕΔΕΣ και την ανάπτυξη ανταρτικών ομάδων από το 1942 στην Ρούμελη και την Ήπειρο. Στην Πελοπόννησο και ιδιαίτερα στην Αχαΐα οι εξελίξεις καθυστέρησαν. Από πλευράς οργανωτικής η Πάτρα δεν ξεκίνησε καλά· από την αρχή υπέστη πολλά πλήγματα. Φαίνεται ότι είχε διαβρωθεί με χαφιέδες της Ασφάλειας. Έτσι πιάστηκε ο δραστήριος πρωτομάστορας της Νομαρχιακής Αχαΐας Κ. Φαρμάκης. Σημειώνουμε τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε η κάθοδος του Κώστα Γαμβέτα στην Πάτρα μέσα στο 1943, που κι αυτός τον Αύγουστο του 1944 συνελήφθη από τους Γερμανούς και εκτελέσθηκε ύστερα από κατάδοση Ελλήνων.
Τα Καλάβρυτα κινήθηκαν οργανωτικά τον Μάρτη του 1942, με τον Γιάννη Κατσικόπουλο. Παράλληλα ξεκίνησαν και τα Μαζαίικα, καθώς και τα γύρω χωριά. Το φθινόπωρο του 1942 υπήρχαν εαμικές οργανώσεις στα 60 από τα 90 χωριά των Καλαβρύτων και στο τέλος του χρόνου εκείνου η περιοχή ήταν ώριμη για τον ένοπλο αγώνα. Πιο προωθημένη από τις τρεις Αχαϊκές επαρχίες ήταν η Αιγιαλεία, στη συγκρότηση και ανάπτυξη τοπικών οργανώσεων, μέσα στο 1942 σ’ όλα τα χωριά του Αιγίου· κι αυτό οφείλεται στην δραστηριοποίηση παλιών κομμουνιστών (όπως του Δάσκαλου Αγγελόπουλου, των Αδελφών Αβραμόπουλου, Μόσχου κ.λπ.). Η οργάνωση του Αιγίου επέπρωτο να εκθρέψει και να ανάψει πρώτη το σπινθήρα της ένοπλης εθνικής αντίστασης στην Πελοπόννησο, γιατί πέρα από την προωθημένη και ευρεία οργανωτική της δομή, περιλάμβανε στους κόλπους της μια δυναμική μορφή, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του αντάρτικου. Τον αντισμήναρχο Δημήτρη Μίχο, τον Γερο-Μίχο, όπως τον προσφωνούσαν, αν και ήταν τότε 52 χρονών, που γεννήθηκε στους Λαπαναγούς των Καλαβρύτων. Το αντάρτικο ψευδώνυμο του Γέρο-Μίχου ήταν «Σταυραετός».
Το φθινόπωρο του 1942 η Διεθνής κατάσταση περιπλέκεται για τις δυνάμεις του άξονα και όλα τα έως τότε δεδομένα ανατρέπονται και επιταχύνουν την ένοπλη πια δράση στην Β. Πελοπόννησο. Οι Γερμανικές στρατιές βαλτώνουν στο ανατολικό μέτωπο και η στρατιά του Ρόμελ με τους Ιταλούς καθηλώνονται στο Ελ Αλαμέϊν. Η Γερμανία φαίνεται ότι εξάντλησε τις δυνάμεις της και ζητά απεγνωσμένα από τις υπόδουλες χώρες να στείλουν στρατό στο ανατολικό Μέτωπο. Μόνη η Ελλάδα τότε αρνήθηκε και με τις μεγάλες κινητοποιήσεις της Αθήνας και τις γενικές απεργίες στις μεγάλες πόλεις, ματαιώθηκε η επιστράτευση· υποχρεώθηκε δε σε παραίτηση ο κατοχικός πρωθυπουργός Τσολάκογλου, για να τον διαδεχθεί ο Γιάννης Ράλλης, του οποίου το όνομα συνδέθηκε με τα Ευζωνικά τάγματα. Ένα άλλο γεγονός που επιτάχυνε τον ένοπλο αγώνα κατά των Ιταλών και Γερμανών κατακτητών και μάλιστα στην Βόρειο Πελοπόννησο είναι η από κάθε πλευρά υποβόσκουσα φημολογία της απόβασης των συμμάχων στην Πελοπόννησο. Η άποψη ότι η απόβαση θα γίνει στην Ελλάδα ενισχύεται από την αθρόα πτώση με αλεξίπτωτα Άγγλων συμβούλων και σαμποτέρ στα ελληνικά βουνά και την πίεση που ασκούσε η Αγγλική αποστολή για την έναρξη του αντάρτικου. Στην αρχή επεδίωξε αντίσταση αντιεαμικής κατεύθυνσης, όπως έγινε με τις προσπάθειες του Τσιγάντε, του Μπακιρτζή και του Συνταγματάρχη Γιαννακόπουλου. Εκεί που περίμεναν όλοι το ξεκίνημα του Γιαννακόπουλου στην περιοχή της Αρκαδίας, ξαφνικά ο Μίχος ξεκινά με την πρώτη του ομάδα στην Αιγιαλεία και δίνει την λύση στις 25.3.43.
Αντάρτες του ΕΛΑΣ με τον Αρχηγό Μίχου |
Πριν συνέλθουν οι Ιταλοί από τη διακήρυξη της έναρξης του αγώνα και στον Μωρηά, η μικρή ομαδούλα των 15 ανταρτών χτυπάει μέρα μεσημέρι ιταλικό λόχο στο Πυργάκι του Αιγίου (14.4.43). Η επιχείρηση απέδωσε τα πρώτα λάφυρα και άφησε στο πεδίο της μάχης 22 νεκρούς Ιταλούς και 15 τραυματίες. Τα όπλα που πήραν από τους Ιταλούς μεγαλώνουν τη μικρή ομάδα, η οποία χτυπάει στις 11.5 Ιταλούς στο Σχολείο του Κακοχωριού και αφήνει 15 νεκρούς και 12 τραυματίες. Η είδηση για το ξεκίνημα του αντάρτικού στη Β. Πελοπόννησο έφτασε στο Κάιρο. Και οι Άγγλοι που ήθελαν να βγάλουν κι άλλες ομάδες για να παραπλανήσουν τους Γερμανούς για την απόβαση των συμμάχων, έριξαν αμέσως στην Ρακίτα τους πρώτους Άγγλους ασυρματιστές μαζί με ένα Έλληνα σμηναγό φίλο του Μίχου. Έτσι δέθηκε η πρώτη Εαμική ομάδα με το Κάιρο και εξασφάλισε θετική βοήθεια με ρίψεις όπλων και ειδών υπόδησης και ρουχισμού. Βέβαια οι Άγγλοι ενίσχυαν την ομάδα του Μίχου, γιατί πίστευαν ότι δεν είναι κομμουνιστής και ότι θα τον πείσουν να αλλάξει στρατόπεδο και να εγκαταλείψει τον ΕΛΑΣ. Όλες όμως οι προσπάθειές των ναυάγησαν μπροστά στην αγέρωχη στάση του «Σταυραετού». Στη συνέχεια ένα τμήμα της αρχικής ομάδας Μίχου τράβηξε για την Ανατολική Αιγιαλεία υπό τον Κολοκοτρώνη. Ένα δεύτερο παρέμεινε στην Αιγιαλεία υπό τον Μελά. Η κύρια ομάδα υπό τον Μίχο πέρασε στην επαρχία Καλαβρύτων, όπου στις 31.5.1943 οι αντάρτες χτύπησαν την υποδιοίκηση χωροφυλακής Μαζαίικων μπροστά στα μάτια των αμήχανων Ιταλών με στόχο –που πέτυχαν– να πάρουν τα όπλα της χωροφυλακής. Μετά λίγες ημέρες δίνεται η μάχη της Τρικοκιάς και στη συνέχεια η μάχη του Φίλια (20 Ιουνίου) με μεγάλη δύναμη Ιταλών, στην οποία σκοτώθηκαν 25 Ιταλοί. Από την μικρή μας ομάδα μόνο δύο. Ύστερα και από την μάχη αυτή ο Μίχος πέρασε στη Ρακίτα όπου περίμενε νέες ρίψεις από Αγγλικά αεροπλάνα και στη συνέχεια έφθασε στο Παναχαϊκό (Μικρόνι) να ξεκουραστεί.
Στην περιοχή Καλαβρύτων έμεινε μια ομάδα τριάντα ανταρτών με Αρχηγό τον Παναγούλια (Σολιώτη) και καπετάνιο τον Κατσικόπουλο (Βελιά). Παράλληλα στην περιοχή Λεοντίου εκινείτο και ο Κρόνος με δέκα συντρόφους του. Στις αρχές Ιουλίου οι Ιταλοί φέρνουν ενισχύσεις από την υπόλοιπη Ελλάδα για να αφανίσουν την ομάδα Μίχου, της οποίας τη μικρή δύναμη και το φτωχό εξοπλισμό της, γνώριζε πολύ καλά ο κατακτητής από τους καταδότες. Έτσι στις αρχές Ιουλίου του ’43 φέρνουν στο Αίγιο τον περίφημο για τις επιτυχίες του στη Σερβία «Ανταρτοφάγο» ταγματάρχη Αιμίλιο Γκασπάρο, φορτωμένο με πολλά παράσημα και τιμητικές διακρίσεις και με 300 επίλεκτους. Αυτός λοιπόν ο ανταρτοφάγος με τους τριακόσιους διαλεχτούς Ιταλούς στις 7.7 αναβαίνει από το Αίγιο στο Κακοχωριό, το οποίο χρησιμοποίησε ως ορμητήριο, και στις 13 εξορμά για να συγκρουσθεί με τον κύριο όγκο των ανταρτών προς Σκαφιδιά, Άνω Μαζαράκι – Ρακίτα· αλλά οι αντάρτες περιμένουν την ιταλική φάλαγγα στο Λεόντιο. Έτσι ο ανταρτοφάγος έπεσε στην παγίδα: Με εξαίρεση μόνο τριάντα οπλίτες Ιταλούς που διέφυγαν, και 25 που σκοτώθηκαν, όλοι οι υπόλοιποι αιχμαλωτίσθηκαν μαζί με τον ίδιο. Ο ανταρτοφάγος εκτελέσθηκε στην κοίτη του Σελινούντα, μαζί με δύο άλλους αξιωματικούς. Οι υπόλοιποι αιχμάλωτοι αφέθησαν ελεύθεροι. Τρεις ημέρες μετά την μάχη του Λεοντίου οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Σικελία, όπου οι Γερμανοί δεν τους περίμεναν.
Στις 9 του Σεπτέμβρη του 1943 έφθασε μία φάλαγγα δύο χιλιάδων Ιταλών –επιχείρηση Χιονίστρα– που καθοδηγούμενοι από τους απελευθερωθέντες αιχμαλώτους της μάχης του Λεοντίου, έκαψαν εκείνα τα σπίτια των Λαπαναγών και στη συνέχεια του Λεοντίου, που υπέδειξαν οι αιχμάλωτοι. Το ίδιο βράδυ έφθασε η είδηση ότι ο Μπαντόλιο συνθηκολόγησε και οι δύο χιλιάδες Ιταλοί ζήτησαν την ηγεσία του ΕΛΑΣ και παρεδόθησαν με τον οπλισμό τους. Μετά τη μάχη του Λεοντίου οι Ιταλοί πανικοβλήθηκαν και εγκατέλειψαν τα Μαζέικα. Στα Καλάβρυτα υπήρχαν η Καραμπιναρία και δύο Ιταλικά τάγματα, εκ των οποίων το ένα ήταν φασιστικό και πιστό στους Γερμανούς και που είχε εγκατασταθεί στα Καλάβρυτα· και το άλλο, έμενε στην Κερπινή. Η Καραμπιναρία είχε έλθει σε επαφή με τον ΕΛΑΣ και ήθελε να παραδοθεί. Το ίδιο βράδυ ο Μίχος με 60 άνδρες του, κτύπησε το φασιστικό τάγμα των Ιταλών στα Καλάβρυτα και κατάφεραν να πάρουν μαζί τους τούς 100 καραμπινιέρους, με τον οπλισμό τους. Το άλλο τάγμα της Κερπινής επιχείρησε να κατεβεί νύχτα στο Αίγιο μέσω Φτέρης. Στο δρόμο όμως τους έστησε καρτέρι ο Χελμός (Κ. Γκίκας) με μία χούφτα άνδρες, στον οποίο και παρεδόθη ολόκληρο το τάγμα με τον βαρύ οπλισμό του. Ο επικεφαλής αντισυνταγματάρχης αυτοκτόνησε όταν είδε ότι είχε παραδοθεί σε μια διμοιρία! Την ίδια νύχτα έφτασαν ειδοποιημένοι οι Γερμανοί και αφόπλισαν το φασιστικό τάγμα. Μετά 4 ημέρες έφυγαν όλοι, Γερμανοί και Ιταλοί και κατέβηκαν στο Αίγιο, αφού προηγουμένως ειδοποίησαν τους Καλαβρυτινούς προεστούς ότι θα κάψουν τα Καλάβρυτα, αν επιτρέψουν να μπούνε αντάρτικα τμήματα στην πόλη. Επίσης πριν φύγουν έκαναν μια σύντομη επιδρομή εναντίον των Σουδενών, χωριό που διέθετε δυναμικό κέντρο του ΕΑΜικού κινήματος, έβαλαν φωτιά στο χωριό και συνέλαβαν τον ένοπλο ΕΛΑΣίτη Ντίνο Παυλόπουλο –γυμνασιόπαιδο– τον οποίον κρέμασαν στο πλάτανο των Καλαβρύτων, με υποχρεωτική την παρουσία των κατοίκων –και των μικρών παιδιών– για να απολαύσουν το θέαμα του απαγχονισμού! Επισημαίνω το τραγικό αυτό επεισόδιο γιατί θα γίνει αφετηρία πολλών δεινών για την περιοχή.
Με όσα μέχρι εδώ εξέθεσα προκύπτουν τα παρακάτω τετελεσμένα.
1. Οι Άγγλοι έκοντες και άκοντες αναγκάσθηκαν να ενισχύσουν τις αντάρτικες ομάδες του ΕΛΑΣ με πλείστες όσες ρίψεις όπλων πυρομαχικών και ειδών ρουχισμού.
2. Μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας, η Πελοπόννησος πέρασε ολόκληρη και αποκλειστικά κάτω από τους Γερμανούς, που υπήγοντο στην 117 Μεραρχία καταδρομών με επικεφαλής τον Στρατηγό Λε Σουίρ.
3. Το τρίτο σημαντικό και τετελεσμένο γεγονός είναι ο πλήρης εξοπλισμός και αριθμητική ενίσχυση του ΕΛΑΣ στην Αχαΐα και δη στην περιοχή Καλαβρύτων. Ο μαζικός οπλισμός που προμηθεύτηκε από τις ρίψεις των Άγγλων, και τις διάφορες μάχες και συμπλοκές που είχαν με τους Ιταλούς, έδωσε τη δυνατότητα στον ΕΛΑΣ να αναπτύξει το 12ο Σύνταγμα Πατρών, το 6ο Σύνταγμα της Κορινθίας και να διαθέτει πάνω από 4 χιλ. αντάρτες στην επαρχία Καλαβρύτων και Αιγιαλείας.
4. Θεωρώ επίσης γεγονός σημαντικό την ενίσχυση της Αγγλικής αποστολής στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο και την Αχαΐα. Στην αρχή ασυρματιστές και στη συνέχεια έπεσαν πολλοί στρατιωτικοί μεταξύ των οποίων και ο Διοικητής της αποστολής Βρετανός Άντονυ Άντριους, για τον οποίο ο Μίχος δεν είχε την καλύτερη γνώμη: «[…] Η διαγωγή του υπήρξε ελεεινή και μισούσε την αντίσταση του λαού μας […]»· γράφει στα απομνημονεύματά του ο «Γέρος», κάποια χρόνια μετά. Ο Άντριους εγκαταστάθηκε στην βίλα Brawn στην περιοχή του Χελμού και κοντά στο Μάζι. Ανέπτυξε δε ποικίλη δραστηριότητα, που πρέπει να επηρέασε τα γεγονότα.
Αντάρτες του ΕΛΑΣ |
Το φθινόπωρο του ’43 την αρχική ευφορία μεταξύ Αγγλικής αποστολής και ΕΛΑΣ διαδέχθηκε η ψυχρότητα, γιατί οι Άγγλοι προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να δημιουργήσουν αντιεαμικά κινήματα, κάτι που δεν δέχθηκε ο Μίχος. Γιατί πίστευε ότι διαβρώνει τον πατριωτισμό και τη συνοχή των Ελλήνων. Γι’ αυτό έλεγε χαρακτηριστικά, όποιος θέλει να πολεμήσει τους Γερμανούς να έλθει μαζί μας. Άλλωστε οι σχέσεις αυτές επηρεάσθηκαν και από τη μη τήρηση της συμφωνίας που υπεγράφη στη Μ. Ανατολή από τους Άγγλους και τις παρατάξεις ΕΑΜ και ΕΔΕΣ, με την ένταση που δημιουργήθηκε στην Ήπειρο μεταξύ ΕΛΑΣ και Ζέρβα καθώς και στην Γκιώνα με τον Ψαρρό. Πάντως στην περιοχή είχε αναπτυχθεί έντονη αντιεαμική κίνηση με πυρήνα τον Άντριους και τον αξιωματικό Τάκη Φλούδα από την Νάσια, η ΕΟΒ, η ΕΟ (Εθνικές Ομάδες), ΕΚ (Εθνικό κομιτάτο), ΠΑΟ (Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση), η ομάδα Καραχάλιου (κυρίως αξιωματικών) η οργάνωση του Γρίβα (της X) και πλοκάμια της οργάνωσης αξιωματικών «Στρατιωτική Μεραρχία» του Α. Παπάγου. Στην τελευταία αυτή οργάνωση συμμετείχε και ο Διοικητής Ασφάλειας Πατρών που όπως ήταν φυσικό είχε στενές σχέσεις με την Γερμανική Διοίκηση. Αυτός ο Τσάμης κατηύθυνε και την Αντικομμουνιστική Σταυροφορία, οργάνωση που είχε στις τάξεις της και φίλους του Άντριους.
Ύστερα απ’ όσα εκθέσαμε σύντομα και συνοπτικά αποδεικνύεται ότι το κέντρο της Εθνικής αντίστασης στην Πελοπόννησο και ιδιαίτερα στην Αχαΐα ήταν η επαρχία Καλαβρύτων· ορμητήριο δε των διαφόρων ομάδων του ΕΛΑΣ που χτυπούσαν συχνά-πυκνά τις επικοινωνίες των στρατευμάτων κατοχής μεταξύ Κορίνθου – Αιγίου – Πατρών και στη συνέχεια Δυτ. Πελοποννήσου και γενικότερα Δυτ. Ελλάδος, που ανεμένετο να αποτελέσει θέατρο αποβατικών επιχειρήσεων των συμμάχων, ήσαν αναμφισβήτητα τα Καλάβρυτα, τα οποία ήσαν ελεύθερα και πεδίον ανάπτυξης και επέκτασης του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα μετά την αποχώρηση των Ιταλών και Γερμανών στις 10.9.43 από την πόλη. Ακόμη τα Καλάβρυτα αποτελούν για τους Γερμανούς στρατηγικό συγκοινωνιακό κόμβο για την επικοινωνία της Βόρειας Πελοποννήσου (Αίγιον – Πάτρα – Ξυλόκαστρον) με την Κεντρική και Νότια Πελοπόννησο· καθ’ ότι η οδός Άργους – Τριπόλεως ήταν δύσκολη, δύσβατος και πολύωρη (δια του κολοσούρτη) και ο δυτικός δρόμος Πάτρας – Πύργου – Κυπαρισσίας δεν είχε τότε ενωθεί με την εθνική Τρίπολης – Καλαμάτας και ήταν αδύνατος η επικοινωνία με την Καλαμάτα δια της δυτικής αυτής προσπέλασης. Αλλά και η 111, που θα διευκόλυνε την επικοινωνία Πάτρας με Τρίπολη και εκείθεν προς Σπάρτη ή Καλαμάτα, δεν είχε ακόμη ανοίξει. Επομένως είχε στρατηγική σημασία η ελεύθερη διέλευση των Γερμανών από Πάτρα και Αίγιο για την Κεντρική και Νότια Ελλάδα μέσω Καλαβρύτων και Μαζέικων. Για τους δύο λοιπόν βασικούς αυτούς λόγους ο Λε Σουίρ αποφάσισε να διερευνήσει αυτόν το δρόμο και να μετρήσει τις δυνατότητες και την επικινδυνότητα της προσπέλασης της Κεντρικής Πελοποννήσου μέσω Καλαβρύτων.
Από τις αρχές του Οκτώβρη έφθασε στην Πάτρα ο Διοικητής του 749 Συντάγματος, υπεύθυνος για τον Νομό Αχαΐας και κατένειμε τα τρία τάγματά του στην Πάτρα το 2ο, στο Αίγιο το 1ο και στο Ξυλόκαστρο το 3ο. Για προστασία μάλιστα των Γερμανικών αυτών μονάδων ο Λε Σουίρ δίνει εντολή στον Εμπερσμπέγκερ, Διοικητή του τάγματος του Αιγίου στις 8.10.43 «Να ανιχνευθούν η περιοχή νοτίως των νέων καταλυμάτων και οι δρόμοι προς τα Καλάβρυτα». Και πριν φύγει με άδεια πίεζε τον Βέλφιγκερ για τη γρήγορη διεξαγωγή της επιχείρησης. Επομένως η επιχείρηση του Λοχαγού Σόμπερ που κατέληξε στη μάχη της Κερπινής αποσκοπούσε κατά τον Βέλφιγκερ αποκλειστικά στην ανίχνευση και τον έλεγχο του οδικού συστήματος και όχι στην καταστροφή περιοχών όπως υποστηρίχθηκε μετά την λήξη του πολέμου. Ο Σόμπερ ξεκίνησε στις 16 Οκτώβρη 1943 το πρωί από τα Τρυπιά με 97 άνδρες, χωρίς βαρύ οπλισμό και χωρίς ασυρμάτους χάριν της ευκινησίας –όπως ειπώθηκε– της μονάδας. Έφθασε στις 3 το απόγευμα [16.12.1943] στους Ρωγούς και μετά ημίωρη ανάπαυση προχώρησε εντελώς απροετοίμαστες και χωρίς προφύλαξη καμιά, προς την Κερπινή. Ανάμεσα στα δυο χωριά οι αντάρτες τους χτύπησαν και η ομάδα Σόμπερ καθηλώθηκε σε μια ρεματιά. Την επομένη 17.10 από τις 4 το πρωί οι Γερμανοί επιχείρησαν να διασπάσουν τον κλοιό και να φύγουν προς τα Δίγελα και από εκεί προς το Αίγιο. Δεν τα κατάφεραν όμως και αποφάσισαν να παραδοθούν στους αντάρτες λίγο πριν σουρουπώσει. Ο απολογισμός της μάχης της Κερπινής ήταν: τεσσάρες Γερμανοί νεκροί, τέσσαρες τραυματίες και 78 αιχμάλωτοι. Οι υπόλοιποι 11 διέφυγαν και επέστρεψαν στο Αίγιο. Οι νεκροί ενταφιάσθηκαν από τους κατοίκους της Κερπινής και ο ένας εκ των τραυματιών, πιο σοβαρά τραυματισμένος, κρατήθηκε στο σπίτι του Γιατρού της Κερπινής για παρακολούθηση.
Στις 18 του Οκτώβρη 1943 ο Εμπερσμπέργκερ, Διοικητής του 1ου τάγματος καταδρομών στο Αίγιο, παίρνει 500 Γερμανούς και ακολουθεί την πορεία που είχε ακολουθήσει ο Σόμπερ και έφθασε μέχρι την Κερπινή. Εκεί έμαθε για την παράδοση των Γερμανών στους αντάρτες, έθαψε τους τέσσαρες νεκρούς αφού έγινε ιατροδικαστική εξέταση για την εξακρίβωση της αιτίας θανάτου, και παρέλαβαν τον τραυματία, που είχε κρατήσει ο Γιατρός της Κερπινής και έφυγαν. Από όσα ακούστηκαν ή γράφτηκαν αργότερα ο Εμπερσμπέργκερ απόρησε για την ευκολία με την οποία ο Σόμπερ παρέδωσε ένα λόχο 81 Γερμανών, αν και οι απώλειες δεν δικαιολογούσαν μια τέτοια απόφαση. Οι αντάρτες, φοβούμενοι την είσοδο των Γερμανών στα Καλάβρυτα, απομάκρυναν βιαστικά τους αιχμαλώτους από τα Καλάβρυτα και τους μετέφεραν στα Μαζέικα, μέσω Αγ. Λαύρας. Με τους τραυματίες όμως που νοσηλευόντουσαν στο Νοσοκομείο Καλαβρύτων συνέβησαν απαράδεκτα και τραγικά γεγονότα. Ο Γιατρός Παυλόπουλος που υπηρετούσε στον ΕΛΑΣ και πρόσφερε τις υπηρεσίες του ως Γιατρός στο Νοσοκομείο Καλαβρύτων, μακρινός συγγενής του απαγχονισθέντος από τους Γερμανούς δεκαοκτάχρονου εκ Σουδενών στον πλάτανο των Καλαβρύτων στις 10.9.43, επέμενε και κατάφερε να αποσπάσει τους τρεις τραυματίες από το Νοσοκομείο και να τους μεταφέρει όπως έλεγε στα Μαζέικα, παρά τη σθεναρή άρνηση του Γιατρού Χάμψα και του νοσηλευτικού και λοιπού Ιατρικού προσωπικού. Ακόμη και παρέμβαση του καπετάνιου του ΕΛΑΣ Κολοκοτρώνη για να παραμείνουν οι τραυματίες, απέβη άκαρπη. Ο Παυλόπουλος, πιεζόμενος και από δύο άλλους συγγενείς του από τα Σουδενά, έμεινε αμετάπειστος και απήγαγε τους τραυματίες. Την επόμενη ημέρα βρέθηκαν και οι τρεις νεκροί μέσα σ’ ένα ξεροπήγαδο λίγο έξω από τα Καλάβρυτα. «Θάνατος προκληθείς δι’ οξέος οργάνου» έλεγε η αργότερον γενόμενη νεκροψία που θα ιδούμε παρακάτω. Οι ευθύνες είναι βαριές για το Γιατρό Παυλόπουλο και ακόμη περισσότερο γιατί ήταν Γιατρός. Και στις ευθύνες για το τριπλό αυτό στυγερό έγκλημα συμμετέχει και η ηγεσία του ΕΛΑΣ, από τη στιγμή που βρισκόταν στο Νοσοκομείο ο Καπετάνιος του Κολοκοτρώνης. Η δολοφονία τραυματιών είναι πράξη που δεν συγχωρείται από κανένα Νόμο ή συνθήκη. Στη συνέχεια οι Καλαβρυτινοί με πρωτοβουλία του Ιερέα Δημόπουλου έβγαλαν τα πτώματα από το πηγάδι και τα ενταφίασαν με κάθε, όπως είπαν, τιμή. Κανείς δε φαντάσθηκε τότε το μεγάλο τίμημα, που θα εκαλείτο να πληρώσει η πόλη, για το αποτρόπαιο εκείνο έγκλημα. Κατά τη διαδρομή των αιχμαλώτων προς Κλειτορία και συγκεκριμένα στην Αγία Λαύρα ο Άντριους ανέκρινε τους Γερμανούς προσωπικά. Τι τους είπε όμως κανείς δεν ξέρει.
Δύο εβδομάδες μετά την επιστροφή του στο Αίγιο ο Εμπερσμπέργκερ και αφού στο μεταξύ βεβαιώθηκε από το αρτιότατο δίκτυο πληροφοριών που διέθετε, ότι οι αιχμάλωτοι βρίσκονται στη ζωή, κάλεσε το Δεσπότη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Θεόκλητο (τον στην συνέχεια Πατρών και κατόπιν πάσης Ελλάδος) και απαίτησε την πάση θυσία απελευθέρωση των αιχμαλώτων. Όπως φάνηκε από την τρομοκρατημένη συμπεριφορά του Μητροπολίτη, ο Γερμανός Διοικητής απείλησε ότι θα εξαφανίσει τα Καλάβρυτα και θα κάψει το Αίγιο, σε περίπτωση αποτυχίας της προσπάθειας απελευθέρωσης των συλληφθέντων από τους αντάρτες Γερμανών. Ο Δεσπότης κάλεσε το Δήμαρχο, τον Πρόεδρο του εργατικού κέντρου, το Δικηγόρο Μεντζελόπουλο και Αρχιμανδρίτη Κωνσταντίνο Χρόνη στις 5 Νοέμβρη και τους έδωσε εντολή να πάνε αμέσως στο Αρχηγείο του ΕΛΑΣ στα Καλάβρυτα και να διαπραγματευθούν την απελευθέρωση των Γερμανών. Όλοι οι κληθέντες παρεκάλεσαν το Δεσπότη να τεθεί ο ίδιος επικεφαλής της αντιπροσωπείας και να πάνε όλοι μαζί στην ηγεσία του ΕΛΑΣ, αφού ο Δεσπότης γνωριζόταν με το Μίχο και τον Κασσάνδρα, για να έχει σίγουρα αίσιο αποτέλεσμα η αποστολή. Όμως ο Μητροπολίτης αρνήθηκε και πήγε μόνη της η προαναφερόμενη ομάδα με επικεφαλής τον Παπαχρόνη και βρήκαν το Γέρο Μίχο στην Βυσωκά όπου και κατέθεσαν το αίτημα. Όπως εξελίχθησαν τα γεγονότα οι συνομιλίες διεκόπησαν μετά την ανταλλαγή δύο επιστολών μεταξύ ηγεσίας του ΕΛΑΣ και Γερμανικής Διοίκησης. Και είναι περίεργη αυτή η διακοπή των συνομιλιών όταν από την πλευρά των Γερμανών δεν υπήρξε άρνηση ανταλλαγής τους με ομήρους κρατούμενους και από την πλευρά του ΕΛΑΣ οι αντάρτες διατήρησαν στη ζωή επί 50 ημέρες τους αιχμαλώτους. Προσωπικά πιστεύω ότι αν ο Δεσπότης αποφάσιζε να ανεβεί στα Καλάβρυτα –που ήταν υποχρεωμένος να το κάνει αφού τα Καλάβρυτα ήταν κομμάτι της Μητροπόλεώς του– θα κατάφερνε να ανταλλάξει τους αιχμαλώτους με κάποιους κρατούμενους, αφού γνώριζε προσωπικά και το Μίχο και τον Κασσάνδρα, στρατιωτικό αρχηγό του ΕΛΑΣ, ο οποίος όταν κατέβηκε το καλοκαίρι του ’43 από την Αθήνα σταλμένος ειδικά από το κέντρο να ηγηθεί μαζί με τον Αχιλλέα και τον Μίχο του αντάρτικου, πέρασε –πριν ανέβει στα Καλάβρυτα– από τον Θεόκλητο, ο οποίος τον κράτησε το βράδυ και φάγανε μαζί στην επισκοπή. Αλλά γιατί δεν το έκανε; Και απέφυγε να ανέβει στα Καλάβρυτα και το Νοέμβρη για την ανταλλαγή των αιχμαλώτων και το Δεκέμβρη όταν οι Γερμανοί έσφιγγαν από πέντε μεριές τα Καλάβρυτα και όπως φαίνεται ήξερε ότι θα γίνουν μαζικές εκτελέσεις; Φοβήθηκε για τη ζωή του; Δεν το πιστεύω, γιατί ο Θεόκλητος την ημέρα του Ευαγγελισμού του ’43 στη Φανερωμένη του Αιγίου είχε το κουράγιο να επιτρέψει σε εκπρόσωπο του ΕΑΜ να ανεβεί στον άμβωνα και να διαβάσει τη διακήρυξη για την έναρξη του ενόπλου αγώνα για την απελευθέρωση του λαού μας από τον κατακτητή· όταν η πόλη ήταν γεμάτη Ιταλούς! Ειλικρινά, δεν ξέρω γιατί δεν ανέβηκε στα Καλάβρυτα ο Μακαριστός Θεόκλητος
Παρά τις γκρίνιες και τους διαπληκτισμούς που επεκράτησαν στο πρώτο ταξίδι της αποστολής, (ο Παπαχρόνης ήταν εριστικός), ο ΕΛΑΣ περιέλαβε σε επιστολή του προς τη Γερμανική Διοίκηση του Αιγίου, τον αριθμό και τα ονόματα των κρατουμένων στις φυλακές Ελλήνων, που θα έπρεπε να ελευθερωθούν από τους Γερμανούς, για να αφήσει ελεύθερους τους αιχμαλώτους. Οι Γερμανοί στην απάντησή τους απαίτησαν και πάλι την απελευθέρωση των αιχμαλώτων και των τραυματιών(!!!) –φαίνεται ότι δεν ήξεραν ακόμη την αποτρόπαιη εκτέλεσή τους– με τον οπλισμό τους και διατύπωσαν την κατάπληξή τους πως ο ΕΛΑΣ ζητά την απελευθέρωση γνωστών κομμουνιστών εκ των οποίων κάποιοι βρισκόντουσαν στη Γερμανία σε στρατόπεδα ή καταναγκαστικά έργα, χωρίς να αποκλείσουν την ανταλλαγή. Κάποιοι εκ των συγγραφέων είπαν ότι ο ΕΛΑΣ ζήτησε και το Ζαχαριάδη. Η πληροφορία δεν επιβεβαιώθηκε· αλλά ούτε και διαψεύστηκε. Την τρίτη φορά που ανέβηκε ο Παπαχρόνης στην Βυσωκά μεταφέροντας τη γραπτή απάντηση των Γερμανών, δεν βρήκε τον Μίχο και την παρέδωσε στον «Καραϊσκάκη», ο οποίος θα τη μετέφερε στην ηγεσία του ΕΑΜ. Και ο Παπαχρόνης γύρισε στο Αίγιο με άδεια χέρια. Περίμεναν λοιπόν με αγωνία, όπως γράφει ο Mayer, τόσο ο Εμπερσμπέργκερ όσο και οι προύχοντες του Αιγίου την απάντηση των ανταρτών η οποία άργησε να φθάσει. Όμως δεν φαίνεται να είναι αλήθεια για την «εναγώνια προσμονή» της απάντησης, αφού μόλις έφυγε ο Παπαχρόνης για το Αίγιο, βομβαρδίστηκε στην Βυσωκά το σχολείο που γινόντουσαν οι διαπραγματεύσεις και η κατοικία του Γερο-Μίχου από Γερμανικά αεροπλάνα. Αφήνω το Γέρο-Μίχο να μας ειπεί για τη συνέχεια: «Του απαντήσαμε (του Εμπερσμπέργκερ) μ’ ένα δριμύτατο έγγραφο και έτσι διακόψαμε τις διαπραγματεύσεις». Ο Παπαχρόνης γράφει στις σημειώσεις του: «Στις 29 Νοέμβρη έφθασε η τελευταία επιστολή των ανταρτών ως ανεμένετο, όχι ευχάριστος και ανεφάρμοστος, στο Αίγιο. Ζητούσαν για κάθε Γερμανό αιχμάλωτο 50 Έλληνες κρατούμενους, ακολουθώντας πιστά τη Γερμανική απειλή να εκτελούνται για τον θάνατο κάθε Γερμανού πενήντα Έλληνες».
Ο Εμπερσμπέργκερ φαίνεται –κι αυτό αποδείχθηκε από καταθέσεις που έγιναν μεταπολεμικά– δοκίμασε να πετύχει ανταλλαγή των αιχμαλώτων με απευθείας συνομιλίες μεταξύ Αρχηγείου του ΕΛΑΣ και του Ελληνομαθή Γερμανού υπολοχαγού Γιούπε που διοικούσε τον 4ο Λόχο του 749 συντάγματος. Πράγματι, σύμφωνα με την κατάθεσή τους, ο Γιούπε συναντήθηκε με τους αντάρτες σε κάποιο χωριό μεταξύ Αιγίου και Καλαβρύτων. Κατά τη συνάντηση εκείνη διαπίστωσε ότι ο Μίχος ήθελε την ανταλλαγή, αλλά άλλοι σύντροφοί του που πήραν μέρος στις συζητήσεις, πρόβαλλαν συνεχώς και νέες απαιτήσεις, τις οποίες δεν μπορούσε να δεχθεί η Διοίκηση του Αιγίου· γιατί για να απελευθερωθούν όμηροι Έλληνες που βρισκόντουσαν στη Γερμανία θα έπρεπε να λάβει γνώση η ανώτατη Γερμανική Διοίκηση, πράγμα που δεν θα επέτρεπε ποτέ ο Χίτλερ. Νομίζω ότι ο υπερφίαλος εγωισμός που παρείσφρησε μεταξύ των δύο αντιπάλων, ο ένας με την αντίληψη του κατακτητή που διατάσσει και ο άλλος του νοικοκύρη αυτού του τόπου που πάλευε να διαφεντέψει, δεν άφησε να οδηγηθούν οι συνομιλίες σε κάποια επιτυχία. Έτσι όταν επέστρεψε ο Λε Σουίρ από την άδειά του (26.11.1943) και διαπίστωσε ότι οι συνομιλίες δεν πέτυχαν κάποια ειρηνική λύση, έδωσε αμέσως διαταγή να προετοιμασθεί επιχείρηση για την αναζήτηση των αιχμαλώτων και την απελευθέρωσή τους με κάθε τρόπο.
Όταν έμαθε ο αντικαταστάτης του Λε Σουίρ στη διοίκηση της 117 Μεραρχίας καταδρομών Μπούρκβεν, την αιχμαλωσία του Λόχου Σόμπερ στην Κερπινή, πρότεινε στον Φέλμυ, άμεσο προϊστάμενό του στη διοίκηση των Γερμανικών δυνάμεων Ν. Ελλάδος, την πυρπόληση και καταστροφή των Καλαβρύτων με αεροπλάνα και εμπρηστικές βόμβες. Επειδή ο Φέλμυ δεν απεδέχθη το μέτρο, ο Μπούρκβεν διέταξε τη σύλληψη 1500 πολιτών στην Καλαμάτα, 250 στη Σπάρτη και 1500 στην Πάτρα – Αίγιο. Από τις τρεις αυτές χιλιάδες των ομήρων οι μισοί εστάλησαν στην Γερμανία για καταναγκαστικά έργα και οι υπόλοιποι στο Χαϊδάρι, απ’ όπου πολύ λίγοι γλίτωσαν την εκτέλεση. Απ’ όσα αναφέρει ο Μάγερ για τις συλλήψεις αυτές στην Καλαμάτα, Σπάρτη και Πάτρα, φαίνεται ότι συνιστούν μέτρα αντιποίνων για τη μάχη της Κερπινής και την αιχμαλωσία του λόχου Σόμπερ, αν και δεν επρόκειτο για ενέδρα ή αιφνίδιο χτύπημα των ανταρτών, αλλά μάχη εκ παρατάξεως που διήρκεσε 24 ώρες. Ως εκ τούτου δεν έπρεπε να υπάρξουν αντίποινα. Όταν ο Λε Σουίρ επέστρεψε από την άδειά του στις 21 Νοέμβρη ’43, βρήκε μια κατάσταση από σοβαρή μέχρι απελπιστική. Η άμυνα μετά από μια πιθανή απόβαση και η προστασία της περιοχής γύρω από τον Ισθμό βρισκόταν σε άμεσο –κατά την άποψη του επιτελείου του– κίνδυνο λόγω του γεγονότος ότι ολόκληρη η περιοχή, ιδίως του Ξυλοκάστρου, του Αιγίου και της Πάτρας και βορείως της Τρίπολης, ελεγχόταν από τους αντάρτες. Ακόμα και κοντά στις βάσεις των Γερμανικών Μονάδων οι αντάρτες ασκούσαν απεριόριστα την εξουσία τους. Επιθέσεις εναντίον φαλάγγων Γερμανικών φορτηγών, εναντίον ομάδων που προστάτευαν τις σιδηροδρομικές γραμμές καθώς και εναντίον άλλων μονάδων αποτελούσαν καθημερινά γεγονότα. Από τις αναφορές που έφθαναν καθημερινά στη Γερμανική Διοίκηση, τα κέντρα των συμμοριών, βρίσκονταν στην περιοχή Καλαβρύτων, Μαζέικων, Μοίρας και Κούμαρι. Η διοίκηση δε του Πελοποννησιακού ΕΛΑΣ αποτελείτο από την τριανδρία: Μίχος Καπετάνιος, Κάσσανδρος Στρατιωτικός και Αχιλλέας Πολιτικός. Δε θα αναφερθώ αναλυτικά στο πλήθος των επιθέσεων που διενήργησε ο ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο και ιδιαίτερα στην περιοχή της Αχαΐας μέσα στο κρίσιμο χρονικό διάστημα μέχρι τις 13 του Δεκέμβρη, που αναμφισβήτητα επηρέασαν τα δραματικά γεγονότα που επακολούθησαν. Θα αναφέρω μόνο ότι από τη μάχη της Κερπινής μέχρι τις αρχές του Δεκέμβρη οι Γερμανοί εκτέλεσαν πλέον των 350 ομήρων χωρίς να υπολογίζουμε τους εκτελεσθέντες στο Χαϊδάρι και τη Γερμανία από τις τρεις χιλιάδες ομήρους που συνέλαβαν στην Καλαμάτα, Σπάρτη, Πάτρα και Αίγιο, αμέσως μετά την αιχμαλωσία του Λόχου του Σόμπερ. Ο δε συνολικός αριθμός των συλληφθέντων ομήρων ξεπέρασε τις 4 χιλ.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ο Λε Σουίρ αποφασίζει να ξεκινήσει τη μεγάλη επιχείρηση εναντίον των ανταρτών στην περιοχή νοτίως της Πάτρας. Κατά την επιχείρηση αυτή που θα ξεκινούσε από Πάτρα, Τρίπολη και Αίγιο και στη συνέχεια θα ενισχύετο για να κλείσει ο κλοιός για τους αντάρτες, από Ξυλόκαστρο και Πύργο. Συνολικά πήραν μέρος τρεις χιλιάδες Γερμανοί στρατιώτες με βαρύ εξοπλισμό. Η με αριθ. 1α/αρ. επιχ. 1296/43 διαταγή για την επιχείρηση «Καλάβρυτα» που εκδόθηκε από το Αρχηγείο της Μεραρχίας από 25.11.43 έδινε τις παρακάτω εντολές και εξήγησε τους στόχους ως εξής :
1. Στόχοι:
α)Εξόντωση των συμμοριών που βρίσκονταν στην περιοχή Αιγίου – Τρυπιών – Καλαβρύτων και Βυτίνας – Λαγκαδίων – Μαζέικων.
β)Έρευνα των περιοχών με σκοπό την ανακάλυψη κομμουνιστών, όπλων, υλικού προπαγάνδας κ.λπ.
γ)Αναζήτηση και αντίποινα για την εξαφάνιση του 5ου τάγματος του 749ου συντάγματος καταδρομών στις 18.10.43 στην περιοχή Ρωγών.
2. Ομάδες μάχης - 3 χιλ. στρατιώτες - θα λάβουν μέρος στην επιχείρηση:
α) Ομάδα Βέλφιγκερ, με αφετηρία την Πάτρα.
β) Ομάδα Εμπερσμπέργκερ με ορμητήριο το Αίγιο.
γ) Ομάδα Γκνας (μηχανοκίνητα) που θα ξεκινήσει από Βυτίνα και της ομάδας Κόκερτ (ορεινή) που ξεκίνησε από τη Μεγαλόπολη.
Ημέρα επιχείρησης η 4η Δεκέμβρη.
Η κύρια ομάδα από την Πάτρα με βαρύ οπλισμό ακολούθησε νωρίς το δρόμο Πάτρας – Χαλανδρίτσας – Καλάβρυτα. Ένας λόχος εξ αυτών ανέβηκε στον Ομπλό όπου έκαψε το Μοναστήρι. Επίσης άλλη δύναμη ανέβηκε στα Δεμέστιχα, Λεόντιο, Λαπαναγούς στους οποίους πυρπόλησε τα σπίτια που δεν είχαν καεί στην επιδρομή «Χιονίστρα» το Σεπτέμβρη. Η ομάδα της Βυτίνας υπό τον Γκνας, ενισχυμένη με την ομάδα Κόκερτ, προχώρησε σύντομα στις 5 Δεκέμβρη για τα Μαζέικα για το κλείσιμο των Βορειοδυτικών περασμάτων για τον εγκλωβισμό των ανταρτών. Μετά κάποια αψιμαχία με ΕΛΑΣίτικη ομάδα κοντά στο Παγκράτι, που έγινε αφορμή να πυρποληθεί το Παγκράτι και να εκτελεσθεί ο ανδρικός πληθυσμός, οι Γερμανοί κατάφεραν μέσα στο διήμερο να επισκευάσουν τον κατεστραμμένο από τους αντάρτες δρόμο, να ξαναχτίσουν το γκρεμισμένο γεφύρι πάνω από τον Αροάνιο ποταμό και να μπούνε στα Μαζέικα το απόγευμα της 7ης Δεκέμβρη 1943. Ήταν όμως λίγο αργά· γιατί οι αιχμάλωτοι, συνοδευόμενοι από τη δεκαμελή φρουρά τους που τελούσε υπό τις διαταγές του Σωτ. Θεοδωρακόπουλου (ψευδώνυμο «Κριαράς»), μόλις διεδόθη ότι οι Γερμανοί πλησιάζουν τα Μαζέικα, οδηγήθηκαν κατ’ αρχήν νοτιοδυτικά των Μαζέικων για να διαφύγουν προς το Δάρα. Στο δρόμο όμως πήραν μήνυμα να αλλάξουν πορεία και να ανεβάσουν τους αιχμάλωτους στο Χελμό. Έτσι με πολλές δυσκολίες η φάλαγγα των αιχμαλώτων έφθασε πριν νυχτώσει στο Πλανητέρο. Οι αιχμάλωτοι πέρασαν τη νύχτα στο Σχολείο του Πλανητέρου. Ξημέρωσε η 6η Δεκέμβρη και η εκκλησία γιόρταζε τον Άγιο Νικόλαο. Θυμάται ο Βάλτερ ότι όταν σχόλασε η εκκλησία τα παιδιά μοίρασαν στους Γερμανούς γλυκά. Στο Πλανητέρο επεσκέφθη τους αιχμαλώτους, για λόγους που δεν ξέρουμε, και ο αρχηγός της Αγγλικής αποστολής Άντονυ Άντριους του οποίου η βίλα που έμενε ήταν από το Πλανητέρο μια ώρα δρόμο μακριά. Ο Άντριους μίλησε με τους αιχμαλώτους και τους έδωσε από ένα τσιγάρο. Ο Γεώργιος Τσάμης, γυμνασιόπαιδο τότε στα Μαζέικα, διηγείται ότι οι αιχμάλωτοι ήσαν ακόμη στο Πλανητέρο όταν μαθεύτηκε ότι οι Γερμανοί έφθασαν στα Μαζέικα· και τότε ο επικεφαλής της φρουράς Θεοδωρακόπουλος επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Γέρο-Μίχο και τον ρώτησε τι πρέπει να κάνουν τους αιχμαλώτους. Και βεβαιώνει ότι ο Μίχος διέταξε να τους ελευθερώσουν. Αυτά ισχυρίζεται στο βιβλίο του ο Μάγερ, από πληροφορίες που μάζεψε από ανθρώπους που ήσαν μπροστά όταν έγινε το τηλεφώνημα.
Υπάρχει όμως κι άλλη εκδοχή για την τύχη των αιχμαλώτων. Όταν έγινε φανερό ότι οι Γερμανοί πλησίαζαν τα Μαζέικα, η ηγετική τριανδρία της 3ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ φαίνεται ότι έστειλε την παρακάτω διαταγή [από αρχεία ΙΑΚ] προς την ομάδα περιφρούρησης του Θεοδωρακόπουλου.
ΕΛΑΣ
3η Μεραρχία
1ο Διοικητικό γραφείο
Προς το Φρουραρχείο Μαζέικων
Εις απάντηση για την εκτέλεση αθώων πολιτών (εδώ εννοείται η εκτέλεση των 118 ομήρων στο Μονοδένδρι Σπάρτης) διατάζουμε ότι από τους ομήρους στο στρατόπεδο θα πρέπει να διαχωρισθούν οι Γερμανοί υπαξιωματικοί και στρατιώτες, από τις άλλες εθνικότητες, και να εκτελεσθούν. Φροντίστε ώστε η ενέργειά σας να μην γίνει αντιληπτή ούτε από τους υπόλοιπους αιχμαλώτους στρατιώτες –στους οποίους θα πρέπει να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι προς εκτέλεση θα μεταφερθούν απλώς κάπου αλλού– ούτε από τον άμαχο πληθυσμό. Να αναφερθεί η εκτέλεση της παρούσης διαταγής.
Άνευ τόπου 4.12.43
3η Μεραρχία
Υπογραφές:
Αλέξανδρος – Μίχος – Αχιλλέας
Ο Ροδάκης εδώ έχει διαφορετική άποψη. Επειδή δε θέλει –όπως φαίνεται– να αμφισβητήσει τη διαταγή, ισχυρίζεται ότι αυτή τροποποιήθηκε. «Μόνο 32 μέλη των SS» θα έπρεπε να εκτελεσθούν. Η εκδοχή αυτή είναι απίθανη. Γιατί SS δεν υπήρχαν ούτε ανάμεσα στους αιχμαλώτους ούτε στην 117 Μεραρχία Καταδρομών. Εκτός αυτού εκείνη τη χρονική στιγμή ο Μίχος βρισκόταν άρρωστος στο Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας. Ενώ ο Κάσσανδρος και ο Δανιηλίδης που υποτίθεται συνυπέγραψαν την απόφαση βρίσκονταν αλλού. Γι’ αυτό η υπογραφή δεν είναι δυνατόν να τέθηκε και από τους τρεις. Για να παρακάμψει το γεγονός αυτό ο Ροδάκης, στο πραγματικά αξιόλογο έργο του, λέει ότι ζητήθηκε η σύμφωνη γνώμη του Μίχου τηλεφωνικά από τους άλλους δύο. Όμως επειδή η διαταγή αυτή που δημοσιεύθηκε το 1975, σε μια εποχή που είχε κυριολεκτικά ανάψει η συζήτηση γύρω από το Καλαβρυτινό ολοκαύτωμα, άφησε πολλές αμφιβολίες ως προς την γνησιότητά της. Καθώς μέχρι σήμερα δεν έχει εμφανισθεί το πρωτότυπο με τις πρωτότυπες υπογραφές και ακόμη γιατί τα αντίγραφα έχουν εμφανισθεί με διαφορετικό περιεχόμενο από τον καθένα εκ των πολλών συγγραφέων, υπάρχουν βάσιμοι λόγοι αμφισβήτησης της ύπαρξης ενός τέτοιου εγγράφου. Άλλωστε υπάρχει και μία τρίτη εκδοχή που βασίζεται στη μαρτυρία του Ανδ. Ασημακόπουλου από το Καστέλι, ο οποίος ανήκε στην ομάδα περιφρούρησης των αιχμαλώτων υπό τον Ασημακόπουλο και που έδωσε την παρακάτω συνέντευξη το 1998: «[…] Η 3η Μεραρχία του ΕΛΑΣ βρισκόταν στην Αγία Λαύρα. Από εκεί ήλθε ένας αγγελιοφόρος με τη διαταγή να διεξαχθεί η εκτέλεση. Εμείς τον συναντήσαμε στο σχολείο του Πλανητέρου. Μας άφησε το μήνυμα κι έφυγε βιαστικός». Και συνεχίζει: «Η διαταγή έλεγε ότι θα έπρεπε να εκτελεσθούν μέχρι την μία το μεσημέρι και ότι θα έπρεπε να καούν τα ρούχα τους και να σβηστεί κάθε ίχνος […]». Ο Ασημακόπουλος στη συνέντευξή του εκείνη ήταν σαφής. Η διαταγή δόθηκε από τον ΕΛΑΣ και όχι τους Άγγλους ή τους Γερμανούς. Όμως στο θέμα των υπογραφών υπαναχώρησε. Ενώ στην αρχή υποστήριζε ότι υπήρχαν οι υπογραφές Μίχου και Παπούα, στο τέλος είπε ότι δεν μπορεί να θυμηθεί ποιος είχε υπογράψει... Κατά τον Ασημακόπουλο ο Θεοδωρακόπουλος αρνήθηκε να εκτελέσει τη διαταγή και έφυγε για το χωριό του. Έτσι ο Ασημακόπουλος παρέδωσε εκείνος τη διαταγή σε άλλη ομάδα που δέχτηκε να κάνει την εκτέλεση των αιχμαλώτων υπό τον επονομαζόμενο «Καλαμάτα». Άλλωστε ο Μίχος δεν προσπαθεί να διαψεύσει τη διαταγή που έλαβε μεγάλη δημοσιότητα γιατί γράφει στα απομνημονεύματά του: «Σ’ ένα μικρό τμήμα του 11ου Συντάγματος είχε ανατεθεί η φύλαξη των Γερμανών αιχμαλώτων. Τις τελευταίες ημέρες της συμπτύξεως των εχθρικών τμημάτων, το τμήμα αυτό βρέθηκε σε δύσκολη θέση για τη μετακίνησή του επειδή ένα ισχυρό Γερμανικό τμήμα, σωστά οδηγημένο από Έλληνες ατυχείς καταδότες το περιέσφιγγε μέσα σε κλοιό στις Δυτικές κλιτύες του Χελμού. Ο επαρχία ολόκληρη φλεγόταν και οι καπνοί από τη μαρτυρική πόλη ανέβαιναν στον γκρίζο ουρανό του Χελμού. Το αίμα πληθωρικό ανεβαίνει στο κεφάλι και θολώνει το νου και τη σκέψη. Τους αιχμαλώτους τους ρίξανε από κάποιο γκρεμό». Όσα γράφει ο Μίχος δημιουργούν σοβαρά ερωτήματα· ας παρακολουθήσουμε τους αιχμαλώτους φρουρούμενους πλέον για τον α' ή β' λόγο από την ομάδα του «Καλαμάτα» και μια διαταγή στα χέρια του από την III Μεραρχία του ΕΛΑΣ που τον διέταξε να τους εκτελέσει, μέχρι τις 1 το μεσημέρι.
Από το Πλανητέρο έφυγαν –αιχμάλωτοι και φρουροί τους– το απόγευμα της 6ης Δεκέμβρη 1943 και έφθασαν στο Μάζι με το σούρουπο. Τους έκλεισαν στο Σχολείο και στο κτήμα Θανόπουλου, λίγα μέτρα μακριά από την Βίλα Brawn. Το απόγευμα της επομένης [07.12.1943] και χωρίς καμιά βιασύνη για πιστή εκτέλεση της διαταγής, οι αιχμάλωτοι εγκατέλειψαν το Μάζι κατά μικρές ομάδες και συνοδευόμενοι πάντα από τη φρουρά τους, έφθασαν μετά δίωρο στο ορεινό βοσκοτόπι Μαγέρου· εκεί δεμένοι κατά τριάδες υποχρεώθηκαν να καθίσουν στην άκρη του χωραφιού, και που δίπλα έχασκε μια χαράδρα, που αν και σκοτάδι, μπορούσε να διακριθεί όπως κατέθεσε ένας από τους διασωθέντες. Εκεί η φρουρά του «Καλαμάτα» εκτέλεσε με τα όπλα της τους αιχμαλώτους, οι οποίοι στη συνέχεια κατρακύλησαν στον γκρεμό βάθους 80-100 μ. Από τη δραματική πτώση στη χαράδρα επέζησαν μόνο επτά, εκ των οποίων τον ένα (Ντόνερ) περιμάζεψε καταματωμένο και εξουθενωμένο Γερμανική περίπολος ποδηλατιστών το πρωί της 8ης Δεκέμβρη στο Πλανητέρο. Ο δεύτερος (Βάλτερ) κατάφερε να φθάσει τρικλίζοντας το βράδυ της ίδιας ημέρας στο Μάζι και πρόφθασε την ομάδα του Κόκερτ που ήσαν έτοιμοι να επιστρέφουν στα Μαζέικα, μετά την άκαρπη περιπλάνηση και αναζήτηση του τόπου εκτέλεσης των αιχμαλώτων και μετά την πυρπόληση όλων των σπιτιών του Μάζι, πλην της Βίλας Brawn, όπου διέμενε ο πολύς Άντριους. Μόλις ο Γκνας πληροφορήθηκε στα Μαζέικα το πρωί της 8ης Δεκέμβρη από την ομάδα των ποδηλατιστών την τύχη των Γερμανών αιχμαλώτων, έστειλε αμέσως σχετική αναφορά στο Λε Σουίρ, ο οποίος κατά το απόγευμα –δεν μπορέσαμε να μάθουμε ακριβώς την ώρα γιατί έχει μεγάλη σημασία– διέταξε με τον ασύρματο το Διοικητή της επιχείρησης «Καλάβρυτα» Βέλφιγκερ να προβεί άμεσα για αντίποινα στην εκτέλεση του ανδρικού πληθυσμού και την πυρπόληση των χωριών. Η διαταγή αυτή είναι βέβαιο ότι δόθηκε από τον Λε Σουίρ. Γιατί αναφέρεται και στην έκθεση της Μεραρχίας που δημοσιεύθηκε στις 19.1.44 από τον επιτελικό αξιωματικό Μπαρτ. Ο Βέλφιγκερ, που δεν αρνήθηκε μετά τον πόλεμο ότι έλαβε την απαίσια διαταγή του Λε Σουίρ, υπήρξε τυχερός και γλύτωσε την καταδίκη του Γερμανικού δικαστηρίου. Γιατί αμέσως μετά τη διαταγή έπαθε ατύχημα με κατάγματα και μετεφέρθη στην Πάτρα. Τη Διοίκηση της επιχείρησης ανέλαβε ο Εμπερσμπέργκερ. Η διαταγή είναι σίγουρο ότι δόθηκε από τον Λε Σουίρ το απόγευμα της 8ης Δεκέμβρη. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τον ασυρματιστή Γιέστ που την έλαβε. Επίσης ο κρυπτογράφος Σέρερ θυμάται σε κατάθεσή του μετά τον πόλεμο τη φρικτή διαταγή. Άμεσα ο Εμπερσμπέργκερ υλοποίησε τη διαταγή αδυσώπητα, βιαιότατα και αδιαμαρτύρητα, δηλ. την εκτέλεση του ανδρικού πληθυσμού και πυρπόληση των Ρωγών, Κερπινής, Άνω και Κάτω Ζαχλωρούς, Μεγάλου Σπηλαίου, Σούβαρδου και Βραχνί. Με την εκδοχή αυτή, που υποστηρίζουν οι περισσότερες πηγές άντλησης στοιχείων για το ότι η διαταγή εκτέλεσης επακολούθησε της εκτέλεσης των αιχμαλώτων συμφωνούν χρονικά και τα γεγονότα. Ο Εμπερσμπέργκερ ξεκίνησε από το Αίγιο στις 4 Δεκέμβρη επικεφαλής 954 Γερμανών βαριά εξοπλισμένων και με τη συνοδεία της σωφρονιστικής διμοιρίας του Ακαμπχούμπερ (διμοιρία εκτελέσεων) και χτενίζοντας κυριολεκτικά με προσοχή την περιοχή Μαμουσιάς, Βιλιβίνας, έφθασε στις 7 Δεκέμβρη και έστησε σκηνές στα Δουμενά.
Πρωί-πρωί στις 8 Δεκέμβρη 1943 μια ομάδα μπήκε στους Ρωγούς και ερεύνησε επί πολλές ώρες όλα τα σπίτια. Κατασχέθηκαν ρούχα, τρόφιμα, γουρούνια, πουλερικά και ό,τι άλλο εύρισκαν. Το απόγευμα ο Εμπερσμπέργκερ ανέλαβε τη διοίκηση της επιχείρησης ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ, μετά τον τραυματισμό του Βέλφιγκερ και έστειλε στις μάχιμες μονάδες του τη διαταγή του Λε Σουίρ για εκτέλεση του ανδρικού πληθυσμού και πυρπόληση των χωριών. Στους Ρωγούς εκτελέσθηκαν 58 άνδρες συνολικά και κάηκαν ολοσχερώς εβδομήντα σπίτια. Στην Κερπινή μπήκαν οι Γερμανοί το πρωί της ίδιας ημέρας και έμειναν μέχρι τις 5 το απόγευμα, ότε και απεχώρησαν χωρίς να πειράξουν κανένα. Αλλά μετά λίγα λεπτά επέστρεψαν πάλι σε ομάδες οι Γερμανοί αγριεμένοι και συγκέντρωσαν τους άνδρες, τους οποίους και εκτέλεσαν πιο κάτω από το χωριό και έκαψαν ολόκληρο το χωριό. Συνολικά στην Κερπινή εκτελέσθηκαν 37 κάτοικοι της Κερπινής και 5 βοσκοί από τη Μαμουσιά που συνόδευαν τα υποζύγιά τους. Οι εκτελέσεις την ίδια μέρα συνεχίστηκαν στην Κάτω Ζαχλωρού με 13 νεκρούς και στην Άνω με 8. Τέλος οι Γερμανοί δεν δίστασαν να γκρεμίσουν σ’ ένα βάραθρο Μοναχούς, βοηθητικό προσωπικό και επισκέπτες συνολικά 22 που βρήκαν στο Μ. Σπήλαιο. Η εκτέλεση των καλογέρων του Μ. Σπηλαίου έγινε κατά απομίμηση της εκτέλεσης των Γερμανών αιχμαλώτων στο γκρεμό του Μαγέρου.
Στις 9 Δεκέμβρη 1943 το 2ο Τάγμα του 749 Συντάγματος καταδρομών από την Πάτρα μπήκε στα Καλάβρυτα και στις 10.12 το 1ο τάγμα της Αιγιαλείας με επικεφαλής τον Εμπερσμπέργκερ, ο οποίος, αφού είδε προηγουμένως αντιπροσωπεία των αρχών των Καλαβρύτων, διέταξε αμέσως ανακρίσεις για την τύχη των τριών τραυματιών αιχμαλώτων. Και όταν ενημερώθηκε για τον τρόπο της εκτέλεσης διέταξε στις 11.12 εκταφή των πτωμάτων και νεκροτομή για να εξακριβωθεί η ακριβής αιτία θανάτου. Στη νεκροψία πήραν μέρος εκτός από τους Γερμανούς Γιατρούς και δύο Έλληνες. Τα πτώματα βρέθηκαν σε φρικτή κατάσταση. Κάποιος είχε χτυπήσει μετά μανίας και με βάρβαρο τρόπο και τους έσπασε το κρανίο, με αιχμηρό βαρύ αντικείμενο, προφανώς κασμά. Ο Γιατρός Χάμψας, πατέρας των Γιατρών που γνωρίσαμε όλοι μας, γύρισε συντετριμμένος και κάτωχρος από τη νεκροψία και είπε στη γυναίκα του ότι «θα συμβεί κάτι φρικτό στη πόλη μας». Οι ανακρίσεις για τον εντοπισμό των ενόχων διήρκεσαν μέχρι αργά το βράδυ. Και ο Γερμανομαθής επιθεωρητής Παπαβασιλείου που διεσώθη σημειώνει στις 30.12.43: «Οι Γερμανοί ήξεραν καλλίτερον ημών πώς έγιναν τα γεγονότα. Οι αντάρτες από τα Καλάβρυτα δεν ήσαν 22 που τους είπαμε αλλά 31. Η συμπεριφορά των Καλαβρυτινών έναντι των αιχμαλώτων, όταν τους έφεραν οι αντάρτες μετά τη μάχη της Κερπινής, ήταναπαίσια γιατί όλοι τους χλεύαζαν και τους πέταγαν βρωμιές και τους έφτυναν στο πρόσωπο. Και τα παιδιά τους τραγουδούσαν εν χορώ γύρω τους περιπαικτικά. Και ήσαν όλα αλήθεια, γράφει ο Παπαβασιλείου. Στις 12 του Δεκέμβρη έγινε η κηδεία των εκταφέντων τριών Γερμανών τραυματιών με στρατιωτικές τιμές, αλλά παγερή και βαριά συννεφιασμένη ατμόσφαιρα, η οποία προδίκαζε εκείνα που επακολούθησαν. Την κηδεία των νεκρών φαίνεται ότι παρακολούθησε και ο Διοικητής της 117 Μεραρχίας καταδρομών και των Γερμανικών δυνάμεων στην Πελοπόννησο Λε Σουίρ που έφθασε από την Τρίπολη με αεροπλάνο τύπου Στορχ.
Καλαβρυτινοί αντάρτες που συμμετείχαν στη μάχη Ρωγών-Κερπινής |
Στις 11 Δεκέμβρη 1943 η διμοιρία του Κόκερτ μετά ανάπαυση μιας ημέρας στα Μαζέικα ξανανέβηκε στον Χελμό με εντολή του Λε Σουίρ να αναζητηθούν οι φονευθέντες αιχμάλωτοι και να εφαρμοστούν αντίποινα στα γύρω χωριά των Μαζέικων. Οι αιχμάλωτοι βρέθηκαν κατά τις 11 π.μ. της 12.12.1943 από τον 11ο Λόχο στις πηγές του Αροανίου σε μια άγρια χαράδρα, με την «υπόδειξη» των γυπαετών και γερακιών που έκαναν κύκλους στον ουρανό πάνω από τους νεκρούς. Τα σαρκοβόρα αγριοπούλια είχαν αρχίσει το έργο τους. Τα πτώματα κρεμόντουσαν στην κατακόρυφη πλαγιά της χαράδρας ανάμεσα σε βάτα, φρικτά παραμορφωμένα, καταματωμένα και ακρωτηριασμένα και ντυμένα με κουρέλια. Μετά από μια δύσκολη και πολύωρη περισυλλογή βρέθηκαν 70 πτώματα που περισσότερο δύσκολα αναγνωρίσθηκαν. Εξάλλου οι Γερμανοί εξαγριωμένοι, αφού έθαψαν πρόχειρα τους νεκρούς σε 4 ομαδικούς τάφους, εκτέλεσαν επί τόπου τους 8 Έλληνες οδηγούς των και πιθανώς μαζί με τον Γιατρό Καρκούλια που τον είχαν μαζί τους. Την ίδια μέρα το απόγευμα ο Λε Σουίρ όταν πληροφορήθηκε τον τραγικό και απαίσιο τρόπο εκτέλεσης των αιχμαλώτων τροποποίησε την προηγούμενη διαταγή του προς όλες τις μονάδες της επιχείρησης ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ για πυρπόληση των χωριών και εκτέλεση του άρρενος πληθυσμού.
Το τι επακολούθησε την επομένη 13 Δεκέμβρη στα Καλάβρυτα είναι γνωστό και δεν χρειάζεται να περιγράψουμε. Τα Καλάβρυτα πυρπολήθηκαν (μέχρι και την εκκλησία) και οι άνδρες όλοι εκτελέσθηκαν. Πριν νυχτώσει οι εγκληματίες απεχώρησαν.
Στις 31 Δεκέμβρη 1943 το τμήμα της 117 Μεραρχίας καταδρομών έστειλε στο Αρχηγείο του 68ου σώματος στρατού το παρακάτω σήμα: […] Θέμα: Τελική αναφορά σχετικά με τα αντίποινα στο πλαίσιο της επιχείρησης «Καλάβρυτα». Ι. Ακόλουθες τοποθεσίες καταστράφηκαν: Ρωγοί, Κερπινή, Σιδ/κός Σταθμός Κερπινής, Άνω Ζαχλωρού, Κάτω Ζαχλωρού, Σούβαρδο, Βραχνί, Καλάβρυτα, Μονή Μ. Σπηλαίου, Μονή Αγίας Λαύρας, Αγία Κυριακή, Αυλές, Βυσοκιά, Φτέρη, Κλαπατσούνα, Πυργάκι, Βάλτσα Μελίσσια, Μονή Ομπλού, Λαπαναγοί, Μάζι, Μαζέικα, Παγκάρι, Μορόχωβα, Δερβένι, Βάλτος, Πλανητέρου, Καλύβια. II. 696 Έλληνες εκτελέσθηκαν […].
Στρατηγός Λε Σουίρ.
Ύστερα απ’ όσα λεπτομερειακά εκθέσαμε θεωρούμε ότι:
1. Η Μάχη της Κερπινής στις 17-18 Οκτώβρη 1943 δεν ήταν παγίδα των ανταρτών ούτε απλή συμπλοκή αλλά μια εκ παρατάξεως μάχη που διήρκεσε 24 ώρες. Ως εκ τούτου δεν έπρεπε να εφαρμοστούν αντίποινα, σύμφωνα με τις μέχρι τότε αποφάσεις και εκθέσεις της Γερμανικής Διοίκησης.
2. Οι διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση ή ανταλλαγή των Γερμανών αιχμαλώτων διεκόπησαν με ευθύνη και των δύο πλευρών. Η ηγεσία του ΕΛΑΣ θα έπρεπε εφ’ όσον δέχεται να συζητήσει τις προτάσεις της Γερμανικής διοίκησης να είναι σταθερή και συγκεκριμένη στους όρους που θέτει για την ανταλλαγή. Πέρα από τον αριθμό των ανταλλαχθησομένων ομήρων που θα πρέπει να είναι σταθερός και να μην αυξομειώνεται κάθε φορά, θα έπρεπε να μην διαλαμβάνει ομήρους που βρίσκονται στη Γερμανία, γιατί οι συζητήσεις δεν πρόκειται να τελειώσουν ποτέ. Και από την πλευρά της Γερμανικής διοίκησης υπάρχουν ευθύνες γιατί ο βομβαρδισμός του Σχολείου της Βισοκάς που γίνονταν οι διαπραγματεύσεις, δεν έπρεπε να γίνει. Γιατί αν σκοτωνόταν ο Μίχος μπορούσαν να ελπίζουν ευόδωση των διαπραγματεύσεων; Αντίθετα πιστεύω ότι θα είχαμε άμεση εκτέλεση των αιχμαλώτων. Και γι’ αυτό δίκαια μπαίνει το ερώτημα: Ήθελε η Γερμανική διοίκηση την απελευθέρωση ή απαλλαγή των αιχμαλώτων ή διευκόλυνε την εκτέλεσή τους για άλλοθι; Οι διαπραγματεύσεις έχω την άποψη ότι θα είχαν σύντομη και αίσια έκβαση αν ανέβαινε στα Καλάβρυτα ο Θεόκλητος. Με την ακτινοβολία της θέσης του και την γνωριμία του με τον Μίχο και τον Κασσάνδρα οι αιχμάλωτοι θα είχαν απελευθερωθεί ή ανταλλαγεί. Όμως δεν το έκανε! Γιατί άραγε; Από δειλία πάντως ή φόβο πιστεύω πως όχι. Και εξήγησα γιατί. Ακόμη είναι αλήθεια ότι με τις παρεμβάσεις του στη Γερμανική διοίκηση έσωσε πολλούς Αιγιώτες από το εκτελεστικό απόσπασμα. Δε φοβήθηκε! Λυπάμαι γιατί άφησε να χαθεί η μοναδική ευκαιρία να μη σκοτωθεί ο κόσμος στα Καλάβρυτα.
3. Η δολοφονία των τριών τραυματιών: Έγκλημα αποτρόπαιο και ασυγχώρητο. Και αναμφισβήτητα ο βίαιος και βάρβαρος τρόπος της εκτέλεσης προκάλεσε και ερέθισε το φορτισμένο εθνικά και ψυχολογικά κλίμα εκείνων των ημερών. Θεωρώ ότι στην τραγωδία του Καλαβρυτινού ολοκαυτώματος περισσότερο βάρυνε η εκτέλεση, κατά τον τρόπο μάλιστα που έγινε, των τριών τραυματιών παρά οποιαδήποτε άλλη αιτία. Η Ευθύνη δε εδώ είναι βαριά για τον ΕΛΑΣ.
4. Ειπώθηκε ότι η ηγεσία του ΕΛΑΣ ήθελε να κτυπήσει κάποια από τις συγκλίνουσες προς τα Καλάβρυτα Γερμανικές φάλαγγες. Αλλά δεν τις χτύπησε όπως είπαν γιατί, αφ’ ενός οι Άγγλοι δεν έστερξαν στο αίτημα της ρίψης όπλων και πολεμικού υλικού και αφ’ ετέρου γιατί οι προεστοί των Καλαβρύτων τους ζήτησαν να μην γίνει καμιά παρενόχληση στους Γερμανούς, φοβηθέντες τα αντίποινα.
Δε νομίζω ότι λένε αλήθεια:
Δε νομίζω ότι λένε αλήθεια:
Πρώτον γιατί διέθεταν αρκετό οπλισμό την εποχή εκείνη, όπως έχω αναλύσει στα προηγούμενα.
Δεύτερον, γιατί εκείνες τις ημέρες ήταν πολύ δύσκολη μέχρι αδύνατη η εξεύρεση πεδίου για ρίψεις. Απλά δεν τους έπαιρνε να κτυπήσουν τις ανεπτυγμένες σαν βεντάλια γερμανικές δυνάμεις. Άλλωστε αυτό δεν επεδίωκαν οι Γερμανοί; Θα αποτελούσε μεγάλη απερισκεψία και για τον ΕΛΑΣ και για τους κατοίκους της ορεινής αυτής περιοχής. Αλλά αν δεν χτύπησαν τους Γερμανούς φοβηθέντες τα αντίποινα, γιατί δε φοβήθηκαν τα αντίποινα όταν έδωσαν εντολή να εκτελεσθούν οι αιχμάλωτοι. Και αφού διέταξαν την εκτέλεση των αιχμαλώτων ή τουλάχιστον δε φρόντισαν να μη γίνει, γιατί δεν ειδοποίησαν τους άνδρες των Καλαβρύτων και των γύρω χωριών να φύγουν στα βουνά;
5. Μέγα λάθος η διατήρηση 78 αιχμαλώτων επί 50 ημέρες, σε μια ορεινή και φτωχή περιοχή, μέσα στο χειμώνα. Και γιατί οι αντάρτες κράτησαν τους αιχμαλώτους επτά εβδομάδες ζωντανούς κανείς δεν έμαθε! Θα έπρεπε οι αιχμάλωτοι να έχουν ή ανταλλαγεί ή απελευθερωθεί. Γιατί εκτέλεση αιχμαλώτων δεν συγχωρείται σε καμιά περίπτωση και από κανένα ανθρώπινο Νόμο ή παράδοση ή διεθνή σύμβαση. Και μάλιστα μετά 50 ημέρες. Πολύ δε περισσότερο ερεθίζει, προκαλεί και εξοργίζει ο βάρβαρος, άγριος και αποτρόπαιος τρόπος εκτέλεσης, που επεφύλαξε η ομάδα του ΕΛΑΣ στους αιχμαλώτους της μάχης της Κερπινής. Και γίνεται εντελώς δυσνόητη η εκτέλεση των αιχμαλώτων όταν γνωρίζουν ότι για κάθε Γερμανό νεκρό εκτελούνται 50 Έλληνες. Και
6. Οι Γερμανοί αναμφισβήτητα ανέβηκαν στα Καλάβρυτα για να εκδικηθούν την ήττα τους σε μια μάχη εκ παρατάξεως που δόθηκε στην Κερπινή. Είχαν ειλημμένη απόφαση για εκτέλεση. Οποιαδήποτε λοιπόν κι αν ήταν η συμπεριφορά των ανταρτών έναντι των αιχμαλώτων, ακόμη κι αν τους αφήναμε ελεύθερους, προσωπικά πιστεύω ότι οι Γερμανοί ανέβηκαν για ν’ αφανίσουν τα Καλάβρυτα για τους λόγους που εκθέσαμε στα προηγούμενα και γιατί είχαν ειδοποιήσει τους Καλαβρυτινούς προς τούτο. Απλά ο ΕΛΑΣ και γενικά η ηγεσία του αντάρτικου φρόντισε να τους δώσει το άλλοθι ενός στυγερού εγκήματος του Καλαβρυτινού ολοκαυτώματος. Φρόντισε να τους δώσει τη δικαιολογία της εκτέλεσης, του ανδρικού πληθυσμού στην επαρχία Καλαβρύτων και την πυρπόληση των ιστορικών Μοναστηριών και χωριών της κοκαλοσπαρμένης Καλαβρυτινής γης. Στα Καλάβρυτα το Δεκέμβρη του 1943 έδωσαν εξετάσεις δύο λαοί που υποτίθεται ότι είχαν και ιστορία και πολιτισμό. Έτσι για άλλη μια φορά τα Καλάβρυτα, με την ιστορία τους και τις παραδόσεις τους, για άλλη μια φορά θυσίασαν τα παιδιά τους για την λευτεριά του λαού μας και τη συντριβή του φασισμού. Και το μεγαλείο της θυσίας τους σε καμιά περίπτωση δεν αμαυρώνεται από τα λάθη και την ανικανότητα κάποιων τρίτων. Τα Καλάβρυτα πάντα θα δείχνουν το δρόμο της θυσίας και των αγώνων για τα πεπρωμένα του Έθνους και της Φυλής
Αντιδράσεις του Κ.Κ.Ε. Για την ομιλία του Γρηγόρη Σολωμού στη «Διακίδειο Σχολή» με θέμα το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα
Ορισμένοι φαίνεται ότι δε διορθώνονται με τίποτα. Κυρίως
αυτοί που θέτουν τον εαυτό τους στη διατεταγμένη υπηρεσία του αντικομμουνισμού
και της διαστρέβλωσης της ιστορίας. Σ' αυτή την κατηγορία ανήκει και ο Γρηγόρης
Σολωμός, στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και πρώην υπουργός, που έχει αναλάβει εργολαβικά
αυτή τη δράση στην Αχαΐα. Λίγο πολύ ο Γ. Σολωμός στην ομιλία του προσπάθησε να
ρίξει τις ευθύνες για το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, εξισώνοντας θύτες
και θύματα, τους αγωνιστές της λευτεριάς με τους ναζί κατακτητές. Δεν
χρησιμοποίησε κανένα ντοκουμέντο για να αποδείξει την συκοφαντία του, γιατί
απλούστατα δεν υπάρχει κάποιο ντοκουμέντο που να αποδεικνύει ευθύνες του ΕΛΑΣ.
Συμβαίνει μάλιστα το εντελώς αντίθετο. Όποιος
προσπαθεί να ρίξει ευθύνες στον ΕΛΑΣ για την σφαγή των Καλαβρύτων, στην ουσία
δίνει άλλοθι στα ναζιστικά εγκλήματα. Θυμίζει τη ναζιστική προπαγάνδα
για την «αντιμετώπιση» της «κομμουνιστικής τρομοκρατίας». Τη συκοφαντία ενάντια
στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αναπαρήγαγαν πρόθυμα οι Άγγλοι πράκτορες και οι ντόπιοι αστοί
πολιτικοί για να κρύψουν τις δικές τους ευθύνες. Όπου να ’ναι ο Γρηγόρης
Σολωμός θα μας πει ότι κακώς πολέμησε ο ΕΛΑΣ και αντιστάθηκε ο λαός μέσα από
τις γραμμές του ΕΑΜ στους κατακτητές. Η ομιλία του είναι προσβολή στα θύματα
του φασισμού, στους αγωνιστές και τους ηρωικούς νεκρούς του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ. Το ίδιο
προσβλητική είναι και η κατά καιρούς παρουσία του στα μνημεία των ηρώων του
ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ με αφορμή διάφορες επετείους.
Απάντηση Γρηγόρη Σολωμού
Η αλήθεια για το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα και η αντίδραση του ΚΚΕ
Λυπάμαι για το προσωπικά υβριστικό «Σχόλιο» της Νομαρχιακής
Επιτροπής Αχαΐας του ΚΚΕ, που δημοσιεύεται σήμερα στον τοπικό τύπο. θα
προσπαθήσω να μην τους ακολουθήσω στο ύφος και το θράσος που αποπνέει το
δημοσίευμα και θα περιορισθώ στις παρακάτω επισημάνσεις χάριν της αλήθειας και
της μνήμης εκείνων που έπεσαν πριν 66 χρόνια στα Καλάβρυτα.
1. Αντικομουνιστής δεν υπήρξα ποτέ. Βέβαια έχω
τις διαφωνίες μου με τις ιδεολογικές θέσεις και την πολιτική τακτική που
ακολουθεί το ΚΚΕ, αλλά ποτέ δεν καταφέρθηκα εναντίον του. Αν οι κύριοι
σύντροφοι της Νομαρχιακής Επιτροπής Αχαΐας του ΚΚΕ διάβαζαν πιο καλά τον
«Ριζοσπάστη» (21.1.93, «Το σύμφωνο Ιωαννίδη-Δασκάλωφ) δεν θα μιλούσαν τόσο
απαξιωτικά για την πορεία μου.
2. «Διατεταγμένη υπηρεσία» εκτελούσα μόνο την
περίοδο 1945-52 που βρισκόμουν στις τάξεις του ΚΚΕ και ποτέ αργότερα.
3. Δεν ανήκει σε μένα η «προσπάθεια εξίσωσης των
θυμάτων με τους θύτες» στο Καλαβρυτινό ολοκαύτωμα, αλλά σε εκείνους που
δέχτηκαν να διαπραγματευθούν με τους Γερμανούς στο ίδιο τραπέζι για την
ανταλλαγή των αιχμαλώτων της μάχης της Κερπινής με Έλληνες ομήρους.
4. Θέλουν «ντοκουμέντα» των όσων είπα στην
Διακίδειο. Θα τα έχουν. Ερωτώ λοιπόν:
α) Ποιος σκότωσε και μάλιστα κατά βάναυσο τρόπο
τους τρεις τραυματίες της μάχης της Κερπινής και ποιος τους πέταξε στο
Ξεροπήγαδο;
β) Ποιοι εκτέλεσαν και στη συνέχεια πέταξαν στον
γκρεμό τους 77 Γερμανούς αιχμαλώτους στις πλαγιές του Χελμού; Οι Άγγλοι; Οι
Γερμανοί; Ή ΕΛΑΣίτες;
5. Ο ΕΛΑΣ εφ’ όσον δεν απολάμβανε των προνομίων
της συνθήκης της Γενεύης που απολαμβάνουν όλοι οι εμπόλεμοι, έπαιρνε μόνος του
το δικαίωμα να εκτελέσει τους αιχμαλώτους. Όχι όμως τους τραυματίες (είναι το
μοναδικό περιστατικό εκτέλεσης τραυματιών στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο). Να
εκτελέσει τους αιχμαλώτους αμέσως μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων και
όχι μετά 50 ημέρες! Δε θα ήταν ούτε το πρώτο ούτε το τελευταίο παγκόσμια
περιστατικό εκτέλεσης αιχμαλώτων από άτακτο στρατό. Όμως θα πρέπει να γνώριζε
το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ότι η εκτέλεση των 77 αιχμαλώτων θα συνεπάγετο και εκτέλεση ενός
μεγάλου αριθμού Ελλήνων ομήρων και μάλιστα σύμφωνα με τον εφαρμοζόμενο κανόνα
από τα στρατεύματα κατοχής σε αναλογία 1:50.
Εδώ βέβαια
υπάρχει κάποιο πρόβλημα· και επαφίεται στο Κ.Κ.Ε. να το κρίνει. Και προσωπικά
θα δεχθώ την οποιαδήποτε κρίση του αρκεί να είχε φροντίσει να ειδοποιήσει τον
ανδρικό πληθυσμό των Καλαβρύτων και των γύρων περιοχών να φύγει στα βουνά. Την
παράλειψη αυτή θεωρώ σφάλμα της ηγεσίας του ΕΛΑΣ. Γιατί υπήρχε ο χρόνος να
σωθεί ο κόσμος. Η διαταγή για την εκτέλεση των αιχμαλώτων δόθηκε τις 4.12.43
την ημέρα δηλ. που ξεκινούσαν οι Γερμανοί από Πάτρα, Αίγιο και Βυτίνα. Αυτά
είναι τα ντοκουμέντα που σας λείπουν κύριοι.
6. Δεν υποστήριξα ποτέ ότι κακώς ο ΕΛΑΣ πολέμησε
τον κατακτητή. Και πώς είναι δυνατόν να υποστηρίξω κάτι τέτοιο όταν υπήρξα
ΕΠΟΝΙΤΗΣ το 1943-44. Άλλωστε η ομιλία μου στην Διακίδειο ήταν ένας ύμνος για το
μεγαλείο της Εθνικής μας αντίστασης. Και ακόμη όποιος θέλει να μάθει τι πιστεύω
πάνω σ’ αυτό το θέμα τον παραπέμπω στην πλούσια αρθρογραφία μου. Ενδεικτικά
αναφέρομαι στην «Πελοπόννησο» και τη «ΓΝΩΜΗ» στις 1.1.04 «Το μεγαλείο του Λαού
μας».
7. Όταν υποστηρίζεις την αλήθεια για κάποια λάθη
που επόμενο ήταν να συμβούν στην ταραγμένη εκείνη εποχή και μάλιστα από άτακτο
στρατό, δεν «προσβάλλεις τα θύματα του φασισμού ούτε τους αγωνιστές και τους
ηρωικούς νεκρούς του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ». Προσβολή γι’ αυτούς που έπεσαν για τη λευτεριά
του λαού μας είναι οι λαθεμένες επιλογές όπως οι συμφωνίες του Λιβάνου, της
Καζέρτας και της Βάρκιζας και ακόμη και η «Δολοφονία» του μεγάλου ηγέτη της
αντίστασης Άρη Βελουχιώτη με τις δηλώσεις του Ν. Ζαχαριάδη στις 12.6.45 που
οδήγησαν στην ήττα τη νικηφόρα επανάσταση του 1941-44. Γι’ αυτό ας προσέχουμε
στις γιορτές και τις επετείους εκείνων που έπεσαν στην εθνική μας αντίσταση
γιατί δεν ξέρω ποιοι και πού θα κρυφτούνε αν αποφασίσουν κάποτε να σηκωθούν οι
νεκροί.
Γρηγόρης Σολωμός
τ. υφυπουργός
Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων
Απόψεις του κ. Π. Κομματά
Την 14-12-2003 ο
Δήμος της Πάτρας και η Ένωση Καλαβρυτινών Πατρών διοργάνωσαν επετειακή εκδήλωση
προς τιμή των αγρίως σφαγιασθέντων Καλαβρυτινών, τον Δεκέμβριο του 1943 από τα
στρατεύματα κατοχής της Βέρμαχτ. Στην εκδήλωση έχει κληθεί ο καθηγητής κ.
Γιανναράς σαν γνώστης της ιστορίας της τραγωδίας των Καλαβρυτινών του 1948,
τουλάχιστον αυτό πιστεύω ότι ήταν το κριτήριο που επελέγη ο κ. Γιανναράς για
ομιλητής. Και ακόμα πιστεύω ότι δεν ήταν άγνωστος στους διοργανωτές ο ερευνητής
Ιστορικός Αντιστασιακός Χαράλαμπος Ρούπας και ούτε τα δημοσιεύματά του που κατά
καιρούς για την ιστορία του ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων έχει δημοσιεύσει. Ο κ.
Γιανναράς, από ό,τι διάβασα, ισχυρίζεται ότι ερευνώντας την υπόθεση των
Καλαβρυτινών του 1943 βρήκε όλους τους συντελεστές της τραγωδίας και σταματάει
εκεί. Για να πει ότι το ό,τι έγινε την 13-12-1943 ήταν υπόθεση αντιποίνων γιατί
ο ΕΛΑΣ σκότωσε τους αιχμαλώτους γερμανούς από την ενέδρα των ανταρτών του ΕΛΑΣ
στην περιοχή της Κερπινής. Και από την άλλη για να τεκμηριώσει την ενοχή του
ΕΑΜ αναφέρει ότι δεν βρήκε πουθενά ποιος έδωσε την εντολή της εκτέλεσης των
αιχμαλώτων από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ. Σας προσκομίζω το περιοδικό του
Πανελλαδικού Συνδέσμου Αγωνιστών Εαμικής Εθνικής Αντίστασης, τεύχος 63 του 2002
όπου ο Αντιστασιακός Αιγιώτης στην καταγωγή Χαράλαμπος Ρούπας δημοσιεύει την
διαταγή της Βέρμαχτ της 22-10-1943 με την υπ’ αριθ. Ν2/719/43 που κοινοποιήθηκε
στην 117 Μεραρχία Κυνηγών Σουίρ προς εκτέλεση. Προέβλεπε «την ισοπέδωση με
παρεμβολή της αεροπορίας και με χρήση εμπρηστικών βομβών των πόλεων Αιγίου και
Καλαβρύτων». Επίσης διελάμβανε «την εξόντωση όλων των κατοίκων ανεξαρτήτως
φύλου και ηλικίας». Παρακαλώ τους φετινούς διοργανωτές της εκδήλωσης του χρόνου
ας ξανακαλέσουν τον κ. Γιανναρά στην εκδήλωση τιμής για τα θύματα των
Καλαβρύτων και των γύρω χωριών για να πει πλέον την ιστορική αλήθεια. Η
ιστορική αλήθεια που ισχυρίζεται ότι κατέθεσε είναι προσωπική του άποψη. Γιατί
αυτή η αισχρή διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας δεν είναι υπόθεση μόνο του κ.
Γιανναρά αλλά έρχεται από πολύ μακριά. Τα χρόνια του εμφύλιου πολέμου που
έπρεπε με κάθε μέσο και τρόπο να εξοντωθεί και συκοφαντηθεί η Εθνική Αντίσταση
και κάτι ακόμα, ο κ. Ρούπας μιλάει για «συνεπικουρούμενη από τα ελληνόφωνα
καθάρματα» στην Καλαβρυτινή Τραγωδία. Ας μας πει κάτι γι’ αυτή την ομολογία του
κ. Ρούπα. Ο κ. Ρούπας μένει στην Αθήνα και έχει το τηλέφωνο 7511651 και του
Αιγίου 2381.024425. Και ρωτώ ποια είναι τα συνεπικουρούμενα ελληνόφωνα
καθάρματα που μαζί με τους γερμανούς σκότωσαν τους Καλαβρυτινούς, έκαψαν την
πόλη των Καλαβρύτων και η ιστορική γραφίδα του κ. Γιανναρά, του Φρανκ Μάγερ δεν
τα ανακάλυψαν. Και μένουν στο απυρόβλητο από το 1943 έως τις ημέρες μας; Έτσι
νομίζουν ότι καταγράφεται η ιστορική αλήθεια; Έτσι νομίζουν ότι ιστορικά θα
δικαιωθούν τα θύματα της επαρχίας Καλαβρύτων. Φορτώνοντας στον ΕΛΑΣ και στους
αγωνιστές τους, την πρόθεση και την βαρβαρότητα των στρατευμάτων κατοχής και
των συνεργατών τους; Νομίζουν ότι ζούμε στην περίοδο του Εμφυλίου πολέμου, όπου
η πλευρά των συνεργατών των κατακτητών επέβαλαν την όποια άποψή τους σαν
κυρίαρχοι μετά τον εμφύλιο πόλεμο του πολιτικού παιχνιδιού στον τόπο μας.
Στριμώχνοντας την Αριστερά, στην εξαφάνισή της αναγορεύοντας τους εαυτούς τους
πατριώτες; Νομίζουν ότι δεν έχει καταγράψει η ιστορία τον διορισμένο τότε
νομάρχη και μετά Υπουργό Εθνικής Άμυνας το «Πας όστις λαμβάνει τα όπλα κατά των
Γερμανών δεν είναι Έλλην»; Επιτέλους δεν έχουμε φύγει ακόμα από τη ζωή και ας
μην υποτιμούν την νοημοσύνη μας. Και προς παντός σεβασμό στην ιστορική αλήθεια
Αυτή είναι η εθνική επιταγή. «Είναι εθνικό και είναι αληθινό» Ρήγας Φεραίος.
Πάτρα, 28-12-2003
Πέτρος
I. Κομματάς»ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ.....
ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ: ΠΩΣ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ
Καλο σου ταξιδι Κυριε Γρηγορη.Ησουν ενα απο τα πιο ηθικα στοιχεια στην ελληνικη πολιτικη σκηνη.Αιωνια σου η μνημη.
ΑπάντησηΔιαγραφή